Αν κοιτάξει κάποιος το θέμα «αριστερή κυβέρνηση» από τις 25 Γενάρη μέχρι σήμερα, ένα από τα θέματα όπου αναπόφευκτα θα στραφεί είναι η σχέση της κυβέρνησης με τον αναρχικό χώρο…

«Ε όχι και τα ΜΑΤ»: ΣΥΡΙΖΑ, αναρχικός χώρος και η κατάληψη της Πρυτανείας

Αν κοιτάξει κάποιος το θέμα «αριστερή κυβέρνηση» από τις 25 Γενάρη μέχρι σήμερα, ένα από τα θέματα όπου αναπόφευκτα θα στραφεί είναι η σχέση της κυβέρνησης με τον αναρχικό χώρο (ή σκέτο «χώρο» για τους πιο ψαγμένους). Δεν σκοπεύω να αναλύσω ένα τόσο καυτό θέμα ενώ εκτυλίσσεται ακόμα, αλλά νομίζω ότι κάθε συζήτηση γύρω από αυτό πρέπει να λάβει υπόψη την αστυνομική επέμβαση στην Πρυτανεία του ΕΚΠΑ ως κομβικό σημείο της όλης πορείας.

Τον τελευταίο καιρό τμήματα του αναρχικού χώρου έχουν κάνει διάφορες κινήσεις που δοκιμάζουν τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης: η κατάληψη στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, στον κομματικό ραδιοσταθμό «Στο Κόκκινο», στη Νομική και τέλος στην Πρυτανεία. Είναι σημαντικό να τονίζεται πως είναι εντελώς λάθος να αντιμετωπίζονται όλες αυτές οι κινήσεις ως αποτέλεσμα ενός κεντρικού σχεδιασμού ή μιας «απόφασης» ή ακόμη και των ίδιων ατόμων∙ τα δίκτυα βάσει των  οποίων λειτουργεί αυτός ο χώρος διαφέρουν πάρα πολύ από ένα κομματικό όργανο ή από μια καθοδηγητική αρχή. Δημοσιολόγοι είτε της αριστερής είτε της απέναντι όχθης συχνά το ξεχνούν αυτό, μιλώντας μονολιθικά για «αναρχικούς», «μπάχαλους», «πράκτορες», κ.ο.κ, λες και υπάρχει κάποιο Κεντρικό Αναρχικό Συμβούλιο (όπως το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, wink wink συνωμοσιολόγοι που για κάποιο λόγο διαβάζετε Σκρα-punk) που εκδίδει ημερήσια εντολή κατάληψης του τάδε οργάνου του ΣΥΡΙΖΑ και μοιράζει στους ιπτάμενους αναρχικούς μολότοφ και φύλλο πορείας.

32de55196667a27d035bf05877fc19b9

Κρατώντας, λοιπόν, κατά νου την πολυμορφία του χώρου αυτού –που πολύ πολύ συχνά δίνει και χώρο σε πραγματικούς μπάχαλους και πραγματικούς πράκτορες–, μπορούμε πάλι να διακρίνουμε ένα μοτίβο στις δράσεις του –ιδίως τις καταλήψεις. Πιστεύω ότι πράγματι δοκιμάζουν τα όρια της κυβέρνησης, υπό το πρίσμα της ιδιαίτερης και πολυκύμαντης («πολυκύμαντης» δεν εννοώ το Χημείο, ας μην πάμε εκεί) σχέσης που παραδοσιακά έχει η Αριστερά με τον αναρχικό χώρο. Μια κυβερνώσα Αριστερά, λοιπόν, δεν μπορεί παρά να μεταβάλει τους συσχετισμούς στη σχέση αυτή –ιδίως εφόσον πλέον αυτή πλέον ελέγχει (ή «ελέγχει», δεν θα τα χαλάσουμε εδώ) την κατασταλτική δύναμη του κρατικού μηχανισμού.

 Σε περιπτώσεις όπως η κατάληψη των γραφείων του ΣΥΡΙΖΑ ή του Κόκκινου τα πράγματα είναι πιο «εσωτερικής κατανάλωσης» και οι απέναντι απλώς χασκογελούν σκεπτόμενοι «άντε τώρα να μαζέψετε τους κουκουλοφόρους σας». Όταν όμως η κατάσταση επεκτείνεται σε θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, στη Νομική και στην Πρυτανεία δηλαδή, το εξ αριστερών διευθυνόμενο κράτος πρέπει να αποφασίσει πώς θα αντιδράσει. Είναι εντελώς διαφορετικό να σκούζει ο Φορτσάκης και να κλειδώνει τη Νομική προληπτικά και εντελώς μα εντελώς διαφορετικό να πρέπει να αποφασίσει ο Τσίπρας αν θα εισβάλουν τα ΜΑΤ για να βγάλουν τους καταληψίες από την Πρυτανεία. Όχι μόνο λόγω προσδοκιών από ένα αριστερό κόμμα, αλλά και λόγω της θεμελιώδους σχέσης της Αριστεράς με τα κινήματα και τις συναφείς δράσεις.

mat-pritania-750

 Τώρα όπου η αριστερή κυβέρνηση αποφάσισε ότι δεν θα αμφιταλαντευτεί άλλο και θα δράσει όπως επιτάσσει ο κρατικός κανόνας, η σχέση της με τον χώρο δεν μπορεί να είναι η ίδια. Δεν θέλω να μπω σε μια λογική ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε «πολλή υπομονή με τα κωλόπαιδα», αλλά ούτε και να υποστηρίξω την άποψη ο ΣΥΡΙΖΑ στράφηκε ξαφνικά προς τον μέσο συντηρητικό ψηφοφόρο, επειδή αποφάσισε την συγκεκριμένη πράξη. Άλλωστε, μια κατάληψη, πόσο μάλλον υπό αυτές τις συνθήκες, είναι εξαρχής μια πράξη με διάθεση σύγκρουσης και διαμαρτυρίας. Παράλληλα, το αίτημα της κατάληψης της πρυτανείας (αλλά και των άλλων τριών) ήταν ήδη δρομολογημένο να ικανοποιηθεί εν πολλοίς νομοθετικά –όπως και έγινε. Η ίδια η κατάληψη, επίσης, εμφάνισε χαρακτηριστικά με τα οποία ευθέως διαφωνώ: μειοψηφική, χωρίς συνδιαλλαγή με το φοιτητικό κίνημα, χωρίς συνέλευση ή επαφή με τον έξω κόσμο, πλην του βίντεο που αποδείκνυε ότι δεν έγιναν καταστροφές. Το γεγονός ότι ήταν πολύ πιο ώριμη από την χουλιγκάνικη συμπεριφορά των ακόμα λιγότερων καταληψιών της Νομικής –οι οποίοι πετούσαν βιβλία και κάδρα από το παράθυρο, έβρεχαν με μάνικα τους περαστικούς στη Σόλωνος, επιτίθεντο σε κόσμο που περνούσε απ’ έξω (όλα βεβαιωμένα είτε προσωπικά από εμένα είτε από άλλους που τα βίωσαν), δεν σημαίνει ότι στην περίπτωση της πρυτανείας επρόκειτο για μεγαλείο πολιτικής συμπεριφοράς. Γενικώς, μεγάλα κομμάτια του χώρου έχουν πολύ σοβαρές ελλείψεις πολιτικού πολιτισμού.

elikse-i-katalipsi-tis-prutaneias-tou-ekpa-ustera-apo-epembasi-tis-astunomias

Σήμαινε όμως αυτό ότι πρέπει κανείς να επικροτήσει την είσοδο των ΜΑΤ; Ξεκάθαρα όχι. Αν και ήμουν αντίθετος με την κατάληψη αυτή, ειδικά όσο περνούσαν οι μέρες, δεν γίνεται να επικροτήσει κανείς είσοδο της Αστυνομίας σε πανεπιστημιακό χώρο εφόσον δεν τελείται κακούργημα. Ένα αριστερό κυβερνών κόμμα οφείλει, αν μη τι άλλο, να αναζητήσει πρώτα άλλους δρόμους επίλυσης του προβλήματος. Αν και δεν πιστεύω ότι ήταν ρεαλιστικά εφικτό, όπως είπαν πολλοί, απλώς να πειστούν οι καταληψίες να αποχωρήσουν προφορικά, η κυβέρνηση όφειλε να εξαντλήσει τα μέσα πειθούς της πριν καταφύγει σε αστυνομική επέμβαση. Να αξιοποιούσε δηλαδή την κινηματική του εμπειρία ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι να στηριζόταν απλώς στις λύσεις τύπου Πανούση. Η επέμβαση της Αστυνομίας σίγουρα δεν εξίσωσε τον ΣΥΡΙΖΑ με την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά έδειξε ότι η αμφιθυμία στις σχέσεις με τον αναρχικό χώρο μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε αδέξιες λύσεις. Είμαι σίγουρος ότι το επόμενο διάστημα θα ξαναθυμηθούμε αυτά τα γεγονότα, γιατί η σχέση των δύο χώρων μόνο περιπλοκότερη γίνεται∙ αρκεί να τα θυμηθούμε ως άτυχη στιγμή, επειδή στο μεταξύ θα έχει γίνει κατανοητό στην κυβέρνηση πως οφείλει να αξιοποιεί τα πολλά γόνιμα στοιχεία του κινηματικού της τμήματος για να επιλύει πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα. Αν, τελικά, κάτι μένει από την υπόθεση της Πρυτανείας ως σύνθημα, αυτό είναι το επιγραμματικό αλλά αντιπροσωπευτικό της κατάστασης «ε, όχι και τα ΜΑΤ». Αυτές οι 5 λέξεις ας είναι ο οδοδείκτης της κυβέρνησης για να μην ξεχάσει πού πηγαίνει και –κυρίως– από πού έρχεται.