Αναμφίβολα οι τελευταίες εβδομάδες, σαν υποσύνολο της γενικότερης πενταετίας που ακολούθησε την 5η Μαίου του 2010, θα καταχωρηθούν στο συλλογικό μας μνημονικό ως οι δραματικότερες ώρες αυτής της γενιάς. Ο…

Δημοψήφισμα 5ης Ιουλίου 2015: Μία κοινότητα ανάτασης μεταξύ Σφύρας και Άκμονος

Αναμφίβολα οι τελευταίες εβδομάδες, σαν υποσύνολο της γενικότερης πενταετίας που ακολούθησε την 5η Μαίου του 2010, θα καταχωρηθούν στο συλλογικό μας μνημονικό ως οι δραματικότερες ώρες αυτής της γενιάς. Ο Ιούνιος, καίτοι ιδιαίτερα βροχερός για καλοκαιρινός μήνας, αποδείχτηκε λίαν «θερμός» στο πεδίο της πολιτικής διαπραγμάτευσης και της κοινωνικής συνοχής. Παρότι οι καλώς γνωρίζοντες προειδοποιούσαν από νωρίς, στις αρχές του κανείς δεν ανέμενε αυτό που θα επακολουθούσε. Η ολική σύγκρουση στις διαπραγματεύσεις Ελλάδος-Εταίρων ως προς την σύναψη νέου κειμένου, το οποίο να επανακαθορίζει τις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών και παράλληλα να συνεχίζει την χρηματοδότηση της χώρας, οδήγησε τις εξελίξεις στην προκήρυξη του δημοψηφίσματος για τις 5 Ιουλίου με ερώτημα την αποδοχή ή μη από πλευράς πολιτών της λεγόμενης «Πρότασης Γιούνκερ», η οποία είχε ήδη απορριφθεί από την ελληνική κυβέρνηση, καθώς ήταν από τις κύριες αιτίες, που έφεραν τα πράγματα στα άκρα.

Από την ημέρα κήρυξης του δημοψηφίσματος η καθημερινή ζωή των πολιτών ξέφυγε κατά πολύ ακόμη και από τα όρια της «περιορισμένης κανονικότητας», στην οποία είχε υποβληθεί όλα αυτά τα τελευταία χρόνια της καταστροφής. Το πρώτο ξάφνιασμα εκείνης της Παρασκευής, ενώ διαφαινόταν ότι η χώρα θα φτάσει στο δημοψήφισμα χωρίς την κάλυψη του «προγράμματος» και υπό καθεστώς μίας μερικής ασφυξίας από πλευράς Ε.Κ.Τ , έσπρωξε χιλιάδες συμπολιτών μας σε ένα διήμερο «γιουρούσι» στα ΑΤΜ των τραπεζών υπό το καθεστώς ενός «μαζικού πανικού» , προκειμένου να  σηκώσουν όσα περισσότερα μπορούσαν. Αυτό το κύμα της ψυχολογικής επιβίωσης σε συνδυασμό με την (αναμενόμενη) άρνηση της Ε.Κ.Τ να αυξήσει την κάλυψή της στις ελληνικές τράπεζες κατέστησαν αναγκαίο γεγονός την επιβολή των λεγόμενων capital controls, ενός όρου που μέχρι τώρα έφερνε μαζί τον πανικό στο δημόσιο διάλογο. Αυτό ήταν. Η εβδομάδα προς την Κυριακή, 5 Ιουλίου, θα κυλούσε μέσα σε ένα κλίμα κατάλυσης της κοινωνικής συνοχής, καθημερινών απωλειών στην οικονομική ζωή και φόβου για όξυνση της απειλητικής κατάστασης. Αυτό το μίγμα του φόβου σε συνδυασμό με την επίσημη λήξη του προηγούμενου προγράμματος στις 30 Ιουνίου θεωρείτο από πολλούς κύκλους ότι θα υποχρέωνε την ελληνική κυβέρνηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α του Αλέξη Τσίπρα να ακυρώσει το δημοψήφισμα και να συρθεί πίσω στις διαπραγματεύσεις με δυσμενέστερους όρους.  Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν ακόμη πιο πιθανό, εάν ο λαϊκός παράγοντας έδειχνε σημάδια κόπωσης και παρατηρούνταν φαινόμενα έκρηξης.

ta-nea-skitsa-tou-arka-gia-to-dimopsifisma_1.w_l

Το σενάριο του τρόμου δεν ευοδώθηκε. Παρά την πρωτόγνωρη εμπειρία του τραπεζικού περιορισμού και τις δραματικές συνέπειες στην καθημερινότητα των πολιτών, η συσσωρευμένη οργή δεν εκτονώθηκε σε μια κατεύθυνση, όπως θα την ανέμεναν ίσως συγκεκριμένοι κύκλοι. Ο ελληνικός λαός αυτή την «εβδομάδα της κόλασης» έδειξε μία πρωτοφανή νηφαλιότητα και ψυχραιμία σε βαθμό εντυπωσιακό. Ας μην γελιόμαστε. Αυτό δεν ήταν το αναμενόμενο σύμφωνα τουλάχιστον με την γενικότερη μνήμη. Πάρα τις λογικές και αναμενόμενες ενδείξεις αγανάκτησης, ο γενικότερος κανόνας κατέδειξε ότι η λαική πλειοψηφία προσπάθησε να προσαρμοστεί στην συγκυρία εν αναμονή των επόμενων βημάτων, γνωρίζοντας την πολυπλοκότητα της κατάστασης. Η οργή, που περίμεναν πολλοί να στραφεί εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης, τελικά στράφηκε εναντίον αυτών που τα θύματα αντιλαμβάνονταν ως θύτες τους: εναντίον των τρεχουσών πολιτικών του ευρωσυστήματος και εναντίον των υπαιτίων του παλαιού εγχώριου πολιτικού συστήματος, οι οποίοι επανεμφανίστηκαν τις τελευταίες μέρες σαν άλλοι Ελ-Σιντ πάνω στο άλογο, προκειμένου να υποδείξουν στους πολίτες τον ορθό δρόμο. Η εικόνα αυτή ακριβώς, των παλαιών υπαιτίων της καταστροφής, που ποτέ μα ποτέ δεν εκλήθησαν να δώσουν εξηγήσεις για τα πεπραγμένα τους, ήταν ένας από τους λόγους που δεν επέτρεψαν την μετατροπή του αρχικού «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ» υπό το βάρος της οικονομικής ανωμαλίας.

Ένας άλλος λόγος ήταν η συσσωρευμένη ανάγκη μιας ολόκληρης κατηγορίας ανθρώπων, από αυτούς που τους άνοιγαν τα κεφάλια στις πλατείες του 2011, από αυτούς που έλιωναν κάτω από τον τρόμο της ανεργίας, από αυτούς που έβλεπαν τα θλιμμένα πρόσωπα των παιδιών και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, να διοχετεύσει ένα μέρος των εμπειριών της. Για αυτές τις εμπειρίες, η ευκαιρία που τους έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας, ήταν κάτι που δεν μπορούσε να απολεσθεί. Σε αυτή την φάση ο Αλέξης Τσίπρας, ίσως και άθελα του πιστεύω (καθώς επιδίωξη του ήταν ίσως να κερδίσει χρόνο στο εξωτερικό και ισχύ στο εσωτερικό, τόσο σε επίπεδο πολικού συστήματος, όσο και εσωκομματικό), έπαιξε το παιχνίδι της κινητοποίησης των μαζών, που καιρό είχαμε να δούμε. Και σε αυτό το παιχνίδι δεν μπορούσε να βρει αντίπαλο, ακόμη και από τους κύκλους των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, οι οποίοι είχαν πάντα το μειονέκτημα της προβληματικής εκπροσώπησης, λόγω κυρίως του παρελθόντος των κυριότερων πολιτικών του εκφραστών. Ακόμη και το σενάριο του διχαστικού κλίματος δεν επιβεβαιώθηκε στο σύνολό του από την πραγματικότητα, γεγονός στο οποίο πρέπει να βοήθησε η μικρή χρονική απόσταση ανάμεσα στην κήρυξη και στην διεξαγωγή του δημοψηφίσματος.

syntag1

Τα προμηνύματα της Κυριακής είχαν φανεί ήδη από την μεγάλη προγραμματισμένη συγκέντρωση του «ΟΧΙ», οπότε και το μέγεθος και ο παλμός των συγκεντρωμένων επιβεβαίωσε ότι η επιλογή του «ΟΧΙ» προηγείται, παρά τα αρνητικά μηνύματα των τελευταίων ημερών. Η εικόνα χιλιάδων συγκινημένων πολιτών να δακρύζουν υπό τους ήχους  του «Άξιον Εστί» ένωσε σε ένα φαντασιακό επίπεδο δύο διαφορετικές γενιές κοινωνικών αγώνων, νομιμοποιώντας ακόμη περισσότερο στη σκέψη των παρισταμένων την αναγκαιότητα της επιλογής τους. «ΌΧΙ», λοιπόν, όχι μόνο για μας, όχι μόνο για τα παιδιά μας, μα και για την δικαίωση εκείνων που περάσαν, για να μπορούμε να στεκόμαστε πλάι τους στο μεγάλο ζύγι της Ιστορίας. Το σκηνικό συμπληρώνει η θερμότατη, έως παραληρηματική θα λέγαμε, υποδοχή του Αλέξη Τσίπρα και των συνεργατών του στην κεντρική πλατεία της χώρας, προκειμένου να απευθύνει τον επίσημο χαιρετισμό. Μια εικόνα που θα ξένιζε σίγουρα σε άλλες εποχές, αλλά που τώρα κρίνεται περίπου ως φυσιολογική λόγω της μη κανονικότητας των εποχών. Πότε άλλωστε είχαμε ξαναδεί συγκεντρώσεις σε μεγάλες πλατείες της χώρας ΥΠΕΡ κάποιας κυβέρνησης; Το σημερινό, όμως, αφήγημα και η σημερινή κατάσταση δεν μπορούν να εξηγηθούν από εργαλεία του παρελθόντος.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν δεν μπορεί τελικά παρά να φαντάζει φυσιολογική εξέλιξη η επικράτηση του «ΟΧΙ» την προηγούμενη Κυριακή. Ίσως το τελικό εύρος να ξάφνιασε αρκετούς, που περίμεναν μία οριακή επικράτηση στα όρια του στατιστικού λάθους. Αλλά ήταν αυτό ακριβώς το εύρος, που έδωσε αέρα θριάμβου στους κοινωνικούς και ιστορικούς δρώντες, που με τα πανηγύρια που ακολούθησαν στο κέντρο της πρωτεύουσας έδειξαν ότι το περίμεναν από καιρό. Ως μία απάντηση (έστω και μερική) στα βάσανα και τις κακοτοπιές πέντε και πλέον χρόνων. Για τον φίλο, που έφυγε στο εξωτερικό. Για τον πατέρα, που αφοπλίστηκε στα 63 του. Αλλά και ως ένα κρίκο, που πρέπει να λάβει συνέχεια. Για την αδικαίωτη εκείνη γενιά, που αναμένει ακόμη το λυτρωμό. Η «Γιορτή της Δημοκρατίας» λοιπόν με αυτό το πανηγυρικό 61% γιορτάστηκε σαν μία πρώτη λαϊκή νίκη και παράλληλα ισχυροποίησε τη θέση της κυβέρνησης και του Αλέξη Τσίπρα πιο συγκεκριμένα στο εσωτερικό πεδίο αντιμαχιών.

iii

Πως θα μεθερμηνευτεί το μήνυμα και η εξέλιξη του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, που από χθες έλαβε και αυτό την θέση του στην ιστορία, είναι κάτι που διακυβεύεται τις ώρες όπου γράφεται αυτό το άρθρο.  Η πραγματικότητα της Δευτέρας, 6 Ιουλίου, ακόμη παραμένει η ίδια σκληρή, καθώς οι τραπεζικοί περιορισμοί και η γενικότερη ασφυξία της ελληνικής οικονομίας παραμένει σε οριακό επίπεδο. Η κατάσταση φαίνεται να χειροτερεύει μέρα με την μέρα σε μια πορεία χωρίς προορισμό εάν δεν μπει ένα τέλος. Μαζί όμως παραμένει και η επιθυμία για ικανοποίηση των λαϊκών απαιτήσεων για τέλος της λιτότητας, για μια νέα αρχή, για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, όπως αυτό εκφράστηκε στις 25 Ιανουαρίου και επιβεβαιώθηκε στις 5 Ιουλίου. Και η υπογραφή η τωρινή είναι ακόμη πιο βαριά. Τι θα ισχύσει από εδώ και πέρα; Ήδη οι φωνές απ’ έξω κρίνονται συγκεχυμένες. Οι πρώτες αντιδράσεις απέναντι στο αποτέλεσμα κάνουν λόγο για «αύξηση της απόστασης μεταξύ των δύο πλευρών», που όμως μπορούν να γεφυρωθούν, ενώ άλλες ήδη μιλούν για «τελειωμένη ιστορία». Το τελευταίο θα ικανοποιούσε κάποιες τάσεις της κυβέρνησης, οι οποίες θεωρούν ότι μέσα στα πλαίσια του ευρωσυστήματος δεν μπορούν να εφαρμόσουν το πρόγραμμά του κόμματός τους. Από την άλλη, άλλες τάσεις έχουν δεσμευθεί για μη διατάραξη της θέσης της χώρας μέσα στα συγκεκριμένα πλαίσια, το οποίου θεωρούν ότι το επιθυμεί και μεγάλος μέρος της λαικής πλειοψηφίας, όπως και αυτής που εκφράστηκε την 5ηΙουλίου.

Μπορεί να γίνει σύγκλιση αυτών των δύο; Σίγουρα όχι χωρίς βασικές διαφοροποιήσεις και απογοητεύσεις πολλών από τους χθεσινούς  ψηφοφόρους, οι οποίοι -είτε εκφράστηκαν γενικά κατά της λιτότητας είτε γενικά κατά οποιασδήποτε συμφωνίας- ίσως δυσκολευτούν να αποδεχτούν βασικές υποχωρήσεις στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης, προκειμένου να μην διασαλευτεί η καθεστηκυία τάξη. Ακόμη, όμως, και αν συμβεί αυτό, αυτή η εβδομάδα μπορεί να μας διδάξει ότι ένας λαός «καλομαθημένων», «τεμπέληδων» και «καλοπερασάκηδων»  μπορεί να κατέβει για μία εβδομάδα στην Κόλαση και να σταθεί  όρθιος. Και ότι η βραδιά της 5ης Ιουλίου θα μείνει για καιρό στο μνημονικό μας ως μία βραδιάς ανάτασης . Είτε έχει συνέχεια, είτε όχι…