Είναι από τα βιβλία που διαβάζεις σχεδόν μονορούφι, παρά τις 764 σελίδες του, από αυτά τα οποία σκέφτεσαι όσο βρίσκεσαι στη δουλειά ή έξω για καφέ, αναμένοντας με ανυπομονησία να…

Οι «Διορθώσεις» του Τζόναθαν Φράνζεν: ένα μεσοδυτικό αμερικανικό μυθιστόρημα με καθολικές προεκτάσεις

Είναι από τα βιβλία που διαβάζεις σχεδόν μονορούφι, παρά τις 764 σελίδες του, από αυτά τα οποία σκέφτεσαι όσο βρίσκεσαι στη δουλειά ή έξω για καφέ, αναμένοντας με ανυπομονησία να επιστρέψεις στην ανάγνωσή τους. Η «ίντριγκά» του έγκειται στα χιλιάδες μικρά, καθημερινά γεγονότα, που εμπλέκονται μέσα στα συστήματα της ζωής των ανθρώπων και προκαλούν αμφισβητήσεις, αβεβαιότητες, ανασφάλειες, ψυχικές μετατοπίσεις, συνεχείς δομήσεις και αναδομήσεις στο υποκειμενικό βίωμα, μία ασίγαστη επιθυμία για διόρθωση.

Επέλεξα επίτηδες παραπάνω τη λέξη «συστήματα». Ο ίδιος ο Φράνζεν έχει σχολιάσει σε συνέντευξή του πως το ενδιαφέρον του εστιάζεται στο άτομο, στο υποκείμενο που δρα μέσα σε ένα σύστημα που δομείται γύρω του σταθερό και, λίγο ή πολύ, αμετάβλητο, πάντως επιτακτικό και καθοριστικό. Τα συστήματα αυτά που διέπουν την ζωή μας και το λογοτεχνικό σύμπαν των Διορθώσεων δεν είναι άλλα από την οικογένεια, την εργασία, το χρήμα και τις συναλλαγές, την επιστήμη και την εν πολλοίς αμφίβολη πορεία της, την γνώση και το ακαδημαϊκό της πεδίο κλπ. Πράγματι, σε μία ιστορία απλή, υπεισέρχονται επίπεδα που παραπέμπουν σε όλα αυτά τα συστήματα και υποσυστήματα, χωρίς –φυσικά– να είναι σε θέση να τα μεταβάλλουν. Τα άτομα που δομούν –και συγχρόνως παλεύουν τα αποδομήσουν αυτούς τους ιστούς– είναι τα μέλη της οικογένειας Λάμπερτ, οικογένειας της μεσοδυτικής Αμερικής (ο ίδιος ο Φράνζεν χαρακτηρίζει το έργο του ως  το «μεσοδυτικό αμερικανικό μυθιστόρημα»). Συναντούμε το πρώτο, τεράστιο, συντριπτικό σύστημα, την οικογένεια, που εν προκειμένω απαρτίζεται από δύο ηλικιωμένους γονείς και τα ενήλικα τέκνα τους, που με τη σειρά τους προβαίνουν στη δόμηση νέων συστημάτων οικογενειακών δεσμών.

Αναμφίβολα, ο συγγραφέας δίνει την μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό το σύστημα, στην οικογένεια δηλαδή ως ένα γρανάζι που κινείται αδιάκοπα και επιχειρεί να αφομοιώσει, να εξομοιώσει, να συγχωνεύσει και συνάμα να δώσει πνοή στις υποκειμενικές τάσεις και επιθυμίες, υπό την αίρεση όμως πάντοτε της αποδοχής και εγκρίσεως του γενικότερου συνόλου. Και, δυστυχώς, υπονοείται πως το να επιχειρήσει κανείς να τεθεί εθελουσίως «εκτός» οικογενείας, εκτός συστηματικού γραναζίου, δεν οδηγεί παρά σε μία νέα παγίδα: το να θέτεις τον εαυτό σου «εκτός οικογενείας» σε χαρακτηρίζει και πάλι, αναπόφευκτα, σε σχέση με αυτή. Δεν παύει δηλαδή να αποτελεί το μέγεθος και το μέτρο αναφοράς.

744f387b1749867d6570eed285183242

Η παγίδευση τούτη επανέρχεται συχνά ως (υπόγειο) μοτίβο μέσα στην πλοκή του βιβλίου. Καθώς όμως ο αναγνώστης γυρνάει τις σελίδες, δεν μπορεί να διαφύγει από την συνειδητοποίηση και της δικής του παγίδευσης στο ίδιο αυτό μέγεθος του οποίου είναι μέρος –κι ας κατοικεί σε μία αθηναϊκή συνοικία, κι όχι στην μεσοδυτική αμερικάνικη επαρχία· το γρανάζι της οικογένειας υπερίπταται παγκόσμιο, καθολικό και ως εκ τούτου καθηλωτικό και, διαβάζοντας τις Διορθώσεις, δεν υπάρχει περίπτωση να μην βρει ο αναγνώστης ένα περιστατικό που να του θυμίζει ευθέως την δική του οικογένεια. Έτσι επιτυγχάνεται η σύμπτωση ενός κοινωνιολογικού στοχασμού για τη θέση του ατόμου μέσα στην οικογένεια ως πυρηνικής ομάδας της κοινωνίας, με την επέλευση του συναισθηματικού βάρος του εντελώς προσωπικού βιώματος που ο καθένας έχει αποκομίσει από την δική του οικογενειακή εμπειρία. Αυτό που επιτυγχάνεται εδώ δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Μιλάμε για την οικογένεια, την καταγωγή δηλαδή καθενός (γιατί, όπως διάβασα σε ένα άλλο εξαιρετικό αμερικανικό μυθιστόρημα, τα περισσότερα πράγματα γύρω μας κι οι περισσότεροι από εμάς τους ίδιους προερχόμαστε από ένα γάμο), αυτό το μέγεθος μέσα στο οποίο έχουμε διαμορφωθεί και διαπλαστεί και από το οποίο ξεκινά η αλυσιδωτή δόμηση ολόκληρου του πράγματος αυτού που ονομάζουμε κοινωνία. Το να συνειδητοποιούμε, οι ήρωες δηλαδή του Φράνζεν και κατά συνέπεια εμείς οι αναγνώστες, την ταύτιση αυτών των δύο πτυχών είναι κάτι που οδηγεί σε μία πολύ γόνιμη διεργασία αναστοχαστικότητας: ο αυτοπροσδιορισμός μας ως μέρη ενός γραναζιού που κινεί τον κόσμο και η σύγχρονη βίωση της προσωπικής μας εμπειρίας αυτού οδηγεί στην πιθανότητα της μελέτης του φαινομένου του συστήματος τούτου «από μέσα» και «απ’ έξω» και οριζόντια ιστορικο-κοινωνικά αλλά και κάθετα ψυχαναλυτικά.

Και αυτό, φυσικά, όπως καταδεικνύει ο Φράνζεν, επεκτείνεται σε όλα τα υπόλοιπα συστήματα που δομούν αυτό το πράγμα που λέγεται ζωή και που διατηρούν άρρηκτη σχέση με το υποκειμενικό βίωμα. Το σύστημα εργασίας αφομοιώνει και εξομοιώνει συμπεριφορές και μεθόδους «αποδοτικότητας», το σύστημα της επιστήμης της υγείας εξομοιώνει συμπτώματα και παθήσεις, το σύστημα της «ορθής κοινωνικής συναναστροφής» θέτει κανόνες προσέγγισης και γοητείας και όλα αυτά και πολλά άλλα συνδέονται μεταξύ τους, έτσι που πλέον είναι αδιαχώριστα και δεν μπορεί να μελετηθεί το ένα ξέχωρα του άλλου.

TheCorrectionsQuote

Μου έκανε συνταρακτική εντύπωση το σημείο του βιβλίου όπου ο μικρός γιος της οικογένειας, πρώην ακαδημαϊκός, στον τομέα της θεωρίας της λογοτεχνίας, βρίσκεται σε οικονομικό αδιέξοδο, συγχρόνως όμως αποκτά και μία πολύ γοητευτική ερωμένη την οποία επιθυμεί να εντυπωσιάσει και να της προσφέρει ό,τι εκείνη επιθυμεί. Αρχίζει λοιπόν να πουλά τα βιβλία του, ακαδημαϊκά συγγράμματα που του έχουν κοστίσει πολύ και που αποτελούν μία «χτισμένη βιβλιοθήκη» που, κατά τη γνώμη μου, παραπέμπει με τη σειρά της σε ένα κατακτημένο σύστημα γνώσης. Αυτό είναι όμως! Μία όμορφη γκόμενα (και χρησιμοποιώ την λέξη επίτηδες για να καταδείξω την ελαφρότητα σε αυτή την αντίθεση) αρκεί για να αποδομηθεί σταδιακά ολόκληρο το σύστημα. Ο πρώην ακαδημαϊκός πουλά, κυριολεκτικά και μεταφορικά, «τους φεμινιστές του, τους φορμαλιστές του, τους στρουκτουραλιστές του, τους μεταστρουκτουραλιστές του, τους φροϋδικούς του και τους ομοφυλόφιλούς του», φτάνει να στοιβάξει «όλους τους Φουκό και τους Γκρίνμπλατ και τους Πούβι σε τσάντες μαγαζιών» και να τους δώσει «για 115 δολάρια» μόνο και μόνο για περιέλθει, κάποιες σελίδες παρακάτω, σε έναν οικονομικού χαρακτήρα τυχοδιωκτισμό που τον οδηγεί μακριά και γεωγραφικά και διανοητικά, σε άλλη χώρα, με άλλες δραστηριότητες και βλέψεις.

Ο λόγος που αναφέρομαι τόσο εμφατικά στο παραπάνω απόσπασμα είναι ότι έχουμε την τάση να παρατηρούμε τα φαινόμενα γύρω μας και να τα σχολιάζουμε-κρίνουμε με βάση ένα σύστημα (και πάλι) αναφοράς το οποίο θεωρούμε πως έχουμε κατακτήσει μέσα από μία ιστορική, κοινωνιολογική, πολιτική, λογοτεχνική κλπ. γνώση, η οποία μας επιτρέπει την αναγωγή σε κάποια θεωρία.  Βλέποντας τον Τσιπ να πουλά τα βιβλία του λίγο λίγο, σε θεωρητικές ομάδες, για να κάνει το τραπέζι σε μία Τζούλια, με ώθησε να σκεφτώ, πρώτον, το πώς –για να εισέλθουμε κάθε φορά σε ένα διαφορετικό ρόλο– απεκδυόμαστε, «πουλάμε» τους προηγούμενους τους οποίους βιώναμε ως σταθερούς και αμετακίνητους, αλλά και δεύτερον και βασικότερο, το πόσο επιρρεπείς είναι οι τόνοι θεωρίας που έχουμε καταναλώσει και «στοιβάξει» μέσα μας σε μία ξαφνική αποδόμηση, σαν το γκρέμισμα μίας βιβλιοθήκης.

tina fey corrections

Κι ακόμη κι αυτά που σας λέω εδώ τώρα δεν είναι άλλο από θεωρίες και θεωρητικοποιήσεις μίας ιστορίας για μία απλή οικογένεια με καλά και κακά χρόνια, με ασθένειες, με καταθλίψεις, με ψυχαναγκασμούς, με σεξουαλικές αναζητήσεις, άγχη όπως «τι θα φάμε τα Χριστούγεννα», ενίοτε δυστοπική αγάπη ή ανέκφραστη στοργή, εαυτούς που χάνονται και ξαναβρίσκονται. Όπως οι ήρωες του λογοτεχνικού αυτού σύμπαντος  βρίσκονται πολύ συχνά στη θέση να «πουλήσουν» τις δομημένες τους «βιβλιοθήκες γνώσης» και να βυθιστούν στο βίωμα, κι εμείς, ως αναγνώστες, θα πρέπει επιτέλους να αποδομήσουμε τα δικά μας συστήματα θεωρίας και θεωρητικοποίησης και να Διαβάσουμε Λογοτεχνία. Να βυθιστούμε στο βίωμα της ανάγνωσης.

Διαβάστε τις Διορθώσεις.