Προσπαθώντας να ξεφύγω από το προφανές, το μούδιασμα δηλαδή που όλοι νιώθουμε μπροστά στο φρικώδες του μαζικού εγκλήματος, θα διατυπώσω δύο σκέψεις για το προχθεσινό τρομοκρατικό χτύπημα. Το μαζικό αυτό…

Δύο σκέψεις για το Orlando

Προσπαθώντας να ξεφύγω από το προφανές, το μούδιασμα δηλαδή που όλοι νιώθουμε μπροστά στο φρικώδες του μαζικού εγκλήματος, θα διατυπώσω δύο σκέψεις για το προχθεσινό τρομοκρατικό χτύπημα.

Το μαζικό αυτό έγκλημα που συνέβη σε gay club στη Φλόριντα των ΗΠΑ στοίχισε την ζωή σε 49 άτομα, που διασκέδαζαν το βράδυ της Κυριακής στο club Pulse.

Η επίθεση, ένα ακόμη τρομοκρατικό χτύπημα υποκινούμενο από τον θρησκευτικό φανατισμό, το μίσος και την ομοφοβία, είναι ένα ευδιάκριτο παράδειγμα της λεγόμενης κοινωνίας της διακινδύνευσης. Ο κίνδυνος –εν υπνώσει μέχρι να εμφανιστεί– γίνεται καταστατικό στοιχείο της ύπαρξής μας. Εξ ορισμού ευάλωτοι, περιμένουμε μέχρι να δούμε τα σκληρά του δόντια: τη ζημιά στο πυρηνικό εργοστάσιο, το χτύπημα στη συναυλία, στο μαγαζί, στο γήπεδο, στο σχολείο.

Η τρομοκρατική βία, ειδικότερα, θα επιδιώκει την οικοδόμηση ενός θεάματος. Δεν αφορά το χτύπημα στρατηγικών στόχων, αλλά τη δημιουργία ενός αυτού καθ’ αυτού σκηνικού βίας, ικανού να μεταδώσει αστραπιαία ένα κύμα φόβου ανά την υφήλιο. Η πιο βαθιά του επιθυμία, όπως φάνηκε και στα γεγονότα στο Παρίσι, είναι να στραγγαλίσει την ίδια την προσδοκία της χαράς και της απόλαυσης.

 

victims

 

Στο club Pulse η πλειοψηφία των νεκρών ήταν μεταξύ 20 και 30 ετών, ενώ η επιθυμία τους ήταν η εξ ορισμού ηθικά επιλήψιμη, άρρωστη και ανίερη στο φαντασιακό των τρομοκρατών. Ο στόχος είχε μεγάλη συμβολική ισχύ, αφού αντιπροσώπευε την κορωνίδα στην ιεράρχηση των ανίερων επιθυμιών για αυτούς, την ομοφυλόφιλη επιθυμία.

Στα σημερινά ελληνικά συμφραζόμενα η είδηση μεταφέρθηκε με τα πραγματικά της κίνητρα σε γενικές γραμμές. Ήταν μια ομοφοβική επίθεση και η στοχοποίηση ενός gay club δεν ήταν τυχαία, αδιάφορη ή ανάξια λόγου επιλογή του δράστη. Με εξαίρεση την επιγραμματική διατύπωση του υπουργείου εξωτερικών που αποσιωπά τα κίνητρα της επίθεσης, ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατονόμασε την επίθεση ως ομοφοβική στον λογαριασμό του στο twitter. Η καταδίκη βέβαια της επίθεσης ως ομοφοβικής είναι κάπως πιο εύκολη, μιας και ο δράστης απολαμβάνει το απόλυτο μίσος του κάθε λογικού πολίτη και είναι μη Έλληνας. Αντίθετα, η δολοφονία του Βαγγέλη Γιακουμάκη αποχρωματίστηκε κάτω από τον  ουδέτερο και θολό όρο του bullying, συσκοτίζοντας την ξεκάθαρα ομοφοβική διάστασή της. Εκεί ακόμα και μέλη των ακτιβιστικών κοινοτήτων δίστασαν να μιλήσουν για ωμή βία σε βάρος ενός gay υπό τον φόβο να μην «αποκαλύψουμε» (κάνουμε outing στον νεκρό). Είναι ως η ομοφοβική βία να αφορά όσους αναλαμβάνουν την ταυτότητα του ομοφυλόφιλου και όχι όσους απλά διαβάζονται ως ομοφυλόφιλοι, όσους κατατρύχονται δηλαδή από το φάντασμα της εκθήλυνσης. Έτσι, Βήμα, Καθημερινή, αλλά ακόμα και αθλητικά sites αναφέρονται σε επίθεση σε gay μαγαζί, ως πραγματικά όφειλαν.

 

glitz

 

Μια δεύτερη σκέψη μου δημιουργήθηκε καθώς άκουγα τον λόγο ενός Βρετανού νέου άντρα που ανέλυε την επίθεση στο Ορλάντο και τη συσχέτιζε με παλιότερη επίθεση στο Soho. Η πιο μύχια χαρά των δραστών είναι, κατ’ αυτόν, η εξάλειψη του έρωτα, της χαράς, του γέλιου. Κάτι όμως που είναι αδύνατο να συμβεί. Για την ολοκλήρωση της επιχειρηματολογίας του χρησιμοποιεί υλικά από ένα μακρινό –και κάπως αχνό– παρελθόν διώξεων. Είναι ίσως μια επινοημένη παράδοση (με την έννοια ότι η πραγματική βία ενάντια στους ομοφυλόφιλους δεν είναι μια γραμμική και συνεκτική ιστορία) που αναπαριστά τον ομοφυλόφιλο ως ένα πάσχον υποκείμενο, που στο τέλος πάντα καταφέρνει να ξεγλιστρά από την πειθάρχηση που επιχειρείται στις επιθυμίες του. Στον θερμό λόγο αυτού του άντρα, η επίθεση αυτή είναι κομμάτι μιας συνολικότερης επίθεσης των ανθρώπων σε εκείνον.

Αναφέρει, ακριβέστερα, πως οι άνθρωποι που ξέφευγαν των εκάστοτε ηγεμονικών ανδρισμών, γελοιοποιήθηκαν, ταπεινώθηκαν, κακοποιήθηκαν λεκτικά και σωματικά, τους έφτυσαν, βασανίστηκαν, δολοφονήθηκαν και αντιμετώπισαν συστηματική δίωξη. Υποθέτω πως και σε αυτή την περίπτωση το βλέμμα γυρίζει στο παρελθόν, όχι μόνο για να διαμαρτυρηθεί για τη βία που του ασκήθηκε, αλλά για να αφήσει να εννοηθεί πως παρόλη αυτή την αγριότητα, τα σώματα, τα υποκείμενα και οι επιθυμίες καταφέρνουν να ξεγλιστρήσουν. «Το γέλιο θα επανέλθει» προβλέπει στο τέλος ο αφηγητής μας. Έτσι, και εδώ η συνεχής υπενθύμιση της βίας ανά τους αιώνες λειτουργεί και σαν σύμβολο της συνέχισης της ζωής και των αγώνων. O άντρας του βίντεο είναι σαν να μας λέει πως –ανεξάρτητα από την καταστολή– τα υποκείμενα θα επινοούν τους δημιουργικούς εκείνους τρόπους, που θα τους επιτρέψουν να διαφύγουν.

Αυτό το σκάλισμα του παρελθόντος για την ανεύρεση της οδύνης είναι μια μεγάλη ιστορία. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα στη πρώτη δημόσια παρέμβαση ομοφυλόφιλων ακτιβιστών. «Στον Μεσαίωνα μας έκαιγαν στην πυρά» διαβάζουμε στη δημόσια παρέμβαση του ΑΚΟΕ το 1976.

Με όλα αυτά θέλω να πω πως για τα ίδια τα ΛΟΑΤΚΙ υποκείμενα το χτύπημα αυτό νοηματοδοτείται αρκετά διαφορετικά. Είναι οι σφαίρες που κρύβουν μέσα τους τα χαστούκια στο σχολείο, την εκδίωξη από το σπίτι, το κλάμα και το φτύσιμο που δέχτηκαν. Απλώς οι σφαίρες αυτές είναι εμμενώς θανατηφόρες.