Η Βουλή των Εφήβων είναι ένας ούτως ή άλλως ιδιαίτερα συντηρητικός θεσμός. Θα έλεγα ότι είναι και εγγενώς αντιδημοκρατικός καθώς πρόκειται για μια προσομοίωση μιας Βουλής, τα μέλη της οποίας…

Η συντηρητική κοινοτοπία της Βουλής των Εφήβων

Η Βουλή των Εφήβων είναι ένας ούτως ή άλλως ιδιαίτερα συντηρητικός θεσμός. Θα έλεγα ότι είναι και εγγενώς αντιδημοκρατικός καθώς πρόκειται για μια προσομοίωση μιας Βουλής, τα μέλη της οποίας δεν έχουν ψηφιστεί από τις μαθητικές κοινότητες, αλλά έχουν επιλεγεί με βάση την καταλληλότητα ή μη των απόψεών τους και την «ικανότητά» τους στην εκφορά λόγου και απόψεων μέσα σε μια σύνθετη διαδικασία μοριοδότησης και  στη συνέχεια κλήρωσης. Η διαδικασία αυτή της επιλογής  των μελών αποτελεί ως συνήθως και τη βασικότερη αιτία του τρόπου λειτουργίας του θεσμού. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, με παρεμβάσεις ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, ξέρεις περίπου τι να περιμένεις από τις ομιλίες των μαθητών ακριβώς επειδή οι έφηβοι βουλευτές γράφουν και λένε πράγματα που είναι αρεστά σε όσους τους επιλέγουν.

Βασική προϋπόθεση για την καταλληλότητα ενός μαθητή ως προς τη συμμετοχή του στη Βουλή των Εφήβων είναι η εγκατάλειψη της εφηβικής ταυτότητας και η υιοθέτηση της εικόνας και της συμπεριφοράς «του νέου όπως θα έπρεπε να είναι». Αυτή η εγκατάλειψη της εφηβικής ταυτότητας γίνεται σε ένα πλαίσιο αφενός θαυμασμού της ωριμότητας του ομιλούντος βουλευτή, αλλά και –αυτό είναι το σημαντικό– σε ένα άλλο ηθικιστικό πλαίσιο που βλέπει τη νεολαία συνολικά ως μια μονίμως παρακμάζουσα ηθικά ομάδα, στην οποία ωστόσο υπάρχουν λαμπρά παραδείγματα που πρέπει να ακολουθηθούν. Φυσικά τα παραδείγματα αυτά αποτελούν μικρογραφίες των ενηλίκων και αντιτίθενται στη εν συνόλω κατασκευασμένη εικόνα του νέου καταληψία που δεν ενδιαφέρεται για την καλλιέργεια της γλώσσας του, αλλά μόνο με το να τεμπελιάζει, να κάνει σεξ σε όλο και μικρότερες ηλικίες, να ανεβάζει Ypo στα social media. Άξιος νέος είναι αυτός που δεν συμπεριφέρεται σαν νέος.

Δεν είναι καθόλου άσχετο το γεγονός ότι η πλέον πολυσυζητημένη και επικροτημένη ομιλία της χθεσινής συνεδρίασης ήταν εκείνη του έφηβου βουλευτή Γιώργου Μπακάλη. Η εγκατάλειψη της εφηβικής ταυτότητας σηματοδοτείται από πολλά και διαφορετικά στοιχεία. Οι ενδυματολογικές επιλογές, η στάση του σώματος, κάποιες σποραδικές καθαρευουσιάνικες γλωσσικές επιλογές, η δόμηση των επιχειρημάτων, αλλά και τα ίδια επιχειρήματα. Όσοι επικρότησαν την ομιλία του Γιώργου Μπακάλη είδαν τις ιδέες τους να εκφέρονται από το στόμα ενός νεαρού μαθητή. Ο έφηβος βουλευτής κατέκρινε τη μείωση των ωρών διδασκαλίας («θυσία διδακτικών ωρών»), υπερασπίστηκε την αντίληψη περί της δήθεν βοήθειας που προσφέρουν τα αρχαία ελληνικά στην εκμάθηση των νέων («δεν έχω δει ποτέ μου δέντρο ή φυτό να επιβιώνει χωρίς τις ρίζες του») και αναπαρήγαγε τη ψευδή είδηση που παρουσιάστηκε από το Πρώτο Θέμα περί δήθεν δήλωσης του Φίλη για «παρά φύσιν διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών».

Πρόκειται για κοινοτοπίες που ακούστηκαν και διαβάστηκαν ξανά και ξανά όλες αυτές τις μέρες. Η συγκεκριμένη ομιλία που τις αναπαρήγαγε έγινε γνωστή και ξεχώρισε ακριβώς επειδή εκφωνήθηκε από έναν νεαρό μαθητή. Η ιδιότητα της νεότητας δίνει την ελπίδα ότι ιδέες που θα έμοιαζαν απαρχαιωμένες στα χείλη ενός γεροξεκούτη δημοσιογράφου, εκφέρονται και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και στο μέλλον. Σε δεύτερο βαθμό, αποϊδεολογικοποιεί τον βαθιά ιδεολογικό χαρακτήρα της ομιλίας καθώς εκφέρεται από έναν μαθητή (και άρα κομματικά και ιδεολογικά ανεξάρτητο άνθρωπο) στο πλαίσιο μιας επιλογής των «ικανότερων» εφήβων. Μέσα σε αυτό το περικείμενο μιλάει όχι παρουσιάζοντας μια προσωπική άποψη, αλλά εκφέροντας τον νικητήριο λόγο σε διαγωνιστικά πλαίσια έκφρασης.

1

Η κατασκευή του εφήβου που λειτουργεί και σκέφτεται ως ενήλικος αποτελεί και τη βασική αιτία της τελείως πλασματικής αντιπροσωπευτικότητας του νέου στον κόσμο των ενηλίκων, όπως αυτή συμβολίζεται από τον θεσμό της Βουλής των Εφήβων. Ο νέος επιλέγεται ως κατάλληλος για τη Βουλή των Εφήβων κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση εκείνου που τελικά θα τον επικροτήσει. Ακριβώς όπως συμβαίνει με τους «πνευματικούς ανθρώπους», αναζητούνται οι νέοι και οι απόψεις τους μόνο όταν αυτές αναπαράγουν τους προβληματισμούς, αλλά και τις απαντήσεις απέναντι σε αυτούς τους προβληματισμούς που θα έδιναν αυτοί που τους αναζητούν. Όταν δεν συμβαίνει αυτό, τότε οι απόψεις των νέων καταδικάζονται στη σκιά της ανωριμότητας μιας «παρακμάζουσας» νεολαίας που δεν ξέρει τίποτα εκτός από το να περνάει καλά. Πυρήνας φυσικά όλων αυτών είναι η αποδοχή εκ μέρους του έφηβου βουλευτή γενικά αποδεκτών απόψεων, αξιωμάτων, κοινοτοπιών αλλά και η αναπαραγωγή ρητορικών σχημάτων, γλωσσικών τύπων, ακόμα και συχνά χρησιμοποιημένων μεταφορών. Ο έφηβος βουλευτής, αν θέλει να ακουστούν οι ιδέες του και να επαινεθεί ο ίδιος, πρέπει να μην πει τίποτα καινούργιο ή πρωτότυπο. Ταυτόχρονα, ο έφηβος βουλευτής για να εισακουσθεί πρέπει να μιλάει ξύλινα. Πρέπει να μιλάει ξύλινα, ακόμα και όταν εκφράζει τους προβληματισμούς του για τη ξύλινη γλώσσα.

Όλα αυτά δεν προκύπτουν φυσικά από μια δήθεν αντίληψη ότι αυτό που λέμε νεολαία είναι μια εγγενώς προοδευτική κοινωνική ομάδα με συγκεκριμένες αγαθές προθέσεις που θα πάνε μπροστά την εικονιζόμενη ως συντηρητική κοινωνία των γέρων. Ωστόσο, αν θέλουμε να έχει ο θεσμός της Βουλής των Εφήβων μια οποιαδήποτε ισχύ ως γνωριμία των μαθητών με τους δημοκρατικούς θεσμούς, πρέπει να αφήνουμε την επιλογή των αντιπροσώπων των μαθητών στους ίδιους τους μαθητές και όχι στη σύνθετη διαδικασία που παρουσιάζεται στους μαθητές με έναν δήθεν νεανικό τρόπο, ενδεικτικό της απόστασης του θεσμού από εκείνη την ηλικιακή ομάδα στην οποία απευθύνεται (όλο το σάιτ είναι δομημένο με ψευδοχαλαρό ύφος, με χρήση β΄ ενικού και με διάσπαρτες «νεανικές» ατάκες) και που εντέλει αποκλείει περισσότερους έφηβους από όσους προσελκύει. Πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι οι μαθητές δεν συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται στις Casual Fridays τα 35χρονα εταιρικά στελέχη.