Αυτή δεν είναι η λίστα με τους καλύτερους σκληρούς/ακραίους/εναλλακτικούς δίσκους της χρονιάς. Δεν είναι καλοζυγισμένη∙ δεν περιλαμβάνει πλούτο και ποικιλία υποειδών και στιλ του ακραίου ήχου∙ θα είναι ζήτημα αν…

Τα μουσικά κολλήματα του 2016: Dissonance Edition

Αυτή δεν είναι η λίστα με τους καλύτερους σκληρούς/ακραίους/εναλλακτικούς δίσκους της χρονιάς. Δεν είναι καλοζυγισμένη∙ δεν περιλαμβάνει πλούτο και ποικιλία υποειδών και στιλ του ακραίου ήχου∙ θα είναι ζήτημα αν κάποιος που ασχολείται με αυτή τη μουσική δεν έχει ακούσει έναν ή δύο. Άλλωστε, αν θέλετε να αντλήσετε πραγματικά νέες ιδέες για ένα μουσικό φρεσκάρισμα, προσεχώς θα υπάρξει εμπεριστατωμένη λίστα από τους ειδικούς του Archivist.fm. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει απλώς τους δίσκους που μου έκαναν το μεγαλύτερο κλικ φέτος. Οι όποιες παραλείψεις βαραίνουν αποκλειστικά τον γράφοντα και την εμμονή του σε μουσικές που η κινητήρια δύναμή τους είναι τα αντιθετικά ζεύγη, το χτίσιμο του ήχου και οι συναισθηματικές εκρήξεις. Πάμε λοιπόν.

10) Phantom Winter- Sundown Pleasures

Ξεκινάμε το ταξίδι με ένα συγκρότημα που δεν είναι και τόσο γνωστό. Τους ανακάλυψα πέρυσι το καλοκαίρι και από τότε μου έχουν κάνει ένα ιδιότυπο κλικ. Είναι μάλλον η πιο ωμή επιλογή της δεκάδας, αλλά μου φαίνεται πως αυτή η ωμότητητα κρύβει μια μουσική –και όχι μόνο, όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς από τις αναρτήσεις τους στο ΦΒ– ευαισθησία. Χτίζουν ένα εξαιρετικό χάος με ωραίες αυξομοιώσεις και πατάνε σε μια blackened sludge φόρμα που προσωπικά μου ακούγεται πολύ (δυσ)αρμονική.

9) Downfall of Gaia- Atrophy

Και πάλι σε μονοπάτια που συγγενεύουν με το black metal. Στο τελευταίο είμαι ξεκάθαρα τουρίστας: το εκτιμώ ιδιαίτερα, αλλά συνήθως μου κλέβει πραγματικά την καρδιά όταν το αρχετυπικό και μεγαλειώδες ψύχος του μπλέκεται με στοιχεία που τονίζουν το δέος και τον πόνο. Αυτή ακριβώς η ανάμειξη υπάρχει σε αυτόν τον δίσκο. Το ψύχος υπάρχει, αλλά αφήνει χώρο και σε μια post συναισθηματική έκφανση που δημιουργεί ένα υπέροχο αποτέλεσμα. Ιδανικό για τις βροχερές νύχτες που έρχονται.

8) The Body- No One Deserves Happiness

Εδώ τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικα. Το συναίσθημα, με την κλασική έννοια του όρου, απουσιάζει τελείως. Αυτός ο δισκος είναι μοχθηρός: αν τον ακούσει κανείς προσεκτικά, η εντύπωση που θα σχηματίσει είναι ότι οι ιδιοφυείς The Body έγραψαν πρώτα έναν δίσκο ηλεκτρονικής, ακόμα και ποπ, μουσικής και μετά όρμησαν κατά πάνω του με ένα πολύ κοφτερό μαχαίρι. Το αποτέλεσμα είναι κάτι σαν τον ετοιμοθάνατο εαυτό αυτού του υποτιθέμενου δίσκου. Δεν υπάρχει καμία διάθεση για ψύχος, για δέος ή για εσωτερικές αναζητήσεις. Υπάρχει μόνο μια μουσική που ζητάει ένα χέρι βοήθειας καθώς παραπατάει αιμόφυρτη σε κάποιο σκοτεινό σοκάκι, ψελίζοντας επαναλαμβανόμενα «No one deserves happiness».

7) Sumac- What One Becomes

Ο Aaron Turner είναι ο άνθρωπος που επινόησε τον αρκετά αλαζονικό όρο «thinking man’s metal». Δεδομένου του έργου του όμως, πρώτα απ’ όλα στους Isis και επιπλέον σε συγκροτήματα όμως οι Old Man Gloom, κανείς δεν μπορεί να του αντιτείνει τίποτα. Με τους Sumac κάνει από πέρυσι αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα από τον καθένα: να επεκτείνει συνέχεια τα όρια της μουσικής, να εξερευνά και να πειραματίζεται. Αυτός ο δίσκος είναι πάνω απ’ όλα μια σπουδή στην δημιουργική αναδιάταξη και διαχείριση του θορυβώδους χάους, όπου όμως υπάρχει τελικά ανακαλύπτει κανείς τάξη και αυστηρούς κανόνες. Ένας δύσκολος δίσκος που δεν γράφτηκε για να περνάει κανείς ευχάριστα ακούγοντάς τον. Πρόκειται για άλλη μια διανοητική και καλλιτεχνική άσκηση, από αυτές που ο αγαπημένος Aaron σκαρώνει με χαρακτηριστική άνεση, αφήνοντάς μας να αναρωτιόμαστε μέχρι πού μπορεί να φτάσει.

6) Cobalt- Slow Forever

Αν κάποιος έβγαζε ένα εγχειρίδιο όπου προσπαθούσε να περιγράψει τον ακραίο ήχο της εποχής μας, το αποτέλεσμα θα ήταν ένα γραπτό αντίστοιχο αυτού του δίσκου. Οι 2 κύριοι που αποτελούν τους Cobalt έριξαν σε ένα καζάνι σχεδόν κάθε ρεύμα αυτής της μουσικής, ανακάτεψαν καλά και το αποτέλεσμα είναι χωρίς αμφιβολία ένα αριστούργημα. Όλα είναι εδώ: black metal, sludge, post, crust και ένα σωρό άλλα συστατικά που απαρτίζουν τον ιστό του ευρύτερου αυτού χώρου που τόσο αγαπάμε. Είναι απίστευτο το πώς καταφέρνουν να δέσουν τόσο αρμονικά όλα αυτά τα στοιχεία, χωρίς να φαίνεται ότι αντιγράφουν κάπου. Δίσκος πάνω απ’ όλα διασκεδαστικός και δημιουργικά ευγνώμων στους δασκάλους του.

5) Mizmor- Yodth

Αυτή η περίπτωση είναι πραγματικά μοναδική. Πρόκειται για ένα μονοπρόσωπο συγκρότημα –πράγμα συνηθισμένο κυρίως στο black metal– που καταφέρνει να δημιουργήσει μια από τις πιο βαριές και αποπνικτικές ατμόσφαιρες που έχω ακούσει ποτέ. Σε 5 τεράστιας διάρκειας κομμάτια, ο Mizmor καταφέρνει να πάρει τα καλύτερα στοιχεία από το sludge, το black metal, το doom, το crust, το dark ambient, κ.ο.κ, και να δημιουργήσει έναν δίσκο τόσο ογκώδη, τόσο δυσάρεστο και τόσο επινοητικό. Στα σημαντικά, το εξώφυλλο με το έργο του μεγάλου Zdzisław Beksiński σε ασπρόμαυρη εκδοχή. Αν έπρεπε να διαλέξω ένα συγκρότημα που αξίζει να χρησιμοποιεί έργα του, ο Mizmor θα ήταν από τις βασικές υποψηφιότητες.

4) Inter Arma- Paradise Gallows

Το δέος προσωποποιημένο. Ένας δίσκος που επεκτείνει την προηγούμενη δισκογραφία των Inter Arma με τον καλύτερο τρόπο, χτίζοντας πάνω στα ίδια συστατικά, αλλά με έναν πολύ πιο ώριμο τρόπο. Προσωπικά, ο δίσκος με δυσκόλεψε αρκετά, αλλά όταν τον ξεκλείδωσα επιτέλους ένιωσα σαν να ατενίζω το μεγαλείο μιας απάτητης κοιλάδας από ψηλά. Οι IA χειρίζονται τις φόρμες του sludge και του doom με μοναδικό τρόπο, δημιουργώντας πανύψηλους τοίχους από δεμένο παραμορφωμένο ήχο και διακοσμώντας τους με στοιχεία που τους χαρίζουν και την τελική τους ομορφιά –διαχωρίζοντας το συγκρότημα από άλλα του είδους και τοποθετώντας το σε ένα ρεύμα από το οποίο έχουμε να περιμένουμε πάρα πολλά.

3) Oathbreaker- Rheia

Φτάσαμε στην τελική τριάδα. Εδώ έχουμε τον τελευταίο δίσκο ενός συγκροτήματος που ανήκει στην Church of Ra –οπότε το ότι βρίσκεται μόλις στη θέση 3 λέει πολλά για τους επόμενους. Οι Oathbreaker έφτασαν στο χείλος της διάλυσης, αποφάσισαν να ανασυνταχθούν και έβγαλαν έναν συγκλονιστικό δίσκο. Το συναίσθημα και ο προσωπικός πόνος είναι τα βασικά υλικά του δίσκου, με τη γερή βάση από post-τάδε φόρμες. Ο δίσκος τράβηξε ένα σεβαστό ποσό δημοσιότητας –μέχρι το Rolling Stone– έφτασε, καβαλώντας εν μέρει και το κύμα του post-black που θεριεύει εδώ και κάποια χρόνια. Δεν πρόκειται, όμως για κάτι τέτοιο: αυτός ο δίσκος δείχνει σε κάθε ευκαιρία ότι προέρχεται από τον πονεμένο στίβο του post-hardcore, πράγμα που οι κραυγές της Caro δεν μπορούν να κρύψουν –κι ας θεωρήθηκαν οι Oathbreaker από πολλούς ως άλλη μια κόπια των Deafheaven. Η δημοσιότητα είναι, βέβαια, θετική και ίσως στρέψει κάποια κεφάλια προς αυτή την κατεύθυνση. Ακριβώς, όμως, επειδή ο δίσκος έχει αυτές τις καταβολές, είναι φανερές κάποιες αδυναμίες του στις εναλλαγές των ριφς. Αν αφαιρέσουμε τον μανδύα του hype, βέβαια, θα εκτιμήσουμε τον δίσκο όπως του πρέπει: στη βάση του πόνου ως καυσίμου για σπουδαία τέχνη∙ του πόνου ως το μόνο αληθινό πράγμα.

2) Cult of Luna+Julie Christmas- Mariner

Αυτό που συνέβη εδώ δεν είναι δίκαιο. Ένας βασικός λόγος που αυτός ο δίσκος βρίσκεται στο 2 και όχι στο 3 είναι η ζωντανή εμφάνιση του συγκροτήματος στην Αθήνα –μια από τις καλύτερες και πιο συγκλονστικές συναυλιακές εμπειρίες που έχω βιώσει. Πρόκειται, όμως, έτσι κι αλλιώς για ένα αριστούργημα, προϊόν της σύμπραξης δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα στον χώρο. Η απομάκρυνση των CoL από βιομηχανικά τοπία, όπως στο Vertikal, και το άνοιγμά τους προς το αχανές σύμπαν τους έδωσε νέα φτερά, σε συνδυασμό με την υπέροχη φωνή της Julie Christmas. Η δομή του δίσκου είναι υποδειγματική και δείχνει ότι οι CoL κατέχουν όσο λίγοι τα εργαλεία του post-metal. Γαμώτο, ό,τι πάω να γράψω το συνδέω αυτόματα με τη συναυλία τους και με τα όσα ένιωσα εκεί. Ας σταματήσω.

1)Neurosis- Fires within Fires

Δεν είναι ο καλύτερος δίσκος της χρονιάς. Δεν είναι ο πιο σημαντικός. Δεν είναι καν ο πιο ουσιώδης. Αν θέλετε, όμως να διαβάσετε μια αντικειμενική κριτική υπάρχουν ένα σωρό εξειδικευμένα σάιτ γι’αυτό. Αυτό που έγινε φέτος είναι ότι το συγκρότημα το οποίο επινόησε το υποείδος που αγαπάω περισσότερο έβγαλε δίσκο πάνω στα 30 (31 τυπικά) χρόνια ύπαρξής του. Και είναι ένας υπέροχος δίσκος. Είναι ένας δίσκος που διαρκεί μόλς 40 λεπτά, μέσα στα οποία οι Neurosis συνοψίζουν όλη την ουσία του ιδιώματος που δημιούργησαν. Απογυμνώνουν το post-metal από όλα τα περίπλοκα στοιχεία του και μας σερβίρουν ένα γιαπί: τα επαναλαμβανόμενα ριφς, οι αντιθέσεις φωτός-σκότους, τα συναισθηματικά ξεσπάσματα, ο πόνος και το δέος, η αποκαλυπτική τραχύτητα του sludge δεμένη με την στοχαστική και ποιητική ονειρική δομή του post-rock. Όλα είναι εδώ. Δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο.

Honorable Mention: Obscure Sphinx- Epitaphs

Αυτό το  εκ Πολωνίας ορμώμενο (πολλά καλά βγάζει η Πολωνία τελευταία από μουσικής απόψεως) συγκρότημα το έμαθα το καλοκαίρι από γνωστή παραγωγό του Archivist.fm και χαίρομαι πολύ γι’ αυτό. Ο ήχος που βγάζουν παραπέμπει σε post μονοπάτια, με το συναίσθημα να ξεχειλίζει από παντού –χάρη στο πάντρεμα των εμπνευσμένων riffs και της σκληρής μηδενιστικής ερμηνείας της Wielebna. Παράλληλα, εντοπίζει κανείς εύκολα και έναν πιο στεγνό μεταλικό ήχο από τη λάσπη του κλασικού sludge, που παραπέμπει ενίοτε σε djent (απεταξάμην γενικά πλην Meshuggah, αλλά αυτό είναι μεγάλη συζήτηση) ή, σε κάποιες πιο progressive πινελιές, ακόμα και στους λατρεμένους Tool. Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα δεν υστερεί καθόλου στο λασπώδες συναισθηματικό rollercoaster στο οποίο αρέσκομαι γενικώς –φτάνοντας, μάλιστα, και σε μεγαλειώδεις στιγμές προς το τέλος του δίσκου. Αξίζει, λοιπόν, να στριμώξει κανείς και αυτό το σκονισμένο διαμαντάκι στη λίστα του.