«Οι Δέκα Στιγμές του 2016»: θλίψη, κατήφεια, οργή, ήττα. Θρίλερ παλιού σκηνοθέτη σε μια τελευταία έκλαμψη έμπνευσης. 2,5/5 γιατί δεν απέφυγε τις φλύαρες υπερβολές.     Υπάρχουν κάτι χρονιές μεταξύ…

Ξέρω τι έκανες το 2016, κάναμε το ίδιο

«Οι Δέκα Στιγμές του 2016»: θλίψη, κατήφεια, οργή, ήττα. Θρίλερ παλιού σκηνοθέτη σε μια τελευταία έκλαμψη έμπνευσης. 2,5/5 γιατί δεν απέφυγε τις φλύαρες υπερβολές.

 

 

Υπάρχουν κάτι χρονιές μεταξύ 2005 και 2009. Στοίχημα ότι για να τις ξεχωρίσεις τη μια από την άλλη θα πρέπει να σκεφτείς τι τάξη πήγαινες στο σχολείο, ποιο/α γκόμενο/α είχες ή τέλος πάντων κάτι προσωπικό. Και μετά ήρθε το 2016. Και ήταν κάτι τελείως διαφορετικό που βιώθηκε ως μια συλλογική εμπειρία. «Παππού, εσύ πού ήσουν όταν είχαμε 2016;».

Το fb γέμισε με στάτους απολογισμούς που κάνει ο καθένας στο τέλος μιας χρονιάς. Στις περισσότερες περιπτώσεις τονιζόταν η διάκριση του προσωπικού 2016 από το συλλογικό. Είτε ήταν βασισμένο στην κοινή αποδοχή, είτε λειτουργούσε αντιθετικά η έκβαση του ατομικού 2016 από εκείνο το συλλογικό («Παραδόξως και προσωπικά, το 2016 ήταν μια καλή χρονιά»). Πολλοί θα πουν ότι το 2016 ήταν καλό επειδή πήραν αύξηση ή καινούργιο αυτοκίνητο ή πάρταραν πολύ ή διάβασαν πολλά. Κανείς δεν θα πει ότι το 2016 ήταν καλό στο σύνολό του.

Δεν χρειάζεται να πούμε, βέβαια, ότι η χρονολογία είναι μια σύμβαση και ότι δεν υπάρχει κάτι εγγενές που κάνει τη μια χρονιά καλή και την άλλη χάλια. Το θέμα όμως είναι ότι η αλλαγή του χρόνου είναι και αλλαγή θέασης απέναντι στα πράγματα. Μπορεί πρακτικά να μην άλλαξε τίποτα από χθες 31.12.2016 μέχρι σήμερα 2.1.2017, στην ουσία όμως αντιστράφηκε ο τρόπος ανάγνωσης του επόμενου σημαντικού γεγονότος, αλλάζει η ματιά μας απέναντι στα πράγματα. Η ίδια η χρονολογία λειτουργεί ως πλαισίωση, ως οργανωτικό τέχνασμα και ως τρόπος να ομαδοποιηθούν τα διάφορα σκόρπια πράγματα που μας βρήκαν το 2016. Και ήταν ομολογουμένως πολλά.

Ο θάνατος του Lemmy μπορεί να έγινε το 2015 αλλά να τον χρεώθηκε το 2016. Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορεί να γίνει το ίδιο για την τρομοκρατική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη, το πρώτο σημαντικό γεγονός του 2017. Δεν μπορείς να το τοποθετήσεις στα απόνερα του 2016, ακριβώς επειδή συντελέστηκε αυτή η τομή (λέγε με αλλαγή χρόνου) που το καθιστά κάτι καινούργιο. «Καλά Ξεκίνησε και το 2017…». Μήπως τελικά είναι κάτι καθολικότερο;

 

 

Η παγκόσμια αστάθεια θα συνεχίσει ούτως ή άλλως να υπάρχει. Και πώς να μην συνεχίσει; Έχουν δρομολογηθεί εκλογικές αναμετρήσεις σημαντικότατες για το μέλλον της Ευρώπης, ο Trump θα είναι ο νέος  Πλανητάρχης, η κατάσταση στη Συρία δεν φαίνεται ότι θα βελτιωθεί πρακτικά. Ο φόβος θα κλείσει τα σύνορα ακόμα περισσότερο και θα οδηγήσει στο μίσος και τον ανταγωνισμό. Πλάι σε αυτές, ο κάθε θάνατος ενός ανθρώπου των τεχνών, των γραμμάτων και της πολιτικής -γιατί αναγκαστικά θα προκύψουν και τέτοιοι- θα δίνει αποκαλυπτικές διαστάσεις. Οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν στο β’μισό του 20ου αιώνα σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν σταθερότητας και ασφάλειας έφυγαν το 2016 και οποιοσδήποτε νέος θάνατος του 2017 θα μας ταρακουνήσει, ίσως και λίγο περισσότερο.

Το «γρουσούζικο», το «δίσεκτο», το «παράλογο» 2016 έφυγε και τώρα ο καθένας μας θα βρεθεί μόνος απέναντί στο μέλλον του κόσμου του. Όταν χωνευτούν τα πρώτα άσχημα του 2017, «το γρουσούζικο 2016» θα είναι, λοιπόν, πια παρελθόν. Η χρονολογία ως τρόπος πλαισίωσης θα πάψει να έχει ισχύ, η απαίσια φύση του 2016 θα χαθεί δίνοντας τη θέση της σε έναν ευρύτερο προβληματισμό για το πού πάμε.

Η συλλογική παραδοχή ότι ο κόσμος πάει προς κάπου χειρότερα είναι γεγονός, χωρίς όμως να έχει ακριβώς τις εσχατολογικές διαστάσεις του παρελθόντος. Καμία νέα ουτοπία δεν μπορεί να στεριώσει σε αυτό το νέο κλίμα. Μόνο κάποιες σπασμωδικές ελπίδες διόρθωσης. Τα memes ενός νέου ποπ νιχιλισμού έχουν όλο και περισσότερους αποδέκτες.

Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο, δεν μπορούμε, βέβαια, να ευχηθούμε για ένα καλότυχο και όμορφο 2017. Τουλάχιστον όχι σε ένα συλλογικό επίπεδο. Μπορούμε να ευχηθούμε κάτι άλλο όμως. Όπως οι δυστοπίες βγαίνουν συχνά στο προσκήνιο ως κακές πλευρές μιας προηγούμενης ουτοπίας (στη δική μας περίπτωση ως κακή πλευρά του «τέλους της ιστορίας» και των συγκρούσεων που οραματίστηκε ο δυτικός άνθρωπος στις αρχές του ’90), έτσι και μέσα στις δυστοπίες βγαίνουν οι πιο παραγωγικές στιγμές. Όπως γράφει κάπου και ο Καβάφης:

 

Αύριο, μεθαύριο, ή με τα χρόνια θα γραφούν

οι στίχ’ οι δυνατοί που εδώ ήταν η αρχή των.

 

Kατά έναν πολύ παράδοξο τρόπο και μέσα στις συνεχείς διακυμάνσεις αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας, υπάρχει κάτι που πάντα θα σου λέει ότι όλα θα πάνε καλά και ας μην πάει τίποτα καλά στο τέλος.