Ο ερμητισμός που περικλείει τη μυστηριακή μουσική των Swans είναι ένας ακόμη από τους λόγους που ελκύουν τόσο ετερόκλητο κοινό κι ένας από τους λόγους που το όνομά τους εμπνέει τόσο…

6 πρόσωπα μιλούν για τη σχέση τους με τους Swans

Ο ερμητισμός που περικλείει τη μυστηριακή μουσική των Swans είναι ένας ακόμη από τους λόγους που ελκύουν τόσο ετερόκλητο κοινό κι ένας από τους λόγους που το όνομά τους εμπνέει τόσο ενδιαφέρον. Πιστοί στη συνήθειά μας να προωθούμε σημαντικά live, φιλοξενούμε σήμερα, λίγες μέρες πριν το ραντεβού με την μπάντα του Gira και τη μουσική του Ψαραντώνη στο Gagarin, μία συζήτηση που παραχωρήθηκε στο περιοδικό μας από τη διοργανώτρια εταιρεία 3 Shades of Black, σχετικά με τη σημασία των Swans για το ελληνικό –και όχι μόνο– κοινό.

 

 

 

Με αφορμή την επιστροφή των θρυλικών Swans στην Ελλάδα, τις εμφανίσεις τους με τον Ψαραντώνη στο Gagarin 205 και με τους Mohammad στο Block 33 και την ολοκλήρωση αυτής της μοναδικής επανένωσης του σχήματος, που, αντί να επαναπαυτεί, παρουσιάζοντας παλιότερο υλικό, μας προσέφερε μια επταετία συγκλονιστικών κυκλοφοριών και ζωντανών εμπειριών –ένα σώμα δουλειάς που μόνο όταν βιώνεται στο σύνολο του κατανοεί κανείς την αλήθεια που θέλει να επικοινωνήσει– ζητήσαμε από ανθρώπους που είτε αγαπούν τους Swans ή έχουν συμβάλλει στη διάδοσή τους να πουν πέντε λόγια για τη σχέση τους και την εμπειρία τους με το σχήμα.

3 Shades of Black

 

 

 

ΧΑΡΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΔΗΣ (Avopolis, Sonik, Στο Κόκκινο 105,5)

Οι Swans δεν σήμαιναν πάντα τα ίδια πράγματα, κάτι νομίζω αναπόφευκτο, αφού πρόκειται για μπάντα που δραστηριοποιήθηκε σε δεκαετίες με διαφορετικά αιτήματα. Πολλά κρίνονται λοιπόν στο πότε έγινε η πρώτη επιτυχής επαφή με το σύμπαν του Gira.

Χαίρομαι, ας πούμε, με την αποδοχή που βρήκαν από το 2010 και μετά σε ένα νεότερο κοινό: έστω κι αν μέρος της είναι hype, στηρίζεται σε πολύ καλούς δίσκους, συχνά πραγματική όαση στο απογοητευτικό κλίμα αναμασήματος του παρελθόντος που μαστίζει το rock. Στη συναισθηματική όμως μνήμη, πιο ισχυρό μένει το αποτύπωμα που άφησαν αντεγραμμένες κασέτες με το Filth και το Young God EP, ο ήχος δηλαδή που εύστοχα περιγράφηκε στα 1980s ως «heavy metal παιγμένο αργά» και δεν ήταν δυνατόν να μη φανεί ελκυστικός σε όσους αγαπήσαμε τη σκληρή μουσική εκείνων των χρόνων περισσότερο από το punk και τα παιδιά του. Ανάλογο είναι και το αποτύπωμα των δίσκων με την Jarboe, καθώς μπορεί να περιόρισε αυτή τη διεστραμμένα brutal ταυτότητα, μα της έδωσε παράλληλα διεξόδους ώστε να γίνει πολυσήμαντη.

Εκ των υστέρων κρίνοντας –γιατί τότε, προ ίντερνετ, απλά καταναλώναμε ό,τι έφτανε στα χέρια μας– τέτοιοι δίσκοι άνοιξαν την πόρτα προς τις πιο πειραματικές εσχατιές της μουσικής πραγματικότητας. Στη δική μου περίπτωση, έστησαν γέφυρες προς τον κόσμο της free jazz, της musique concrète και των ηλεκτρονικών πειραματιστών των ’90s, οι οποίες κατέληξαν να αλλοτριώσουν την παλιά μου rock ταυτότητα, βοηθώντας με να παρακολουθήσω πιο άνετα από άλλους συνοδοιπόρους την κατάλυση των συνόρων μεταξύ των ειδών, που συντελέστηκε στην αυγή του 21ου αιώνα.

 

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΣ (Inner Ear Records)

Aυτό που ξεκίνησε με την επαναδραστηριοποίηση των Swans, την κυκλοφορία του My Father Will Guide Me up a Rope to the Sky το 2010 και την εμφάνιση τους στο Gagarin το 2011, κλείνει την στιγμή που πρέπει τον κύκλο του με το περσινό The Glowing Man  και την επερχόμενη εμφάνισή τους στον αρχικό τόπο του εγκλήματος. Πάντα θα μνημονεύεται –και δικαίως– ότι το reunion των Go Betweens το ακολούθησαν albums που όχι απλά στέκονταν στο ίδιο επίπεδο με την προηγούμενη σπουδαία δισκογραφία τους, αλλά σε σημεία ήταν και ανώτερα. Ελάχιστες είναι οι μπάντες για τις οποίες μπορούμε να ισχυριστούμε το ίδιο –και μια από αυτές είναι και οι Swans.

Το The Seer του 2012, ακόμα και τώρα που έχουν περάσει 5 χρόνια και έχει κοπάσει ο αρχικός ενθουσιασμός, φαντάζει σαν η πιο σημαντική στιγμή μιας έτσι κι αλλιώς σπουδαίας καριέρας. Η μπάντα δε η οποία συνοδεύει αυτά τα τελευταία χρόνια τον Gira και την οποία είχαμε την τύχη να την δούμε ήδη 3 φορές στην χώρα μας, αν μη τι άλλο ακολουθούσε σε εκπληκτικό βαθμό τις κοφτές κινήσεις ενός ιδιοφυούς μαέστρου.

Δεν πρέπει να παραβλέψουμε όμως και όλη αυτή την σκιά που έπεσε πάνω στο όνομα του Gira και των Swans τον τελευταίο χρόνο με τις κατηγορίες της μουσικού Larkin Grimm για την απόπειρα βιασμού της. Το ξεκατίνιασμα στα social media και οι ομιχλώδεις απαντήσεις του Gira επανέφεραν ερωτήματα στο προσκήνιο για το αν μπορείς να ξεχωρίσεις ένα έργο από τον δημιουργό του. Προσωπικά πέρασαν αρκετές σκέψεις από το μυαλό μου και για την ακρόαση του τελευταίου τους δίσκου και για την συναυλία τους. Τελικά νομίζω ότι με την παρουσία μου  στις 3 Μαρτίου στο Gagarin εκτός από ένας κύκλος μουσικής για τους Swans μάλλον θα τελειώσει και ο δικός μου μαζί τους.

 

 

 

 

ΜΑΚΗΣ ΜΗΛΑΤΟΣ (Στο Κόκκινο, Athens Voice)

Θα ήθελα αντί να πω κάτι άλλο για τους Swans, να παραθέσω ένα απόσπασμα κειμένου που είχα γράψει για τον τελευταίο τους δίσκο.  Το απόσπασμα αναφέρεται και στους μουσικούς που θα δούμε μαζί για τελευταία φορά αλλά και στην εμπειρία που μπορεί να ζήσει κάποιος ακούγοντας αυτό το συγκρότημα και αυτό το άλμπουμ που υποθέτω πως θα κυριαρχήσει στην εδώ συναυλία τους. Να πω επίσης πως την επιλογή του Ψαραντώνη για να εμφανιστεί μαζί τους την θεωρώ εξαιρετική και πολύ ταιριαστή, γιατί στον συμπαντικό κόσμο τα μουσικά είδη δεν έχουν σημασία, μόνο το ταξίδι έχει…

…Είναι το 4ο και τελευταίο άλμπουμ/έπος που δημιούργησε με αυτή την ομάδα εξαιρετικών και δημιουργικών μουσικών (Thor Harris, Christoph Hahn, Phil Puleo, Christopher Pravdia, Norman Westberg). Το διαστημόπλοιο των Swans με αυτό το πλήρωμα ολοκληρώνει το ταξίδι του με ένα κύκνειο άσμα ικανό να μεταφέρει μυαλό και σώμα «2.000 light years from home», να μετατρέψει την ακρόασή του σε «Celebration of the Lizard», να ανεβοκατεβάσει την παράνοια με «13th Floor Elevator», να σε παρατήσει εκστασιασμένο στην «Dark Side of the Moon» χωρίς να μπορείς να επικοινωνήσεις ή να επιστρέψεις, να νιώσεις πραγματικά τι είναι «21th Century Schizoid Man», να φωνάξεις δυνατά «My guitar wants to kill your mama!» κι ακόμη πιο δυνατά «Father I want to kill you, mother I want to f*** you!».

Με το «The Glowing Man» απασφαλίζεις το περίστροφο του William Burroughs, μετακομίζεις στο «νησί» του Aldous Huxley, συμμετέχεις στα πειράματα του Timothy Leary, βλέπεις τη διεσταλμένη κόρη του ματιού του Kurt Cobain, φοράς τα ρούχα του Sun Ra και τα καπέλα του George Clinton, κάνεις μακροβούτι στη θεοσκότεινη πισίνα του Scott Walker, βλέπεις τον ιδρώτα να στάζει από την κιθάρα του Jimi Hendrix, συμμετέχεις σε κάθε παγανιστική τελετή της αφρικανικής ηπείρου, σε κάθε τελετή όλης της γης, γίνεσαι ένα με το σύμπαν, έχεις λουλούδια στα μαλλιά, τους αγαπάς όλους και τους μισείς ταυτόχρονα, είσαι απελευθερωμένος για 1 ώρα 58 λεπτά και 22 δευτερόλεπτα. Λίγο το ’χεις;

 

 

 

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΙΒΑΣ (Dark Sun)

Πρώτη μου ηχητική επαφή με Swans κάπου στο 1986, παιδί ακόμη… Οι υπάλληλοι (αλλά και δάσκαλοι) των δισκάδικων στην Αθήνα ήξεραν τι ψάχνω και εφόσον ήξεραν την αγάπη μου για Coil, Residents και άλλα –εκτός από φυσικά darkwave γκρουπ που ήξερα–, αποφάσισαν να μου συστήσουν ακόμη ένα συγκρότημα που έως τώρα θα παγίδευε ερμητικά και θα στόχευε το κέντρο της καρδιάς μου.

Για κάποιο λόγο είχα στα χέρια μου το ομώνυμο Swans (12″, EP). Βίαιοι κενοί ρυθμοί από το βάθος του αρρωστημένου εσωτερικού μας σύμπαντος έσπαγαν τη θλίψη, αισθανόμουν πιο δυνατός. Η αρχή έγινε και ακολούθησαν όλα τα υπόλοιπα LPs / EPs έως ότου έφτασε η επόμενη χρονιά και γεννήθηκε το «Children Of God». Πιστεύω ότι το δέος ήταν παρόμοιο ίσως με κάποιον που θα άκουγε το 1851 το «Ride of the Valkyries (Die Walküre)». Κάθε κομμάτι του δίσκου ήταν τόσο δυνατό ώστε θα μπορούσε να σκίσει ότι κεφάλαιο ψυχολογίας είχα διαβάσει από Carl Gustav Jung. Έπειτα ακολούθησε το The Burning World και το White Light From The Mouth Of Infinity, με κομμάτια όπως το «Mona Lisa – Mother Earth», «Power and Sacrifice», «Failure», «You Know Nothing» …

Και ναι: μου ήταν πια δύσκολο να συμβιβαστώ με αυτό όπου οι περισσότεροι ονομάζουν «μουσική». Από τότε και έπειτα ακολουθώ πιστά τους κύκνους που έχουν πάντα να μας θυμίσουν τον αιώνιο πόνο που προκαλεί η επιλογή μας να καταστρέφουμε καθημερινά την ζωή μας αντί να τη σώσουμε και τώρα αυτό που μένει είναι να αναλάβουμε την ευθύνη της πράξης μας, που μόνη της περιέχει τη δική της τιμωρία («The World of Skin», «You’ll Never Forget»). Περιμένω με όλο μου το είναι να δω ζωντανά το The Glowing Man και ευχαριστώ την 3 Shades of Black για αυτή την ευκαιρία φυσικά. Καλή μας ακρόαση.

 

 

 

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΑΡΛΑΣ (Μουσικός δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός και εκδότης του Fractal Press)

«Τα παιδιά με τα οποία δουλεύω μαζί, είναι η καλύτερη μπάντα που είχα ποτέ ως σύνολο. Είναι φίλοι, όλοι σκεφτόμαστε προς την ίδια κατεύθυνση, αλλά εγώ είμαι αυτός που τους καθοδηγεί –αν και πάντα αναζητάω και θέλω να βρω κάτι δικό τους που θα με ξαφνιάσει ή θα μου προκαλέσει θαυμασμό. Κάπως έτσι είναι η διαδικασία που δουλεύουμε». Αυτά δήλωνε το 2013 στο fanzine Fractal Press, ο Michael Gira, για την μάλλον καλύτερη σύνθεση των Swans. Και μόνο για να αποχαιρετίσω το πιο πιστό πλήρωμα αυτού του απεγνωσμένου κουρσάρου των θορύβων, θα παρακολουθήσω με ευλάβεια την ιεροτελεστία που ετοιμάζεται να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό στις αρχές Μαρτίου. Αυτή η βραδιά θα σηματοδοτήσει τον αποχαιρετισμό σε μια συγκλονιστική παρέα μουσικών και την υπόσχεσή μας πως θα περιμένουμε στην αποβάθρα των σκοτεινών ήχων για κάθε νέο πλεούμενο του κάπτεν Gira.

Για αρκετούς καλλιτέχνες έχει ειπωθεί πως, αφού φτιάχτηκαν έσπασε το καλούπι τους και παρέμειναν μοναδικοί. Για τον Michael Gira τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Βλέπετε, ο Gira δεν είναι φτιαγμένος μόνο από μοναδικό καλούπι, αλλά και από εξαντλημένο μέταλλο. Από εκείνο το μέταλλο που έχουν όσοι αγωνίστηκαν πραγματικά σε ολόκληρη τη ζωή τους για να εκφράσουν την αλήθεια τους. Ο Gira δεν είναι απλά ένας σπουδαίος μουσικός. Δεν είναι απλά ένας μοναδικός καλλιτέχνης. Είναι ο τρελός προφήτης που απεικονίζει στον post-anything καμβά του τη δυστοπία μας: τη συνύπαρξη απόγνωσης κι ανάγκης, στα όρια μεταξύ λήθης και άγνοιας.

Υ.Γ.: Μπορεί η πρόσφατη ιστορία με τις κατηγορίες συνεργάτιδάς του για βιασμό να με βάζει σε σκέψεις για το ποιόν του ανθρώπου, αλλά δεν έχω καμία αμφιβολία για την καλλιτεχνική του αξία. Ούτε και για τη μέθεξη στην οποία οδηγεί το κοινό του σχεδόν σε κάθε συναυλία του.

 

 

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΑΚΙΝΟΣ (Second Skin)

Η πρώτη μου επαφή με τους Swans ήταν το 1988 (ήμουν 17 χρονών) όταν αγόρασα από το δισκάδικο Happening, το 12” single Love Will Tear Us Apart. Δεν είχα ακόυσει νότα από Swans, αλλά μου άρεσε το αυθεντικό από Joy Division και το κόκκινο εξώφυλλο ήταν πολύ εντυπωσιακό καθώς το κοίταζες από μακριά. Λίγο καιρό μετά, αγόρασα το Children Of God και ήταν σαν να ανοιγόταν ένας καινούριος κόσμος: αν έβρισκα τις σωστές λέξεις τότε για να περιγράψω τους Swans, θα ήταν κάτι πομπώδες, σαν το «Spiritual Εxperimental Dark» ή κάτι παρόμοιο. Μέσω των Swans έμαθα την Jarboe, που η φωνή της έμοιαζε αγγελική, αλλά ταυτόχρονα ήταν σαν να σε τραβούσε μαζί της κάτω από το νερό. Εκείνο τον καιρό και στα ’90s μετά, οι Swans είχαν απλά ένα cult/underground status και στην Rebound και στο Dark Sun έβλεπα τα ίδια 5-6 άτομα να χορεύουν τα τραγούδια τους. Ειδικά όταν ανακοίνωσαν την διάλυσή τους το 1997, έβαζες σχεδόν και στοίχημα πως θα ήταν άλλη μία περίπτωση αδικοχαμένης μπάντας. Σαν άλλη μία ιστορία χαμένης ευκαιρίας που οι παλιοί, έμπειροι fans  λατρεύουν να διηγούνται σε πρόθυμα αυτιά, ενώ ταυτόχρονα τους κάνουν εισαγωγή στο καλό γούστο.

Η επιστροφή, 15 χρόνια μετά,  με το My Father Will Guide Me Up A Rope To The Sky (και ενώ όλα αυτά τα χρόνια ο Gira είχε τους Angels Of Light) αν και για άλλη μια φορά υπέροχο, έδειχνε να συγκινεί τους ίδιους ανθρώπους, σαν να κυκλοφορούσε 15 χρόνια πριν. Και έρχεται το 2012: The Seer. Συνολική διάρκεια 2 ώρες (το αστείο που κυκλοφορούσε ιντερνετικά μόλις είχε κυκλοφορήσει τότε, ήταν «θέλουμε πολύ να γνωρίσουμε κάποιον που να έχει ακούσει και τις 2 ώρες του Seer, non stop, χωρίς να κάνει διάλειμμα». Kι όμως , ένα τέτοιο αντιεμπορικό, δύσκολο άλμπουμ , με το Pitchfork να δίνει γραμμή και να ακολουθούν όλα τα μουσικά sites και περιοδικά , έφερε την αναγνώριση και τη δικαίωση, έστω και αργά. Ήταν μάλιστα τέτοιο το feedback του album, που ακόμα και metal περιοδικά ή hipster δημοσιογράφοι έδωσαν το publicity που άξιζε σε ένα τέτοιο έργο τέχνης. Τα επόμενα 2 albums (To Be Kind, The Glowing Man) έμειναν στο ίδιο μεγάλο επίπεδο δημιουργίας (και διάρκειας συνθέσεων) και από αυτή την άτυπη τριλογία, το To Be Kind είναι μάλλον το αγαπημένο μου.

Μπορεί οι παλιοί fans να στράβωσαν που έγιναν γνωστοί και τους ανακάλυψαν άνθρωποι που μέχρι το 2012 τους αγνοούσαν (τον ίδιο ελιτισμό έχουμε συναντήσει και σε άλλες περιπτώσεις που οι fans προτιμούν τις αγαπημένες τους μπάντες να παίζουν για 30 χρόνια σε σταύλους ή shitholes) , αλλά αυτό που κατάφεραν οι Swans –ειδικά με αυτό το απίστευτο σερί κυκλοφοριών ανά 2 χρόνια–  πολύ σπάνια το έχουμε συναντήσει στην ιστορία της ευρύτερης, σύγχρονης, alternative rock σκηνής.

Τώρα μου έσκασε: όταν σε ένα Japan Rope Bondage, που διοργάνωσα στο Second Skin Club, έβαλα σαν soundtrack το «Screen Shot» και ήταν σαν να ήταν φτιαγμένο για το performance. Tα live τους είναι μια πολύ ιδιαίτερη υπόθεση και για να «μπεις» μεσα σε όλο αυτό, να το εκτιμήσεις και να το ευχαριστηθείς, απαιτεί την απόλυτη προσοχή σου. Εννοείται πως στις 3 Μαρτίου θα πάω στο Gagarin για να τους ξαναδώ. Αφού όμως θα έχει παίξει την τελευταία νότα του ο Ψαραντώνης.

 

 

***

Οι Swans εμφανίζονται την Παρασκευή 3 Μαρτίου στο Gagarin205 μαζί με τον Ψαραντώνη. Περισσότερες πληροφορίες εδώ:
https://www.facebook.com/events/400657570323013

 

  • Social Links: