Όπου ενώ σύσσωμο το ελληνόφωνο διαδίκτυο συζητάει επί δύο μέρες για το duckface της Σώτης Τριανταφύλλου, κανείς δε φαίνεται να παρατηρεί τα ρυτιδιασμένα μέτωπα στις αντρικές σέλφι. Υπάρχει ένα μοτίβο…

Βγάζοντας σέλφι: η αποτύπωση της αρρενωπότητας μπροστά στις φλόγες

Όπου ενώ σύσσωμο το ελληνόφωνο διαδίκτυο συζητάει επί δύο μέρες για το duckface της Σώτης Τριανταφύλλου, κανείς δε φαίνεται να παρατηρεί τα ρυτιδιασμένα μέτωπα στις αντρικές σέλφι.

Υπάρχει ένα μοτίβο που συναντάει κανείς συνέχεια στις αντρικές σέλφι: το ανασήκωμα των φρυδιών που σχηματίζει εκείνες τις χαρακτηριστικές κυματιστές ρυτίδες στο μέτωπο ή την παραπλήσια κίνηση που ονομάζεται «σμίξιμο των φρυδιών» και φαντάζεται κανείς πως έχει ο Τζέιμς Μποντ ακόμα και τη στιγμή που πλένει τα δόντια του, μόνος σε κάποιο δωμάτιο ξενοδοχείου. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είτε τα φρύδια σμίγουν είτε σηκώνονται, είναι σ’ εκείνο ακριβώς το σημείο του προσώπου που αποτυπώνεται κατά την αυτοφωτογράφηση ότι αυτός που φωτογραφίζεται ποζάρει σαν άντρας, ή όπως θα λέγαμε με πιο θεωρητικούς όρους, ότι επιτελεί το φύλο του.

Αυτή η κίνηση των φρυδιών ενδέχεται να συνοδεύει μια έκφραση που κατά τ’ άλλα είναι χαμογελαστή, περιπαικτική, ή και τελείως σοβαρή. Όπως και να ‘χει οι ρυτιδούλες είναι εκεί, αναπαράγοντας έναν κάθε άλλο παρά καινούριο τύπο αρρενωπότητας και την αντίστοιχα παλιά εικονοποιία του, που συνδέει με μια νοητή γραμμή τα ρυτιδιασμένα μέτωπα του Ρότζερ Μουρ και του Μάρλον Μπράντο, του παλιότερου Ντάγκλας Φαίρμπανκς και του πιο πρόσφατου Τζέισον Στέιθαμ. Το συνοφρυωμένο μέτωπο είναι κληροδότημα των δεκάδων σκληρών καριόληδων που έχουν προηγηθεί.

Douglas Elton Fairbanks Jr

Φυσικά αυτή η τόσο παλιά και άλλο τόσο γνώριμη έκφραση δεν έχει όνομα και αντίστοιχο χάσταγκ, σε χτυπητή αντίθεση με το duck face και το fish gape, τα οποία χρησιμοποιούνται κατά κόρον αναφερόμενα σε φωτογραφίες γυναικών. Κάτι που δεν είναι καθόλου παράδοξο  αν το εντάξει κανείς στην τάση να κατονομάζουμε το «γυναικείο» και να μιλάμε για αυτό ως κάτι που χρήζει ειδικής ανάλυσης και ερμηνείας. Είναι για τον ίδιο λόγο που υπάρχει «γυναικεία λογοτεχνία» και «γυναικεία σεξουαλικότητα»: η γυναικεία συνθήκη περιγράφεται με όρους  διαφοροποίησης (αν όχι απόκλισης) από τις κυρίαρχες κατηγορίες. Οι οποίες εννοείται πως δεν κατονομάζονται ποτέ ως τέτοιες, αλλά απλώς ως λογοτεχνία και σεξουαλικότητα. Διότι η αντρική συνθήκη –κάτι που στην πραγματικότητα αποκαλύπτει και μόνο η ανοικειότητα της φράσης αντρική λογοτεχνία ή αντρική σεξουαλικότητα– είναι τόσο φυσικοποιημένη που καταλήγει αόρατη, είναι Η Συνθήκη. Αντίστοιχα η αντρική σέλφι παραμένει απλώς «μια σέλφι» και η αντρική έκφραση μια έκφραση που βρίσκεται σχεδόν εκτός γλώσσας.

Αλέκος Αλεξανδράκης

Επιπλέον, η θηλυκότητα ταυτίζεται παραδοσιακά με την εμφάνιση, σε αντίθεση με την αρρενωπότητα που παραμένει πιο αποκεντρωμένη από το επίπεδο της εικόνας και ως εκ τούτου περισσότερο ανεκτική σε ζητήματα ομορφιάς και σώματος. Αλλά ξέρουμε πια ότι τις θηλυκότητες και τις αρρενωπότητες δεν τις κατακτά κανείς άπαξ, ούτε υπάρχουν αυτόνομα και κατοχυρωμένα· αντίθετα είναι κάτι που πρέπει διαρκώς να το κάνεις για να επιβεβαιώνεις την ύπαρξή του, για την ακρίβεια μια σειρά από πράγματα: αν είσαι γυναίκα να ξυρίζεσαι, να σε νοιάζει τι φοράς, να προσέχεις πώς κάθεσαι και τι φαίνεται, πώς υπάρχει το σώμα σου στο χώρο. Αντίστοιχα, μια διαφορετική αλλά παρεμφερούς υφής σειρά πρακτικών παράγουν διαρκώς την αρρενωπότητα: «να μιλάς πολύ, να μιλάς δυνατά, […] να γδύνεσαι, να σκαλίζεις τη μύτη σου, να μην ντρέπεσαι, να τρομάζεις τους άλλους αλλά να μην τρομάζεις εσύ, να συγκινείσαι αλλά να μην κλαις»[1]. Η επανάληψη αυτών των πρακτικών διαβεβαιώνει ότι ο κόσμος συνεχίζει να γυρίζει όπως τον ξέρουμε, πως παραμένουμε άντρες και γυναίκες, σίγουροι για πράγματα τα οποία είναι τόσο ασταθή που απαιτούν να τα επαναλαμβάνουμε αδιαπραγμάτευτα και απαρεγκλίτως. Το σούφρωμα του αντρικού μετώπου είναι ακριβώς μια τέτοια υπενθύμιση του φύλου και άρα μια επανεγγραφή της αρρενωπότητας, είτε σε εκδοχή κλασικού αγέλαστου σκληρού καργιόλη, είτε σε παιχνιδιάρικη μετα-καργιολική εκδοχή. Η οποία εμφανίζεται τόσο συχνά στις σέλφι ενδεχομένως για να εξισορροπηθεί ο εγγενώς ναρκισσιστικός χαρακτήρας της αυτοφωτογράφησης, αφού ως γνωστόν ο ναρκισσιμός θεωρείται γυναικείο χαρακτηριστικό.

Hugh Jackman

Θα είχε ίσως νόημα να αποπειραθεί κανείς να μετρήσει σε τι ποσοστό των αντρικών σέλφι που εμφανίζονται στα κοινωνικά δίκτυα υπάρχουν ρυτίδες στο μέτωπο. Ίσως όμως και να μη χρειάζεται τελικά: μια από τις πολλές φωτογραφίες machismo porn του χτεσινού τελικού αποτελεί την καλύτερη δυνατή απόδειξη ότι οι ρυτίδες στο μέτωπο παίζουν το ρόλο της εγγραφής της αρρενωπότητας σε μια σέλφι. Η εν λόγω φωτογραφία έχει τραβηχτεί στο εσωτερικό του Πανθεσσαλικού Σταδίου και απεικονίζει μια εικοσάδα οπαδών, δύο εκ των οποίων βγάζουν σέλφι.

Αυτοί οι δύο δεν κάνουν τη γνωστή γκριμάτσα με τα σμιγμένα φρύδια, καμία ρυτίδα δε χαράζεται στα μέτωπά τους, κάτι που είναι απολύτως βέβαιο παρά την σχετικά κακή ανάλυση της φωτογραφίας. Και ενώ βρίσκονται εκεί, μέσα στο γήπεδο, μπροστά από τις φωτιές και όντας περικυκλωμένοι από άλλους άντρες -και μόνο άντρες. Γιατί τι να την κάνεις την επιτέλεση της αρρενωπότητας σε ένα περιβάλλον που είναι έμφυλο με έναν τόσο προφανή και κατάφωρο τρόπο. Όλα γύρω τους είναι αρρενωπότητα, δε χρειάζεται να αποδείξουν τίποτα, δε χρειάζεται να την παράξουν με την έκφραση του προσώπου τους. Είναι σκληροί καριόληδες μόνο και μόνο επειδή είναι εκεί, και αυτό δε θα το αμφισβητήσει μια σέλφι ή ένα χαρούμενο χαμόγελο. Έχουν τις φωτιές και το ποδόσφαιρο. Η αρρενωπότητά τους είναι, για λίγο, ασφαλής και χωρίς ρυτίδες στο μέτωπο.

James Dean

[1] Από το κείμενο «Αρρενωπότητα είναι», του τέταρτου τεύχους του qvzine, διαθέσιμο εδώ