Από το Σάββατο 17 Ιουνίου, σε δέκα άδεια καταστήματα, παλιά κομμωτήρια, είδη νεωτερισμών και ψιλικατζίδικα, των Εξαρχείων -των Εξαρχείων του ασύλου της ανομίας και της υποβάθμισης της πόλης- δέκα καλλιτέχνες…

Η Fondazione Prada στα Εξάρχεια ή περί ρομαντισμού

Από το Σάββατο 17 Ιουνίου, σε δέκα άδεια καταστήματα, παλιά κομμωτήρια, είδη νεωτερισμών και ψιλικατζίδικα, των Εξαρχείων -των Εξαρχείων του ασύλου της ανομίας και της υποβάθμισης της πόλης- δέκα καλλιτέχνες εκθέτουν από ένα έργο τους στην έκθεση Driftwood που διοργανώνει η Fondazione Prada. Η έκθεση είναι σε επιμέλεια της Evelyn Simons, γεννημένης το 1989, τονίζει το δελτίο τύπου, και αποτελεί τη βραβευμένη πρόταση ενός διαγωνισμού που προκηρύσσουν από κοινού η Prada και τα Μουσεία του Κατάρ. Σημειωτέον, το βραβείο είχε δοθεί τον Αύγουστο του 2014, πριν δηλαδή ανακοινωθεί επισήμως η διοργάνωση της Ντοκουμέντα στην Αθήνα. Σύμφωνα με το σκεπτικό της πρότασης, «εξετάζονται κοινά θεματικά ζητήματα: η διαφήμιση και το μάρκετινγκ ως εργαλεία συγκάλυψης της εκμετάλλευσης που είναι έμφυτη στις παγκοσμιοποιημένες διαδικασίες παραγωγής· η ηθική της εργασίας· […] οι δομικοί περιορισμοί της ανθρώπινης κινητικότητας και σκέψης· η επιβληθείσα ή η αυτόνομη πολιτιστική ταυτότητα». Η έκθεση μάλιστα που θα διαρκέσει ως τις 22 Ιουλίου προτείνεται ως «ένας περίπατος στη γειτονιά των Εξαρχείων».

 

Meriç Algün
Untitled, 2013
(Evros, Maritsa, Meriç) from the series A Hook or a Tail.

 

Larry Achiampong
Untitled, 2017.

Το Σάββατο λοιπόν, υπό συνεχή βροχή καμιά τριανταριά άνθρωποι της τέχνης έκαναν τον περίπατο αυτό, βλέποντας στην Αραχώβης, «έξυπνες λάμπες να ανάβουν κατά τις διεθνώς θεσμοθετημένες ώρες εργασίας», όπως αναγράφεται στον καλαίσθητο κατάλογο, αλλού, στην Μαυρομιχάλη, σε ένα πρώην φαρμακείο, «ένα τοπίο κατασκευασμένο από αχρηστευμένα καλύμματα καλωδίων», πιο πέρα, σε ένα πρώην μπακάλικο μια εγκατάσταση για την «έννοια της οικίας, της οικειότητας και της κατασκευής καταφυγίου», σε μια γωνία της Χαριλάου Τρικούπη στοίβες πανιά και ραπτομηχανές σε μια «προσομοίωση sweatshop» και βέβαια ανάμεσα σε δύο καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις στη Ζωοδόχου Πηγής ένα πραγματικό ραφτάδικο που δεν ήταν έργο, με ανθρώπους να δουλεύουν εκεί μέσα φασόν μέχρι αργά τη νύχτα. Ήταν εμφανώς διεθνές το κοινό του περιπάτου, αν και έλειπαν, από όσο μπορούσα ενδυματολογικά και φυσιογνωμικά να κρίνω, οι εκπρόσωποι των Μουσείων του Κατάρ, ενδεχομένως λόγω του εμπάργκο. Δυστυχώς ο καιρός τα είχε χαλάσει: ενώ οι επισκέπτες ήταν ντυμένοι για ένα ηλιόλουστο απόγευμα στην Αθήνα, ένας δύο μάλιστα φορούσαν, όπως μου επεσήμανε η Ναταλία, πανάκριβες μπλε-άσπρες (και όχι γαλανόλευκες, άπαγε της βλασφημίας) σαγιονάρες πισίνας ως πέδιλα πόλης, αναγκάστηκαν να διασχίσουν μούσκεμα τους δρόμους πλατσουρίζοντας στους νερόλακκους και τα ρυάκια της Ζωοδόχου Πηγής. Τα έργα της έκθεσης ήταν ως επί το πλείστο καλά και ορισμένοι καλλιτέχνες είναι φίλοι, αλλά την ώρα που το κομψό κοινό της τέχνης έμπαινε βρεγμένο στο καφενείο της «Μουριάς» για να δει ένα βίντεο εγκατεστημένο εκεί, προκαλώντας στους λιγότερο κομψούς θαμώνες μια στιγμιαία αμηχανία και αναστάτωση, ένιωσα πως η κατάσταση θα ήταν κωμικά και εξοργιστικά γκροτέσκα αν δεν ήταν τόσο παραδειγματική.

 

James Bridle
Frank B. Gilbreth Motion Study Photograph.

 

Hera Büyüktaşçıyan
Deep Inside, 2013.

Πράγματι, θα υποστήριζα θερμά πως η Evelyn Simons θα άξιζε να πάρει το βραβείο της Fondazzione Prada (και των Μουσείων του Κατάρ) όχι τόσο γιατί εξετάζει «τη διαφήμιση και το μάρκετινγκ ως εργαλεία συγκάλυψης της εκμετάλλευσης», αλλά γιατί σε ένα απόγευμα κατάφερε, μάλλον άθελά της, να χορογραφήσει επιμελητικά πολλές από τις αντινομίες της σύγχρονης τέχνης και της πολιτιστικής βιομηχανίας γενικότερα. Εκείνες τις αντινομίες που συχνά τις επισημαίνουν σαν να ανακαλύπτουν τον τροχό παρωχημένοι αναπαραστατικοί ζωγράφοι ή αριστεριστές χωρίς χιούμορ και οι μύστες της μετανεωτερικότητας τους απαντάμε βαριεστημένα επικαλούμενοι τον Ντισάν, το πνευματικό στην τέχνη, την αυτονομία του καλλιτεχνικού πεδίου και τη βεβαιότητα πως αν γνωρίζεις τις αντιφάσεις σου αυτές αίρονται αυτομάτως: τα έργα με πολιτικό περιεχόμενο που χρηματοδοτούνται από θεσμούς και πολιτικές οντότητες εναντίον των οποίων τα έργα στρέφονται κριτικά∙ τη φαντασίωση της συμμετοχής της κοινότητας στο έργο η οποία ωστόσο εργαλειοποιεί την κοινότητα προς τέρψιν και όφελος των επαγγελματιών της τέχνης που δεν ανήκουν βέβαια στην κοινότητα∙ το πρόσχημα του καλλιτεχνικού και κοινωνικού ακτιβισμού το οποίο αντικειμενοποιεί και κάνει θέαμα τον πολιτικό λόγο και τον πολιτικό ακτιβισμό∙ το ολοένα και πιο συχνό ενδιαφέρον για την τύχη και την αποπτώχευση της μεσαίας τάξης το οποίο δημιουργεί καινούργιες ελίτ που κοιτάζουν τη μεσαία τάξη εξωτικά∙ την αναπαραγωγή θεματικών αξόνων και εννοιολογικών πλαισίων αριστερής και συχνά καταστασιακής ή μεταδομιστικής προέλευσης η οποία θεαματοποιεί και την παραμικρή όψη της κοινωνικής ή της παραγωγικής ζωής∙ την κατάργηση του τέταρτου τοίχου του έργου, τη χρήση κοινών, καθημερινών αντικειμένων, objet trouvé δηλαδή, χωρίς άλλη χειρωνακτική, δεξιοτεχνική παρέμβαση, ενώ ακριβώς δίπλα τα ίδια αντικείμενα καθορίζουν σχέσεις παραγωγής, εκμετάλλευσης και καταπίεσης, προκαλούν και παράγουν πόνο∙ τα άυλα, λογοθετικά, εννοιολογικά, ανακατασκευαστικά έργα που στην πραγματικότητα αυξάνουν την υπεραξία της ένυλης, παραδοσιακής, αναπαραστατικής τέχνης (για την Prada πρόκειται! Το 2013 εξάλλου, η Fondazzione Prada διοργάνωσε στη Βενετία την με κάθε ακρίβεια αναπαραγωγή της έκθεσης «When Attitudes become form», την έκθεση σταθμό της εννοιολογικής τέχνης που είχε επιμεληθεί ο Χάραλντ Ζήμαν το 1969 στη Βέρνη∙ με άλλα λόγια μια έκθεση που διακήρυττε, και για πολιτικούς λόγους, την ίδια τη σκέψη ως μορφή και υλικό της τέχνης, είχε επιστρέψει ως αποκρυσταλλωμένο και υλικό αντικείμενο). Πάνω από όλα βέβαια την σιωπηρή οικονομία της τέχνης που έχει μεταφέρει ένα μεγάλο μέρος των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, εκτός από τη Ρωσία και την Κίνα, και στις χώρες του Κόλπου, δημιουργώντας μάλιστα μια περίεργη θρησκευτική ταξικότητα που βασίζεται στην αναπαράσταση: οι ζάμπλουτοι μαικήνες του Κατάρ ή του Ντουμπάι χρηματοδοτούν και υποστηρίζουν με κάθε τρόπο την τέχνη, ενώ ο μουσουλμανικός πληθυσμός ριζοσπαστικοποείται θρησκευτικά στρεφόμενος και εναντίον των πολιτιστικών και καλλιτεχνικών δημιουργημάτων της Δύσης.

 

Jeremy Hutchison
reclaimed document from Balkan Border police files, 2017.

 

KERNEL
Water Sleeps, 2016.

Όλες αυτές είναι βέβαια γνωστές παραδοξότητες, ρωγμές της σύγχρονης τέχνης που συχνά ανακύπτουν ως ζητήματα κριτικής, αν και τις περισσότερες φορές ως γενικές διαπιστώσεις που δεν αναφέρονται στις συγκεκριμένες συνθήκες εμφάνισης και υλοποίησης του εκάστοτε έργου. Η έκθεση της Fondazione Prada ωστόσο διοργανώθηκε στα Εξάρχεια, καθιστώντας την περιοχή και γενικότερα την Αθήνα των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων όχι μόνον θέαμα αλλά και θέμα, και με τις δύο σημασίες του όρου∙ αντικείμενό της δηλαδή και ταυτόχρονα θέμα με τη σημασία που έχει ο όρος στις θεωρίες επικοινωνίας: την έκανε πλαίσιο αναφοράς και σημασιοδότησης, κατέστησε την κρίση και την Αθήνα κοινό τόπο, μια ασφαλή και βέβαιη γνώση την οποία όλοι μοιραζόμαστε και την οποία όλοι χρειαζόμαστε για να μιλήσουμε και να πούμε οτιδήποτε καινούργιο. Η Αθήνα της έκθεσης Driftwood είναι μια πόλη την οποία κάθε επαγγελματίας του πολιτισμού οφείλει να επισκεφτεί.

 

Chrysanthi Koumiananki
Mavromichali 32-40, 2017.

 

Persefoni Myrtsou & Eva Giannakopoulou
Maltepe Gelinleri, 2017.

Στην πραγματικότητα, η Αθήνα της Fondazione Prada είναι μια εκδοχή της ρομαντικής περιήγησης που θεματοποιούσε τα ερείπια του Σουνίου και τις Κόρες των Αθηνών προκειμένου να αναζητήσει «τον απεριόριστο άνθρωπο, την οδυνηρή αντίθεση ανάμεσα σε αυτό που θα ήταν η ανθρωπότητα ικανή να κάνει και σε αυτό που πράγματι μπορεί», για να παραφράσω ό,τι λέει για τον ρομαντικό ποιητή ο Τ.Ε. Hulme. Μόνον που εδώ τα ερείπια της κλασικής εποχής, τα έχουν αντικαταστήσει τα υποτιθέμενα ερείπια του κοινωνικού σώματος. Και μολονότι, θα έλεγε κανείς, πως τα Εξάρχεια δεν προσφέρονται για τέτοια ρομαντική περιήγηση, καθώς, σε αντίθεση με άλλες πραγματικά υποβαθμισμένες γειτονιές, είναι περιοχή έντονης επαγγελματικής δραστηριότητας, παραδοσιακά υψηλού πολιτιστικού κύρους και ισχυρού πολιτικού λόγου (ένας συνδυασμός που κάνει τα κινδυνολογικά κείμενα για τα Εξάρχεια πολιτικά αναπόφευκτα και αποδεικνύει τους μηχανισμούς πίσω από τις χρήσεις του επιχειρήματος της «ανομίας») ωστόσο αυτή ακριβώς η ζωή και η δραστηριότητά τους είναι που τα κάνει τόσο απαραίτητα για το ρομαντικό όραμα. Αποδεικνύουν πως πίσω από τα κοινωνικά ερείπια υπάρχει ακόμη ζωή, με τον ίδιο τρόπο που οι ρομαντικοί ποιητές πίστευαν πως ανάμεσα στους πεσμένους κίονες τα βράδια αργοσαλεύουν οι νύμφες και οι Σιληνοί.

 

Lara Ö̈gel
Evler odalardı, unuttum (varyasyon), houses were rooms, i had forgotten (variations) , 2017.

 

Maria Papadimitriou
Souzy Tros, 2012
Courtesy T.A.M.A. (Temporary Autonomous Museum for All).

Η Ντοκουμέντα είναι πιστεύω μια ιδιαίτερα καλή έκθεση και αρθρώνει αρκετά ζητήματα που πρέπει να τα εξετάσουμε μακριά από τις πολεμοχαρείς και φοβικές ρητορείες περί αποικιοκρατίας και τάχα εκμετάλλευσης. Είναι επίσης μια καλή έκθεση, γιατί μέσα από προσεκτικές κινήσεις προσπάθησε να μην γίνουν τα έργα ρομαντικές καταθέσεις, αναζητήσεις κάποιας καθαρής μορφής που κρύβεται τάχα στα σπλάχνα της Αθήνας, άλλοτε ήταν ο Παρθενώνας τον οποίον ζήτησε η Gucci και δεν της έδωσε το ΚΑΣ, τώρα τα Εξάρχεια που ζήτησε και πήρε η Prada, μιας και εδώ το ΚΑΣ δεν είχε (ακόμη) αρμοδιότητες. Παρόλα αυτά, την έλευση της Ντοκουμέντα στην Αθήνα τη συνοδεύει από την πρώτη στιγμή ο κίνδυνος να καταστεί η Αθήνα ιδανικό τοπίο της Κρίσης, μύθος ρομαντικής περιήγησης, το ανάλογο των πεσμένων κιόνων. Η έκθεση της Fondazione Prada αποδεικνύει πως ο κίνδυνος δεν αποσοβήθηκε. Και καμιά φορά, όπως χθες που έβλεπα τα διεθνή πλήθη της τέχνης υπό τη βροχή, έρχονται στα χείλη οι στίχοι του κλασικιστή John Webster που παραθέτει πάλι ο T. E. Hulme[1]:

Σταματήστε το θρήνο σας και φύγετε αμέσως από δω!

 

Lloyd Corporation
Mobile City, Athens 2017.

[1] Τ.Ε. Hulme: Ρομαντισμός και Κλασικισμός, μετάφραση Στέφανου Ροζάνη, εκδόσεις Έρασμος, 2017.