Χρήστος Τριανταφύλλου- Πόρος Ο Πόρος δεν είναι άσχημος, αλλά δεν είναι και όμορφος∙ ο Πόρος δεν είναι έξαλλος, αλλά δεν είναι και ψόφιος∙  ο Πόρος δεν είναι γραφικός, ούτε με…

3+1 μέρη στην Ελλάδα για να περάσεις όχι και τόσο ωραίες διακοπές

Χρήστος Τριανταφύλλου- Πόρος

Ο Πόρος δεν είναι άσχημος, αλλά δεν είναι και όμορφος∙ ο Πόρος δεν είναι έξαλλος, αλλά δεν είναι και ψόφιος∙  ο Πόρος δεν είναι γραφικός, ούτε με την καλή ούτε με την κακή έννοια∙ ο Πόρος είναι μια μαύρη τρύπα όπου κάποια στιγμή ξυπνάς και αναρωτιέσαι «τι κάνω εδώ;».

Το 2011, λοιπόν, βρέθηκα στον Πόρο για ζευγαροδιακοπές, χωρίς καν να έχουμε κάποιον να μας φιλοξενήσει εκεί ώστε να υπάρχει κάποια δικαιολογία για την επιλογή του προορισμού. Δεν είναι ότι περάσαμε άσχημα, αντιθέτως ήταν μια χαρά. Αλλά ήταν αυτό ακριβώς: μια χαρά. Ούτε τέλεια, ούτε χάλια. Αυτό ακριβώς το μια χαρά είναι ο μεγάλος εχθρός των διακοπών: να μην μπορείς να θυμηθείς ούτε κάτι ιδιαίτερα ωραίο, ούτε κάποιο τραγικό σκηνικό/μέρος.

Το βασικό πράγμα που θυμάμαι από τον Πόρο (πέρα από τα πολλά ιστιοπλοϊκά/κότερα) είναι ότι είναι ΓΕΜΑΤΟΣ παγωτατζίδικα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά σε κάθε γωνία υπήρχαν όχι απλώς τα συνηθισμένα παραλιομάγαζα που σέρβιραν και παγωτό, αλλά εξειδικευμένα παγωτατζίδικα με 85 γεύσεις το καθένα. Εκτός από αυτά, έχει και μερικά μαγαζιά όπου μπορείς να πιεις το ποτό σου ή να φας. Δεν θυμάμαι ούτε ένα από αυτά για κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Μια χαρά.

Ο Πόρος είναι ένα μικρό νησί χωρίς βράχια και χωρίς έντονο ανάγλυφο. Σχεδόν σε οποιοδήποτε σημείο του, εκτός από το λιμάνι, μπορείς απλά να μπεις στη θάλασσα. Σε μια θάλασσα που δεν είναι ούτε πολύ κρύα, ούτε πολύ ζεστή, ούτε βρώμικη, ούτε κρυστάλλινη. Η θάλασσα και η ακτογραμμή του Πόρου είναι μια χαρά.

Στον Πόρο υπάρχει ο αρχαίος Ναός του Ποσειδώνα. Βρίσκεται στη μέση του πουθενά, έχει μια υποτυπώδη περίφραξη και, αν θυμάμαι σωστά, ελάχιστο επεξηγηματικό υλικό. Ο Ναός του Ποσειδώνα αποτελείται βασικά από σκόρπιες πέτρες και στην περιοχή έχει μόνιμα 40 βαθμούς. Δεν σου προξενεί κανένα ενδιαφέρον, αλλά είναι σε ένα ευχάριστο σημείο όπου μπορείς να αράξεις. Με άλλα λόγια, μια χαρά.

Συμπέρασμα: όσο μπορείτε, να αποφεύγετε τα μέρη που υποψιάζεστε ότι έχουν προσλάβει κάποιον υπάλληλο από το Men in Black για να σας σβήνει τη μνήμη. Μια μεγάλη καταστροφή ή ένα τρομερό ξενέρωμα (σαν αυτά που περιγράφονται παρακάτω) είναι προτιμότερα από το να πρέπει να καταφύγετε σε φωτογραφίες για να μπορέσετε να γράψετε μερικές εκατοντάδες λέξεις για ένα μέρος όπου περάσατε ένα σημαντικό ποσοστό των ημερών των διακοπών σας μέχρι την επόμενη χρονιά.

 

Μόνο συγκλονιστικά πράγματα μπορούν να συμβούν σε ένα μέρος σαν αυτό.

 

Νίκος Σταματίνης-Σπάρτη

*Mα καλά, τι δουλεία έχει η Σπάρτη με τις καλοκαιρινές διακοπές θα μου πεις δικαιολογημένα. Δίκιο έχεις, αλλά τη διάλεξα, επειδή η εμπειρία μου είναι από περίοδο διακοπών (και μάλιστα την πιο κρίσιμη πρώτη μέρα). Νίκησε στα σημεία το Λουτράκι.

Τρόλει, μεσημέρι, Ιούλιος, Ομόνοια.

-Σας παρακαλώ κύριε, μπορείτε να κλείσετε το παράθυρο; Έχει κλιματισμό.

-Έχει χαλάσει, κυρία μου ο κλιματισμός. Δεν βλέπετε;

-Σας παρακαλώ να είστε πιο ευγενικός.

-Άσε μας κυρά μου. Δεν αλλάζει ο Έλληνας, μια ζωή τα ίδια θα είναι…μπλα…μπλα…μπλα.

Βάλε αυτό το αίσθημα που σου προκαλεί η παραπάνω εικόνα, σκέψου ότι ταυτόχρονα μασάς μια χαρτοπετσέτα και πρόβαλέ το όλο αυτό σε πόλη των 15.000 κατοίκων. Αυτή περίπου ήταν η εντύπωση που αποκόμισα τις δύο φορές που πέρασα Ιούλιο από τη Σπάρτη.

Μην παρεξηγηθώ #1. Η λακωνική Μάνη είναι από τα ωραιότερα μέρη που έχω επισκεφτεί. Εδώ μιλάω συγκεκριμένα για τη Σπάρτη.

Μην παρεξηγηθώ #2. Δεν ήταν το θέμα της ζέστης μόνο. Έχω ζήσει ακόμα μεγαλύτερες θερμοκρασίες στο Μεσολόγγι. Πάλι Ιούλιο μεσημέρι, στην Πλατεία των Πέντε Πρωθυπουργών. Θερμοκρασίες κοντά στους 50 κάτω από τον ήλιο και το μόνο πράγμα που κινείται να είναι μπάμπουρες με τέτοιο κεντρί που, αν ήθελαν, σου έκλεβαν το κινητό. Τουλάχιστον εδώ υπήρχε και ένα εντομολογικό ενδιαφέρον. Το θέμα στη Σπάρτη είναι το γενικότερο κλίμα.

 Όλες οι πολυκατοικίες είναι διώροφες ή τριώροφες σε ένα τεράστιο ΡΕΤΙΡΕ effect. Στη μέση όλων των κεντρικών δρόμων υπάρχουν αυτοί οι μίζεροι φοίνικες που είναι το χειρότερο πράγμα με το οποίο μπορεί να στολίσει ένας δήμαρχος την πόλη του, άλλα συνεχίζει να το κάνει γιατί είναι βλαχοδήμαρχος. Στα κενά που αφήνουν οι φοίνικες παρκαρισμένα αυτοκίνητα αγορασμένα λίγο πριν ή λίγο μετά από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Διάφορες ξεφτισμένες αφίσες από προεκλογικές εκδηλώσεις του ΛΑΟΣ από το 2009. Όλοι οι άνθρωποι που κυκλοφορούσαν ήταν μεταξύ 40 και 50. ΟΛΟΙ. Κάποιοι βιαστικοί, προσπαθούσαν να κρύψουν την Καθημερινή μέσα στην Ελεύθερη Ώρα. Ξενοδοχεία και καφετέριες με αρχαιοελληνικά ονόματα. Πιτσαρίες της νιότης μας με λόγκο μουστακαλήδες με καπέλο σεφ που γυρνάνε μια πίτσα (οκ, αυτό μου αρέσει). Μια βεβαιότητα ότι οποιοσδήποτε κάτω των 40 δεν έχει και πολλά πράγματα να κάνει σε αυτή την πόλη.

-Τι θα κάνεις το βράδυ;

-Θα πάω να δω το Παναθηναϊκός-Λεβαδειακός στο Apollon café-bar. Ψήσου.

-Μπα, δεν είμαι για πολλά σήμερα.

Αν τύχαινε να βγάλεις το βουνό από το οπτικό σου πεδίο, έχανες πλήρως κάθε ιδέα προσανατολισμού και βούταγες μέσα σε ένα αστικό μοτίβο και μέσα σε μια ακραία ομοιομορφία των πάντων, πράγμα που οδηγούσε σε ένα βαθύτερο άγχος ότι υπάρχει και μια περίπτωση να παγιδευτείς εκεί μέσα, λίγα χιλιόμετρα από την ομορφιά της μανιάτικης φύσης.

Τελικά βγάλαμε την άκρη μας. Είδαμε και το άγαλμα του Λεωνίδα παρέα με μια οικογένεια αμερικάνων, προφανώς οπαδών του Ζακ Σνάιντερ και αργότερα του Trump. Για λίγο το πράγμα άρχισε να μυρίζει τηγανητό κοτόπουλο και το τηγανητό κοτόπουλο είναι το τελευταίο πράγμα που θες να μυρίζει στους 40 βαθμούς Κελσίου.

Όταν καταφέραμε να βγούμε από την πόλη, ρίξαμε έναν ανήφορο για να δούμε τον Μυστρά. Φανταστικά. Αξίζει με τα χίλια. Από την κορυφή η Σπάρτη φαίνεται στη μέση ενός πράσινου τοπίου. Πώς είναι δυνατόν αυτό το πράγμα που έμοιαζε με παραφορτωμένο μαγαζί που πουλάει ηλεκτρικά είδη να μοιάζει τόσο γαλήνιο από μακριά;

 

Τι μπορεί να πάει στραβά;

 

Δημοσθένης Γαβαλάς – Ικαρία

Την Ικαρία την έχω επισκεφθεί δύο φορές, το 2011 και το 2015, η δεύτερη επίσκεψη μάλιστα κράτησε τουλάχιστον δύο εβδομάδες. Άλλωστε αυτά είναι και τα θετικά του να έχεις κολλητό με καταγωγή και σπίτι εκεί, να έχεις έμπνευση για τέτοιου είδους άρθρα.

Το 2015 –θυμάμαι- έφτασα με μπόλικη ταλαιπωρία στον Εύδηλο (το ένα εκ των δύο λιμανιών), εντελώς άυπνος, μακρύ το ταξίδι, στα όρια του ανεκτού το κούνημα, οικονομικά εισιτήρια στο κατάστρωμα, σίγουρα δυσάρεστη αλλά ανεκτή αρχή διακοπών. Διάολε τι λες; Καλοκαίρι είναι!  Φεύγοντας ξημερώματα και φτάνοντας στον Εύδηλο απόγευμα, το μόνο πράγμα που επιζητούσα(με) ήταν λίγος ύπνος που απλά να μην επηρεάζεται από την θορυβώδη μηχανή του πλοίου.  Φτάνοντας στο λιμάνι παρόλα αυτά προκύπτει ένα ακόμη πρόβλημα. Πώς φτάνουμε στο χωρίο όντας πεζοί και μαθαίνοντας από τον κολλητό ότι η φάση Ικαρία δεν συνεπάγεται τη φάση ΚΤΕΛ; Το δίλημμα ταξί ή βαρβαρότητα ήρθε να απαντήσει ευτυχώς την τελευταία στιγμή η πρόταση φίλης φίλου που προσφέρθηκε να μας μεταφέρει μέσω του πατέρα της που την περίμενε. Τι μπορεί να πάει στραβά σε ένα νησί χωρίς (λειτουργικό) ΚΤΕΛ;

Να μην τα πολυλογώ, ο ύπνος ήταν βαθύς και τη δωδεκάωρη διάρκειά του διέκοψε η βιολογική ανάγκη της πείνας. Ήταν 9 το πρωί. Φτάνοντας στο φούρνο του χωριού, μαύρισε η ψυχή μου. Δεν υπήρχε τίποτα. Τίποτα απολύτως. Την στενοχώρια μου διέκοψαν ευτυχώς τα καθησυχαστικά (;) λόγια του φούρναρη. Παιδιά, είναι νωρίς ελάτε σε 1-1.30 ώρα που θα ξεφουρνίσω. Διάολε πού έχω έρθει;

Για τι πράγμα είναι γνωστή η Ικαρία; Α ναι! Για τα πανηγύρια της, τα απόλυτα ΙΝ events τα οποία αν δεν επισκεφθείς, δε θα γνωρίσεις ποτέ τη φάση. Αναφέρομαι σε 5-6 ώρες συνύπαρξης σε πλατεία χωριού υπό τον άρυθμο – ρυθμό νησιώτικων μαζί με τύπους από 0 – 100 ετών που το μόνο κοινό σας χαρακτηριστικό πιθανότατα είναι το ότι είχατε δει τον τελικό του Euro το 2004 (Πορτογάλοι ακόμα τρέχετε). Άξια αναφοράς το άναμμα αλλά και σβήσιμο της βραδιάς από το χειρότερο πιοτό που έχει δοκιμαστεί (ή και δεν έχει δοκιμαστεί ποτέ), ένα ανοσιούργημα που εκεί το αποκαλούν «ντόπιο καριώτικο κρασί», που όλο αυτό μπορεί να σταθεί μόνο ως κομμάτι αυτής της φράσης γιατί δεν είναι κρασί. Είναι «ντόπιο καριώτικο κρασί».

Γιατί άλλο φημίζεται η Ικαρία; Α, ναι για τις παραλίες της. Παραλίες στις οποίες για να αποκτήσεις πρόσβαση πρέπει να περάσεις από μερικά πτώματα, αλλά και τα βιολογικά τους λύματα. Κάθε χρόνο χιλιάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών (φοιτητές δηλαδή) συρρέουν, κατακλύζοντας τις ακτές της και αφήνοντας πίσω, μερικούς τόνους σκουπιδιών, πέρα από εαυτούς τους. Άλλωστε τι πιο αναζωογονητικό από την ατέρμονη αναζήτηση  του your inner self σε ένα φυσικό (με αφύσικη ανθρώπινη βλάστηση) τοπίο στο οποίο υπάρχει ταυτόχρονα τρεις φορές ο πληθυσμός του νησιού; – Έλα ρε μαν χαλάρωσε, καλοκαιράκι φάση έχουμε.

Τι άλλο θυμάμαι από την εκεί επίσκεψη; Νομίζω τις υποδομές. Θυμάμαι κάθε χιλιόμετρο από τους γεμάτους λακούβες κατσικόδρομους, και τους σπασμένους και χωρίς φώτα επαρχιακούς δρόμους που οδήγησα και συνοδήγησα. Δρόμοι χωρίς μέλλον παρόν και παρελθόν που η επιτυχής επιβίωση  τους ισοδυναμούσε με βεβαίωση συμμετοχής στο Rally Acropolis. Δρόμοι  που έφτιαξε η ΜΟΜΑ, αλλά και να μην τους είχε φτιάξει θα έπρεπε να ‘χε εφευρεθεί για να τους φτιάξει. Δρόμοι που σε συνδυασμό με τα 2 ευρώ βενζίνη, τις πανάκριβες τιμές σούπερ μάρκετ πάντα με την επίφαση του χαλλλλαρού lifestyle διακοπών από τις διακοπές και τέλος τη διάχυτη αισθητική της ΚΚΕ μιζέριας, η οποία προέβαλε – πούλαγε την εικόνα του τελευταίου Γαλατικού χωριού που αντιστέκεται στους κατακτητές, με έκαναν αρχικά να νοσταλγήσω κάπως την Αθήνα. Και ήταν ακόμη Ιούλιος διάολε.

 

Η φάση.

 

Γιώργος Αρχόντας-Λευκάδα

Καλοκαίρι 2005 και, όπως συνήθως εκείνα τα χρόνια, μαθαίνω πότε θα πάρω άδεια δυο μέρες πριν την πάρω. Προφανώς είναι αδύνατο να κανονίσω κάτι με τη συνήθη διαδικασία, λέγοντας τον πόνο μου όμως δεξιά κι αριστερά, μαθαίνω ότι μια καλή μου φίλη θα πήγαινε στη Λευκάδα για μπάνια και ρηλάξ. Μου φαίνεται καλή φάση δεδομένων των συνθηκών, το συζητάμε και συμφωνούμε να πάμε μαζί. Μεγάλο λάθος.

Ημέρα 1η

Στο αυτοκίνητό μου που μας πάει Λευκάδα χαλάει ξαφνικά το σιντιπλέηα, δηλαδή αρνείται να βγάλει το σιντί που έχει μέσα. Δεν πα να είχα διαλέξει καμιά εικοσαριά σιντί για να ακούμε; Μείναμε με ένα σαπιολάουντζ που το βάλαμε πρώτο για πλάκα, τύπου «να μπούμε σε μουντ διακοπών». Μεγάλο λάθος. Δώδεκα χρόνια μετά, ακόμη θυμάμαι με βιωματική αηδία ένα-ένα τα ρημαδοκομμάτια του. Από την άλλη βέβαια,  η εναλλακτική επιλογή, τα διαδοχικά ράδιο-κλαρίνο της διαδρομής, μας φάνηκε ακόμη χειρότερη.

Φτάνοντας, λέμε να πάμε για μπάνιο σ’ αυτή την φοβερή παραλία του νησιού το Πόρτο Κατσίκι. Λέω στη φίλη μου «επειδή είμαι άμαθος από καλοκαίρια και διακοπές [Σημείωση Συντάκτη: μεγάλη ιστορία] πρόσεχέ με. Τουτέστιν, άμα δεις ότι πρέπει να βάλω αντηλιακό, να πιω νερό, να βγω από τη θάλασσα γιατί κάθισα πολύ, να βάλω ζακέτα ξερωγώ, πες το μου χωρίς ντροπές». Νόμιζε ότι κάνω πλάκα. Μεγάλο λάθος! Αράζω λοιπόν στην παραλία, ανοίγω τον τρίτο τόμο του Law, Legislation & Liberty και αφήνομαι στα χάδια του ήλιου. Σε κάποια φάση απορημένος ρωτώ τη φίλη μου «Να σου πω, αρχίζω να αισθάνομαι ότι ζεσταίνομαι – αλλά από τα μέσα προς τα έξω. Είναι φυσιολογικό; Έτσι γίνεται στην ηλιοθεραπεία;». Μου λέει ναι, να μην ανησυχώ εφόσον έβαλα αντηλιακό πριν από μισή ώρα, και να πάω να κάνω μια βουτιά να δροσιστώ. Μεγάλο λάθος. Έγινα μωβ. Τόσο μωβ, που το βράδυ στο Νυδρί με βλέπανε οι Άγγλοι κατακαμμένο και γελούσανε. Ποιοι; Οι Άγγλοι ρε φίλε. Περιττό να πω ότι εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα από τον πόνο – τον σωματικό και τον ψυχολογικό.

 

 

Ημέρα 2η

Τη δεύτερη μέρα είπαμε να το πάρουμε λίγο πιο χαλαρά – να δούμε κανα αξιοθέατο μέσα στη μέρα και να πάμε για μπάνιο αφού πέσει ο ήλιος δεδομένης της αποδεδειγμένης πλέον ευπάθειάς μου. Πήγαμε λοιπόν σε ένα κάστρο με πηγές, κάτι τέτοιο τέλος πάντως ωραίο και γραφικό. Πίνοντας τον καφέ μας στην εκεί καφετέρια λέω στη φίλη μου: «Λοιπόν, τελευταία η ζωή μου έχει ρουτινιάσει. Θα ‘θελα να γίνει πιο συναρπαστική βρε παιδί μου». Μεγάλο λάθος. Δέκα λεπτά μετά, με το υπερπέραν να μου κάνει τη χάρη, βρισκόμασταν σε παρακείμενο χαντάκι, καθώς ντόπιος υπερήλιξ οδηγός είχε στουκάρει το αυτοκίνητό μας. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η τροχαία να θέλει να ρίξει το φταίξιμο στον τουρίστα, δηλαδή σ’ εμένα. Τέλος πάντων, μετά από βόλτες στο νοσοκομείο, στο αστυνομικό τμήμα, ξανά στο νοσοκομείο και ξανά στο αστυνομικό τμήμα, και με διάφορες εκπλήξεις κατά τη διαδικασία της κατάθεσης στο αυτόφωρο [Σημείωση Συντάκτη: μεγάλη ιστορία], το συμβάν καταγράφηκε ως είχε. Περιττό να πω ότι εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα από τον πόνο – τον σωματικό και τον ψυχολογικό.

Ημέρα 3η

Έχοντας τόσο εγώ όσο και η καλή μου φίλη αποφασίσει ότι δεν μας πάει το πράγμα, χωρίς πολλά πολλά αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω. Το αμάξι σμπαραλιασμένο, η ντουζιέρα να βγάζει νερό με τη σταγόνα, τα ηλιοεγκαύματα να με καίνε, το αυτί μου να βουίζει από το τρακάρισμα, η γατούλα νιάου-νιάου, το κοκκοράκι κικιρικικί, πήραμε ένα ταξί για να γλιτώσουμε την ταλαιπωρία του ΚΤΕΛ και γυρίσαμε Αθήνα (2005 λέμε, λεφτά ψιλοϋπήρχαν). Αυτή ήταν η πρώτη, και η μόνη σωστή απόφαση εκείνων των διακοπών. Περιττό να πω ότι εκείνο το βράδυ, και για πολλά επόμενα, δεν κοιμήθηκα από τον πόνο – τον σωματικό και τον ψυχολογικό.

  • Social Links: