Υπάρχει ένας αστικός θρύλος ότι άπαξ κι ακούσεις Post Malone, θα ακούς ισόβια τη μουσική του επειδή θα σου κολλήσει. Επιβεβαιώνω. Όταν έβαλα να ακούσω το Congratulations, ένα από τα…

Πολιτική και γραφικότητα: Post Malone, ο Donald Trump της χιπ χοπ

Υπάρχει ένας αστικός θρύλος ότι άπαξ κι ακούσεις Post Malone, θα ακούς ισόβια τη μουσική του επειδή θα σου κολλήσει. Επιβεβαιώνω. Όταν έβαλα να ακούσω το Congratulations, ένα από τα πιο γνωστά του κομμάτια, καταδικάστηκα στο να το ακούσω καμιά δεκαριά φορές ακόμα μέσα στην ίδια ημέρα. Και δε με τιμά – όχι μόνο γιατί η μουσική του είναι μια mainstream τσιχλόφουσκα.

Παρά το προβλέψιμο της μουσικής του, ο Austin Richard Post – όπως είναι το πραγματικό του όνομα – δεν περνάει απαρατήρητος. Γεννηθείς το 1995, έζησε την παιδική του ηλικία και την εφηβεία του στη Νέα Υόρκη κι έπειτα στο Τέξας. Το παιχνίδι Guitar Hero τον ενέπνευσε να μάθει να παίζει μουσική, πειραματίστηκε με μουσικά είδη, όπως η country κι η hip hop κι έκανε το μουσικό του ντεμπούτο σε μια heavy metal μπάντα, αποφασίζοντας έπειτα ότι του ταιριάζουν πιο soft rock ήχοι. Στα 14-15, υιοθέτησε το Post Malone ως συνδυασμό του μικρού του ονόματος και του αποτελέσματος ενός rap name generator, ενώ στα 16 του έβγαλε το πρώτο του mixtape «Young and After Them Riches» και στην ίδια ηλικία ψηφίστηκε από τους συμμαθητές τους ως «Most Likely To Become Famous». Αργότερα, γράφτηκε στο κολλέγιο μα το παράτησε, μετακομίζοντας στο Los Angeles με τον κολλητό του, όπου το εισόδημα ήταν τα κέρματα που έβρισκε στο δρόμο κι όπου κοιμόταν στη ντουλάπα του διαμερίσματος. Η σαρωτική επιτυχία του πρώτου του single, White Iverson, ωστόσο ήταν η αφορμή για την είσοδό του στη mainstream σφαίρα, με το ντεμπούτο του, Stoney, να γίνεται πλατινένιο στη συνέχεια. Έτσι, ένας κάφρος με σιδεράκια, κοτσίδα και πολλά tatoo έγινε ένας πολυσυζητημένος ράπερ.

Ο ίδιος είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, με κάποιους να τον αποκαλούν Donald Trump της Hip Hop. Ενώ η μουσική του είναι σε μεγάλο βαθμό hip hop, ο Malone αποκηρύσσει αυτό το είδος, λέγοντας δημοσίως ότι το θεωρεί ως ένα ανάλαφρο είδος που δεν εξιστορεί πράγματα βγαλμένα από τη ζωή. Η δήλωσή του αυτή αντιμετωπίστηκε αρνητικά από πολλούς rappers του χώρου, όπως το Vince Staples. Έχει κατηγορηθεί από τη hip hop κοινότητα για επανιδιοποίηση της αφροαμερικάνικης κουλτούρας. Ακόμα, πιστεύει στις θεωρίες συνομωσίας και το σπίτι του είναι γεμάτο όπλα καθώς είναι υπέρ της οπλοκατοχής.

Η αλήθεια είναι ότι ο Malone αντιπροσωπεύει την «cheap and cheerful» λύση στο hip hop τοπίο, για όσους προτιμούν να ακούσουν κάτι ανώδυνο, που σε τελική ανάλυση δεν έχει σχέση με τη βιωματική πλειοψηφία του είδους, μιας μουσικής που ξεφεύγει από αυτό, όχι μόνο ηχητικά, αλλά κι ιδεολογικά. Κι ενώ υπάρχουν πολλά ονόματα στη mainstream σφαίρα που εξυπηρετούν αυτόν ακριβώς το σκοπό, του ανώδυνου, όπως ο ASAP Rocky κι ο Future, υπάρχει ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τον Malone από αυτούς. Ο Post αντιπροσωπεύει τον τύπο του κουτοπόνηρου κάφρου που ίσως δεν έχει ψάξει τόσο καλά το τι σημαίνει η μουσική που πρεσβεύει, ούτε οι ιδέες του, μα δεν τον ενδιαφέρει, επειδή στην Αμερική του Donald Trump απόψεις σαν τις δικές του εκφράζουν αρκετό κόσμο. Προτιμά να βλέπει το hip hop ως μια φόρμα για να τον κάνει δημοφιλή, χτίζει μια αντιφατική σχέση με το είδος, αποδίδοντας το σε μεγάλο βαθμό το ότι είναι λευκός ράπερ κι επειδή ακριβώς είναι λευκός, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει λόγω white privilege. Είναι, λοιπόν ένας γραφικός τύπος που πατάει στους κανόνες της hip hop βιομηχανίας, δημιουργώντας μια πολιτική θέση υπέρ του λευκού προνομίου.

Έτσι, το μεγαλύτερο πρόβλημα στην περίπτωση του Malone δεν είναι ο ίδιος. Είναι η συγκυρία που του επέτρεψε να κάνει καριέρα. Ακόμα κι αν η hip hop έχει κάνει σημαντικά βήματα κι οι εκπρόσωποι της δεν είναι πλέον οι μισογύνηδες/ομοφοβικοί Eminem και 50 Cent, το ότι η βάση της βρίσκεται στις ΗΠΑ της εποχής της προεδρίας του Donald Trump δε συνεπάγεται μόνο φωνές αντίστασης – έχει και στοιχεία αντικατοπτρισμού της.