Γιώργος Βασιλάκος, Γιώργος Κόσσυφας, Στεφανία Κουτσουπιά   Τώρα, που το χέρι καίει Η Ηριάννα και ο Περικλής είναι αθώοι. Όχι εκτός φυλακής μέχρι νεωτέρας, όχι αναστολές, όχι περιοριστικά μέτρα, όχι…

Ηριάννα και Περικλής: Αποτίμηση μιας αθωωτικής απόφασης που περιμέναμε καιρό

Γιώργος Βασιλάκος, Γιώργος Κόσσυφας, Στεφανία Κουτσουπιά

 

Τώρα, που το χέρι καίει

Η Ηριάννα και ο Περικλής είναι αθώοι. Όχι εκτός φυλακής μέχρι νεωτέρας, όχι αναστολές, όχι περιοριστικά μέτρα, όχι άλλος καταναγκασμός-αθώοι από όλες τις κατηγορίες που τους αποδόθηκαν.

Η ποινική δικαιοσύνη της Ελλάδας έδωσε το καλύτερο παράσημο στην αρχή της ηθικής απόδειξης, στο δικαιοκρατικό θεμέλιο της ελευθερίας του δικαστή να διαμορφώνει κρίση επί της ουσίας της υπόθεσης βασιζόμενος στην ύπαρξη αποδεικτικού υλικού (ή και στην απουσία αυτού, εφόσον δεν βρήκαμε κάτι, δεν σημαίνει ότι η πλευρά του κατηγορούμενου πρέπει να μας αποδείξει θετικά πως δεν έκανε κάτι). Και τίποτα δεν ήταν εύκολο, η αθώωση δεν εκβιάζεται από κινήματα και αλληλεγγύη, γιατί ο δικαστής οφείλει να αιτιολογήσει την απόφασή του. Καλώς ή κακώς -και τα δυο παίζουν- ο δικαστής υπακούει στη συνείδησή του για να διαμορφώσει την απόφασή του επί της αθώωσης και της καταδίκης. Εδώ έκανε μια -στα πλαίσια της μέχρι σήμερα δικαστηριακής πρακτικής- υπέρβαση, αναγνωρίζοντας κάτι που η επιστημονική κοινότητα γνώριζε δεκαετίες: το δείγμα DNA δεν είναι θέσφατο. Αργήσαμε, αλλά το δεχτήκαμε.

Πλην των άλλων, στο υποσύστημα (εν σχέσει με το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο της κοινωνίας) της ποινικής δικαιοσύνης διανύσαμε έναν Ρουβίκωνα (pun intended), ιδίως δε σε μιαν απόφαση, η οποία έλαβε μεγάλες διαστάσεις στο δημόσιο λόγο, και που όλα είχαν γίνει μύλος, καθότι όλοι γίναμε για μια μέρα ποινικολόγοι, εγκληματολόγοι, γενετιστές. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας με κρύο χέρι αποφάσισε, ομοφώνως, να δώσει ένα τέλος, κάνοντας το μόνο που μπορεί να κάνει: να αποδώσει δικαιοσύνη.

 

 

Όταν βγαίνει μια ορθή απόφαση, κερδισμένη είναι πρώτη όλων η δικαιοσύνη, άρα και η τάξη δικαίου, άρα και η κοινωνία. Ηριάννα και Περικλής είναι ελεύθεροι, μετά από 1 και χρόνο άδικης κράτησης. Το κράτος θα πληρώσει τα σπασμένα του με χρηματική αποζημίωση, αλλά ο χρόνος που έχασαν –και ο ύπνος – δεν αποτιμάται σε χρήμα, άρα υπάρχει ένα κομμάτι αδικίας που υπέστησαν, που δεν εξαλείφεται και παρά την αθώωση. Στεκόμαστε όμως σ’ αυτή την αθώωση, γιατί είναι μια μεγάλη νίκη της δικαιοσύνης. Μια υπεράσπιση του δικαίου, του θεσμικού του ρόλου και της αξιοπιστίας του για τους πολίτες – αξιοπιστίας εύθραυστης, μέσα από μια παράδοση συντηρητικών αποφάσεων της ελληνικής δικαιοσύνης, που τελευταία έμοιαζε να βρίσκεται σε έξαρση. Μια νίκη απέναντι σε εκείνους που επικρότησαν μια λογική(;) ποινικοποίησης κοινωνικών συναναστροφών και πολιτικών φρονημάτων (χαίρε ω χαίρε 1952!). Οι διαχειριστές της δικαιοσύνης είναι ασφαλώς πάντοτε άνθρωποι, αλλά το δίκαιο δεν μπορεί να προσαρμόζεται στο ανάστημά τους. Ανθρώπινη ήταν και κρίση της δικαστικής έδρας που αποφάσισε την αθώωση, αλλά αυτό που την υψώνει στην άξια θέση της είναι η συνείδηση του δικαίου – αυτή είναι μαζί και η καρδιά του.

Οπότε εδώ είμαστε, κάποιοι στραπατσαρίστηκαν δια βίου, αλλά τελικά γλίτωσαν και μαζί τους γλίτωσε η εμπιστοσύνη μας στην ελληνική δικαιοσύνη – για την ώρα, γιατί η πολιτική εμπιστοσύνη (και με το πολιτική εννοούμε των πολιτών) δεν κερδίζεται άπαξ, αλλά δοκιμάζεται καθημερινά, στις αίθουσες των δικαστηρίων. Αφήνοντας στην άκρη εκείνους που θέλησαν να βρουν ενοχή, γιατί αυτό βολεύει καλύτερα την ερεβώδη κοσμοθεωρία τους, ας γίνει μια ειδική μνεία στους Ποντίους Πιλάτους. Σε όλους εκείνους που είπαν πως διατύπωση κρίσης είναι δικαστική δουλειά μόνο, πως ο πολίτης δεν μπορεί να έχει γνώμη, γιατί δεν έχει τα εργαλεία, πως κανείς δεν ξέρει τι και αν είναι αληθές. Χωρίς να υποπέσουμε σε λογική λαϊκών δικαστηρίων, σαφώς, την εξουσία, την υποχρέωση και το δικαίωμα της επίσημης κρίσης είχαν τα δικαστήρια.

Ωστόσο, έχουν και οι κοινωνίες την ευθύνη τους, έχουν τα μέσα και την πληροφορία για να διαμορφώνουν γνώμη. Η επίκληση της ουδετερότητας είναι το pollice verso στην αφαίρεση εν τέλει της γνώμης και μοιάζει με απόρριψη ευθυνών που δεν ταιριάζει σε δημοκρατικές κοινωνίες. Η αρχή της ηθικής απόδειξης, δεν αφορά εν τέλει μόνο τους δικαστές, δεν είναι μόνο ένα άρθρο στον κώδικα ποινικής δικονομίας. Κάπως προέκυψε. Άλλωστε, από ένα κοινωνικό παράδειγμα φτιάχτηκε αργά και δύσκολα κάθε κανόνας στο κωδικοποιημένο δίκαιο. Στην περίπτωση μας, η ηθική απόδειξη δεν έχει άλλη βάση παρά την ικανότητα της συνείδησης να αξιολογεί. Αυτή την ηθική απόδειξη δεν μπορεί να αρνείται η κοινωνία στον εαυτό της, γιατί και η ουδετερότητα είναι μια επιλογή και σαν επιλογή παράγει τελικά ευθύνη.

 

 

Η πολιτική ως άρση της αντινομίας δύο δικαστικών αποφάσεων

Ήδη έχουν γραφτεί πολλά και θα γραφτούν ίσως ακόμη περισσότερα υπερασπιστικά κείμενα, ας ελπίσουμε, για τη χθεσινή, δευτεροβάθμια αθωωτική απόφαση, αλλά και για τις νομικές δυνατότητες που ανοίγονται για τους δύο πρώην κατηγορούμενους, ώστε να διεκδικήσουν αποζημίωση για τα όσα υπέφεραν χωρίς λόγο. Ή μάλλον υπάρχει λόγος και σ’ αυτόν εδώ θα εστιάσουμε, καθώς το αντιφατικό της καταδίκης του πρώτου βαθμού, δεν μπορεί να αποδοθεί στην τύχη, ούτε να αναγνωστεί με μια αντίληψη στενά νομική, με την έννοια μιας απλώς εσφαλμένης εφαρμογής του δικαίου. Έτσι κι αλλιώς, η εφαρμογή του δικαίου χρειάζεται πρώτα την ερμηνεία του από νομικούς και εν προκειμένω από δικαστές. Μάλιστα επισημαίνουμε το πρότερο χρονικά τμήμα, αυτό της ερμηνείας, γιατί όσο κι αν φαντάζει αυτονόητο, πολλές φορές το προσπερνάμε και δεχόμαστε κάθε δικαστική απόφαση σαν ουρανοκατέβατη.

Οι δικαστικές αποφάσεις λαμβάνονται από ανθρώπους κι αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι όσο αντικειμενικοί και επαγγελματίες κι αν είναι, σίγουρα άλλοι σε μεγαλύτερο κι άλλοι σε μικρότερο βαθμό, εμφορούνται από τη δική τους ιδεολογία ή το δικό τους αξιακό σύστημα, στο περιθώριο του πεδίου του δικαίου. Ακόμα και ο θεωρητικός του δικαίου, Hans Kelsen, παρότι ένας από τους πλέον κλασικούς εκπροσώπους του νομικού θετικισμού του 20ου αιώνα, με λίγα λόγια, της αυστηρής διάκρισης του νομικού συστήματος από τα πεδία της πολιτικής, της ηθικής και του μεταφυσικού-θεολογικού, όπως εκφράζεται μέσα από την «καθαρή θεωρία του δικαίου» του, συμφωνεί στο ότι ο/η δικαστής όσο αντικειμενικός/-η κι αν είναι, παράγει με τις αποφάσεις του/της μια «δικαϊκή πολιτική». Πέραν δηλαδή του αν συμφωνούμε στο ότι το ίδιο το αντικείμενο του δικαίου, ως ένα δεδομένο, προκαθορισμένο σύστημα κανόνων, είναι δυνατόν να μένει ανεπηρέαστο από εξωτερικούς, κοινωνικούς παράγοντες, συμφωνούμε σίγουρα στο ότι εφόσον εφαρμόζεται από υποκείμενα που έχουν σάρκα και κατατρύχονται από συναισθήματα και βουλήσεις, η διείσδυση της πολιτικής είναι αναπόφευκτη de facto.[1]

Προκειμένου να επιστρέψουμε όμως στο θέμα μας και να γίνει το απαραίτητο κονέξιο (σικ), από την θεωρία στην πράξη, καταλαβαίνουμε ότι τόσο η πρώτη, όσο κι η δεύτερη απόφαση εμπεριέχουν το στοιχείο του πολιτικού. Ειδικότερα τώρα, στην πρώτη, το όλο επιστημονικά αστήρικτο του DNA πειστηρίου, του οποίου η βασιμότητα έχει αναιρεθεί σχεδόν από κάθε ειδικό, καταφέρνει να επικρατήσει, στηριζόμενο αποκλειστικά, κατά τη γνώμη μας, στο πολιτικό. Αυτό ανιχνεύεται εύκολα στην ιδεολογία του φόβου και του συντηρητισμού που αποπνέει εκείνη η απόφαση. Ενός συντηρητισμού που δεν είναι κενή κατηγορία που βολεύει να εκσφενδονίζεται, αλλά συμπυκνώνεται με τον πιο περιγραφικό τρόπο, στο απόσπασμα με τα συγκεκριμένα λόγια της εισαγγελέα, η οποία ουσιαστικά τον πραγματώνει στο εφετείο.

Η καχυποψία, οι γενικεύσεις και τα στερεότυπα, που παρατηρούσαμε απ’ την πρώτη στιγμή να βγαίνουν από τα στόματα των παραγόντων της δίκης και πάντα σε σχέση με την αυθαίρετη, τόσο νομικά, όσο και λογικά, σύνδεση αναρχισμού-τρομοκρατίας, μυρίζει από χιλιόμετρα συντηρητισμό, στην καλύτερη περίπτωση. Δεν νοείται επιχειρηματολογία, η οποία πολλώ δε μάλλον έχει νομικό χαρακτήρα, άρα την διατρέχουν κατά βάση τεχνικοί όροι, να βασίζεται σε «εναγκαλισμούς» που ξεπερνούν την έννοια  της φιλίας και σηματοδοτούν την ταύτιση, όχι μόνο απόψεων, αλλά κι ενεργειών.

Η συντηρητική ιδεολογία δεν φτάνει όμως από μόνη της για να καθορίσει μια δικαστική απόφαση σε πολιτικό επίπεδο και να επηρεάσει τις ζωές αυτών των ανθρώπων με τον συγκεκριμένο βάναυσο τρόπο, του άδικου εγκλεισμού των αμέτρητων μηνών. Πλάι της χρειάζεται να στέκεται μια δεδομένη επιλογή και η έννοια της ισχύος, ως δύο ακόμη συστατικά στοιχεία που συγκροτούν αυτήν την πολιτική χροιά. Η επιλογή είναι εκείνη της καταδίκης και η ισχύς βρίσκεται στην δυνατότητα εφαρμογής της επιλογής αυτής, η οποία αντλεί την εγκυρότητά της από μια ανώτερη αρχή. Θα μπορούσαμε φυσικά να αναπτύξουμε κι αυτά τα σημεία του όλου πολιτικο-δικαϊκού αμαλγάματος, αλλά θα θέλαμε ένα κείμενο ακόμα τουλάχιστον.

 

Όσον αφορά, από την άλλη, τη χθεσινή αθωωτική απόφαση, έχει κι αυτή επίσης ένα πολιτικό κομμάτι στο σκεπτικό της. Δεν θα ήταν άλλωστε συνεπές να μπει κανείς σε μια λογική δύο μέτρων και δύο σταθμών, θεωρώντας την απόλυτα ορθολογική, επιστημονικά αναγκαία ή ακόμα χειρότερα θεόσταλτη. Αυτή τη φορά, η χθεσινή απόφαση των δικαστικών λειτουργών και σε αντιδιαστολή με την εισαγγελική τοποθέτηση, άφησε ένα προοδευτικό πρόσημο στο πολιτικό της στίγμα. Η φράση «οι κοινωνικές συναναστροφές δεν ποινικοποιούνται», που  εμπεριέχεται στο σώμα της απόφασης και έχει γίνει ήδη viral στα σόσιαλ μίντια, είναι ενδεικτική ως προς την ενσωμάτωση μιας προοδευτικότητας στον πυρήνα της και ακυρώνει έτσι απλά τον συντηρητισμό της πρωτόδικης, που έφερνε μαζί της ξεπερασμένες από καιρό μνήμες πιστοποίησης κοινωνικών φρονημάτων. Σαφώς το γεγονός πως καλούμαστε σήμερα να αναγνωρίσουμε ως προοδευτική μια φράση που αντικατοπτρίζει κεκτημένα δεκαετιών, είναι τουλάχιστον αποκαρδιωτικό. Ταυτόχρονα όμως, ας κρατήσουμε και το ότι η πολιτική προφανώς δεν μπορεί να εξαντλείται μόνο σε κλασικά δίπολα του τύπου «δεξιά-αριστερά» ή «φιλελευθερισμός-σοσιαλισμός». Και στην τελική, όποιος/-α διαφωνεί με οτιδήποτε από τα παραπάνω, αν έχει στοιχεία για κάτι διαφορετικό, να τα καταθέσει στον/στην εισαγγελέα.

 

[1] Αντίστοιχη προβληματική μας απασχόλησε και στο παρελθόν: https://skra-punk.com/2016/11/01/o-nomos-pappa-politiki-plevra-tis-dikeosynis-ke-o-vyron-polydoras/

  • Social Links: