Κι όλα καταλήγουν στο μέρος που γνωρίζω καλύτερα. Στον πάτο. Κάθε φορά έλεγα στον εαυτό μου ότι θα ‘ναι η τελευταία, ότι δε θα ξανασυμβεί. Μα να ‘μαι. Με hangover…

No Honey 2.01: Μια καταστροφή

Κι όλα καταλήγουν στο μέρος που γνωρίζω καλύτερα. Στον πάτο. Κάθε φορά έλεγα στον εαυτό μου ότι θα ‘ναι η τελευταία, ότι δε θα ξανασυμβεί. Μα να ‘μαι. Με hangover στον καναπέ του σπιτιού μου.

Η έκφραση μου ήταν κενή. Δεν είχα ακόμα τη δύναμη να εκφράσω την απογοήτευσή μου. Μου είχα υποσχεθεί να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Μα μάλλον δεν τα ‘χα καταφέρει ακόμα. Είχα δώσει μια υπόσχεση στον εαυτό μου εδώ κι ένα χρόνο μα δε μπορούσα να την κρατήσω. Δε μπορούσα να εντοπίσω κάποια πρόοδο. Το μόνο που συνέβαινε ήταν να βλέπω ανθρώπους και καταστάσεις να φεύγουν. Ποτέ δε μπορούσα να τις σώσω. Έμενα πάντα με τις ενοχές, να σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να είχα ανταποκριθεί καλύτερα, να τις είχα αποτρέψει από το να φύγουν. Μα πάντα έφευγαν. Πριν μπορέσω εγώ να πω κάτι. Κι αναρωτιόμουν – είμαι παθητική, αυτοκαταστροφική ή απλά ανήμπορη, τι στο καλό είμαι;

Το περασμένο βράδυ ήταν μια απόδειξη αυτού του μοτίβου. Είχα ραντεβού με τον Άγη. Βγαίναμε καιρό. Περίπου έξι μήνες. Ήταν καλό παιδί. Μου άρεσε, κατά έναν τρόπο. Ήταν ήρεμος κι ευγενικός, σταθερός και περιποιητικός. Βρισκόμασταν σε ένα μπαρ. Συζητούσαμε για τις δουλειές μας, για το μέλλον. Μια φαινομενικά ήρεμη κατάσταση.

Όμως ο Ραφαήλ μου έστελνε ακόμα μηνύματα. Μερικές φορές του απαντούσα. Άλλες φορές βγαίναμε – και προσπαθούσε να με πηδήξει ξανά μα εγώ τον απέτρεπα. Μα τις περισσότερες φορές έκανα το σωστό – τον αγνοούσα. Κι εκείνο το βράδυ θα τον αγνοούσα. Ήδη με είχε αποσυντονίσει αρκετά κι έπρεπε να επικεντρωθώ σε κάτι που είχε μέλλον.

Ο Άγης με κέρασε ποτό. Χαμογέλασα. Τον φίλησα. Όχι σήμερα, Ραφαήλ, σκέφτηκα. Τσούγκρισμα ποτηριών.

Ο μπάρμαν μας κέρασε σφηνάκια.

«Εγώ οδηγώ» είπε αυτός. «Πιες και το δεύτερο»

«Ε κρίμα είναι το καημένο»  γέλασα.

Μια ώρα αργότερα με γυρνούσε σπίτι με το αμάξι του. Βρισκόμασταν κάπου στο κέντρο, στην Πανεπιστημίου. Πάντα περνούσαμε από εκεί – λες και χρειαζόταν να εμπεδώσουμε πόσο όμορφα περίεργος είναι αυτός ο δρόμος τις ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Πάντα εκείνος με γύριζε σπίτι. Πάντα με φρόντιζε.

Φανάρι.

«Αυτά τα φανάρια του κέντρου σε κάνουν να περιμένεις για αιώνες» έκανε ο Άγης.

«Ναι, ξέρω, έχω οδηγήσει πολλές φορές κέντρο» του είπα.

Γέλασε.

«Υποτίθεται ότι τα καλά πράγματα έρχονται όταν περιμένεις» μου είπε.

Μελαγχόλησα. Σχεδόν ένας χρόνος κι ακόμα δεν είχε έρθει κάτι καλό. Πόση αναμονή μπορούσα να αντέξω; Πόση υπομονή να είχα πια; Είχε ήδη εξαντληθεί. Πότε θα γινόταν το φανάρι πράσινο; Για πόσο ακόμα θα έμενα στη σιωπή, κοιτάζοντας την αστική παρακμή από το παράθυρο;

«Λοιπόν, θέλω να σου πω κάτι» μου είπε ο Άγης.

Άναψε το φανάρι. Επιτέλους!

«Άστο» συνέχισε. «Θα στο πω μετά»

Το κράτησε μέχρι τη στιγμή που φθάσαμε σπίτι μου.

«Θέλω κάτι περισσότερο» μου είπε.

Δεν είχα καν βγάλει τη ζώνη μου. Είχε βρει την κατάλληλη στιγμή.

Το απαραίτητο δυνατό χτυποκάρδι. Έκανα να τον φιλήσω. Ήθελα να του φωνάξω «ναι», λες και παίζαμε σε χολιγουντιανή ταινία. Επιτέλους είχε έρθει κάτι καλό. Το πράσινο φανάρι είχε ανάψει.

Όχι. Όχι. Δε μπορούσα να το κάνω αυτό. Είχα ένα χρόνο να μπω σε σχέση. Ο τελευταίος πρώην μου με μισούσε πραγματικά. Με μισούσε επειδή τον είχα κερατώσει. Τον είχα κερατώσει με το Ραφαήλ. Αυτός ο άνθρωπος θα με στοίχειωνε για πάντα. Θα έμπαινε ανάμεσα σε κάθε πιθανότητά μου να είμαι καλά. Γύριζα πάντα σε αυτόν. Θα με έκανε να πληγώσω τους άλλους. Μπορούσα να καταλάβω το μοτίβο – θα πλήγωνα και τον Άγη. Θα προκαλούσα την καταστροφή και πάλι. Κι ο Άγης δεν άξιζε ένα καταστροφικό άτομο σαν κι εμένα. Κανείς δεν το άξιζε.

Έβγαλα τη ζώνη. Το έκανα νεύμα να με αφήσει.

«Συγγνώμη» έκανα.

Βγήκα από το αμάξι.. Κατευθύνθηκα προς το περίπτερο. Αγόρασα κι άλλο αλκοόλ. Ήμουν έτοιμη να χάσω κάθε έλεγχο.

Πίσω στον καναπέ. Το κινητό μου χτυπούσε. Πηνελόπη

«Ρε μαλάκα θα έρθεις ποτέ;»

Θυμωμένη Πηνελόπη.

«Έχουμε να δούμε εκείνο το σπίτι, το ξέχασες;» μου φώναξε.

«Οκ, έχεις δίκιο» έκανα. «Θα έρθω. Συγγνώμη που σε έστησα»

Μάζεψε τα κομμάτια σου, Έλλη, είπα στον εαυτό μου.

            «Breakin’ your heart, split it in half. Told you it all»