Με αφορμή την κυκλοφορία του Star Wars: Episode IX – Rise of Skywalker.   Απρίλης 2019. Πρωινό, καφές, youtube. Το βλέμμα πέφτει πάνω στο trailer για το Star Wars: Episode…

«Not_my_Star_Wars»: Η alt-right αντεπιτίθεται

Με αφορμή την κυκλοφορία του Star Wars: Episode IX – Rise of Skywalker.

 

Απρίλης 2019. Πρωινό, καφές, youtube. Το βλέμμα πέφτει πάνω στο trailer για το Star Wars: Episode IX – Rise of Skywalker. Ο τίτλος είναι μάλλον ο χειρότερος όλων των ταινιών του έπους. Δεν έχει σημασία. Βλέποντας το trailer, ξανάγινα για λίγο το μικρό παιδί που λίγο μετά το γύρισμα της χιλιετίας ανακάλυψε έναν γαλαξία πολύ μακριά. Το μικρό παιδί που όταν οι συνομήλικοί του είχαν για ήρωες τους αστέρες της μπάλας, αυτό είχε για ήρωες τον Obi-Wan, τον Luke, το Yoda και άλλους. Ο «καμμένος» της παρέας.

Και όταν τελειώνει το trailer, με το θρυλικό πλέον γέλιο του Αυτοκράτορα, ξεκινάω να διαβάζω σχόλια στο internet και να βλέπω βίντεο με θεωρίες των φαν που προσπαθούν να εκμαιεύσουν από τα δύο αυτά λεπτά ολόκληρη την πλοκή της ταινίας. Και συναντάω πολύ θυμό. «#Not_my_Star_Wars», λέει κάποιος, παραφράζοντας με χαζό μάλλον τρόπο το σύνθημα διαδηλωτών κατά του Trump, «Not my President». «Η Disney κατέστρεψε το franchise», δηλώνει κάποιος άλλος. Δεν διαμαρτύρεται που η εταιρία του Mickey Mouse δημιουργεί πλέον έναν ασφυκτικό μονοπώλιο στην ποπ κουλτούρα, πνίγοντας τους νέους δημιουργούς. Διαμαρτύρεται γιατί θεωρεί πως τα καινούρια Star Wars δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι. Κάποιος λιγότερο αυστηρός εύχεται: «Μακάρι ο J.J. Abrams να σώσει την τριλογία μετά τις βλακείες που έκανε ο Rian Johnson στο The Last Jedi». Τέλος, κάποιος σχολιάζει τους πρωταγωνιστές της νέας τριλογίας και το diversity που επικρατεί και ευθαρσώς δηλώνει πως «από επικό science fiction, το Star Wars κατάντησε sjw προπαγάνδα».[1]

Είναι απορίας άξιο γιατί άνθρωποι από διάφορες γενιές, κυρίως νεότερες, σχολιάζουν με τέτοιο πάθος για ταινίες με σπαθιά-λέιζερ, εξωγήινους, διαστημικές μάχες και ιππότες-μοναχούς με υπερφυσικές δυνάμεις; Ας το πούμε από τώρα: Οι νέες ταινίες έχουν προβλήματα, κυρίως αφηγηματικά. Όμως αυτά δεν είναι τόσο σοβαρά ώστε να δικαιολογούν αντιδράσεις όπως τις παραπάνω. Η κριτική, στην πλειονότητά της, άλλωστε, δεν αφορά αυτά.

Η συναισθηματική επένδυση κάποιων ανθρώπων στον κόσμο που δημιούργησε ο George Lucas πριν από τόσα χρόνια είναι εμφανής στη δήλωση «Not my Star Wars». Κάποιοι άνθρωποι μεγαλώσαμε βλέποντας Star Wars. Και δεν πρόκειται μόνο για τις ταινίες. Ήδη από το 1977, μετά την τεράστια επιτυχία της πρώτης ταινίας, η Marvel άρχισε να εκδίδει comics με περιπέτειες του Luke, της Leia, του Han και του Chewie – και αργότερα τη σκυτάλη πήρε η Dark Horse Comics. Ακολούθησαν βιβλία, βιντεοπαιχνίδια και κινούμενα σχέδια. Βλέπαμε, διαβάζαμε, παίζαμε Star Wars. Πολλοί νιώθαμε το Star Wars δικό μας. Η ιστορία του Luke Skywalker ήταν και δικιά μας ιστορία. Tα κόμιξ και τα βιβλία αφηγήθηκαν ιστορίες πέραν των βιβλίων και ανέπτυξαν πολύ τον κόσμο του George Lucas, δημιουργώντας έτσι το Expanded Star Wars Universe. Μετά την αγορά του franchise από την Disney, το Expanded Universe μετονομάστηκε σε Star Wars Legends και τοποθετήθηκε εκτός του Κανόνα, εκτός της κυρίως αφήγησης του franchise. Οι νέες ταινίες αντικατέστησαν το Expanded Universe σε ό,τι αφορά τη συνέχεια της ιστορίας μετά τα γεγονότα του Episode VI – Return of the Jedi. Για πολλούς από τους σκληροπυρηνικούς φαν, οι μεγάλες αλλαγές στον Κανόνα και η συνέχεια της αφήγησης με παρέκκλιση από τις «γραφές» θεωρήθηκαν αίρεση. Υπό μια έννοια ήταν: αρκεί να σκεφτούμε ότι o Τζενταϊσμός (Jediism), η new age θρησκεία που βασίζεται στους Τζεντάι του Πολέμου των Άστρων, έχει πιστούς και είναι νομικά αναγνωρισμένη σε αρκετές χώρες του δυτικού κόσμου. Στα πάνω από 40 χρόνια ύπαρξής του, το Star Wars έχει αποκτήσει φανατικούς ακόλουθους, ένα ιδιόμορφο cult following. Κατά κάποιο τρόπο, λοιπόν, ένα κομμάτι των πιο φανατικών οπαδών του franchise θεωρεί τον εαυτό του υπερασπιστή της Star Wars ορθοδοξίας.

Για τους παραπάνω λόγους, η πρώτη ταινία της νέας τριλογίας, The Force Awakens, δεν δέχθηκε τόσο σκληρή κριτική. Παρά τα ατοπήματά της, κινήθηκε στο ίδιο μοτίβο με τις παλιές ταινίες. Η βασική κριτική που δέχθηκε αφορούσε την έλλειψη πρωτοτυπίας: το ότι έμοιαζε να αντιγράφει σε πολλά σημεία τις πρώτες ταινίες του George Lucas. Η πιο πρωτότυπη και δημιουργική ταινία, The Last Jedi, δέχθηκε τη σφοδρότερη κριτική. Ο λόγος δεν ήταν τα τεχνικά και αφηγηματικά προβλήματα της ταινίας. Ας είμαστε ειλικρινείς: τέτοια προβλήματα έχουν όλες οι ταινίες Star Wars, ακόμα και το Empire Strikes Back, μια από τις καλύτερες ταινίες επιστημονικής φαντασίας όλων των εποχών. Ο βασικός λόγος για τον οποίο το The Last Jedi δέχθηκε τόσα πυρά, ο λόγος για τον οποίο ακόμα και ο Mark Hammil που υποδύεται τον Luke ένιωθε άβολα, συμπυκνώνεται σε δύο ατάκες της ταινίας: «This is not going to go the way you think» και «Let the past die. Kill it, if you have to». Η ταινία βρίσκεται σε έναν ανοιχτό διάλογο με το κοινό της. Και προσπαθεί, δυστυχώς ανεπιτυχώς, να πείσει ότι για να συνεχίσει το Star Wars να έχει κάτι να πει σε μια νέα εποχή πρέπει να αποδεσμευτεί από το παρελθόν του, να απογαλακτιστεί από την αρχική σύλληψη του George Lucas. Ο Rian Johnson το καταφέρνει αυτό σπουδαία διότι, όσο απομακρύνεται από «τας γραφάς», τόσο σέβεται την ουσία του έργου του Lucas. Η τελική αναμέτρηση του Luke με τον Kylo Ren αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα. Ο Luke δεν επιτίθεται ούτε μία φορά και τελικά δεν είναι καν εκεί. Προβάλλει απλά τη συνείδησή του στο πεδίο της μάχης μέσω της Δύναμης. Όπως σώζει την Αντίσταση στο τέλος της αρχικής τριλογίας, έτσι το κάνει και τώρα. Όχι επειδή είναι σπουδαίος πολεμιστής, αλλά επειδή στέκεται όρθιος, υπερασπιζόμενος τις αρχές της ελευθερίας και της συμπόνοιας, χωρίς να ενδιαφέρεται να νικήσει διά της βίας, διά της επιβολής. Η νίκη των «καλών» στον κόσμο του Star Wars είναι πάντα πρωτίστως μια ηθική νίκη και δευτερευόντως στρατιωτική. Τελικά, ο Luke επικρατεί επειδή αφήνεται, επειδή αρνείται τις προσωπικές του φιλοδοξίες και επιθυμίες.

Η προαναφερθείσα συνομιλία του The Last Jedi με το κοινό εντάσσεται σε μια συγκεκριμένη, σχετικά νέα τάση του fantasy και κυρίως των μεγάλων franchise (Marvel, Star Wars, Game of Thrones), στην οποία οι δημιουργοί συνομιλούν πολύ πιο έντονα με το κοινό τους από ό,τι παλιότερα. Αυτό είναι ιδιαίτερα θετικό, υπό την έννοια ότι έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σε αφηγήσεις «διαδραστικές», καθώς οι προσδοκίες και οι επιθυμίες του κοινού επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα όσο ποτέ άλλοτε. Ταυτόχρονα, όμως, ενέχει τον κίνδυνο του ευνουχισμού της φαντασίας σκηνοθετών και σεναριογράφων, της θυσίας της ατομικής δημιουργικότητας, στον βωμό όχι τόσο της συλλογικής αφήγησης, όσο της εμπορικής επιτυχίας, της ικανοποίησης του κοινού, των καταναλωτών δηλαδή. Οι νέες ταινίες Star Wars πατάνε σε δύο βάρκες. Από τη μια, προσπαθούν να ξεφύγουν από την κληρονομιά του George Lucas και να πάνε παραπέρα· από την άλλη, το κοινό τους είναι σε μεγάλο βαθμό τέτοιο που δεν μπορεί να δεχθεί κάτι καινούριο, κάτι διαφορετικό.

Τι είναι όμως το «κοινό» του Star Wars άραγε; Σίγουρα δεν είναι κάτι ενιαίο, καθώς το franchise απευθύνεται πλέον με την ίδια ευκολία σε κάποιον 50άρη που βρέθηκε το 1977 στην πρεμιέρα της πρώτης ταινίας και σε έναν δωδεκάχρονο που καταβροχθίζει κάθε χολυγουντιανή υπερπαραγωγή με την ίδια ευκολία. Το Star Wars διατηρεί όμως και ένα πιο «εξειδικευμένο» κοινό. Αυτούς που παρακολουθούν ακόμη και σήμερα κάθε κόμικ, κάθε βίντεο στο youtube, κάθε τι κυριολεκτικά που έχει σχέση με το αγαπημένο τους franchise. Συγκροτείται έτσι μια φαντασιακή κοινότητα ανθρώπων που δεν τους ενώνει τίποτα παρά η αγάπη τους για αυτό τον γαλαξία που βρίσκεται κάπου πολύ μακριά. Για μια τέτοια κοινότητα, ο χαρακτήρας κάθε ιστορίας Star Wars είναι ζήτημα ταυτότητας, ζήτημα αυτοπροσδιορισμού. Η υπεράσπιση λοιπόν του «καλού» Star Wars έναντι του «κακού» είναι ζήτημα υπεράσπισης του εαυτού. Η απόρριψη του αιρετικού The Last Jedi είναι ένας τρόπος προφύλαξης της «καθαρότητας» της προαναφερθείσας φαντασιακής κοινότητας.

Τα παραπάνω όμως δεν εξηγούν επαρκώς τη διαδικτυακή μανία κατά των νέων ταινιών. Άλλωστε οι Star Wars fanatics δεν είναι τόσο πολλοί. Στην πραγματικότητα, πολλοί από αυτούς που καταδικάζουν τη νέα τριλογία, πριν καν ολοκληρωθεί, δεν είναι καν παιδιά που μεγάλωσαν με Star Wars. Είναι αυτό που στα αγγλικά θα λέγαμε casual fans. Παρακολουθούν, γουστάρουν, αλλά δεν τους πολυνοιάζει κιόλας, ούτε ξέρουν πολλές λεπτομέρειες για το θέμα.

Η μαζικοποίηση της αντίδρασης κατά των νέων ταινιών μπορεί να ερμηνευθεί μόνο σε σχέση με το αμερικανικής προέλευσης κίνημα του alt-right. Ας πάμε λίγα χρόνια πίσω: 2014. Έχει ανακοινωθεί η πολυαναμενόμενη νέα ταινία, Star Wars: Episode VII – The Force Awakens. Από το trailer φαίνεται ότι πρωταγωνιστές είναι μια γυναίκα και ένας μαύρος, η Daisy Ridley στον ρόλο της Rey και ο John Boyega στο ρόλο του Finn. Λίγους μήνες αργότερα, από έναν λογαριασμό στο twitter ξεκινάει το hashtag #BoycottStarWarsVII. Κάποιοι fans ακολουθούν αυτή την τάση, θεωρώντας τη νέα ταινία προπαγάνδα υπέρ των σύγχρονων κινημάτων του 4ου κύματος φεμινισμού (στο 4ο δεν φτάνουμε;) και του Black Lives Matter. Αυτών που πληρώνονται από τον Soros ντε! Η ταινία ενισχύει αυτές τις φωνές όταν η Rey, χωρίς καμιά εκπαίδευση ως Jedi, νικάει σε μονομαχία με φωτόσπαθα τον εκπαιδευμένο σκοτεινό πολεμιστή Kylo Ren. Η επόμενη ταινία, δύο χρόνια αργότερα, τις ενισχύει ακόμα περισσότερο, εισάγοντας νέους δυναμικούς θηλυκούς χαρακτήρες με σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Έτσι, η αγανάκτηση των fans διαπλέκεται με την προπαγάνδα του alt-right κινήματος και καταλήγει σε ένα παραληρηματικό και τοξικό διαδικτυακό πόλεμο κατά των νέων ταινιών.

Η αντιπαράθεση αυτή σαφώς δεν αφορά μόνο το Star Wars. Αφορά το σύνολο της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας, όπου τα κινήματα διαμαρτυρίας αφορούν όλο και περισσότερο ζητήματα ταυτότητας και όπου ένα τμήμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων, ιδίως του κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας, στρέφεται προς τις πολιτικές ταυτότητας με την ελπίδα να κερδίσει ψηφοφόρους από τις μειονότητες. Από την άλλη, τα συντηρητικά τμήματα της κοινωνίας αντιδρούν, καθώς νιώθουν ότι απειλούνται οι παραδοσιακές κοινωνικές σχέσεις, η εξουσία του λευκού, του άνδρα, του ετεροφυλόφιλου, από τις παραχωρήσεις που γίνονται προς τις μειονότητες. Τέτοιες αντιδράσεις συναντάμε παντού, αλλά ιδιαίτερα στο σινεμά παίρνουν τις πιο παράλογες διαστάσεις. Ταινίες υπερπαραγωγές της Marvel, όπως το πρόσφατο Captain Marvel και το Black Panther, καταδικάζονται από κάποιους και εκθειάζονται από άλλους ως άθλιες και αριστουργηματικές ταινίες, αντίστοιχα, με μοναδικό κριτήριο τους πολιτικούς υπαινιγμούς τους. Οι γυναικείοι χαρακτήρες του Game of Thrones έχουν γίνει πολλάκις αντικείμενο συζήτησης, άλλοτε ως σεξιστικοί και άλλοτε ως φεμινιστική προπαγάνδα. Ο κινηματογράφος, όπως κάθε μορφή τέχνης, ανέκαθεν υπήρξε ένα πεδίο που συνδεόταν με τα πολιτικά επίδικα κάθε εποχής, με τα κυρίαρχα ζητήματα να τίθενται άλλοτε σκόπιμα και άλλοτε όχι, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα. Στη εποχή του διαδικτύου και της υπερπληροφόρησης, το Χόλυγουντ, όντας μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της σύγχρονης τέχνης, αποτελεί για τα μαζικά κινήματα –που σε μεγάλο βαθμό πια επικοινωνούν μέσα από εικονικούς κόσμους και οθόνες– αντικείμενο διαλόγου, αντιπαράθεσης και προπαγάνδας. Η «εναλλακτική Δεξιά» των ΗΠΑ είναι κι αυτή ένα μαζικό κίνημα και υπό αυτή την έννοια θυμίζει αρκετά τον φασισμό του μεσοπολέμου. Ως κίνημα, λοιπόν, οριακά νεοφασιστικό, με μαζικούς όρους επιτίθεται στις καλλιτεχνικές δημιουργίες που δεν πληρούν τα πατριωτικά της κριτήρια. Το γεγονός ότι το κάνει κυρίως μέσω διαδικτύου και όχι τόσο στον δρόμο δεν καθιστά την επίθεση αυτή λιγότερο επικίνδυνη.

Κλείνοντας, θεωρώ κρίσιμο να τονίσω ότι το Star Wars και κάθε Star Wars είναι πλέον κομμάτι της κυρίαρχης ποπ κουλτούρας – και αυτή είναι μεταξύ άλλων ένα πεδίο μάχης. Ένα πεδίο στο οποίο συγκρούονται διαφορετικές όψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας. Λέω κυρίαρχες, γιατί ο αντίπαλος του alt-right, όσον αφορά την ποπ κουλτούρα, είναι μια συγκεκριμένη τάση των φεμινιστικών, LGBTQ και μαύρων κινημάτων. Πρόκειται για την τάση του στείρου δικαιωματισμού που εκπροσωπήθηκε επάξια από την Clinton στον εκλογικό αγώνα με αντίπαλο τον Trump. Ο δικαιωματισμός αυτός δεν είναι αντισυστημικός. Είναι απλά δημοκρατικός. Αναγνωρίζει ότι οι καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες δικαιούνται μια ισότιμη θέση στην καπιταλιστική ιεραρχία, φτάνει να μην αμφισβητούν την κυριαρχία του κεφαλαίου. Αναγνωρίζει τελικά ότι η καπιταλιστική οικονομία του 21ου αιώνα λειτουργεί πιο αποτελεσματικά όταν αφομοιώνει όλες τις κοινωνικές ομάδες. Συγκεκριμένα, στο Star Wars, η επιλογή της Rey, μιας δυναμικής γυναίκας, για τον πρωταγωνιστικό ρόλο, δεν είναι φεμινιστική. Είναι εμπορική. Η λογική απλή: περισσότεροι γυναικείοι ρόλοι = μεγαλύτερο target group = μεγαλύτερο κέρδος. Τελικά, όσο κι αν σκούζουν οι ακροδεξιοί, ο φεμινισμός του Star Wars είναι σαν την άχνη ζάχαρη στους κουραμπιέδες: τον τινάζεις λίγο και φεύγει, για να παραφράσω μια αγαπημένη μου φράση της Αλέκας Παπαρήγα. Η Rey είναι σπουδαία, άξια, δυναμική γυναίκα γιατί κάνει όσα κάνουν οι άνδρες. Πολεμάει και οδηγάει καλά. Αν δεν τα έκανε αυτά, θα ήταν γυναικάκι. Ας αναλογιστούμε, επίσης, ποιος είναι ο στόχος της Rey στην πρώτη από τις νέες ταινίες. Να βρει τον Luke. Όσο σπουδαία κι αν είναι, δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο χωρίς τη βοήθεια του άνδρα, του στερεοτυπικού Αμερικανού ήρωα.

Τέλος, ως nerd, geek, καμμένος ή όπως αλλιώς το λένε σήμερα (αυτοί οι όροι τείνουν να νοηματοδοτούνται διαφορετικά κάθε μήνα), νιώθω την ανάγκη να πω ότι δεν θα έπρεπε να είναι έτσι τα πράγματα. Η αγανάκτηση της κοινότητάς μας με τις εξελίξεις στα αγαπημένα μας franchise, ακόμα κι όταν είναι δίκαια –που, στην περίπτωση του Star Wars, δεν είναι– δεν θα έπρεπε ποτέ να συμπορεύεται με την ακροδεξιά προπαγάνδα. Οι «nerds» δεν ανήκουν στη μεριά των προνομιούχων. Ανήκουν στη μεριά των μειονοτήτων. Δεν πάνε πολλά χρόνια από την εποχή κατά την οποία ο πολιτισμικός κώδικας των κόμιξ και της λογοτεχνίας του φανταστικού ήταν περιθωριοποιημένος. Απαξιωμένος ως «κατώτερος», ακόμα και στοχοποιημένος ως «σατανιστικός» από τους λευκούς άνδρες καπιταλιστές, καθώς απέκλινε από τα κυρίαρχα πολιτισμικά πρότυπα.

Υ.Γ. Το Star Wars είχε πάντα σπουδαίους γυναικείους χαρακτήρες. Και όχι μόνο τη Leia. Αλλά πού να ξέρουν τα αστοιχείωτα αμερικανάκια της μεταμοντέρνας ακροδεξιάς την Bastila Shan και την Ashoka Tano.

[1] SJW = social justice warrior, όρος που εισήχθη από την αμερικάνικη alt-right για να περιγράψει υποτιμητικά τους ακτιβιστές των δικαιωμάτων των μειονοτήτων