Το παρακάτω αποτελεί απόσπασμα από συνέντευξη του συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής και μουσικής για ταινίες Έντουαρντ Αρτέμιεφ (γνωστού, αν μη τι άλλο, και ως συνθέτη ενός από τα πιο χαρακτηριστικά μπιτ…

Το σάουντρακ της Αποκάλυψης: Η ιστορία πίσω από το OST του Στάλκερ

Το παρακάτω αποτελεί απόσπασμα από συνέντευξη του συνθέτη ηλεκτρονικής μουσικής και μουσικής για ταινίες Έντουαρντ Αρτέμιεφ (γνωστού, αν μη τι άλλο, και ως συνθέτη ενός από τα πιο χαρακτηριστικά μπιτ των ’00s, βλ. PPK – ResuRection) στο περιοδικό Isskustvo Kino (Απρίλιος 2007), στο οποίο περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο συντέθηκε μια χαρακτηριστική, απόκοσμη μελωδία από το Στάλκερ του Αντρέι Ταρκόφσκι, που γεννήθηκε σαν σήμερα, το 1932.

 

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ο Ταρκόφσκι είχε καταληφθεί από την ιδέα μιας ένωσης της Ανατολής με τη Δύση, αντίθετα σε μια άποψη ότι «η Δύση είναι Δύση, η Ανατολή Ανατολή και δεν πρόκειται να συγκλίνουν ποτέ».

Στο Στάλκερ, ο Αντρέι αποζητούσε να εκφράσει την ιδέα της ένωσης, φέρνοντας πλησιέστερα δύο κουλτούρες, λύνοντας το πρόβλημα με έναν καλλιτεχνικό τρόπο. Προσκαλώντας με στην ταινία, μου πρότεινε να διαβάσω τη διατριβή του Γκριγκόρι Πομεράντς, Οι βάσεις του βουδισμού Ζεν. Το έργο αυτό απορρίφθηκε κατά την υπεράσπισή του και ο επιστήμονας την έδωσε στον Ταρκόφσκι, κι ο Ταρκόφσκι σε μένα. […] Ο Αντρέι μου ανέθεσε να βρω μια παλαιά ευρωπαϊκή μελωδία, πιθανόν από γρηγοριανά μέλη ή κοσμική μουσική, ώστε να συνδεθεί με το ιστορικό βάθος, και να επιλέξω ένα ανατολικό όργανο, στο οποίο να μπορεί να παιχτεί αυτό το μοτίβο.

Βρήκα τη μελωδία αρκετά γρήγορα. Ήταν το «Pulcherrima Rosa» του 14ου ή 15ου αιώνα, το οποίο είχα ακούσει μια φορά σε έναν τσεχικό δίσκο. Το εκτελούσε ένα σύνολο παλαιάς μουσικής. Με εξέπληξε τότε… Αρχικά, βρήκα τον δίσκο και μετά τις νότες. Στον Αντρέι άρεσε πολύ η μελωδία. Έπειτα καθίσαμε να αποφασίσουμε το όργανο που θα επιλέγαμε. Ο Ταρκόφσκι θυμήθηκε ότι κάποτε στο Μπακού είχε ακούσει έναν που έπαιζε ταρ (ένα παλιό ανατολικό όργανο), εκτελώντας μουγκάμ τελετουργικές μελωδίες σχετικές με το Κοράνι. Αυτό τον μαέστρο τον αποκαλούσαν Μπαχ του Αζερμπαϊτζάν. Έπαιζε απίστευτα! Τον καλέσαμε στη Μόσχα και τον αφήσαμε να ακούσει τη μελωδία μας, ώστε να παίξει κάτι παρόμοιο. Αλλά δεν πολυέπιανε το νόημα. Στο τέλος, δεν προκάλεσε εντυπώσεις – και το κατάλαβα: έχουμε πάρει λάθος δρόμο, καταλαβαίνουμε το πρόβλημα επιφανειακά, όχι σε βάθος. Τότε πήρα μια μικρή συμφωνική σύνθεση –ένα σύνολο εγχόρδων, φλάουτα, «ξυλόφωνο»– και το ταρ σε συνοδευτικό ρόλο. Προσθέσαμε διάφορες παραλλαγές στο κύριο θέμα. Ακουγόταν όμορφα. […] Σταδιακά στο μυαλό μου όλο και συχνότερα άρχισε να εμφανίζεται η ηχητική πρώτα και μετά η οπτική εικόνα ενός σιτάρ, και αργότερα μιας βίνα – ενός ινδικού οργάνου, που βγάζει έναν μπάσο ήχο. Είναι πολύχορδο και χάρη σε αυτό ακούγεται μία συγχορδία, που σβήνει σε ένα πλούσιο ηχόχρωμα και στροβιλίζεται… Από αυτή την άποψη, είναι ένα πολύ ενδιαφέρον όργανο που καλεί σε διαλογισμό, ναρκωτικό σχεδόν, αφού με σταθερό μπάσο αλλάζει συνεχώς τις ηχοχρωματικές δομές του. Και κατάλαβα ότι έτσι πρέπει να γίνει.

Στο σινθεσάιζερ δημιούργησα έναν ήχο πολύ κοντινό με αυτόν της βίνα, σταθερό και συνεχώς παραλλασσόμενο. Δεν καταφέραμε να βρούμε σιτάρ στη Σοβιετική Ένωση. Κρίμα. […] Τότε πήρα τους αυτοσχεδιασμούς του ταρίστα από το Μπακού, που έπαιξε στο στούντιό μας, και έκανα ένα ηχητικό μοντάζ. Το ταρ έχει αρκετά κοντή χορδή, γι’ αυτό αποφάσισα να τη «μακρύνω» μέσω πλέιμπακ σε αργή κίνηση σε μαγνητόφωνο. Και η χορδή άρχισε αμέσως να παίζει, να τραγουδά.

Έτσι μάζεψα από τα κομμάτια τη συνοδεία και πρότεινα στον φημισμένο πλέον συνθέτη Βλαντίμιρ Μαρτίνοφ, ο οποίος παίζει εξαιρετικό φλάουτο, να εκτελέσει τη βασική μελωδία υπό αυτή τη συνοδεία.