Σε μία ανατροπή αναφορικά με τα όσα συμβαίνουν τελευταία στα περιβαλλοντικά της Ελλάδας, οι κάτοικοι της Τήνου, μετά από μία σειρά ηχηρών διαμαρτυριών που ξεπέρασε τα τοπικά πλαίσια και αναδείχθηκε…

Ανεμογεννήτριες: Όχι, αλλά γιατί όχι;

Σε μία ανατροπή αναφορικά με τα όσα συμβαίνουν τελευταία στα περιβαλλοντικά της Ελλάδας, οι κάτοικοι της Τήνου, μετά από μία σειρά ηχηρών διαμαρτυριών που ξεπέρασε τα τοπικά πλαίσια και αναδείχθηκε σε εθνικό θέμα, κατάφεραν τελικά να αποτρέψουν την έγερση ανεμογεννητριών στο νησί τους. Το αιολικό πάρκο της Τήνου θα εγκαινιαζόταν από την εταιρεία «ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΥΚΛΑΔΩΝ ΕΠΕ» με τρεις ανεμογεννήτριες, κάτι που οι κάτοικοι θεωρούσαν ότι θα άνοιγε την πόρτα για την αδειοδότηση επιπρόσθετων εταιρειών που θα «φύτευαν» στην ορογραμμή του νησιού 50 επιπλέον ανεμογεννήτριες ύψους 100 μέτρων.

Δεν ήταν, όμως, απλώς ένα καπρίτσιο των κατοίκων της Τήνου. Περίπου την ίδια περίοδο, αντίστοιχες διαμαρτυρίες είχαμε από κινήσεις πολιτών και ορειβατικούς συλλόγους στη Στερά Ελλάδα, οι οποίοι εναντιώθηκαν στη δημιουργία αιολικών πάρκων στην Οίτη, ενώ ανάλογες αψιμαχίες έχουν λάβει χώρα στο πρόσφατο παρελθόν τόσο στα Άγραφα όσο και στη Σκύρο.

 

Τοιχογραφία που βρίσκεται στην Χώρα της Σκύρου και η οποία δείχνει ανεμογεννήτριες να υψώνονται από τον ιδεοτυπικό καπιταλιστή με το ημίψηλο και τον τοπικό κλήρο ενώ ενάντια στέκονται τόσο ο Άγιος Γεώργιος, πολιούχος του νησιού όσο και ο λαός της Σκύρου.

 

Στο μυαλό της πλειοψηφίας των περιβαλλοντικά σκεπτόμενων πολιτών, η εναντίωση στα αιολικά πάρκα είναι πλέον ενστικτώδης. Οι περισσότεροι από εμάς τα εχθρευόμαστε την ίδια στιγμή που βρεθούν στις ατζέντες των δημοτικών συμβουλίων. Εκ πρώτης όψεως αυτό δεν είναι μια ορθολογική άποψη. Αν σκεφτεί κανείς ότι από τα τέλη του 1980 και μετά οι ανεμογεννήτριες παρουσιάστηκαν παγκοσμίως ως μία από τις πλέον ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και με το μικρότερο αντίκτυπο στο περιβάλλον, ειδικά αν αναλογιστούμε τον πεπατημένο και δοκιμασμένο κανόνα του λιγνίτη και του πετρελαίου, τότε η έχθρα προς τα αιολικά πάρκα μοιάζει περισσότερο σαν ιδεοληψία παρά οτιδήποτε άλλο. Και είναι ακριβώς αυτή η υποτιθέμενα ξεροκέφαλη άρνησή μας να δεχτούμε αυτό το κομμάτι της «πράσινης ανάπτυξης» που παρέχει συχνά πάτημα στους ιδεολογικούς μας αντιπάλους να μας χαρακτηρίζουν φορείς μιας συντηρητικής ή ξεπερασμένης οικολογίας.

Παρόλα αυτά, οι ανεμογεννήτριες δεν δαιμονοποιούνται αναίτια. Μέσα στο πέρασμα των δεκαετιών έχει καταγραφεί μια σωρεία προβλημάτων που σχετίζονται με την χρήση των φαραωνικών αυτών μηχανών και τα οποία σπάνια αναφέρονται στις φορτισμένες συζητήσεις που γίνονται γύρω από το θέμα. Μια πρώτη και ξεκάθαρα πιο «αντικειμενική» διάσταση –ως προς το πώς έχει αποτυπωθεί ως τέτοια σε αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά– είναι η άμεσα οικολογική.

Χωρίς τα πορίσματα να είναι τελεσίδικα, καθώς επιδέχονται κριτικών και αναγνώσεων, πάρα πολλοί μελετητές έχουν επισημάνει αναρίθμητες φορές ότι η κίνηση των τεράστιων πτερυγίων των γεννητριών δημιουργεί προβλήματα στους πληθυσμούς της ιπτάμενης πανίδας που ενδημεί στην περιοχή ή περνά από εκεί μεταναστεύοντας. Πιο συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί ότι η λειτουργία των ανεμμογεννητριών συχετίζεται με αυξημένη θνησιμότητα από πρόσκρουση σε αυτές καθώς και στην αλλαγή των μοτίβων εύρεσης τροφής και ζευγαρώματος, τόσο για πουλιά όσο και για νυχτερίδες, κάτι το οποίο με τη σειρά του επιφέρει και την σημαντική απορρύθμιση του τοπικού οικοσυστήματος.

Για αυτούς που δεν πείθονται βέβαια, περισσότερα «πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο», ή εξαιτίας της, παρά στα αιολικά πάρκα. Σύμφωνοι. Αν και η παράθεση επιβλαβέστερων παραδειγμάτων που έχει ως σκοπό το ξέπλυμα της καινοτόμας και πράσινης ανεμογεννήτριας μάλλον δεν είναι δείγμα διαλεκτικής ικανότητας, ας δεχτούμε αυτή τη συλλογιστική. Και αυτό γιατί τα επιχειρήματα ενάντια στην ευκαιριακή «φύτευση» αιολικών πάρκων δεν σταματούν εκεί. Και μάλλον εξαιτίας ακριβώς του ότι δεν είναι προϊόντα φύτευσης.

Με άλλα λόγια, η κατασκευή τους απαιτεί τη μεταφορά των μερών της ανεμογεννήτριας στον χώρο που πρόκειται να ανεγερθεί. Μπορεί να μοιάζει σαν κάτι απλό και διεκπεραιωτικό, αλλά δεν είναι. Βλέποντας τις συστάδες ανεμογεννητριών από μακριά δεν αντιλαμβανόμαστε πλήρως το μέγεθός τους. Όταν μιλάμε, όμως, για κατασκευές που ορθώνονται 100 μέτρα (ή και πάραπάνω) από τη γη, όσο δηλαδή το Άγαλμα της Ελευθερίας, τότε πρέπει να καταλάβουμε ότι για να φτάσουν τα διαφορετικά κομμάτια τους εκεί πρέπει να προηγηθούν διανοίξεις δρόμων που πριν δεν υπήρχαν, για το πήγαινε-έλα φορτηγών και εργατών. Αυτό δεν είναι μυστικό. Ας πάρουμε την περίπτωση του ακατοίκητου μικρού νησιού Άγιος Γεώργιος μερικά χιλιόμετρα νότια του Σουνίου, το οποίο φιλοξενεί 23 ανεμογεννήτριες:

«Η κατασκευή αποτέλεσε εξίσου δύσκολη διαδικασία, δεδομένου πως στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου δεν υπήρχαν ούτε δρόμοι, ούτε λιμενικές υποδομές για τη μεταφορά των υλικών.

Για να ξεκινήσουν τα έργα κατασκευάστηκαν δρόμοι μήκους 11 χιλιομέτρων, μικρό λιμάνι για να δένουν τα πλοία που μετέφεραν τις πρώτες ύλες, αυτόνομες εγκαταστάσεις για τη φιλοξενία των εργαζομένων, ενώ στήθηκε μέχρι και μονάδα παραγωγής τσιμέντου.

Οι ανεμογεννήτριες μεταφέρθηκαν σε κομμάτια και συναρμολογήθηκαν στο ακατοίκητο νησί. Για τη μεταφορά τους χρειάστηκε να πραγματοποιηθούν περισσότερα από 100 δρομολόγια με ferry boat».

 

Η in situ διαδικασία συνρμολόγησης και ανέγερσης των ανεμογεννητριών όπως αποτυπώθηκε στο νησί του Αγίου Γεωργίου.

 

Αυτό το κείμενο, γραμμένο από υπέρμαχο των αιολικών πάρκων, ομολογεί ότι η κατασκευή τους δεν περιορίζεται μόνο ανέγερση των ανεμογεννητριών αλλά και σε μια σειρά άλλων μικρών και μεγάλων έργων υποδομής τα οποία τις συνοδεύουν. Τώρα ας σκεφτούμε το ίδιο αιολικό πάρκο να μην κατασκευάζεται στον Άγιο Γεώργιο, ένα νησάκι με ελάχιστη και ποώδη βλάστηση, αλλά στις κορυφές ενός δασωμένου βουνού όπου αυτά τα έργα υποδομής οδηγούν, όχι σε ξεπάτωμα χαμηλών θάμνων αλλά σε κανονική μεγάλης έκτασης αποψίλωση δασών, όπως έχει ήδη συμβεί στα Άγραφα.

Άλλη μία σημαντική πτυχή του προβλήματος με τις ανεμογεννήτριες εντοπίζεται στον θάνατό τους, και συγκεκριμένα στο τι γίνεται στους τεράστιους σκελετούς όταν πλέον σταματούν τη λειτουργία τους. Σήμερα στην Ελλάδα έχουμε αιτήσεις για κατασκευή ανεμογεννητριών που μετρώνται στις χιλιάδες και μόνο μερικές δεκάδες που έχουν εκπληρώσει τον σκοπό τους μιας και η διάρκεια ζωής κάθε γεννήτριας είναι περίπου δύο δεκαετίες. Πολλές από αυτές τις δεκάδες βρίσκονται να σαπίζουν στο σημείο που στήθηκαν καθώς οι κατασκευάστριες εταιρείες δεν τις μετέφεραν για ανακύκλωση, κρίνοντας, προφανώς, ότι κάτι τέτοιο θα αποδεικνυόταν ιδιαίτερα κοστοβόρο για αυτές.

Εάν λοιπόν αύριο είχαμε μία κυβέρνηση της οποίας ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας έκρινε αναγκαία μια εκστρατεία αδειοδοτήσεων σε ιδιωτικές εταιρείες για αιολικά πάρκα (oh wait…), τότε με σχεδόν μαθηματική ακρίβεια σε δύο δεκαετίες θα είχαμε αντίστοιχα μια κυβέρνηση που δεν θα ήταν διατεθειμένη να πιέσει τις ίδιες εταιρείες να καθαρίσουν τα βουνά της χώρας από τους τεράστιους σκουρισμένους μεταλλικούς τους σωλήνες και όλα τα υπόλοιπα εξαρτήματα μας ανεμογεννήτριας.

 

Αδρανείς και σκουριασμένες ανεμογεννήτριες κάπου στην Βρετανία.

 

Αναπόδραστα και σωστά, στο συγκεκριμένο θέμα μπαίνει και ένα αμιγώς ιδεολογικό κομμάτι, μη «αντικειμενικό», μη «επιστημονικό», μη «μετρήσιμο» που εδράζεται στη σχέση που πολλοί θεωρούν ότι πρέπει να έχουμε με το περιβάλλον μας. Για όσους θέλουν να συζητούν περιβαλλοντικά θέματα μόνο επιστρατεύοντας αριθμούς και γνωματεύσεις σκληρών επιστημών, ό,τι θα γράψω από εδώ και πέρα δεν θα είναι αποδεκτό. Από την άλλη, αμφιβάλλω ότι κάποιος που θα πιστεύε τόσο ακράδαντα σε τέτοιες θέσεις θα επέλεγε να διαβάσει αυτό το άρθρο.

Κάτι, λοιπόν, που ίσως να χτυπάει λίγο παραπάνω στο ζήτημα των ανεμογεννητριών είναι ότι μασκαρεύονται τεχνηέντως την πράσινη αντζέντα ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται απλά για ιδιωτικές εργολαβικές εταιρείες οι οποίες εκμισθώνουν συχνά ανέγγιχτα οικοσυστήματα με στόχο το κέρδος μιας μικρής δράκας επιχειρηματιών που ευκαιριακά ντύθηκαν πράσινοι επειδή είδαν ότι, ανάμεσα στα κέρδη τους, αυτό χτίζει και ένα πιο φιλικό εταιρικό προφίλ. Τι και αν πλέον ξέρουμε ότι η μεταστροφή μας πλήρως σε ανανεώσιμες πηγές δεν είναι δυνατή επειδή ο καπιταλισμός μας είναι τρομερά ενεργοβόρος;

Μπορεί τελικά να χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο ύπαρξης που να αντιλαμβάνεται τη Γη ως έναν χώρο αυθύπαρκτο και όχι φτιαγμένο να καλύπτει αενάως τις ανάγκες του ανθρώπου και των οικονομικών του συστημάτων. Από αυτή την συνειδητοποίηση απέχουμε πολύ ακόμα. Γιατί, αν γυρίσουμε στο μικρό άγονο νησάκι του Αγίου Γεωργίου, θα δούμε ότι οι αντιδράσεις για την δημιουργία του αιολικού πάρκου εκεί ήταν πιο χλιαρές, σχεδόν ανύπαρκτες. Φυσικό, ίσως να σκεφτούμε. Ο Άγιος Γεώργιος είναι ένας άχρηστος βράχος στη θάλασσα. Ίσως καλά κάναμε και τον μετατρέψαμε σε αιολικό πάρκο, δεν μας εξυπηρετούσε σε τίποτα στο κάτω-κάτω ως βραχονησίδα. Αυτή όμως η μετάφραση της ύπρξης ενός χώρου που συναρτάται με το κατά πόσο μας χρησιμεύει, είναι ίσως και η ίδια η υπερχιλιετής αιτία που μας έφτασε μέχρι εδώ και που, αν δεν την ανατρέψουμε, ίσως μας τελειώσει κιόλας.