Δημήτρης Γκιούλος, Αστικά Δύστυχα Εκδόσεις θίνες σελ. 72 Αθήνα, 2020 Η ποιητική συλλογή του Δημήτρη Γκιούλου κυκλοφόρησε την κατάλληλη στιγμή, διότι είναι ένα πραγματικό βιβλίο της εποχής του. Δεν είναι…

“Αστικά Δύστυχα”: Ποίηση του σήμερα για τις μάχες του πάντα

Δημήτρης Γκιούλος, Αστικά Δύστυχα

Εκδόσεις θίνες

σελ. 72

Αθήνα, 2020

Η ποιητική συλλογή του Δημήτρη Γκιούλου κυκλοφόρησε την κατάλληλη στιγμή, διότι είναι ένα πραγματικό βιβλίο της εποχής του. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ποιήματα της συλλογής άρχισαν να γράφονται το 2015. Τα Αστικά Δύστυχα μοιάζουν με φωτογραφικό άλμπουμ που έχει ως θέμα ένα αιματοβαμμένο πεδίο μάχης με αγχέμαχα όπλα, πρωτόγονο και βίαιο. Σαν δηλαδή ένας φωτογράφος να επισκέφθηκε το πεδίο της μάχης της Σεκιγκαχάρα και να τράβηξε κοντινά πλάνα από το σπαρμένο με πτώματα, αίματα και πεταμένα όπλα πεδίο, που του έκαναν εντύπωση: μια πολύ αρμονική πιτσιλιά από μαύρο αίμα πάνω σε ένα άθικτο λουλούδι, πόσο καλά διαγράφονται οι φλέβες σε ένα χέρι πολεμιστή που σφίγγει ακόμα το σπαθί του, παγωμένο, πόσο έντονη και ζωηρή είναι η έκφραση στο πρόσωπο ενός κομμένου κεφαλιού.

Τα ποιήματά του αποτελούν μια συλλογή από κομμάτια ενός (αυτό)βιογραφικού παζλ και μπορούν κάλλιστα βγαλμένα από ένα προσωπικό ημερολόγιο. Τα θέματα που τον απασχολούν είναι η ταξικότητα της καθημερινότητας, η καλλιτεχνική δημιουργία, η ερωτική διάθεση, η ιστορική μνήμη μέσα από τα οικογενειακά βιώματα και η παλινδρόμηση στη παιδική ηλικία – αναφορικά με την τελευταία κατηγορία, υφίσταται ένας επιπλέον σκωπτικός λόγος: τα προβλήματα του τότε είναι γελοία σε σχέση με την περιδιάβαση στην Έρημο του Πραγματικού. Δεν υπάρχει ποίηση Σήμερα -μόνο κάποια σπαράγματα της καθημερινότητας και της μνήμης μπορούν να μας καταστήσουν κοινωνούς μιας μορφής Τέχνης.

Θεματολογικά καταρχήν, η πρώτη ανάγνωση της συλλογής παραπέμπει στο καταληκτικό συμπέρασμα της απόφασης Jacobellis v. Ohio, η οποία εξέταζε μια υπόθεση ενός άσεμνου κινηματογραφικού έργου και κατά πόσο αυτό προσβάλλει τα ήθη, ως πορνογραφικό. Ο Δικαστής Potter Stewart έκρινε πως «Δεν θα προσπαθήσω σήμερα να ορίσω περαιτέρω τα στοιχεία που αντιλαμβάνομαι πως ανήκουν στη συνοπτική περιγραφή [ενός έργου σκληρού ερωτικού περιεχομένου] και πιθανώς ποτέ να μην τα καταφέρω να το κάνω με κατανοητό τρόπο. Αλλά ξέρω τι είναι όταν το βλέπω, και το κινηματογραφικό έργο στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι».

Επομένως το τί συνιστά και το από τί συναποτελείται η ποίηση του Γκιούλου επαφίεται εν πολλοίς στον αναγνώστη να τα αντιληφθεί. Ο ίδιος δεν επιχειρεί να δώσει πεδίο ορισμού, μένει μόνο στο να παρατηρεί πράγματα του Σήμερα και του πρόσφατου χθες, σε μια τιτάνια ταλάντωση του απέραντου μικρόκοσμου της πραγματικότητας. Για την ακρίβεια, προσπερνά επιδεικτικά κάθε δυνατότητα συγκρότησης ενός ενιαίου νοήματος, καθώς οι θεματικές του αλλάζουν, από ποίημα σε ποίημα, χωρίς να είναι δυνατόν να διαγνώσει κανείς κάποιον στιβαρό νοηματικό άξονα, πέραν της μοναδικής οπτικής του ποιητή.

Μόνη εξαίρεση σε αυτή την έλλειψη μοτίβου είναι η ήττα. Η ημερήσια αναβίωση των όσων δεν καταφέραμε, όσων χάσαμε είναι ένα υπαρξιακό φορτίο το οποίο δεν γίνεται κανείς να απεμπολήσει (Συλλέκτης, Κοσμικό Αστείο, Αντιστροφή, ενδεικτικά). Ο ποιητής εδώ δεν κρύβει ούτε το προσωπικό βίωμα, ούτε την συντριβή του ατόμου. Η ζωή πρέπει να συνεχίζεται, γι’ αυτό γράφονται και αυτά τα ποιήματα, σαν μια υπόμνηση ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο πέραν του να συνεχίζεις. Η παραδοχή αυτή είναι θεμελιώδης ερμηνευτικά για τη συλλογή. Από τη στιγμή που γράφονται ποιήματα, καταθέτουμε ενώπιον του χρόνου πως τίποτα δεν ξεχνιέται και τίποτα δεν ξεπερνιέται – αυτό αποτελεί μια αντίθεση στο πεσιμισμό των Αστικών Δυστύχων. Αφού ακόμα γράφουμε, μπορούμε κι ας ουρλιάζει ο στίχος «δεν μπορώ».

Τα ζητήματα που απασχολούν τον ποιητή, ποικίλουν επομένως, ενώ ο συνεκτικός ιστός αυτών δεν είναι άλλος από την ίδια τη προσέγγιση αυτού στα πράγματα. Με έναν στίχο ελεύθερο, δεν υποκύπτει στους περιορισμούς της ποίησης όπως αυτή είναι γνωστή στο ευρύ κοινό, καθιστώντας δυσδιάκριτη την τυπολογία της ποίησης μέσα στα κείμενα. Αλλά είναι η μοναδική αντίληψη για τα πράγματα που καθιστά τη συλλογή του Γκιούλου άξια προσοχής. Άλλωστε ο ελεύθερος στίχος δεν είναι πρωτότυπο στοιχείο, ιδίως για την ποίηση του τελευταίου αιώνα. Όταν όμως οι απεικονίσεις των κόκκων της πραγματικότητας παραπέμπουν τον αναγνώστη σε κάτι μεγαλύτερο από αυτόν, αντικατοπτρίζεται η αξία της καλλιτεχνικής δημιουργίας που περιέχεται στα Αστικά Δύστυχα.

Ο εργασιακός μεσαίωνας είναι ένα από τα πιο ιδιαίτερα θέματα που απασχολούν τον Γκιούλο. Η αντίδραση κατά του εργοδότη, η βία που εκπορεύεται από τη βία του να μην έχεις μια, είναι μια πρώτη ακατέργαστη ύλη που στα χέρια του παίρνει ένα επικίνδυνο σχήμα. Δεν είναι τυχαίο ότι το πιο προσωπικό ποίημά του πάνω στο θέμα, το 26 σεκόντ  με εξαίρεση τους τελευταίους στίχους, που περιλαμβάνουν από 3 λέξεις ο καθένας, όλοι οι υπόλοιποι αποτελούνται από μια μόλις λέξη. Είναι γραμμένο σαν να ακούγεται από πίσω ένας δυσοίωνος μετρονόμος που μετρά αυτά τα δευτερόλεπτα της υπομονής. Η δαμόκλειος σπάθη της καθημερινής αβεβαιότητας μεταστρέφεται σε απειλή των εργαζομένων προς τους εργοδότες, δίνοντας μια λυτρωτική διάσταση σε μια από τις πιο ρηχές και επίπεδες συνθήκες της σύγχρονης ζωής: το να βγει ο μήνας. Ο Γκιούλος στρέφεται κατά αυτών που κρεμούν το σπαθί, βάζοντας σαν ασπίδα του στίχους (Η αγία γκαρσόνα).

Η ερωτική κατάσταση είναι ένα ακόμα πεδίο πολέμου και σύγκρουσης για τον Γκιούλο. Κατά τη συστηματική ανάγνωση των Αστικών Δυστύχων, ένα πράγμα μόνο δεν αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης, το παρελθόν. Ακόμα και στα Κυριακάτικα Τραπέζια Ι και ΙΙ, ακόμα και η αναφορά των πολιτικών αντιπαραθέσεων προσεγγίζεται με έναν εκθεσιακό τρόπο ή και με έναν έμμεσο, συγκρίνοντας τις αντιλήψεις για καθημερινά θέματα, όπως ένα πρόσωπο ερωτικού ενδιαφέροντος, από την προοπτική της πολιτικής ιδεολογίας κάθε παππού.

Το μόνο time-out που ζητά ο ποιητής είναι όταν επιστρέφει στη παιδική του ηλικία. Υπάρχουν σκόρπια ποιήματα που παύουν αυτή την πολεμική αναμόχλευση της παρατήρησης της καθημερινότητας και καταγράφουν στιγμές του παιδικού παρελθόντος (Του υποκειμένου τού ατομικού, 33 σχεδόν χρόνια, Μπαλαδόρος). Δεν είναι μεγάλα τα διαλείμματα που ζητάει ο Γκιούλος, είναι μερικές ανάσες που παίρνει ο αναγνώστης, στηριγμένος στα γόνατα του, μέχρι να σφυρίξει ο διαιτητής την επαναφορά. Άλλωστε δεν έχουμε χρόνο για ξεκούραση, γιατί παντού έχουμε ανοιχτά μέτωπα.