“I want my money back I’m down here drowning in your fat You got me on my knees praying for everything you lack I ain’t afraid of you I’m just…

Τι θα κάνουμε τελικά με τους πλούσιους;

“I want my money back

I’m down here drowning in your fat

You got me on my knees praying for everything you lack

I ain’t afraid of you

I’m just a victim of your fear

You cower in your tower praying that I’ll disappear

I got another plan, one that requires me to stand

On the stage or in the street, don’t need no microphone or beat

And if you hear this song, if you ain’t dead then sing along

Bang and strum to these here drums till you get where you belong”

Saul Williams, List of Demands, 2004

Το Tax the Rich είναι συμπαθητικό σύνθημα. Όχι ιδιαιτέρως αριστερό ή αντι-καπιταλιστικό βέβαια, αλλά συμπαθητικό. Και πραγματικό. Δηλαδή γειωμένο στην κοινωνία. Έχει μεγάλη σημασία η φορολογία στους πλούσιους. Απλώς, ίσως ξεπεράσαμε χρονικά το στάδιο όπου κάτι τέτοιο θα είχε περισσότερο νόημα.

Δηλαδή πριν την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, πριν ίσως την κρίση του ’99, την επόμενη του ’09, σίγουρα πριν την κρίση του COVID.

Αυτές τις μέρες έχει την τιμητική της στα ίντερνετς η Alexandria Ocasio-Cortez, άλλοτε πουλέν του Sanders και μέλος του The Squad, δηλαδή 6 μέλη του Κογκρέσου με “προοδευτικές” ιδέες, όπως η φορολογία των πλουσίων, το Green New Deal και πάει λέγοντας. Η AOC εμφανίστηκε σε ένα gala με ένα φόρεμα που έγραφε “ Tax The Rich”.

Ταυτόχρονα για κάποιους εξ ημών, είχε και την τιμητική του o Mark Fisher, μέσα από αρχικά ένα meme που διακωμωδούσε με ένα τρόπο, την παρουσία της AOC στο gala.

Ο Fisher έγινε γνωστός στο πιο ευρύ κοινό για τις ιδέες του περί “καπιταλιστικού ρεαλισμού”, δηλαδή εκείνη την διαδικασία αποικιοποίησης του φαντασιακού σε όλα τα πλαίσια από τα καπιταλιστικά ιδεώδη, όπου τελικά η έξοδος από την καπιταλισμό φαντάζει ακατόρθωτη.

Είναι πιο εύκολο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού.

Εν προκειμένω, αυτοί που έκαναν την φισερική κριτική στην AOC, ας πούμε πως είχαν τα δίκια τους. Όχι εντελώς, αλλά ως ένα βαθμό.

Φαίνεται σε γενικές γραμμές, πως ο καπιταλισμός, προχωρώντας λίγο την σκέψη του Fisher, πράγματι είναι σε θέση να αφομοιώνει όχι μόνο τα επιμέρους, δηλαδή τα οικολογικά, τα έμφυλα, τα αντι-ρατσιστικά, τα αντι-σπιστικά αλλά και τα μάλλον αμιγώς αντι-καπιταλιστικά.

Ότι δηλαδή, παίρνει το – αντί από μπροστά, τις περισσότερες φορές καταλήγει σχετικά ακίνδυνο σε μια ευρύτερη εικόνα.

Αυτό συμβαίνει, κυρίως επειδή συγκροτείται ένα πρόταγμα πάνω στην άρνηση, χωρίς να παρουσιάζει μια εναλλακτική. Και οι εναλλακτικές, στερέψαν επικίνδυνα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Υπάρχουν κάποιες, αλλά ας είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι και οι καλύτερες ( τουλάχιστον για τον περισσότερο κόσμο)

Ταυτόχρονα υπάρχουν ούτως ή άλλως αρκετές προβληματικές στον επιτελεστικό ακτιβισμό του φορέματος, στον οποίο υπέπεσε η AOC, που βέβαια κατά τα άλλα είναι αρκετά συμπαθής, σίγουρα πολύ περισσότερο από την πλειοψηφία των αμερικάνων πολιτικών που βλέπουμε, που και που, ή όταν αποφασίσουμε να δούμε τι συμβαίνει στην άλλη μεριά του Ατλαντικού.

Η ιδέα του disrupt, δηλαδή της δημιουργίας μιας “κατάστασης” όπου ανατρέπονται κυρίαρχα νοήματα, ταυτότητες, η ίδια η κυριαρχία στην ουσία της και καταφέρνουμε να περάσουμε μηνύματα από την “δικιά” μας μπάντα, είναι καλή, αλλά έχει μπαγιατέψει εδώ και χρόνια.

Άλλωστε δεν είναι δα και τίποτα νέο. Το έκαναν οι Καταστασιακοί, οι Yes Men, τα Guerilla Girls, οι Yippies, το έκαναν κάμποσοι, μέχρι που διάφοροι ακαδημαϊκοί κύκλοι θεωρητικών και κριτικών τέχνης και πολιτισμού αποφάσισαν πως ήταν sexy και cool οπότε και το ενσωμάτωσαν στο “αντι-καπιταλιστικό” πρόγραμμα σπουδών, των Πανεπιστημίων που ζητούσαν 6 χιλιάρικα το εξάμηνο και φοιτητικά δάνεια.

 

 

Παρανοϊκό και όμως πραγματικό. Δεν υπάρχει κάτι που να μην μπορεί να πουληθεί. Μέχρι και ο αέρας ο κοπανιστός που λέμε, κονσερβοποιείται και πωλείται.

Είναι σοβαρό πως μπορεί κάποιο άτομο, να χρησιμοποιεί την πλατφόρμα του και να περνάει μηνύματα. Νομίζω πως κανέναν δεν έχει αντίρρηση σε αυτό. Και αν έχει, τότε κακώς.

Αλλά βρισκόμαστε ταυτόχρονα και σε μια περίοδο όπου γνωρίζουμε κάποια πράγματα, έστω και διαισθητικά για το θέαμα, πως λειτουργεί, για το Κεφάλαιο, πως αφομοιώνει και κυρίως, πως αφοπλίζει.

Επίσης θα πρέπει να θυμόμαστε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, πως δεν είναι τυχαίο που η AOC και το υπόλοιπο Squad, με θέσεις λίγο πιο δεξιά από τον ΣΥΡΙΖΑ ή το Μέρα25 ( κατά τη γνώμη μου αμφότερα δεξιά, μνημόνια, μίνι – μνημόνια, αλλά άλλη κουβέντα, πιο ζόρικη μάλλον) θεωρούνται τα πιο “ριζοσπαστικά” κομμάτια της mainstream πολιτικής στις Η.Π.Α.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, επειδή οτιδήποτε πλέον, πιο αριστερά από τους Δημοκρατικούς μάλλον κινδευνεύει να εκτελεστεί εξωδικαστικά από την αστυνομία, τις μυστικές υπηρεσίες ή να τους φορέσουν πορτοκαλί κουκούλες και να καταλήξουν στο Guantanamo.

Αν δεν με πιστεύετε, διαβάστε για τους Μαύρους Πάνθηρες, τον Malcolm X, τους Weather Underground, το Κ.Κ. των Η.Π.Α., τον Stokely Carmichael, την Assata Shakur, τον Hampton, τον Newton, τον Ron Karenga, τον Mumia, την Angela Davis, τον SLA, τον Martin Luther King, τους ακτιβιστές που ασχολήθηκαν τα τελευταία 10 χρόνια με το Black Lives Matter ( όχι τα μπλουζάκια και τα logo, τον κόσμο που σπατάλησε χρόνο κατεβαίνοντας σε πορείες, διαδηλώσεις, που συγκρούστηκε κλπ) τoν Rap. H. Brown. Ακόμα και ο εσωτερικός πόλεμος που έφαγε ο Sanders από το κόμμα του, στο οποίο τώρα συμμετέχει (;;;).

Δηλαδή, αν κάτι είναι επικίνδυνο, καταστέλλεται, σκοτώνεται, καταστρέφεται. Αν όχι, trendarei.

Βέβαια μπορεί όλα τα παραπάνω, να είναι απλώς ενδο-αριστερό μίσος για κάποιον πετυχημένο/η, που πολλοί από εμάς θα ήθελαν να βρίσκονται στην θέση του/της.

Σίγουρα, πολύς κόσμος θα προτιμούσε να βρίσκεται στο Gala φορώντας ρούχα με σφυροδρέπανα επάνω ή κυκλωμένα άλφα αντί να βρίσκεται προσγειωμένος στην βαρετή, βάση της καπιταλιστικής πυραμίδας.

Και αυτό γιατί, ακόμα και σε εμάς, το καπιταλιστικό ιδεώδες έχει διαπεράσει την φαντασία στο σύνολο της. Η κοινωνική κινητικότητα και η υπόσχεση πως κάποια στιγμή, μέσω ίσως μια προοδευτικής φορολογίας, ποιος ξέρει, τα πράγματα ίσως επιστρέψουν σε μια εποχή, όπου ήμασταν όλοι αγαπημένοι. Και τότε ίσως να πάρουμε και εμείς αυτό που πραγματικά μας αξίζει.

Εξάλλου, όπως έχουν σημειώσει και αρκετοί θεωρητικοί, από εκείνους που εξοντώθηκαν και που μας αρέσουν, το πιο ισχυρό όπλο στα χέρια του καταπιεστή, είναι το μυαλό του καταπιεσμένου.

Ο Fisher, δυστυχώς δεν λαμβάνει την προσοχή που του αξίζει. Παραδόξως, νομίζω πως αν ζούσε θα συμπαθούσε αρκετά την AOC, γιατί είτε μας αρέσει είτε όχι, μάλλον έχει “σπρώξει” αρκετό κόσμο προς μια σχετικά αριστερή κατεύθυνση, χωρίς η ίδια να είναι τρομερά ριζοσπαστική.

Παράλληλα προέρχεται από την εργατική τάξη, τα σπλάχνα της κιόλας και σίγουρα έχει βιώσει μια πολλαπλότητα καταπιέσεων γύρω από την τάξη, το φύλο και την φυλή.

Και έχει σίγουρα καλές προθέσεις. Μας φτάνουν όμως, γενικώς, οι καλές προθέσεις και η φορολόγηση των πλούσιων;

Η οφείλουμε να δούμε αν και πως μπορούμε να πάμε τα πράγματα ένα βήμα παραπέρα.

Ένα από τα πιο σημαντικά λοιπόν συμπεράσματα του Fisher, είναι ότι δεν αρκεί πλέον να συγκροτούμε τα προτάγματα μας γύρω από την άρνηση. Δηλαδή δεν αρκεί να πούμε πως είμαστε αντι-καπιταλιστές. Δηλαδή να λέμε ενάντια σε τι είμαστε. Πρέπει να λέμε με τι είμαστε τελικά.

Θέλουμε καπιταλισμό, με προοδευτική φορολογία ή θέλουμε κάτι άλλο; Αυτό το άλλο τι μπορεί να είναι;

Θέλουμε ας πούμε να πληρώσουν παραπάνω λεφτά οι πλούσιοι, ή μήπως θέλουμε να πάθουν τίποτα άλλο (spoiler: Ροβεσπιέρος);

Τα “προοδευτικά” mainstream προτάγματα και οι εικόνες που τα συνοδεύουν είναι οκ να αρέσουν στον κόσμο. Πολλές φορές λειτουργούν και ως πρώτη επαφή για κάτι πιο βαθύ, ενδεχομένως.

Ταυτόχρονα είναι οκ και να τους ασκούμε κριτική. Αν δεν οξύνουμε συνεχώς την κριτική μας και μένει προσγειωμένη στο -αντί, τότε τα ψωμιά μας είναι λίγα, έτσι τουλάχιστον νομίζω λέει και ο Fisher.

Στην τελική, σίγουρα οι ενδυματολογικές επιλογές της AOC, έχουν μικρό υλικό αποτύπωμα.

 

 

Από τον φακό των ΜΚΔ βέβαια όλα φαίνονται μεγαλύτερα.

Η διαδικασία της απεμπλοκής από τον καπιταλιστικό ρεαλισμό και την αέναη επιστροφή στην νοσταλγία, το παρελθόν, την εποχή που όλα ήταν καλύτερα και πιο απλά, είναι δύσκολη, μακρά και απαιτεί χρόνο.

Είναι πιθανό δε να μην γίνει και ποτέ.

Χρειάζεται να έχουμε όντως στο μυαλό μας μάλλον, πότε κάτι είναι επικίνδυνο, πότε είναι εύπεπτο, πότε βοηθάει και πότε ενδεχομένως να βλάπτει.

Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν κάποιες συνταγές, που έχουν δοκιμαστεί και έχουν πετύχει. Απλώς τις έχουν πιάσει οι σκόνες και λογικά βρίσκονται θαμμένες βαθιά μέσα στα μουσεία του συλλογικού ασυνειδήτου.

Ο Boots Riley τα λέει καλύτερα. Να ακούτε αυτόν.