Λίγο να παρακολουθείς τα κινηματογραφικά, θα έχεις ακούσει για το μποϋκοτάζ που προτίθενται να κάνουν στην φετινή τελετή απονομής πολλοί μαύροι ηθοποιοί, σκηνοθέτες και τεχνικοί με την υποστήριξη και λευκών…

Το μποϋκοτάζ στα Όσκαρ και η πολιτική ορθότητα

Λίγο να παρακολουθείς τα κινηματογραφικά, θα έχεις ακούσει για το μποϋκοτάζ που προτίθενται να κάνουν στην φετινή τελετή απονομής πολλοί μαύροι ηθοποιοί, σκηνοθέτες και τεχνικοί με την υποστήριξη και λευκών συναδέλφων τους, καθώς για δεύτερη συνεχόμενη φορά και οι 20 υποψήφιοι προς βράβευση ηθοποιοί είναι λευκοί. Είναι μια ιστορία που, αν μη τι άλλο, έχει σηκώσει πολλή σκόνη στην υπόθεση της πολιτικής ορθότητας, με τους μεν να μιλούν για υποσυνείδητη προκατάληψη μέχρι και για ρατσισμό, και τους δε να απαντούν αντανακλαστικά για αχρείαστη «κορεκτίλα» και προσπάθεια επιβολής ενός «αντίστροφου ρατσισμού».

Η αφορμή πάντως φαίνεται να στέκει. Όπως εύγλωττα έγραψε ο Spike Lee στο Instagram “40 White Actors In 2 Years And No Flava At All. We Can’t Act?! WTF!! It’s No Coincidence”.

0118-spike-lee-instagram-4

Αν ήθελε μάλιστα κάποιος να το τραβήξει το πράμα, θα μπορούσε να διατυπώσει την υπόθεση ότι η δυσαναλογία αυτή αντανακλά μια κάποια ενστικτώδη αντίδραση της αμερικανικής κοινωνίας μπροστά στο φόβο της τρομοκρατίας τα τελευταία χρόνια – μια στροφή στις παρηγορητικές αξίες των WASP (όχι του συγκροτήματος, του άλλου) και στους εξίσου παρηγορητικούς μπλοκμπάστερ υπερήρωες. Ή, θα μπορούσε να πει ότι μετά την εκλογή του Ομπάμα, αλλά και της Cheryl Boone Isaacs ως Προέδρου της AMPAS (της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών που δίνει τα Όσκαρ ντε), μπορεί κάποιοι, παραβλέποντας το γεγονός ότι από τα μέλη της Ακαδημίας το 94% είναι λευκοί και το 77% άντρες, α αισθάνονται λανθασμένα ότι το γυάλινο ταβάνι έχει πια ανεπίστρεπτα διαρραγεί, η πόρτα έχει ανοίξει, και άρα δεν χρειάζεται να συνυπολογίζουμε στις κρίσεις μας φυλετικές παραμέτρους.

Η Πρόεδρος της AMPAS, Cheryl Boone Isaacs

Η Πρόεδρος της AMPAS, Cheryl Boone Isaacs

Από την άλλη, οι επικριτές του μποϋκοτάζ θα υποστήριζαν πως η πόρτα έχει όντως ανοίξει. Αυτή ήταν άλλωστε η κεντρική ατάκα στην συναισθηματικά και φυλετικά φορτισμένη ομιλία αποδοχής του Όσκαρ Καλύτερης Ηθοποιού της Halle Berry το 2002. Θα έλεγαν ότι ο Will Smith, άντρας της Jada Pinkett Smith η οποία και ξεκίνησε το μποϋκοτάζ, όχι μόνο έκανε crossover στο γενικό κοινό, αλλά και ήταν υποψήφιος δύο φορές για Όσκαρ, το 2002 και το 2006. Νταξ, έχασε και στις δύο – αλλά τη μία από τον Denzel Washington και την άλλη από τον Forest Whitaker. Θα έλεγαν ότι αντί να κοιτάμε τα τελευταία δύο και μόνο χρόνια, θα μπορούσαμε να δούμε τα τελευταία είκοσι και την εκεί σημαντικά βελτιωμένη αντιπροσώπευση σε σχέση με το απώτερο παρελθόν.

Ποια από τις δύο πλευρές έχει δίκιο; Είναι δίκαιη ή αστήριχτη η αξίωση μεγαλύτερης αντιπροσώπευσης μαύρων καλλιτεχνών στις υποψηφιότητες; Στους πόσους μη λευκούς υποψηφίους αν είχαμε αυτά τα δύο χρόνια δεν θα μιλάγαμε για αδικία; Δύσκολη η απάντηση, αλλά αξίζει να υπεκφύγει κανείς από το να επιχειρήσει να τη δώσει. Κι αυτό γιατί υπάρχει ένα ακόμα σημαντικότερο ζήτημα – το να μπορεί αυτός που αισθάνεται ότι αδικείται να εκφράσει το παράπονό του και να διεκδικήσει το δίκιο του όπως το αντιλαμβάνεται. Αυτό ήδη συμβαίνει, και έχει αποτελέσματα. Ήδη, η Cheryl Boone Isaacs προανήγγειλε «δραματικές αλλαγές» στη σύνθεση της Ακαδημίας για να γίνει πιο αντιπροσωπευτική. Τι ακριβώς αλλαγές; Θα δείξει. Τι συνέπειες θα έχουν; Θα δείξει κι αυτό.  Σε  κάθε περίπτωση, η διεκδίκηση ως δυνατότητα και πράξη είναι μ’ αυτή την έννοια σημαντικότερη από το συγκεκριμένο της περιεχόμενο, το οποίο εντέλει και θα κριθεί στη δημόσια σφαίρα μέσα στο χρόνο. Εντέλει, η συζήτηση περί προκατάληψης έχει αυτό το κακό: από όποια πλευρά κι αν την πιάσεις, ό,τι επιχείρημα κι αν εισφέρεις στην κουβέντα, εξ ορισμού πολύ δύσκολα μπορεί να αντικρούσεις τη διαπίστωση της άλλης πλευράς ότι μιλάς υπό το πρίσμα των δικών σου προκαταλήψεων. Γι’ αυτό και να απορρίπτεις αξιοπρεπείς διεκδικήσεις ως «κορεκτίλα», ή αντίστροφα αξιοπρεπείς κριτικές σ’ αυτές ως «λόγο των προνομιούχων» δεν σε πάει πολύ μακριά.

Ευτυχώς το πράγμα δεν είναι ανεπίλυτο – και προς τούτο, λίγη κινηματογραφική ιστορία: Το πρώτο κινηματογραφικό αριστούργημα των ΗΠΑ ήταν μάλλον το Birth of a Nation του D.W. Griffith (1915). Μιλούσε για την Κου Κλουξ Κλαν – εκθειαστικά. Σήμερα βλέπεται μόνο για τις τεχνικές του καινοτομίες. 101 χρόνια μετά, με τον ίδιο τίτλο περιμένουμε να δούμε την ταινία του Nate Parker, με θέμα αυτή τη φορά τον Nat Turner, έναν μαύρο σκλάβο που ηγήθηκε μιας εξέγερσης στη Βιρτζίνια το 1931 – ταινία που αγοράστηκε στο Sundance για 17,5 εκ. δολάρια, ποσό ρεκόρ για το φεστιβάλ, από την Fox, αυτόνανε τον συντηρητικό φιλορεπουμπλικανικό κολοσσό που, παρεμπιπτόντως, παρήγαγε παραπρόπερσι και το [ξερόβηχας] 12 χρόνια σκλάβος, το φιλμ που χάρισε το Όσκαρ στην Lupita Nyong’o.

Και για να κλείσω όπως ξεκίνησα, το 1989 το όσκαρ καλύτερης ταινίας πήγε στο γλυκούλικο, μπαρμπαθωμάδικο Driving Miss Daisy που ανάθεμά με αν το έχουν δει πάνω από εκατό νοματαίοι τα τελευταία είκοσι χρόνια. Την ίδια χρονιά ο Spike Lee έκανε το Do the Right Thing, που μπορεί να μη βραβεύτηκε τότε, αλλά σήμερα και βλέπεται, και διδάσκεται σε σχολεία και σχολές. Α, και το Όσκαρ συνολικής προσφοράς που πήρε ο Spike αργότερα, κυρίως γι’ αυτή την ταινία το πήρε. Δείτε το: μιλά για ένα μποϋκοτάζ που κάνουν μαύροι σ’ ένα μαγαζί λευκών.

imageasp