Έχουν περάσει δύο ή τρεις εβδομάδες από τότε που διάβασα το διήγημα του Χουάν Ρούλφο «Μας δώσανε τη γη», πρώτο διήγημα από τη συλλογή Ο κάμπος στις φλόγες. Στο πόσο εκπληκτικός συγγραφέας είναι ο Χουάν Ρούλφο ενδεχομένως θα επανέλθω με μελλοντικό κείμενο, αν και δεν υπόσχομαι ότι θα έχω πιο πολλά επιχειρήματα από τα αντίστοιχα ενός μέλους της Θύρας 4, όταν δηλώνει την αγάπη του για τον ΠΑΟΚ.
Σε αυτό του το διήγημα, λοιπόν, ο Ρούλφο σε μπολιάζει μαεστρικά σε ένα καυτό καταμεσήμερο όπως βιώνεται σε μια ανοικτή πεδιάδα του Μεξικό. Πέραν του σύνθετου προβληματισμού και των δυνατών συμβολισμών, αυτό που με εντυπωσίασε και το θεωρώ ένα από τα δυνατότερα σημεία του διηγήματος είναι η ατμόσφαιρά του. Η «ατμόσφαιρά του»; Κι όμως, οι συνθήκες δεν ακούγονται και τόσο «ατμοσφαιρικές», τουλάχιστον σύμφωνα με τις περιστάσεις στις οποίες έχουμε συνηθίσει να χρησιμοποιείται ο όρος αυτός. Η χρήση αυτού του, λίγο πολύ, προθεωρητικού όρου είναι και αυτή που θα με απασχολήσει σε αυτό το άρθρο.
Τι είναι, λοιπόν, αυτό που ορίζεται ως ατμοσφαιρικό; Ποια έργα δικαιούνται αυτό τον χαρακτηρισμό; Πρέπει να τονίσω ότι λόγω αυτής της μη τεχνικής, της καθημερινής χρήσης του όρου, γίνεται σχεδόν αδύνατο να ανιχνεύσουμε ακριβώς τι δηλώνει. Χρησιμοποιείται σε πάμπολλες περιστάσεις και από διάφορους χρήστες, ώστε να δηλώνει εξίσου πολλά πράγματα. Κάνοντας, όμως, τις απαραίτητες γενικεύσεις και αναζητώντας τα συχνότερα περιβάλλοντα στα οποία χρησιμοποιείται, θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ατμοσφαιρικά τα έργα εκείνα που ζωντανεύουν μέσα σου βιώματα, που ερχόμενος σε επαφή μαζί τους νιώθεις σαν να είσαι μέρος του σκηνικού που αυτά παρουσιάζουν, εκείνα που κάνουν τον αποδέκτη του έργου να ενεργοποιήσει όλες τις αισθήσεις του. Αυτό είναι το στοιχείο που βοηθά την εμπλοκή σου με το κείμενο, αυξάνει τη συναισθηματική σου απόλαυση από την επαφή σου με αυτό, αφήνει την εντύπωση ότι αυτό που μόλις σου παρουσιάστηκε μοιάζει σαν να είναι προσωπικό σου βίωμα.
Ο όρος, με βάση όσα είπαμε ήδη, θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα τεράστιο εύρος έργων, ωστόσο, έχει περιοριστεί, στην ευρύτερη χρήση του, σε μια συγκεκριμένη γκάμα. Λίγο πολύ έχει συνδεθεί σχεδόν απόλυτα με τα «σκοτεινά» έργα, με την γνωστή και περίφημη dark αισθητική. Αναμφισβήτητα το μυαλό μας πηγαίνει κατευθείαν στον Poe με την γιγαντιαία επιρροή του, όχι μόνο στην λογοτεχνία, αλλά και γενικότερα στην αισθητική αντίληψη του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου. Ο Poe αποτελεί ηγεμονική φιγούρα σε μια αισθητική «τάξη» (ω! πόσο βοηθάει αυτή η χρήση των εισαγωγικών για να σε βγάλει από αμηχανίες!) που περιλαμβάνει αυτή την dark/goth οπτική και θεματολογία. Η πιο πιθανή λέξη που θα διαβάσει κανείς σε μια αναφορά σε ένα έργο που έχει να κάνει ως σκηνικό, για παράδειγμα, ένα σκοτεινό δάσος είναι ο χαρακτηρισμός «ατμοσφαιρικό». Έτσι, ξεκινώντας από τον τεράστιο Poe, με μια όχι απαραίτητα αξιολογική κλιμάκωση, φτάνουμε στον εξαιρετικόBurton με το πολύ επιτυχημένο μοτίβο της σκοτεινής παρουσίασης παραμυθιών και μετά στον next big thing Nolan που με την τριλογία του Σκοτεινού Ιππότη «απέδειξε ότι τα κόμικς μπορεί να έχουν μια πιο ατμοσφαιρική υφή» και από εκεί πάμε στα διάφορα προφίλ εφήβων στο MySpace με ονόματα όπως raven, dark passenger, κτλ και στα ξεφτιλίκια που περάσαμε με τους emo.
Υπάρχει, όμως, και ένα δεύτερο επίπεδο όπου ο όρος αυτός μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Για τους περισσότερους αναγνώστες της λεγόμενης κλασικής λογοτεχνίας, παίρνει τελείως διαφορετικές διαστάσεις. Ενδέχεται να αφορά ένα μυθιστόρημα της Jane Austen ή της Pearl Buck από την μια πλευρά ή στο Μανχάταν του 1960, με βασική αναφορά τους Mad Men. Μακριά από κάθε σκοτεινή αισθητική και πιο κοντά σε μια εξιδανικευμένη αναβίωση του παρελθόντος, περνάμε από το dark στο vintage. Εδώ ο ήχος από το κράξιμο ενός κορακιού σε ένα ομιχλώδες δάσος αντικαθίσταται από το τρίξιμο ενός παλαιικού, ξύλινου επίπλου. Από τους σκοτεινούς ιππότες και τον Μεσαίωνα, περνάμε στον Μεσοπόλεμο ή στη ζωή του Αμερικανού στη Νέα Υόρκη των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων. Τα πάρτι, τα κουστούμια, τα παλιά πολυτελή αυτοκίνητα οδηγούν στην χρήση του όρου σε πιο αστικά περιβάλλοντα, στις χρονικές περιόδους που αναγνωρίζονται ως οι πιο καλές στιγμές του δυτικού πολιτισμού (καλύτερα του δυτικού lifestyle) κατά τον 20ό αιώνα.
Δεν είναι τυχαίο ότι κάνουν θραύση στα social media φωτογραφίες ή ακόμα και ομάδες με κεντρική θεματική φωτογραφίες που απεικονίζουν διάφορα σημεία της πόλης σε προηγούμενες δεκαετίες. Όλα αυτά έσκασαν μαζί με μια συστηματική προσπάθεια εντύπων και ομάδων που σκοπό είχαν να μας κάνουν να «ξαναγαπήσουμε την πόλη μας» που στη συνέχεια ασπάστηκαν σε μεγάλο βαθμό αυτή την αισθητική. Απ’ το μότο αυτό, και απ’το πρώτο συνθετικό «ξανά», συνάγεται άμεσα μια υπολανθάνουσα(;) θεώρηση ότι παλιά η Αθήνα ήταν ομορφότερη από τώρα, ότι τότε την Αθήνα την αγαπούσανε, όχι σαν σήμερα που μπλα, μπλα. Έτσι, μέσω μιας ιδιότυπης συλλογιστικής, η Αθήνα των ‘60s ήταν όμορφη επειδή ήταν ατμοσφαιρική και ήταν ατμοσφαιρική επειδή ήταν όμορφη.
Με βάση, λοιπόν, αυτές τις δύο αισθητικές αντιλήψεις, τα διάφορα έργα κατανέμονται, ανάλογα με το πόσα πρωτοτυπικά «ατμοσφαιρικά» χαρακτηριστικά ικανοποιούν, σε ατμοσφαιρικά και μη. Με δεδομένο, ωστόσο, ότι ο όρος στην ευρεία χρήση του έχει σταματήσει να είναι περιγραφικός και γίνεται αξιολογικός και επειδή η εμπλοκή σε ένα έργο είναι το αντίδοτο στην συνεχή και καταστροφική αναζήτηση νοήματος/ κοινωνικού μηνύματος στην τέχνη, θεωρώ ότι πρέπει να γίνει μια διευκρίνιση. Ένα από τα θελκτικότερα σκηνικά στην ιστορία του παγκοσμίου κινηματογράφου, μια από τις αινιγματικότερες ατμόσφαιρες που έχουν παρουσιαστεί ποτέ στο κοινό, είναι γυρισμένη σε έναν απαίσιο σταθμό υδροηλεκτρικής ενέργειας που υπολειτουργούσε (αναφέρομαι στο αριστουργηματικό Stalker του Tarkovsky). Από την άλλη, εκπληκτική ατμόσφαιρα αποπνέει και ο περιπετειώδης Φεβρουάριος της Λατινικής Αμερικής, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα έργα του μαγικού ρεαλισμού. Ατμοσφαιρικό μπορεί να είναι το οποιοδήποτε σκηνικό, αρκεί να μπορεί να το διαχειριστεί ως τέτοιο ο δημιουργός του. Θελκτικό σκηνικό , λοιπόν, δεν είναι αποκλειστικά αυτό που σχετίζεται με σκοτεινά δάση, με goth αισθητικές ή είναι vintage. Κάλλιστα θελκτική μπορεί να είναι μια αχανής έκταση όπου δεν υπάρχει ίχνος πράσινης βλάστησης και ζωντανού οργανισμού με ύψος πάνω από ένα μέτρο. Και όλα αυτά κατά τη διάρκεια του πιο ζεστού μεσημεριού του καλοκαιριού.
Social Links: