Με τους Empty Frame η γνωριμία μας έγινε με το «They think we are Eskimos». Το ανακάλυψα εντελώς τυχαία και απρόσμενα κι όπως όλες αυτές οι συναντήσεις με υπέροχους δίσκους/ταινίες/βιβλία, που βρίσκονται στο δρόμο σου χωρίς προειδοποίηση, οι αισθήσεις σου αγκιστρώνονται πάνω του και έστω για λίγα λεπτά δεν υπάρχεις γιατί είσαι μόνο εκεί. Κάτι σαν βαλκάνιοι Calexico μου είχαν ακουστεί, είχαν όμως και τις πιο ανάλαφρες στιγμές τους με μια τρυφερότητα χαρακτηριστική.
Φέτος ήρθε η στιγμή που εμφανίστηκε το δεύτερο LP τους «The Blackbird Flies». Υποψιασμένη πια έβαλα να το ακούσω και δεν με απογοήτευσε καθόλου. Ανάλογα πανέμορφες συνθέσεις με βιολί, τσέλο και κιθάρες. Πρέπει να είχα ξεχάσει πόσο αγχολυτικός κι ευχάριστος είναι ο ήχος τους: σου φτιάχνει αμέσως τη διάθεση. Οπότε τι καλύτερο για παρασκευή βράδυ και οποιοδήποτε βράδυ να ακούσεις ολόκληρο το «Blackbird» των Empty Frame και μάλιστα σε ένα μέρος τόσο ταιριαστό όπως ο κινηματογράφος Τριανόν.
Φτάνοντας στο ιστορικό σινεμά συνειδητοποίησα ότι ήταν πολύ σωστή η επιλογή χώρου αν και αρχικά η σκέψη μου ήταν ότι ποτέ δεν έχω παρακολουθήσει συναυλία καθιστή. Το γιατί εκεί το κατάλαβα λίγο αργότερα καθώς ξετυλιγόταν μπροστά μου ένα ιδιαίτερο θέαμα, που θα σας το αναλύσω παρακάτω. Πάντως κάτι που αγαπώ είναι η ατμόσφαιρα σινεμά. Δε νομίζω να υπάρχει άνθρωπος που να μην του ασκούν γοητεία τα φουαγιέ, η μεγάλη οθόνη, τα πάντα. Μόλις περάσεις την πόρτα του σινεμά, τίποτε δε σε αγγίζει για μερικές ώρες. Έτσι κάπου λίγο μετά τις 10.30 βολευτήκαμε στα κόκκινα καθίσματα και παρακολουθήσαμε ένα ολοκληρωμένο θέαμα με εναλλαγές συναισθημάτων, εικόνων, μελωδιών.
Πρώτο τραγούδι του δίσκου και του λάιβ το ονειρικό «My House Is a Lagoon». Ταυτόχρονα όσο διαρκούσε το κάθε κομμάτι διάφορες εικόνες και βίντεο το συνόδευαν, συνδέοντας το με την καθημερινή ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις. Αυτό ήταν κάτι που δεν περίμενα καθώς ο δίσκος μου είχε δώσει μια εντελώς διαφορετική αίσθηση, θα έλεγα μια ατμόσφαιρα σκοτεινού Burton-ικού παραμυθιού και παιδικότητας με μια μελαγχολική υφή. Τελικά ήταν και αυτό και κάτι παραπάνω. Η ζωή όπως την ξέρουμε προβαλλόταν και ενωνόταν με τις μελωδίες των Empty Frame. Το καταλάβαμε όταν στη πρώτη νότα εμφανίστηκε ένα εργοτάξιο, κτίρια υπό κατάρρευση κι ένας ηλικιωμένος με γυαλιά να περιφέρεται κάτω από τον ανελέητο αθηναϊκό ήλιο. Κάπως αντιποιητικό μου φάνηκε εκείνη τη στιγμή. Ωστόσο αληθινό και σιγά σιγά στη πορεία δέθηκαν όλα τα βασικά τους στοιχεία, διαμορφώνοντας ένα υλικό ενιαίο που τώρα δε μπορώ να το σκεφτώ ξεχωριστά.
Στη συνέχεια ακούστηκαν όλα τα τραγούδια του δίσκου ακριβώς με τη σειρά τους, με το αντίστοιχο βίντεο σαν κολάζ στο background. Το αγαπημένο “Helicopter”, το αγωνιστικό «Like Kids in Paradise»με σκηνές από πορείες και συνθήματα, το ήρεμο «Only in Darkness»με νυχτερινά ταξί και άδειους δρόμους. Οι ανησυχίες της μπάντας επεκτείνονταν σε οποιοδήποτε θέμα μπορεί να μας απασχολήσει: το ερωτικό, το πολιτικό, το κοινωνικό. Ένα μεγάλο μέρος του λάιβ θα το χαρακτήριζα έτσι: εσωτερικές εκρήξεις ενός ρομαντικού μυαλού. Η alternative rock/folk μουσική τους παρότι επικεντρώνεται στις μελαγχολικές μελωδίες του βιολιού και τα χαμηλόφωνα φωνητικά καταφέρνει με το απαραίτητο βάρος που δίνουν οι κιθάρες, το μπάσο και το τσέλο να δημιουργήσουν και ορισμένα πολύ δυνατά σημεία («AVelvet Dream», «Legacy»).
Ακολούθησαν το «Bright Lights» και αμέσως μετά το «Welcome to the Dollhouse». Το δεύτερο έχει μια κάπως πιο δραματική χροιά και πάνω που το ελάφρυναν με δροσιστικές σκηνές από το ελληνικό κοινοβούλιο και πολιτικού περιεχομένου εκπομπές, η νοσταλγία χτύπησε κόκκινο όταν εμφανίστηκε στο πανί η Αλέκα Παπαρήγα. Και λίγο πιο μετά με εκείνο το πονηρό παιδικό χαμόγελο του «Vindication of Love» με αποτελείωσαν.
Τα «Down by the River» και «Big Life Illusions» έκλεισαν ιδανικά αυτή την ενότητα. Η ανταπόκριση του κοινού σε όλη τη διάρκεια της παρουσίασης του δίσκου ήταν θερμή. Διαπίστωσα άλλωστε ότι η προσέλευση ήταν αρκετά μεγάλη και γέμισε την αίθουσα του Τριανόν. Φυσικό επόμενο μιας και μιλάμε για μια πολύ συμπαθή μπάντα που βασίζεται στις δικές της δυνάμεις κι επίσης αποφάσισε για κάτι λιγότερο από δύο ώρες να μην ζητήσει κανένα αντίτιμο.
Μετά από σύντομο διάλειμμα, οι Empty Frame επανήλθαν για το δεύτερο μέρος της εμφάνισης τους. Για περίπου 40 λεπτά έκαναν μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν τους με κομμάτια από τον προηγούμενο δίσκο κυρίως. «No borders», «Caravan» φαντάζομαι θα ήταν γνωστά στο κοινό. Εγώ που ενίοτε πάσχω από το κλασικό σύνδρομο του πρώτου δίσκου τα απόλαυσα λίγο παραπάνω ίσως. Τώρα πια δεν υπήρχαν βίντεο παρά μόνο οι μουσικοί που τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο μέρος του λάιβ έδειχναν να το διασκεδάζουν και σου μετέδιδαν τη δική τους ευφορία. Σε αυτή τη φάση τα τραγούδια που διάλεξαν να παίξουν έδωσαν έναν πιο εορταστικό τόνο. Σίγουρα και αυτό το χάρηκε το κοινό ειδάλλως δε θα βλέπαμε τόσους πολλούς να στέκονται όρθιοι τόση ώρα σε όλη την αίθουσα.
Συμπέρασμα: η συντάκτρια εκφράζεται ξεκάθαρα και ανερυθρίαστα υπέρ των Empty Frame. Μα αν το σκεφτώ λίγο παραπάνω στα 2014 μ.Χ. έχω σταματήσει να ακούω τόσο όσο παλιότερα alternative rock αυτής της φάσης. Μάλιστα, έχω την εντύπωση πως φταίει η επέλαση χιπστεροindie συγκροτημάτων με υπερβολικά μίνιμαλ και βαρετές συνθέσεις. Λοιπόν, δε με πειράζει καθόλου να εναποθέσω μερικές ελπίδες στην ταπεινή μου Ελλάδα.
Social Links: