Ξύπνησε ξαφνικά και αντίκρισε την επιβλητική, κλειστή κουρτίνα που εκτεινόταν κατά μηκος του κρεβατιού ώστε να κρύβει τη θέα απ’ το διπλανό ακριβώς κρεβάτι του δωματίου. Εκείνη τη στιγμη συνειδητοποίησε πόσο πολύ σιχαινόταν αυτό το άσχημο χρώμα της τεράστιας κουρτίνας. Βρισκόταν σ’ αυτό το δωμάτιο της κλινικής για αρκετά χρόνια και είχε υιοθετήσει πια την κακιά συνήθεια κάθε πρωί ν’ ανοίγει την κουρτίνα δίχως καμία προειδοποίηση και να μιλάει με τον εκάστοτε ένοικο του διπλανού κρεβατιού, καθώς αυτός εναλλασσόταν από καιρό σε καιρό.
«Καλημέρα σας. Λοιπόν, τι κάνετε σήμερα; Πώς ξυπνήσατε;» Έστρεψε το βλέμμα απέναντι, καθώς άνοιγε την κουρτίνα και αμέσως γύρισε το κεφάλι απ΄την άλλη. «Με συγχωρείτε, δεν ήξερα πως ντύνεστε.» Αμέσως την ξαναέκλεισε. Ωστόσο, συνέχισε να μιλά. «Δεν νομίζετε και εσείς πως αυτή εδώ η κουρτίνα έχει ένα πολύ άσχημο χρώμα; Είναι τόσο μουντό, τόσο βαρετό και χτυπάει αμέσως στο μάτι. Δε συμφωνείτε; Ξέρετε, στο σπίτι μου οι κουρτίνες ήταν πάντα ανοιχτές. Τούτη εδώ είναι και τόσο παλιά και φθαρμένη. Μου αρέσει τόσο πολύ να γεμίζουν τα δωμάτια απ’ το φως του ήλιου. Μα καλά, τόσα χρόνια είμαι εδώ, δεν αξιώθηκε κανένας χριστιανός από εδώ μέσα να την αλλάξει; Τα παιδιά μου θυμάμαι λάτρευαν πάντα τα καλοκαίρια να βγαίνουν στη βεράντα και να παίζουν ή να διαβάζουν κάτω απ΄την πρωινή λιακάδα. Έχω τόσο καιρό να τα δω κι αυτά. Ο ένας σπουδάζει στο εξωτερικό και η άλλη επαγγελματίας, δουλεύει όλη μέρα. Πού χρόνος να αφιερώσουν σε μένα; Δεν τα κακολογώ. Όμως σας ζάλισα πάλι, πείτε μου τα δικά σας νέα.» Καμία απάντηση. Δειλά άνοιξε ξανά την κουρτίνα. Το κρεβάτι ήταν άδειο και στρωμένο. Σκέφτηκε αμέσως πως μ’ αυτή τη φλυαρία, πού να μείνει άνθρωπος στον ίδιο χώρο για περισσότερη ώρα.
Ξάπλωσε πάλι στο κρεβάτι, απ’ την άλλη μεριά, για να μη βλέπει την ενοχλητική κουρτίνα. Δεν ήταν καθόλου βολικά. Γύρισε ξανά από την άλλη και αντίκρισε τη μεγάλη κουρτίνα που κρεμόταν από πάνω σαν φάντασμα. Ξαφνικά συνειδητοποίησε πόσο πολύ σιχαινόταν αυτό το άσχημο χρώμα της τεράστιας κουρτίνας.
Social Links: