Μέχρι να δω το Kwaidan του Kobayashi, κάπου το 2005-06 (θαρρώ σε βιντεοκασέτα, αλλά αυτό είναι μάλλον εξωραϊσμός της λεπτομέρειας δια της νοσταλγικής οδού) η μόνη μου επαφή με τον ασιατικό κινηματογράφο τρόμου ήταν το Ringu (1998), και το The Eye (2002). Υπό το πρίσμα αυτού του ρόστερ λοιπόν, και μέσω και απροσδιόριστων ψηγμάτων ιαπωνικής ιντερνετικής κουλτούρας, είχα σχηματίσει μια βεβιασμένη οπτική για τη συγκεκριμένη γεωγραφική πτυχή του τρόμου. Η οποία οπτική με προειδοποιούσε ως ερεθισμένη νευρική απόληξη για το πέρα-των-αντοχών-μου τσιτωμένο και αγχογεννητικό εικαστικό περιεχόμενο των ταινιών από τις χώρες της Άπω Ανατολής, εμποδίζοντάς με να μπω στο τριπάκι της εμβάθυνσης. Δε θεωρώ ούτε διασκέδαση, ούτε αυθεντικό τρόμο, τη διαρκή αγωνία σε βαθμό υπερθετικό. Αντιθέτως, η υπέρογκη χρήση του ambience και του τινάζω-το-θεατή-από-την-καρέκλα-του, για μένα είναι η άλλη όψη του εύκολου «τρόμου» και εντυπωσιασμού των ανούσιων (κατ’ εμέ πάλι) ακροτήτων του Saw&Σία.
Πίσω στο Kwaidan τώρα. Κατ’ αρχάς 1964, έγχρωμο με συγκερασμό διακριτικής φινέτσας και παραμυθιού στην παλέτα, με 4 ιστορίες. Με διαφορετικές ατμοσφαιρικές εκφάνσεις η καθεμιά, υπηρετώντας όμως τη storytelling ανησυχία πάντα, ακόμη και στις πιο φαιδρές στιγμές του. Και σίγουρα όχι μόνο τον τρόμο. Κι ας είναι αυτός στην καρδιά του έργου. «Kwaidan» σημαίνει ιστορίες φαντασμάτων, και αυτό είναι που έχουμε εδώ: 4 ιστορίες παρμένες από τη λαϊκή παράδοση της Ιαπωνίας, και προσαρμοσμένες στο φιλμ με τη ματιά του Kobayashi. Βαθύ φολκλόρ, και διηγήσεις που δονούνται εντός του θεατή με τη συχνότητα των αυθεντικών παραμυθιών, των μυθολογικών διηγήσεων και αρχετύπων.
Ιστορία 1: The Black Hair
Ένας φτωχός πολεμιστής/μισθοφόρος, παρατάει την πρώτη σύζυγό του, για να παντρευτεί, για καθαρά βιοποριστικούς λόγους, μια πλούσια κόρη που του εξασφαλίζει μια καλή διοικητική θέση. Κάποια χρόνια αργότερα συνειδητοποιεί το κενό της όλης κατάστασης (μέσα σε 2 εξαιρετικές σεκάνς – το πέρασμα από τα άσπρα πέπλα, και την έφιππη τοξοβολία), και αφού κάψει τις γέφυρες που τον συνδέουν με την τελευταία σύζυγο, αποφασίζει να επιστρέψει στην πρώτη του αγάπη, στο παλιό του φτωχικό. Όπου και περνάει μια νύχτα. Το πρωί μαλλιά.
Κάπου στα μέσα της ιστορίας εμφανίζεται η μορφή της πρώτης γυναίκας, να δουλεύει έναν αργαλειό, την ανέμη, μέσα από τις σκιές. Οι μοίρες μπλέκονται με το υφαντό της Πηνελόπης, μιας Πηνελόπης απελπισμένης όμως, δίχως μνηστήρες πέρα από το εργόχειρο της συνήθειας της. Απαξιωμένη, περιφρονημένη, αλλά ανθίσταται στο Μηδειακό δηλητήριο – φαινομενικά.
Το φινάλε είναι η μόνη περιοχή του Kwaidan που ανυψώνει το λάβαρο του απογυμνωμένου τρόμου. Το σηκώνει πανύψηλα με σκελετωμένα χέρια, με τα λάφυρα της τυμβωρυχίας, μέσα σε ένα αρχοντικό πλαίσιο σκοταδιού, με χτίστες τα πλοκάμια της τρέλας. Μαεστρία και ρίγη στο έπακρο. Πριν την αυγή μαλλιά.
Ιστορία 2: The Woman in the Snow
Το πιο αλαφροΐσκιωτα παραμυθένιο μέρος της τετραλογίας. Εξιστόρηση ενός διαχρονικού και διαχωρικού θρύλου – του πλάσματος που έρχεται από τον άλλο κόσμο, ερωτεύεται κάποιο θνητό ον και ζει μαζί του, έχοντας θέσει όμως κάποιους απαράβατους κανόνες, κάποιες δικλίδες ιερές, που αν καταπατηθούν, τότε σημαίνεται τόσο ο χαμός για το θνητό, όσο και η παλιννόστηση για το αιώνιο ον. Συνήθως η δικλίδα έχει να κάνει με την ηχηρή παραδοχή ή αναγνώριση κάποιου στοιχείου της πραγματικής φύσης της άλλης πλευράς (αλλόκοσμο πραγματικό όνομα, κάποιο αντικείμενο από «εκεί»). Ο διαχωρισμός των κόσμων είναι ιερός, η ανάμειξη των κατοίκων του ενός με αυτούς του άλλου είναι ταμπού (μια ματιά σε οποιαδήποτε λαογραφία το επιβεβαιώνει).
Με αυτό το αρχέτυπο στην καρδιά, το «Woman in the Snow» πλέκει ένα στρωτό στην πλοκή του παραμύθι, επενδυμένο με έναν πανέμορφο εικαστικό μανδύα, τμήματα του οποίου παραπέμπουν ευθέως στον κινηματογραφικό εξπρεσιονισμό του Μεσοπολέμου. Το αλλόκοσμο σε υποδέχεται κατ’ αρχάς με θεσπέσια χιονισμένα τοπία θεατρικής έκτασης και στησίματος. Με τα χρώματα του σέλατος. Με τους σουρεαλιστικούς ουρανούς των μαγευτικών σκηνικών backgrounds. Με τη λευκότητα, την υπερφυσική(στα όρια του αποκρουστικού) αγνότητα (που αγκαλιάζει την ψυχρότητα) της Yuki-Onna. Κατόπιν οι εποχές εναλλάσσονται χρωματικά, και ο χρόνος αποκτά γραμμικότητα μέσω της κυκλικότητας, για όλους τους θνητούς. Η μοίρα του αθάνατου ανάμεσα στους ανθρώπους είναι όμως τραγική, στα όρια του τρόμου. Κι έτσι σκοτεινιάζει το τοπίο λίγο πριν το τέλος, ξαναχειμωνιάζει, οι θνητές άγκυρες μένουν σε αυτόν τον κόσμο, και η αίσθηση στο λαιμό είναι γλυκόπικρη με έμφαση στο πικρό, όπως πάντα άλλωστε σε αυτού του μοτίβου τις ιστορίες.
Ιστορία 3: Hoichi the Earless
Το μπάσιμο του συγκεκριμένου αφηγήματος είναι από τα πιο δυνατά τεχνουργήματα που έχω βιώσει, και σίγουρα για μένα το ύψιστο σημείο της ταινίας: Η εξιστόρηση μιας παλιάς ναυμαχίας, αυτής του Dan-no-ura, μέσω της πολύ περίεργης τεχνικά φωνής (φαντάζομαι και λόγω του δυτικά εκπαιδευμένου αυτιού μου) του Hoichi, ενός τυφλού Biwa hōshi (ουσιαστικά βάρδου που συνοδεύει τη φωνητική διήγηση με τους ήχους του Biwa, ενός δύστροπου σαντουροειδούς οργάνου). Μπορεί η στρυφνή, μελωδική απαγγελία να φανεί γκροτέσκα έως αστεία, αλλά προσφέρει συγκίνηση σε όποιον την πλησιάσει επιχειρώντας κατάδυση στο έργο τέχνης, με mindset κοινωνού μυθολογικής εμπειρίας,.
Από εκεί και πέρα, στην ιστορία αυτή έχουμε αφενός μια υπέροχα χορογραφημένη αναπαράσταση της ναυμαχίας, σε θεατρική κλίμακα, με δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στους ηθοποιούς και τις ζωγραφικές απεικονίσεις των γεγονότων. Φυσικά δε θα μπορούσε να λείπει η τραγική κατάληξη, ηρωικοποιητικής στόφας, ο ρεαλισμός της οποίας προφανώς και δεν ενδιαφέρει κανέναν που βιώνει πραγματικά το έργο.
Αυτά για την εισαγωγή. Ακολούθως έχουμε στοιχεία ενός παραδοσιακού ghost story, με τους πανταχού παρόντες αυστηρούς κανόνες, άκαμπτες λογικές, το παρελθόν ως ένας τεράστιος δυσδιάκριτος βράχος, ένα ευχάριστο ή μη βάρος για πολλούς ζώντες. Άλλωστε το μεγαλείο της φασματικής αυλής είναι δυσπρόσιτο, πανύψηλο, τρομακτικό. Then, Hoichi, chant the battle of Dan-no-ura.
Ιστορία 4: In a cup of tea
Σε αυτή τη μικρή ιστορία, έχουμε το μπλέξιμο 2 χρονικών περιόδων, 2 πραγματικοτήτων, μέσω ενός συγγραφέα και του έργου του, η αλληλεπίδραση των οποίων είναι σαφώς αμφίδρομη. Η βασική ιδέα απλή: η θραύση της προσωπικότητας δια της κατάρρευσης των τοιχωμάτων της πραγματικότητας – ή αλλιώς, ένα πρόσωπο μέσα στο φλιτζάνι.
Γνωστή τεχνική η απομόνωση ενός χαρακτήρα μέσω της αυστηρά προσωπικής βίωσης φαινομένων που αντιβαίνουν στους νόμους της πραγματικότητας, και ιδιαίτερα αγαπητή. Η ιστορία είναι ηθελημένα ασαφής, και μπλέκει στο φινάλε τα δίχτυα του χρόνου. Ένας επίλογος, σε σημεία κωμικός, σε σημεία τρομακτικός, αντάξιος σχεδόν της προηγούμενης τριλογίας.
Social Links: