«Μεγάλος ηθοποιός ο Χατζησάββας. Τον έχω δει στο θέατρο κι όποτε έβλεπα στην τηλεόραση πως συμμετέχει σε σειρά, ήταν κίνητρο να τη δω. Τώρα γιατί πρέπει να φάμε στη μάπα…

Οι αξύριστες χήρες των συντηρητικών

«Μεγάλος ηθοποιός ο Χατζησάββας. Τον έχω δει στο θέατρο κι όποτε έβλεπα στην τηλεόραση πως συμμετέχει σε σειρά, ήταν κίνητρο να τη δω. Τώρα γιατί πρέπει να φάμε στη μάπα την αξύριστη «χήρα» του; Άμα ο εκλιπών ήθελε να μιλήσει για όλα αυτά, θα το είχε κάνει».

Φαήλος Κρανιδιώτης

Η επίθεση σε έναν άνθρωπο που έχει βιώσει το οδυνηρό συναίσθημα της απώλειας, χάνοντας τον σύντροφό του, δεν αποτελεί ικανή συνθήκη για να αποτρέψει τον πρώην σύμβουλο του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας να τον χαρακτηρίσει ως «αξύριστη «χήρα»». Ένας χαρακτηρισμός, ο οποίος, πέραν από το χυδαία ανήθικο και σκληρά περιπαικτικό τόνο, επιχειρεί να δείξει ότι ο εκφραστής του πόνου, όντας ομοφυλόφιλος, δεν αξίζει να πενθήσει και να γράψει δημόσια για την απώλεια του αγαπημένου του ανθρώπου.

Ευτυχώς, υπήρξαν αντιδράσεις γι’ αυτήν την απαράδεκτη τοποθέτηση. Ανάμεσα όμως στις αντιδράσεις αυτές, ενεργοποιήθηκε και ένα γνωστό κλισέ, το οποίο αναπαράχθηκε και από το γνωστό web-site, lifo.gr. Σε άρθρο με τίτλο: «Είναι αλήθεια πως οι ακραία ομοφοβικοί είναι συνήθως καταπιεσμένοι ομοφυλόφιλοι σε άρνηση; Με αφορμή τις δηλώσεις της Ναταλίας Δραγούμη για τον Φαήλο ανακαλύπτουμε πως η Ψυχολογία λέει «Ναι» », ο συντάκτης Άρης Δημοκίδης επικαλείται την ψυχολογία, προκειμένου να μας θυμίσει την αναπαραγωγή της ψυχαναλυτικής άποψης ότι η ακραία ομοφοβική επιθετικότητα οφείλεται πολλές φορές σε ματαιωμένη ομοφυλοφιλική τάση του επιτιθέμενου, ο οποίος δεν την αφήνει να εκφραστεί και έτσι επιτίθεται σε ανθρώπους που μπορούν να βιώσουν μια τέτοια απόλαυση, ενώ ο ίδιος όχι.

img_0009

Αυτή η ψυχαναλυτική θεώρηση, η οποία κρατά από την εποχή του Φρόυντ, έχει επιβεβαιωθεί από κλινικά παραδείγματα. Επειδή όμως τα παραδείγματα ήταν κλινικά, προέκυψαν από μία συγκεκριμένη πορεία ανάλυσης και προσεκτικής παρατήρησης. Το ερώτημα για την συγκεκριμένη θέση, ως διάγνωση μέσω ΜΜΕ και social media γεννά δύο σημαντικά ερωτήματα: πρώτον, είναι κάθε ακραία ομοφοβική επίθεση μία απωθημένη ομοφυλοφιλική έκφραση; δεύτερον, κάθε φορά που επικαλούμαστε χωρίς στοιχεία αυτό το επιχείρημα, κατά πόσο το απευθύνουμε χωρίς περιπαικτική διάθεση προς τον εκφραστή της ομοφοβικής άποψης; Δεν είναι λίγες οι φορές όπου μια τέτοια απάντηση υπονοεί ασυνείδητα ένα «είσαι τόσο ομοφυλόφιλος όσο οι ομοφυλόφιλοι για τους οποίους λες», φτάνοντας έτσι στο σημείο να αφήνει να εννοηθεί ότι η ομοφυλοφιλία είναι κάτι που δεν πρέπει να το κοροϊδεύεις, αφού κι εσύ “ίδιος είσαι”. Διατηρεί δηλαδή, μερικές φορές και αναμφίβολα όχι πάντοτε, ένα άρρητο ρόλο στερεοτυπικού στίγματος, αφού προτρέπει στην σιωπή “για να μην δείξεις ότι κι εσύ είσαι το ίδιο”. Στηρίζουμε μάλιστα την θέση αυτή στο κύρος της ψυχανάλυσης, αγνοώντας βέβαια ότι η ίδια η ψυχανάλυση δεν είναι η ίδια με τις πρώτες διδαχές του Φρόυντ στο ξεκίνημα του 20ου αιώνα, ενώ παράλληλα η διαδικασία για την ανάλυση αποτελεί προϊόν που απαιτεί συγκεκριμένο, κλινικό πλαίσιο.

Στις μέρες που ακολούθησαν, η Ανωτάτη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος έστειλε επιστολή στους βουλευτές-μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, προκειμένου να τοποθετηθεί κατά του συμφώνου συμβίωσης, χωρίς αυτή τη φορά να ειρωνευτεί την ομοφυλοφιλία. Την αποκάλεσε απλά «γενετήσια διαστροφή» και θεώρησε ότι η αναγνωρισμένη από το κράτος συνύπαρξη ομόφυλων ατόμων συμβάλλει στο να «φαλκιδεύεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απενοχοποιείται η παράχρηση των σωματικών οργάνων του ανθρώπινου είδους και επιχειρείται να μεταβληθεί ο εν τιμή δημιουργηθείς άνθρωπος σε βοσκηματώδη ύπαρξη».

Στην περίπτωση Κρανιδιώτη, είναι αποκρουστική η μορφή ενός ατόμου-«αξύριστης χήρας». Στην περίπτωση της Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδας, οι «γενετικά διεστραμμένοι» απειλούν τον θεσμό της οικογένειας. Εξηγούνται ή κατανοούνται καλύτερα οι δύο περιπτώσεις με το συμπέρασμα μιας «καλά κρυμμένης ομοφυλοφιλίας» από την πλευρά των εκφραστών τέτοιων θέσεων;

231_0

Η διαδικασία ψυχολογιοποίησης που εμφανίζεται εδώ, η άποψη δηλαδή ότι κάποιος λέει κάτι επειδή «κάτι συμβαίνει μέσα του», αποτελεί μία διαδικασία η οποία μας αποτρέπει συχνά πυκνά να ενδιαφερθούμε περαιτέρω για μια σφαιρικότερη οπτική τέτοιων συμπεριφορών όπως τα ομοφοβικά ξεσπάσματα και η πολεμική κατά των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων. Σύγχρονα και αναπτυσσόμενα πεδία, όπως αυτό της Κοινωνικής και της Πολιτικής Ψυχολογίας, μπορούν να συνεισφέρουν στην κατανόηση τέτοιου είδους φαινομένων και βέβαια στον ευρύτερο διάλογο. Θα αναφέρω εν συντομία δύο παραδείγματα:

Γνωρίζουμε από την θεωρία της «διαχείρισης του τρόμου» (Terror Management Theory) ότι ο άνθρωπος, μόλις συνειδητοποιεί το γεγονός του θανάτου του, επιλέγει, κάτω από ορισμένες συνθήκες, να περιχαρακώνεται γύρω από τις πολιτισμικές νόρμες και κανόνες του περιβάλλοντος του, αντιδρώντας απέναντι και δικαιολογώντας έως και επιθέσεις σε κάθε τι που μπορεί να τις κλονίσει. Η διαδικασία αυτή συμβάλλει, μας λένε οι εκπρόσωποι της θεωρίας, στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης του ατόμου αλλά και στην πρόσληψη του κόσμου ως λιγότερο απειλητικού και περισσότερο «σταθερού» και ασφαλούς. Τέτοια παραδείγματα είναι η δικαιολόγηση επιθέσεων σε μειονότητες, η άρνηση δικαιότερης αναδιανομής του πλούτου και βέβαια η μη αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, μέσω π.χ. της υποβάθμισής της σε μια «γενετήσια διεστραμμένη συμπεριφορά» κ.ά. Η υπαρξιακή αυτή αγωνία μοιάζει ενισχύει την συντηρητικοποίηση των στάσεων και των απόψεων, σε περιπτώσεις όπου τα άτομα έχουν κλειστές και ιδιαιτέρως συντηρητικές κοσμοθεωρίες. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι που έχουν περιχαρακώσει για τα καλά τις (μεταφυσικές, εδώ) απόψεις τους, οι άνθρωποι που ακολουθούν πιστά διάφορα δόγματα τείνουν να δείχνουν μεγαλύτερη προτίμηση για την δική τους κοινωνική ομάδα (εδώ, την ομάδα του «κανονικού» μοντέλου της οικογένειας) και αντίστοιχα να ελαττώνουν την προτίμησή τους για την άλλη κοινωνική ομάδα (τους ομοφυλόφιλους). Βεβαίως, οι άνθρωποι αυτοί αλληλεπιδρούν και με το πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν, προκειμένου να υιοθετήσουν τις πιο συντηρητικές κοσμοθεωρίες τους. Αποδέχονται δηλαδή και ενισχύουν μία πιο συντηρητική οπτική, η οποία ήδη ενθαρρύνεται από την κουλτούρα, μέσα στην οποία ζουν.

Klee-Paul-Ad-Parnassum-Sun

Ρίχνοντας επίσης το βλέμμα στην μελέτη των πολιτικών απόψεων, έρευνες μας έχουν δείξει ότι οι συντηρητικές πολιτικές απόψεις, οι οποίες είναι ουσιαστικά αυτές που πρεσβεύει ο Φαήλος Κρανιδιώτης, συνδέονται με δύο βασικές διαστάσεις: την αντίσταση στην αλλαγή και τη δικαιολόγηση των ανισοτήτων. Εάν η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων έχει περάσει στον δημόσιο διάλογο και είναι πλέον ορατή με τον λόγο της, τότε οι πολιτικές ιδεολογίες που αντιστέκονται σε αυτήν την απόπειρα κοινωνικής αλλαγής μπορεί να εξαπολύσουν επίθεση, προκειμένου η κοινωνική κατάσταση να παραμείνει αναλλοίωτη, επιδιώκοντας έτσι να αφήσουν την μαχόμενη κοινωνική ομάδα στην υποδεέστερή της θέση. Εδώ μπαίνει κανείς στον ορισμό να αναρωτηθεί για τις πολιτικές θέσεις των συντακτών της επιστολής της Ανωτάτη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος, ένα αποτέλεσμα το οποίο θα είχε αναμφίβολα ενδιαφέρον.

Έτσι λοιπόν, τα γρήγορα κλισέ των ΜΜΕ και των social media που φέρουν το κύρος του επιστημονικού μανδύα δεν μπορούν να αποτελούν απόλυτες ή αρκετά αξιόπιστες εξηγήσεις φαινομένων, τα οποία ξεκινούν και τελειώνουν «μέσα στον ψυχισμό». Όταν οι απαραίτητες απόπειρες κοινωνικών ομάδων να διεκδικήσουν τα αυτονόητα δικαιώματα τους γίνουν ορατές, τότε οι συντηρητικότερες ιδεολογικές απόψεις θα εξαπολύσουν την επίθεση τους προς αυτές, ακόμη και αν φτάσουν στο σημείο να ειρωνεύονται τον πόνο της απώλειας ενός ανθρώπου ή να τον χαρακτηρίσουν αυθαίρετα ως «διεστραμμένο εκ φύσεως». Στο ενδιαφέρον μας για την κοινωνική αλλαγή, μέσω της μετρίασης τέτοιων διαβρωτικών για την κοινωνική συνύπαρξη φαινομένων, οφείλουμε να είμαστε εμείς οι ίδιοι πιο ανοιχτοί στην κατανόησή τους και να λαμβάνουμε υπόψη παράγοντες όπως η πολιτική ιδεολογία και οι μεταφυσικές-υπαρξιακές ανησυχίες, προκειμένου να παρεμβαίνουμε με τρόπο που να βοηθά αποτελεσματικότερα αυτούς που μειονεκτούν. Η πλαστικότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς μάς δείχνει ότι γινόμαστε και δεν γεννιόμαστε κοινωνικά άδικοι.