Ο άνθρωπος γκρεμίζει τα δίπολα που ο ίδιος δημιούργησε και στη θέση τους αναπτύσσει φάσματα. Αυτή η πρόταση περιγράφει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το νόημα του Αστακού. Η ταινία του Γιώργου Λάνθιμου ανήκει στην κατηγορία των ταινιών επιστημονικής φαντασίας, χωρίς σχεδόν κανένα στοιχείο από αυτές. Είναι ένας φανταστικός κόσμος, μέσα τον οποίο ξεχειλίζει η αλήθεια που κατασκευάζεται μέσα από την ιδεολογία, την πολιτική εφαρμογή και την ψυχολογία.
Στο κόσμο του Αστακού, η κοινωνική μηχανική έχει εδραιωθεί. Τα πιο υγρά όνειρα του B. F. Skinner στο Ουώλντεν Δύο έχουν γίνει πραγματικότητα: Οι άνθρωποι μπορούν πλέον χωρίς αντίσταση να οδηγούνται με τεχνικές θετικής ενίσχυσης και nudging στο να ζευγαρώνουν. Ο Αστακός μάς θυμίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις αποφάσεις των κυβερνήσεων Ομπάμα και Κάμερον, οι οποίοι προσέλαβαν ομάδες συμπεριφοριστών, οι οποίοι ανέλαβαν να καλλιεργήσουν στον κόσμο θεμιτά από την πολιτική εξουσία κοινωνικά μηνύματα με στόχο «τη βελτίωση της ποιότητας ζωής». Η ζωή μέσω της μάθησης και της ενίσχυσης των επιτρεπτών από την εξουσία συμπεριφορών, το μεγάλο (και αφελές, όπως αποδείχθηκε στην πράξη) ουτοπικό όραμα των πρώτων συμπεριφοριστών στην Αμερική του ’60 έχει εδραιωθεί στον Αστακό και, όπως κατανοεί κανείς, είναι ένας βουβός, παγερός εφιάλτης. Η επιβεβλημένη συνύπαρξη βγαίνει μέσα από τις καταγεγραμμένες πρακτικές του Η παρουσίαση του εαυτού στην καθημερινή ζωή του Goffman, προκειμένου να ζωντανέψει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο έναν κόσμο συντηρητισμού, κομφορμισμού και συναισθηματικής πνιγμονής.
Έτσι, εδώ απαγορεύεται και διώκεται η μοναξιά. Στον Αστακό, τα προβλήματα των ζευγαριών λύνονται με δύο τρόπους: είτε με την παρέμβαση ειδικών, κάτι που μας φέρνει στο νου όλη τη σύγχρονη βιομηχανία των θεραπειών ζεύγους, τις self-help τεχνικές και τελικά την εδραίωση της επιτήρησης. Είναι η κοινωνία στην οποία δικαιώνεται ο Φουκώ, αφού παίρνει σάρκα και οστά το Πανοπτικόν του Μπένθαμ: Διαρκής επιτήρηση για την «αποτροπή της μοναχικότητας» των ατόμων και ενεργοποίηση επιστημονικών τεχνικών για την «διόρθωση» τέτοιων καταστάσεων και τελικά την παραγωγή του αποδεκτού ανθρώπου. Ο άλλος τρόπος για να λυθούν τα προβλήματα σε ένα ζευγάρι είναι το παιδί ως από μηχανής θεός. Και πάλι, εδώ, το παιδί προκύπτει όχι ως διαδικασία επιλογής αλλά ως θεμιτή νόρμα, επιβεβλημένη πανάκεια και η καλύτερη πράξη απώθησης για την επεξεργασία των προβλημάτων ενός ζευγαριού.
Το μεγαλειώδες όμως στον Αστακό δεν είναι η κριτική στον επιβεβλημένο τρόπο συνύπαρξης και στην ορθοδοξία της νόρμας που συναντά κανείς στο νόμο του «μαζί». Το μεγαλειώδες είναι η διττή κριτική, η οποία αγγίζει και τους ανθρώπους που επαναστατούν απέναντι στο «μαζί» και διώκονται από τους ανθρώπους γι’ αυτήν την επιλογή τους: είναι οι μοναχικοί άνθρωποι, ελεύθεροι από δεσμεύσεις και περιορισμούς. Τόσο όμως ελεύθεροι έτσι ώστε να μπορούν «να πεθάνουν από ελευθερία». Μπορούν να αυνανίζονται, να συζητούν με όλους, αλλά δεν πρέπει να δεχτούν βοήθεια όταν βρίσκονται σε απειλή. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να έχουν σκάψει τον δικό τους τάφο για να τρέξουν μόνοι εκεί όταν τραυματιστούν σοβαρά. Επειδή ακριβώς είναι μόνοι δεν επιτρέπεται να ζήσουν μια θεμελιώδη κατάσταση της ανθρώπινης συνύπαρξης: τον έρωτα. Μια εξαιρετική λεπτομέρεια-κριτική στην κιμαδομηχανή της ατομικιστικής/φιλελεύθερης ιδεολογίας είναι ο τρόπος ψυχαγωγίας των μοναχικών ανθρώπων: μπορούν ν’ ακούν ηλεκτρονική μουσική, προκειμένου να χορεύουν μόνοι και να αποφεύγεται έτσι η σωματική επαφή που ενδεχομένως καταλήξει σε ένα απαγορευμένο φλερτ, σε ένα άνοιγμα προς τον άλλον. Μήπως εδώ δεν μας φέρνει στο νου ο Αστακός την κρυφή πτυχή των γιγάντιων πάρτυ – ή, με άλλα λόγια, το τέλος της ουτοπίας του rave κινήματος- με ηλεκτρονική μουσική, τα οποία συνήθως διαφημίζονται με κλισέ όπως το «μόνο αγάπη» και φιγούρες-αποσπάσματα από ανατολικές φιλοσοφίες, μόνο και μόνο για να αποτελούν καλά μασκαρεμένες εκδυτικοποιημένες/οριενταλιστικές νομιμοποιητικές ιδεολογίες του δόγματος «τα πάντα είναι μέσα σου – μόνο ο εαυτός σου μπορεί να σου δώσει χαρά»; Από το άκρο της κατασκευασμένης χαράς των ζευγαριών, φτάνουμε έτσι στο άλλο άκρο της κατασκευασμένης αυτονομίας, της εγκαθίδρυσης του «εγώ όλα τα μπορώ» και της επίμονης άρνησης των συναισθημάτων.
Μέσα στον κόσμο της συμμόρφωσης και της επαναστατικής τάσης της άρνησης του κόσμου αυτού, ο έρωτας των ανθρώπων με την εικονοκλαστική του διάσταση μπορεί να είναι η απάντηση στους δύο αυτούς πόλους. Ένας έρωτας που ανθεί σε μέρη όπου απαγορεύεται και, κατά παράδοξο τρόπο, εκφράζεται σε μέρη όπου παραδοσιακά μαθαίνουμε ότι προορίζεται να ατονήσει (όπως στο μοναδικό παθιασμένο φιλί των ερωτευμένων, το οποίο λαμβάνει χώρα σε μια τυπική οικογενειακή επίσκεψη). Διωκόμενος βάρβαρα από τους πόλους της αυταρχικά επιβεβλημένης συνύπαρξης και της επαναστατικά αυταρχικής ατομικότητας, ο έρωτας απαντά στα πυρά που δέχεται. Στον Αστακό, η κοινωνία και τα άτομα τα οποία κατασκευάζουν το έγκλημα πάθους και έτσι έχουμε την αντιστροφή της φράσης «οι άνθρωποι δεν συγχωρούν αυτούς που από έρωτα εκπέσανε»: στον Αστακό, είναι οι ερωτευμένοι, οι οποίοι δε συγχωρούν την καταδίκη που βίωσαν για τον έρωτα τους. Πρόκειται για μια επιβεβαίωση και ταυτόχρονα μια διάψευση της φροϋδικής σκέψης. Επιβεβαίωση, γιατί ο Φρόυντ είχε τονίσει ότι τα κάθε λογής εμπόδια για την ικανοποίηση της σεξουαλικών ενορμήσεων (δηλαδή της ψυχικής διάστασης των σεξουαλικών, εδώ, ανθρώπινων ενστίκτων) ενδυναμώνουν το ψυχικό σθένος τους. Ταυτόχρονα όμως, διαψεύδεται ως προς το φροϋδικό (και όχι μόνο φροϋδικό) «εκεί που κανείς αγαπά δεν ποθεί, κι εκεί που ποθεί δεν μπορεί ν’ αγαπήσει». Η επίμονη φροντίδα του τυφλού πια αντικειμένου από το υποκείμενο που ζει τον έρωτα του βρίσκεται εκεί για να μας επιστρέψει τον αρχικό πυρήνα της ταινίας. Στον κόσμο του Αστακού, η καθολική ανθρώπινη σταθερά του έρωτα παρουσιάζεται σχεδόν σαν μια νέα καντιανή κατηγορική προσταγή: ηθικός νόμος εδώ είναι ο έρωτας και ο άνθρωπος δρα, επιθυμώντας τον σεβασμό αυτού του νόμου. Στον κόσμο του Αστακού, οι άνθρωποι, μέσω αυτής της σταθεράς γκρεμίζουν τα δίπολα και εγκαθιδρύουν φάσματα. Έτσι, καταφέρνουν να επιτρέψουν στη ζωή τους να αναπνεύσει. Νικούν την ασφυξία που φέρνουν οι επιβεβλημένοι κανόνες. Πλάθουν τη ζωή τους με λύσσα, νοιάξιμο και πείσμα, όντας βέβαιοι μόνο για την αβεβαιότητα τους, όπως μας δείχνει η τελευταία σκηνή του αριστουργήματος αυτού.
Social Links: