Στα 1800, μπορούμε να πούμε με λίγη φαντασία πως η κλασική μουσική, όπως την ξέρουμε σήμερα, βρισκόταν ακόμη στην ίδια φάση με τη ροκ στην αρχή των ‘60s: προκλασικές και…

Πιανιστικά rap battles του 19ου αιώνα: επεισόδιο Beethoven vs Steibelt

Στα 1800, μπορούμε να πούμε με λίγη φαντασία πως η κλασική μουσική, όπως την ξέρουμε σήμερα, βρισκόταν ακόμη στην ίδια φάση με τη ροκ στην αρχή των ‘60s: προκλασικές και κλασικές, γοητευτικές, αρμονικές, χαρούμενες σε κάποιο βαθμό συνθέσεις, χωρίς πάντως το τραγικό βάθος αυτής της μουσικής που έχει ίσως ως κορωνίδα τον Chopin ή ενάμιση αιώνα μετά, τους Black Sabbath, δέσποζαν σε ένα ευρωπαϊκό προσκήνιο που είχε ως μουσική πρωτεύουσα τη Βιέννη.

Εκεί μεγαλούργησε ο πολύς Μότσαρτ, για τον οποίο γράψαμε σε προηγούμενο ποστ, εκεί αναζητούσαν και τη μουσική λίθο οι πιονιέροι συνθέτες των αρχών του 19ου· ανάμεσά τους κι ένας νεαρός, τον οποίο, αν δεν αναγνωρίζετε ως τον δημιουργό του ύμνου –από το 1985– της ΕΕ, θα τον αναγνωρίζετε σίγουρα από το παρακάτω ψιλομούφα eRumor:

moufa_story_dia_filous_anagnwstas

( Στην πραγματικότητα, προβλήματα συνεννόησης με αδέρφια του μπορεί να είχε ο Ludwig, αλλά δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι κάποιο από αυτά ήταν τυφλό, βαρήκοο κτλ· ούτε φυσικά η μητέρα του, Maria Magdalena, φαίνεται να έπασχε από σύφιλη – παρότι από επτά συνολικά παιδιά, τέσσερα φαίνεται να έχασε στη γέννα. Αν πρέπει πάντως να βρούμε κάτι από την παιδική του ηλικία που να κρύβεται πίσω από τη δυστροπία και τον οξύθυμο χαρακτήρα του μεγαλύτερου μουσικού που έχει μέχρι στιγμής γνωρίσει η δυτική μουσική, ίσως είναι η σκληρή μουσική εκπαίδευση που άρχισε να λαμβάνει ήδη από τα πέντε του, από τον αλκοολικό πατέρα του, Johann – ή τον οικογενειακό φίλο Tobias Friedrich Pfeiffer, που –υποφέροντας από αϋπνία– τον τραβούσε σηκωτό από το κρεβάτι μες στα μαύρα μεσάνυχτα για μαθήματα πιάνου. )

Παρακάμπτοντας πολλές, πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες ενδεχομένως γύρω από τη ζωή του, ας μεταφερθούμε ξανά στη Βιέννη του 1800 και σε ένα (ή δύο) περιστατικά που περιλαμβάνουν μουσικές αναμετρήσεις με αυτοσχεδιασμό και είναι στάνταρ καλύτερες από τούτο δω:

 

 

Ή και αυτό – αλλά ας μην το παρακάνουμε, δεν θέλω να φάω ντομάτες:

 

 

Εντάξει, εδώ σηκώνω τα χέρια ψηλά, my argument is invalid:

 

 

Ήδη καταξιωμένος ως βιρτουόζος στη Βιέννη του 1800, ο Ludwig van Beethoven συναντιέται αυτή τη χρονιά με έναν μουσικό που είχε επίσης γνωρίσει μεγάλη φήμη στην Ευρώπη εκείνης της περιόδου, παρότι η αιωνιότητα του επεφύλασσε τη φήμη του ηττημένου από τον κωφό συνθέτη: πρόκειται για τον Daniel Gottlieb Steibelt. Παραθέτω τη βασική μαρτυρία του γεγονότος, όπως προήλθε 38 χρόνια αργότερα από τον στενό φίλο του Beethoven, Ferdinard Ries, διαμεσολαβημένη από τη βασική βιογραφία του συνθέτη, The Life of Ludwig van Beethoven, γραμμένη μεταξύ 1866-1879 από τον Alexander Wheelock Thayer:

«Προς το τέλος του Φεβρουαρίου ή Μαρτίου, ο τσαρλατάνος Daniel Steibelt παρέδωσε ένα κοντσέρτο στην Πράγα που του απέδωσε 1800 φιορίνια και τον Απρίλιο ή τον Μάιο, «έχοντας τελειώσει με την κερδοσκοπία του, πήγε στη Βιέννη, με το πουγκί του γεμάτο δουκάτα, όπου συνετρίβη από τον πιανίστα Beethoven», λέει ο Tomaschek. Ο Ries εξηγεί πώς:

«Όταν ο Steibelt κατέφθασε στη Βιέννη με το μεγάλο του όνομα, κάποιοι από τους φίλους του Beethoven άρχισαν να ανησυχούν μήπως τραυματίσει τη φήμη του τελευταίου. Ο Steibelt δεν τον επισκέφθηκε· συναντήθηκαν πρώτη φορά ένα βράδυ στο σπίτι του Κόμη Fries, όπου ο Beethoven παρουσίασε το νέο του Τρίο σε Σι ύφεση μείζονα για πιάνο, κλαρινέτο και βιολοντσέλο (έργο 11), για πρώτη φορά. […] Ο Steibelt το άκουσε με ένα είδος συγκατάβασης, ψέλλισε λίγες φιλοφρονήσεις προς τον Beethoven κι ένιωσε βέβαιος για τη νίκη του. Έπαιξε ένα κουιντέτο δικής του σύνθεσης, αυτοσχεδίασε και προξένησε εντυπώσεις με τη χρήση τρέμολο, που τότε ήταν κάτι τελείως καινούριο. Ο Beethoven δεν μπορούσε [εκείνη τη μέρα] να ξαναπαίξει.

Μια εβδομάδα αργότερα, έλαβε ξανά χώρα κοντσέρτο στου Κόμη Frie· ο Steibelt ξανάπαιξε ένα κουιντέτο με επιτυχία. Έπαιξε, επίσης, αυτοσχεδιάζοντας (σε ένα κομμάτι που, προφανώς, είχε προετοιμάσει προσεκτικά) και διάλεξε το ίδιο θέμα πάνω στο οποίο ο Beethoven είχε γράψει παραλλαγές για το Τρίο του [βλ. έργο 11]. Αυτό εξόργισε υπερβολικά τους θαυμαστές του Beethoven και τον ίδιο· έπρεπε να καθίσει στο πιάνο και να αυτοσχεδιάσει. Προχώρησε με τον συνήθη (ανάγωγο, μπορώ να πω) τρόπο του προς το όργανο, σαν να τον είχαν προκαλέσει σε καβγά, πήρε περνώντας στα χέρια του το κομμάτι του κουιντέτου του Steibelt για βιολοντσέλο, το τοποθέτησε (επίτηδες;) ανάποδα στο αναλόγιο και, με το ένα χέρι, άρχισε να παίζει βαριά ένα κομμάτι από τις πρώτες ενότητες. Προσβεβλημένος κι οργισμένος, αυτοσχεδίασε με τέτοιο τρόπο, ώστε έκανε τον Steibelt να φύγει από το δωμάτιο πριν καν τελειώσει, να μην τον ξανασυναντήσει και, πράγματι, κατέστησε σαφές ότι ο Beethoven δεν θα έπρεπε να ξαναβρεθεί κάπου προσκεκλημένος πριν αποδεχθεί την πρόταση.»         »

Μολονότι πτυχές του παραπάνω γεγονότος είναι αμφισβητήσιμες, είναι μία από τις ισχυρότερες εκφράσεις του συνδυασμού εκρηκτικού ταμπεραμέντου και μουσικής μαεστρίας του Beethoven, τουλάχιστον όσο βρισκόταν ακόμη στα πρώτα του βήματα, πριν συνθέσει κάτι Σονάτες του Σεληνόφωτος ή αρχίσει να σβήνει με μανία κάτι αφιερώσεις της 3ης του συμφωνίας aka Ερόικα προς τον Ναπολέοντα. Κι επειδή το κείμενο κουράζει, ας δούμε και την οπτική του αποτύπωση από το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του BBC για τον ίδιο, που βάζει την αναμέτρηση Δαβίδ και Γολιάθ να γίνεται πάνω στο κομμάτι Der Vogelfänger bin ich ja από τον Μαγικό Αυλό του Mozart:

 

 

 

Τίποτε λιγότερο από τον πιο πλήρη ορισμό του “getting owned“.