Η υπαρξιακή ματαιότητα που διακατέχει τα καλοκαίρια, θα έπρεπε να γίνει αντικείμενο επιστημονικής μελέτης. Ανάμεσα στην αστική ραστώνη, τον καύσωνα και τα τζιτζίκια μπορεί να διακρίνει κανείς μία εξέχουσα τάση για αυτολύπηση , στωϊκή αναπόληση, και τοξικές σκέψεις που αφορούν το μέλλον και που σε καμία περίπτωση δεν κάνουν τον σκεπτόμενο να αισθανθεί καλύτερα.
Σε αυτήν την κατάσταση βρισκόταν η κάτοικος του 2ου ορόφου, διαμερίσματος 1, ένα καλοκαιρινό μεσημέρι μιας Πέμπτης, ώρα 15.43, όντας καθίζουσα στο μπαλκόνι της. Φάτσα φόρα ήταν ένα τεράστιο δέντρο, τα κλαδιά του οποίου ήταν λίγα εκατοστά μόλις από το κεφάλι της.
Δεν λέω, ωραία η φύση, αλλά αυτό παραπάει.
Έσκαγε ο τζίτζικας και η ίδια είχε μαζέψει τα μαλλιά της πάνω με το καφέ κλαμεράκι από το ΟΛΑ 1 ΕΥΡΩ μαγαζί, ενώ στο χέρι της κρατούσε ένα κρύο ποτήρι με παγωμένο τσάι λεμόνι. Ενίοτε κροτάλιζε λίγο τα παγάκια για να σπάσει την αφόρητη καλοκαιρινή σιωπή.
Δεν παίζει να είμαι η μόνη ξύπνια τέτοια ώρα.
Δε θα ‘λεγα πως η κάτοικος του διαμερίσματος 2 σκεφτόταν κάτι συγκεκριμένο. Μάλλον είχε βυθιστεί σε μια κατάσταση που απλά οι σκέψεις της έτρεχαν σαν χείμαρρος, ακινητοποιώντας την τελείως. Ενώ το μυαλό της δούλευε πυρετωδώς, τα μάτια της ήταν στραμμένα στο σημείο που το χοντρό κλαδί του δέντρου ενωνόταν με τον κορμό του και δημιουργούσε μία όμορφη καμπύλη. Μπορούσε να διακρίνει 2 σπουργίτια πάνω στο κλαδί και ένα περιστέρι 2 κλαδιά πιο πάνω που είχε γυρίσει το κεφάλι του για να μπορεί να την κοιτάει.
Είναι μια δύσκολη ώρα.
Την σιωπή έσπασε ο πολυπόθητος ήχος που κάνουν τα μαχαιροπίρουνα όταν προσγειώνονται με αφοσίωση στο πιάτο. Ένα σινιάλο ότι το φαγητό έχει ολοκληρωθεί και πως ο επικείμενος μεσημεριανός υπνάκος πρόκειται να ακολουθήσει. Ακουγόταν από την διπλανή πολυκατοικία, τρίτο ή τέταρτο όροφο.
Το νούμερο ένα σάουντρακ για τα καλοκαιρινά ελληνικά δεδομένα, τώρα και για πάντα.
Αυτό το επαναλαμβάνομενο τακ-τακ επέφερε μία φοβερή αίσθηση ανακούφισης και άμεσης ηρεμίας. Σου έδινε να καταλάβεις πως υπάρχει ζωή και ότι δεν είσαι μόνος σου.
Κάποια νοικοκυρά με κοντά μαλλιά και αέρινη νυχτικιά θα μαζεύει τα πιάτα από το μεσημεριανό τραπέζι, για να τα βάλει στον νεροχύτη (γιατί το δίχως άλλο, μόνο αυτές θα μπορούσαν να είναι στο πόδι τέτοια ώρα. Καμιά φορά σκέφτομαι μήπως η έννοια νοικοκυρά έχει δημιουργηθεί από τέτοιες εικόνες, αν μη τι άλλο).
Μία ανεπαίσθητη μυρωδιά από τηγανητά κολοκυθάκια πλησίασε πονηρά στα ρουθούνια της.
Λογικά θα έφτιαξαν και τζατζίκι. Δεν γίνεται να κάνεις τηγανητά κολοκυθάκια και να μην κάνεις και τζατζίκι.
Το τίναγμα του τραπεζομάντιλου έκανε το περιστέρι να πεταρίσει ξαφνικά, κάνοντας την κοπέλα να τρομάξει λίγο με αποτέλεσμα να χυθεί ελάχιστο τσάι στη γάμπα της. Ένιωθε τώρα τις κρύες σταγόνες να κυλάνε προς τα πέλματα της. Όλα αυτά έγιναν στιγμιαία, ωστόσο η κοπέλα είχε σηκώσει τη ματιά της και κοιτούσε το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου, το οποίο φαινόταν μόνο από το πλάι, και έβλεπε το κίτρινο τραπεζομάντιλο με τα λουλούδια να τινάζεται δυνατά και τα ψίχουλα να πετάγονται. Μπορούσε να διακρίνει το πλαϊνό του σώματος της νοικοκυράς.
Το πα ότι ήταν, δεν το πα;
Η νυχτικιά που φορούσε-γιατί όντως φορούσε νυχτικιά ήτα πράσινη εν τέλει, όχι άσπρη, φαρδιά και φαινομενικά αέρινη. Αφότου σταμάτησε το τίναγμα, έπιασε την σκούπα και καθάριζε το μπαλκόνι. Ο ήχος της σκούπας ενώ χαϊδεύει το πλακάκι εκδίδει μια ανακούφιση, μάλλον λόγω του επαναλαμβανόμενου ρυθμού. Χσσς, χσσσς, χσσσς.
Καλοκαιρινό σάουντρακ νο.2
Κάποιος από τον πάνω όροφο της κατοίκου του διαμερίσματος 2 ξερόβηξε. Μπορούσε επίσης να ακούσει τον ήχο που κάνει το χαρτάκι που βγάζει κάποιος για να στρίψει τσιγάρο και το τσαλάκωμα του πλαστικού που περιείχε το τελευταίο φιλτράκι.
Ξέχασα τη θήκη μου μέσα και δεν παίζει να σηκωθώ τώρα να τη φέρω.
Η πολυκατοικία της κατοίκου ήταν ανάμεσα σε άλλες δύο και δεν μπορούσε να δει κανέναν ένοικο από τις διπλανές, παρά μόνο τα πλαϊνά από μερικά μπαλκόνια. Έτσι ένιωθε πως και κανείς άλλος δεν μπορούσε να την δει.
Το καλοκαίρι στην πόλη είναι αρκετά ενδιαφέρον από την σκοπιά του παρατηρητή.
Τώρα μπορούσε να ακούσει από την αριστερή πολυκατοικία το ξεφύλλισμα μιας εφημερίδας και το σιγανό μουρμουρητό ενός ραδιοφώνου.
Για φαντάσου, εν τέλει τα καλοκαιρινά μεσημέρια έχουν κίνηση.
Αν κάποιος έκανε zoom out από την σκηνή αυτή, θα έβλεπε 3 πολυκατοικίες, τη μία κολλημένη διπλά στην άλλη, και πολλούς ενοίκους έξω στα μπαλκόνια τους. Εκείνη τη στιγμή, μία κοπέλα από τη μεσαία πολυκατοικία, που κρατούσε ένα ποτήρι στο χέρι, σηκώθηκε και μπήκε μέσα.
Social Links: