Ως μεγάλος λάτρης της λογοτεχνίας του φανταστικού και των σκοτεινότερων αποχρώσεών της, χαίρομαι που ξεκινάω τη συνεργασία μας εδώ στο ΣΚΡΑ-punk μέσα από αυτό το άρθρο. Εδώ λοιπόν θα μιλάμε για τρόμο. Βιβλία, συγγραφείς, άρθρα πάνω σ’ αυτά που πρεσβεύει το είδος και όσοι κινούνται μέσα σ’ αυτό. Και θέλω να αρχίσω με ένα άξιο τέκνο της μεγάλης οικογένειας που ονομάζεται «λογοτεχνία Τρόμου»: το Weird και τη σημερινή του υπόσταση, το new Weird. Ξέρετε φυσικά τι μπέρδεμα είναι οι ταμπέλες, και όλα αυτά τείνουν να μπλέκουν μεταξύ τους όταν φτάσει η κουβέντα στο τι μας αρέσει να διαβάζουμε, να γράφουμε και, φυσικά, να κουβεντιάζουμε. Από την άλλη, όταν κατα καιρούς λέω πως δεν γουστάρω το σπλάτερ, πολλές φορές η απόκριση του συνομιλητή είναι «Μα καλά, συγγραφέας τρόμου και δεν γουστάρεις σπλάτερ;». Οπότε έχει κι ο διαχωρισμός των υποειδών τις χρήσεις του. Ένα παράδειγμα για τους Λαβκραφτικούς που το διαβάζουν αυτό: ο κοσμικός τρόμος ανήκει 100% στο Weird, και δεν θα μου φαινόταν παράξενο μια αναγνώστρια του Lovecraft, του Ligotti και του Barron να μη γουστάρει τον Ketchum ή τον Masterton.
Καταρχάς, να αναφέρω πως τα ιστορικά στοιχεία στο παρόν άρθρο προέρχονται κατά κύριο λόγο από ένα μικρό βιβλιαράκι ονόματι The Weird (φυλλάδιο θα μπορούσε να το ονομάσει κανείς, γύρω στις 760 χιλιάδες λέξεις) που συνέταξε το ζεύγος Jeff και Ann VanderMeer πριν δυο χρόνια. Σας το προτείνω κι ας μην το διαβάσετε ποτέ ολόκληρο, αφού δεν μιλάμε για ανθολογία διηγημάτων –μιλάμε για το ανθοπωλείο ολόκληρο. Πάμε παρακάτω λοιπόν. Το Weird θα μπορούσε να αποδοθεί στα Ελληνικά ως η λογοτεχνία του «παράδοξου», με την έννοια του ανορθόδοξου. Προφανώς δεν αναφέρομαι στη θρησκεία, αλλά στη λογοτεχνία που καταλαβαίνει ο πολύς κόσμος ως την «πρέπουσα», τη «σωστή». Τη λογοτεχνία του mainstream. (σημείωση: είναι αυτή που θα βρείτε στα βιβλιοπωλεία κάτω από τον όρο «ελληνική λογοτεχνία», θαρρείς κι εμείς κατεβήκαμε από τον Πλούτωνα).
Ειδάλλως μπορούμε να το ονομάσουμε Αλλόκοτο, Περίεργο ή να το αφήσουμε στην ησυχία του σαν Weird. Συνηθίζω να λέω ότι ο μοντέρνος τρόμος δεν έχει αυτοσκοπό να σε τρομάξει. Δεκτόν, δεν βοηθάει καθόλου το όνομα που γράφει στο πέτο το είδος, αλλά ας το συζητήσουμε. Με αυτό εννοώ οτι τα όποια jumpscares ή ο κουβάς αίμα στη μάπα υποδηλώνουν έλλειψη δημιουργικότητας ή σοβαρότητας, ακόμα και έλλειψη αγάπης προς αυτά που πρεσβεύει το είδος. Ο τρόμος είναι απλά το μεγάλο γρανάζι στο δημιούργημα του κάθε δημιουργού, με απώτερο σκοπό να σε κάνει να προβληματιστείς και, στην τελική, να τρομάξεις τον εαυτό σου με τις σκέψεις σου. Κοινώς, ο δημιουργός θα βαλθεί να σε creepιάσει και εννοείται ότι θα παίξει με τα συναισθήματά σου. Το Weird ξεκινάει συνήθως από μια ρεαλιστική βάση σε ένα αστικό πλαίσιο και γλιστράει στο μη οικείο, χρησιμοποιώντας στοιχεία που συναντάμε θεματολογικά στον τρόμο αλλά και στο φάντασυ και την Επιστημονική Φαντασία. Βέβαια, από τη στιγμή που συγγραφείς τρόμου τείνουν να γράφουν και Weird, είναι φυσιολογικό να υπάρχει τόσο μεγάλο overlap ανάμεσα στα δυο είδη. Ένα παράδειγμα ταγμένου συγγραφέα τρόμου στο New Weird είναι ο Thomas Ligotti. (Για να πάρετε μια γερή γεύση, ο Athotep Nyarl έχει γράψει στη στήλη του για τη δική του επαφή με τον Ligotti· εγώ επιφυλάσσομαι για το μέλλον). Μεγάλη ιστορία και μεγάλο σχολείο συγχρόνως: μπορείς να είσαι βέβαιος ότι, αν πιάσεις διήγημά του, ο τρόμος υφέρπει σε κάθε γραμμή. Αλλά δεν γράφουν μόνο οι χοροράδες New Weird.
Ας πούμε, ο τεράστιος China Mieville έχει τη στάμπα του Φαντασά, όμως ακόμα και τα καθαρά φάντασυ κείμενά του ανήκουν στο new weird. Ο Mieville κατάφερε να επαναπροδιορίσει το –κατά κανόνα διηγηματικό– Weird σε μυθιστορηματική μορφή, μπλέκοντας τους προ ενός αιώνα λαβκραφτικούς τρόμους με τη διανοητική ακαμψία του New Wave (το soft sci-fi των προηγούμενων δεκαετιών). Το Perdido Street Station είναι ένα άριστο παράδειγμα αυτού του επιχειρήματος.
Για μια πιο Ε.Φ. σκοπιά μπορείτε να τσεκάρετε το Southern Reach trilogy του Jeff VanderMeer που κυκλοφόρησε και στα ελληνικά και κατατάσσεται συνήθως στην Επιστημονική Φαντασία, αλλά δεν χρειάζεται κανείς παρά κάνα δυο κεφάλαια, για να καταλάβει πως … κάτι πολύ αλλόκοτο συμβαίνει εδώ –και δεν είναι μόνο στις σελίδες, αλλά και στο μυαλό του αναγνώστη όσο αναλογίζεται τι διαβάζει.
Αλλά προτρέχω. Για το New Weird θα μιλήσουμε στο δεύτερο μέρος. Επιστροφή στο Weird τώρα. Πού ξεκινάει λοιπόν η διαφοροποίηση με τον τρόμο του Bram Stoker, του Edgar Allan Poe, του M.R. James και των λοιπών ιερών τεράτων του 19ου αιώνα; Θα βρούμε την απάντηση πηγαίνοντας μια βόλτα 100 χρόνια πίσω.
Στο popular culture, αν το Weird ήταν χώρα, στη σημαία της θα κυμάτιζε περήφανο ένα πρασινομώβ πλοκάμι και στο δολάριό τους θα είχαν τη φάτσα του Howard Phillips Lovecraft. Οι ιστορίες που ο Lovecraft αποκαλούσε “Weird Tales” ήταν διηγήματα με υπερφυσικά στοιχεία που όμως δεν ανήκαν στις παραδοσιακές ιστορίες φαντασμάτων ή στο gothic. Και τα δυο είδη ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή το 1800+ (όπως και σήμερα, τείνουν να κάνουν κύκλο τέτοιες θεματολογίες). Το 1927, ο Lovecraft έγραφε στο ίδιο το περιοδικό Weird Tales πως τούτες οι ιστορίες ξεπερνούν τις πεπατημένες περί «κρυφών φονικών, ματωμένων οστών και σαβανωμένων μορφών με αλυσίδες». Αντ’ αυτού… *clears throat* εκπροσωπούν την αναζήτηση κάποιας ακαθόριστης και κατά πάσα πιθανότητα απρόσιτης (στα όρια της τρέλας) κατανόησης του κόσμου μας πέρα από τα τετριμμένα, μέσα από μια υφέρπουσα αίσθηση ασφυξίας και ανεξήγητης φρίκης, αλλά και μέσω κακόβουλων αναστολών (ή και πλήρους καταπάτησης) των γνωστών νόμων της Φύσης, όπως εμείς τους αντιλαμβανόμαστε.
(Ο τελευταίος που τόλμησε να διαβάσει το παραπάνω με μια ανάσα έπαθε ρήξη μηνίσκου στη γλώσσα.)
Τα πρώτα χρόνια του Weird στις ΗΠΑ είναι συνυφασμένα με τον κύκλο του Lovecraft. Ο ίδιος ο ΧΦΛ, αλλά και οι Robert Howard, Fritz Leiber, August Derleth, Robert Bloch, Clark Asthton Smith ήταν οι αρχικοί κοινωνοί του Weird. Η συμβολή γυναικών συγγραφέων στο Weird Tales ήταν αρκετά περιορισμένη· παρολαυτά, υπάρχουν κάποιες στεντόριες φωνές, όπως η Elizabeth Counselman και η Francis Stevens, που έδωσαν το στίγμα τους στις δυο δεκαετίες μεταξύ πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου.
Συγχρόνως με τον Lovecraft, υπάρχουν Παράξενες φωνές παγκοσμίως που πληθαίνουν συνεχώς. Κάπου σε μια βελγική φυλακή, ο Jean Ray γράφει αξιοσημείωτα έργα όπως το The Shadowy Street, o Πολωνός Bruno Schultz μας προσφέρει ιστορίες όπως το Sanatorium at the Sign of the Hourglass. Ακόμα νωρίτερα ο (άγνωστος και για αρκετές δεκαετίες μετέπειτα) Franz Kafka γράφει το In the Penal Colony. Παραπέρα, ο Ιάπωνας Hagiwara Sakutaro γράφει το παραισθησιακό αριστούργημα αλλοκοτιάς The Town of Cats, ο συμπατριώτης του Ryunosuke Akutagawa εκδίδει το The Hell Screen κι ο Rabindranath Tagore γράφει στην Ινδία το The Hungry Stones. Πιο κοντά μας, ο Luigi Ugolini γράφει στη γειτονική Ιταλία το The Vegetable Man και φυσικά στην Ελλάδα ο δικός μας Δημοσθένης Βουτυράς μάς προσφέρει τις δικές του αλλόκοτες ιστορίες τρόμου (που μπλέκουν το αλλόκοτο και το υπερφυσικό με την ελληνική επαρχία), 10-20 χρόνια πριν τον Lovecraft. Είναι έγκλημα το πόσο άγνωστος παραμένει ο παππούς του ελληνικού Weird, ακόμα και σήμερα, σε κόσμο που πίνει τον καφέ του σε φραπεδοπότηρα με Κθουλοπλόκαμα.
Παρά τις τεράστιες διαφορές που είχαν μεταξύ τους, αυτοί οι συγγραφείς και οι μεγαγενέστεροί τους συνήθιζαν να αλιεύουν τις πλοκές τους από τα σκοτεινότερα νερά του φανταστικού. Σε αντίθεση όμως με την εικόνα που έχει αρκετός κόσμος για τον τρόμο, δεν έψαχναν τον κίβδηλο φόβο, αυτό που νιώθουμε στο τρενάκι του λούνα παρκ ή όταν βλέπουμε ταινίες που θέλουν απλά να σε τρομάξουν με μια στραβοπαιγμένη τρίλια βιολιού ή με το άκυρο χέρι που αρπάζει ξαφνικά τον ώμο του πρωταγωνιστή. Οι ιστορίες που ανήκουν στο Weird έχουν περισσότερο σκοπό να θέσουν ερωτήματα και να προβληματίσουν τον αναγνώστη με την ολοκλήρωση της ιστορίας, παρά να τα απαντήσουν. Οι απορίες που μένουν με το πέρας αρκετών τέτοιων αναγνωσμάτων πηγάζουν από τον ίδιο τον συγγραφέα και ο προβληματισμός είναι κάτι έμφυτο στις συγκεκριμένες ιστορίες, η επίγευση σε μια ιστορία που κατάφερε να σε σκιάσει. Φυσικά και οι ίδιοι έψαχναν απαντήσεις σε αυτή την ανάγκη τους να εξηγήσουν τι είναι αυτό το τρομαχτικό και συναρπαστικό μυστήριο που αποκαλούμε ζωή και ύπαρξη. Κατάφεραν να δώσουν απάντηση;
(Βασικά, ναι, ένας από αυτούς το κατάφερε. Η απάντηση τον έκανε να πετάξει το χειρόγραφο στο μαγκάλι του και να φουντάρει από το παράθυρο του δεύτερου ορόφου σε μια πόλη που δεν ενδιαφερόταν για ένα ακόμα πτώμα μισοθαμμένο στα χιόνια…
…
Οκέι, αυτό το τελευταίο κομμάτι παίζει να ήταν προϊόν μυθοπλασίας)
Τα πρώτα χρόνια του Weird μεταξύ 1910 και 1940 μας προσέφεραν έργα που διαβάζονται φανατικά μέχρι και σήμερα. Η ρίζα του είδους έπιασε σ’ εκείνους τους ταραχώδεις καιρούς και τους καρπούς τούς δρέπουμε ακόμη, όσο αμφίβολο και να έμοιαζε κάτι τέτοιο τότε. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως, παρότι αρκετοί απ’ όσους ανέφερα είναι παγκοσμίως γνωστές πένες πια και έχουν βγάλει πολλούς άξιους συνεχιστές, αλλά και άπειρους μιμητές, στις μέρες τους το Weird ήταν μια ανατροπή στις σταθερές και το τι καταλάβαινε ο κόσμος ως λογοτεχνία γενικότερα και λογοτεχνία του φανταστικού ειδικότερα. Κι αυτό αυτομάτως σήμαινε έλλειψη εμπορικότητας. Δύσκολο αυτό, όταν προσπαθείς να ζήσεις από τη συγγραφή. Πολλοί πλήρωσαν την υπέρμετρα αλλόκοτη και προχωρημένη φαντασία τους με το να παραμείνουν στο περιθώριο και να πεθάνουν πάμφτωχοι. Κάποιοι σκοτώθηκαν, είτε σαν στρατιώτες, είτε σαν αιχμάλωτοι σε στρατόπεδα συγκεντρώσεων. Πάρα πολλοί αυτοκτόνησαν, οδηγημένοι εκεί πολλές φορές από την ίδια τη φύση του έργου τους. (Αλήθεια, μπορεί κάποιος να ρίχνει κάνα βλέφαρο πού και πού στον Ligotti;) Κάποιους τους θυμόμαστε και σήμερα, αν και αρκετοί από εκείνους δεν θα προέβλεπαν ποτέ τόση φήμη –παρόλη τη φαντασία τους, ξαπλωμένοι και μισοπεθαμένοι στην ψάθα τους.
Το άρθρο θα συνεχιστεί στο part 2 με τη μεταπολεμική ιστορία του Weird, την ισχυρή επιστροφή του πιο νατουραλιστικού Τρόμου στα ’70s και το New Weird, που κυριαρχεί στη λογοτεχνία του είδους σήμερα.
Social Links: