Υπάρχουν πράγματα που νιώθεις ότι έχουν τόση σημασία για σένα, ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να μιλήσεις γι’αυτά. Το έργο των Amenra είναι για εμάς ακριβώς αυτό, πράγμα που είχαμε προσπαθήσει…

”In Guidance and Comfort”: συνέντευξη με τον Colin H. van Eeckhout των Amenra/”In Guidance and Comfort”: an interview with Colin H. van Eeckhout of Amenra (Greek and English)

Υπάρχουν πράγματα που νιώθεις ότι έχουν τόση σημασία για σένα, ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να μιλήσεις γι’αυτά. Το έργο των Amenra είναι για εμάς ακριβώς αυτό, πράγμα που είχαμε προσπαθήσει να αποτυπώσουμε γραπτά και εδώ. Οι Amenra είναι ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα του σύγχρονου ακραίου ήχου, όχι μόνο επειδή γράφουν εξαιρετική μουσική. Το καλλιτεχνικό τους όραμα αγγίζει πολλά πεδία και πολλές μορφές τέχνης, ξεκινώντας από μια φαινομενικά δυσπρόσιτη μουσική και εκτεινόμενο στις εικαστικές τέχνες, στον χορό, στην ποίηση και σε πολλά άλλα με όχημα τη συλλογικότητα που λέγεται Church of Ra. Με αφορμή το Smoke the Fuzz FestDescent Edition, προσπαθήσαμε να θέσουμε στον τραγουδιστή των Amenra –αλλά και γενικά παραγωγικό καλλιτέχνη με μια μοναδική ματιά– Colin H. van Eeckhout ερωτήσεις που ίσως ξεκλειδώνουν κάποιες όψεις του έργου του συγκροτήματος σε μουσικό, αισθητικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Τέλος, θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά τους δύο βασικούς εμπλεκόμενους: την Ελίνα Κεμανίδη, αφενός για την εξαιρετική της πρωτοβουλία να διοργανώσει άλλο ένα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός, αφετέρου για την ευκαιρία που μας έδωσε να επικοινωνήσουμε με τους Amenra∙ τον Colin H. van Eeckhout που βρήκε τον χρόνο να απαντήσει στις ερωτήσεις μας με μια τόσο αποσταγμένη και γήινη ποιητικότητα και πνευματικότητα –πράγμα που χαρακτηρίζει, άλλωστε, όλο το αισθητικό πρόταγμα αυτού του σπουδαίου συγκροτήματος.

Νίκος Θεοδωρόπουλος-Χρήστος Τριανταφύλλου

Χρήστος Τριανταφύλλου: Ξεκινώντας, επίτρεψέ μου να μιλήσω προσωπικά: πιστεύω ένθερμα ότι η μουσική –και ειδικότερα η δική σας μουσική– είναι, πάνω απ’ όλα, μια εμπειρία. Εκτιμούσα ήδη το έργο σας εδώ και πολύ καιρό, αλλά όταν σας είδα να παίζετε ζωντανά στο Roadburn 2016 κάτι έκανε «κλικ» μέσα μου, αγγίζοντάς με τόσο βαθιά ώστε να κάνω μια εβδομάδα αργότερα τατουάζ στο χέρι μου το Τρίποδό σας. Πιστεύω ότι έχετε ακούσει αυτή την ιστορία και στο παρελθόν. Γιατί πιστεύετε ότι οι άνθρωποι συνδέονται τόσο βαθιά με το έργο σας;

Colin H. van Eeckhout: Πιστεύω ότι υπάρχει κάτι οικουμενικό στη μουσική μας, κάτι που μας συνδέει όλους. Και ακριβώς με αυτό δουλεύουμε. Νομίζω ότι ενσαρκώνουμε μια αίσθηση ή ένα σύνολο από συναισθήματα που κατοικούν βαθιά μέσα μας, αλλά κανείς δεν μπορεί να συνδεθεί πραγματικά με αυτή την αίσθηση, ούτε έχει τον τρόπο να διαχειρίζεται αυτά τα συναισθήματα, δηλαδή να τα κάνει παρόντα∙ μένουν κρυμμένα μέσα σου. Το «κλικ» που είπες ότι συνέβη μέσα σου σημαίνει μάλλον ότι συνδέθηκες με αυτά. Βρήκες έναν τρόπο να τα διαχειριστείς.

Νίκος Θεοδωρόπουλος: Το μουσικό σας ύφος έχει εξελιχθεί από το hardcore punk σε ένα είδος που είναι πλησιέστερο στην post-metal· οι Neurosis, οι προφήτες του είδους, έχουν προσφέρει στους Amenra ένα καινούργιο σπίτι σε αυτή την αναζήτηση για περισσότερη «ψυχή και καρδιά» στη μουσική, μέσω της δισκογραφικής εταιρείας Neurot Recordings –έχουμε δει ακόμη και συνεργασίες μεταξύ σας, ειδικά φέτος, με τους Absent in Body. Ποια ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από αυτή την εξέλιξη; Ποια στοιχεία έχετε διατηρήσει σε αυτή τη μετάβαση και ποια όχι; Σχεδιάζετε να διαμορφώσετε ένα ακόμη πιο κοινό δρόμο στο μέλλον;

CHVE: Υπάρχουν όντως σχέδια να γράψουμε και να ηχογραφήσουμε περισσότερα πράγματα ως Absent in Body. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαδικασία. Έχουμε κάνει περιοδείες με τους Neurosis στο παρελθόν –κι εγώ προσωπικά έχω περιοδεύσει με τον Scott [Kelly]. Εκεί ήταν που μου ζητήθηκε να συμμετάσχω στο project. Η αρχική του σύλληψη έγινε μετά από αίτημα της Hypertension records για ένα 12ιντσο split με τον Scott και τους Syndrome του Mathieu [Vandekerckhove]. Έτσι, ο καθένας θα αναλάμβανε μια πλευρά, με τη σόλο δουλειά τους. Αλλά τότε μας ήρθε η ιδέα να κάνουμε κάτι μαζί, που σήμαινε πολύ περισσότερη δουλειά (σε ένα ήδη πολυάσχολο πρόγραμμα). Ούτε η απόσταση δεν βοηθούσε, αλλά το να συναντιόμαστε ανά διαστήματα δούλεψε σιγά σιγά και δημιουργήσαμε ό,τι έχουμε μπροστά μας σήμερα. Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς με το «διατηρήσει στοιχεία»· θέλαμε να είναι κάτι άγριο. Μία επίθεση. Και είμαι πολύ περήφανος γι’ αυτό το project. Διψώ για κάτι περισσότερο.

ΝΘ: Μαζί με άλλες μπάντες, κυρίως από το Βέλγιο, έχετε σχηματίσει τη συλλογικότητα Church of Ra, εμπλουτίζοντας τη μουσική σας με μία ευρύτερη αίσθηση καλλιτεχνίας, που περιλαμβάνει ακόμη και συνεργασίες με χορογράφους· μπορεί κανείς να παρατηρήσει αισθητικά παρόμοιες πρωτοβουλίες στην καλλιτεχνική πορεία του Alex CF των Fall of Efrafa, για παράδειγμα. Ποιες είναι οι πολιτισμικές προϋποθέσεις αυτού του φαινομένου; Εννοώ, ποιο είναι το κοινό πεδίο μεταξύ της σκηνής H8000 και της Church of Ra; Θα χαρακτήριζες αυτή την καλλιτεχνική εξωστρέφεια ως αποκλειστικά ευρωπαϊκή; Σχεδιάζετε να συνεργαστείτε με καμία από τις μπάντες της βρετανικής σκηνής;

CHVE: Το κοινό έδαφος μεταξύ της σκηνής H8000 και της Church of Ra είναι το ίδιο το έδαφος. Ερχόμαστε όλοι από την ίδια περιοχή. Πέρα από αυτό, είναι η ηθική του DIY και της νοοτροπίας του hardcore που μας έφερε εδώ όπου είμαστε. Το να δουλεύουμε σκληρά και να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Δεν κάθομαι να σκεφτώ καν αν είναι ευρωπαϊκό ή όχι, είμαι αρκετά σίγουρος πως υπάρχουν άπειρες συλλογικότητες σαν αυτή σε ολόκληρο τον κόσμο, με εξίσου άπειρα διαφορετικά μουσικά ή καλλιτεχνικά στυλ. Δεν έχω στα σχέδιά μου να συνεργαστώ με κάποια μπάντα από τη βρετανική σκηνή, όχι.

ΧΤ: Η βασική διαφορά ανάμεσα σε εσάς και στα περισσότερα συγκροτήματα είναι ότι οι Amenra δεν είναι απλά ένα συγκρότημα∙ η προσέγγισή σας μοιάζει περισσότερο με ένα συνολικό καλλιτεχνικό όραμα, στο οποίο η Church of Ra έχει έναν κομβικό ρόλο. Ποια είναι τα βασικά συστατικά αυτού του οράματος; Τι προσπαθείτε να επικοινωνήσετε στο κοινό ως καλλιτέχνες;

CHVE: Κάτι αφηρημένο που δεν μπορεί κανείς να το εντοπίσει σε μια συνέντευξη. Λυπάμαι που δεν έχω τον χρόνο να το σκαλίζω περισσότερο αυτό. Δεν μπορεί να συλληφθεί και είναι σχεδόν αδύνατον να περιγραφεί. Σχετίζεται με τη σύνδεση, με αυτό το «κλικ» στο οποίο αναφέρθηκες. Είτε το πιάνεις είτε όχι. Είτε είσαι ένας από εμάς είτε δεν είσαι. Το ένα δεν κάνει κάποιον καλύτερο από ό,τι το άλλο.

ΧΤ: Η μουσική σας έχει ένα μοναδικό χαρακτηριστικό: είναι ταυτόχρονα τόσο όμορφη και τόσο ακραία∙ δεν είναι ακραία μόνο λόγω του θορύβου και της παραμόρφωσης, αλλά κυρίως επειδή μπορεί να γονατίσει κάποιον –τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Είναι η μουσική και καλλιτεχνική ακρότητα ένα εμπόδιο που κάποιος πρέπει να ξεπεράσει ώστε να εκτιμήσει την ουσία, ή είναι ένα όχημα προς επίκληση ακραίων συναισθημάτων με έναν καθαρτικό τρόπο; Με άλλα λόγια, είναι ένα κομβικό στοιχείο του έργου σας;

CHVE: Η ειλικρίνεια. Η ταπεινότητα. Αυτός είναι ο πηλός με τον οποίο δουλεύουμε.

ΝΘ: Τον περασμένο Οκτώβριο έλαβε χώρα μία δημόσια συζήτηση μεταξύ εσένα, του Jozef van Wissem και του Thomas Baeté, στη σκηνή Ancienne Belgique, με θέμα τις συγγένειες μεταξύ παλαιάς μουσικής και σύγχρονων πειραματικών μορφών· μεταξύ τους διακρίνει κανείς μία τάση προς τον αυτοσχεδιασμό. Εφόσον, ανάμεσα στις μεθόδους με τις οποίες φτιάχνετε τη μουσική σας, έχετε αναφέρει και ένα είδος αυτοσχεδιασμού πάνω σε συγκεκριμένα θέματα (π.χ. σκοτάδι, φωτεινότητα, θυσία), θα ισχυριζόσουν ότι μοιράζεστε ένα κοινό τρόπο σκέψης με τους παραπάνω καλλιτέχνες;

CHVE: Δεν ξέρω, νομίζω πως όχι. Είναι και οι δύο εξαιρετικά όμορφοι άνθρωποι και ταλαντούχοι μουσικοί. Έχουν πολύ περισσότερο ταλέντο απ’ ό,τι θα έχω ποτέ εγώ. Θα έλεγα ακόμη πως ο Thomas έχει μια πιο θεωρητική προσέγγιση και κατά έναν τρόπο ο Van Wissem είναι κι αυτός πολύ εκπαιδευμένος, αλλά τείνει να δουλεύει περισσότερο με το συναίσθημα. Σπούδασαν, βασικά, τα μουσικά τους όργανα μέχρι το μεδούλι. Κι εγώ όχι. Δουλεύω με το ένστικτο, με το συναίσθημα –δεν έχω την παραπάνω μουσική καλλιέργεια ή δεξιοτεχνία. Ήταν όμως μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνάντηση.

ΝΘ: Τι σας παρακίνησε να βγάλετε ακουστικά album (Afterlife, Alive) πλάι στα Masses; Παίζουν συμπληρωματικό ρόλο; Πώς αυτός ο δυϊσμός συνδέεται εν γένει με το καλλιτεχνικό σας όραμα;

CHVE: Είναι, πράγματι, μια ακόμη από τις συναισθηματικές παλέτες με τις οποίες δουλεύουμε. Τα ακουστικά τραγούδια μάς γεμίζουν. Εννοώ, είναι απίστευτα δύσκολο για μας να γράφουμε καινούρια τραγούδια και όσα περισσότερα άλμπουμ γράφεις, τόσο πιο δύσκολο γίνεται. Ήταν όμορφο λοιπόν να μπορούμε να ξεδιψούμε κι από αυτή την άλλη όαση. Πραγματικά τη λατρεύουμε και σκοπεύουμε πραγματικά να αρχίσουμε να γράφουμε για ένα επίσημο ακουστικό άλμπουμ. Εδώ μιλάμε προς τα παιδιά μας, προς τους ανθρώπους που αφήνουμε πίσω μας. Είναι αυτό που θα μας κάνει αιώνιους για τους αγαπημένους μας σε πνεύμα καθοδήγησης και φροντίδας.

 

ΧΤ: Μπορεί κανείς να δει στο έργο σας μια ιδιαίτερη τελετουργική φύση και την έντονη χρήση θρησκευτικών συμβόλων. Τα τελευταία χρησιμοποιούνται με έναν μοναδικό τρόπο, συγκριτικά με άλλους καλλιτέχνες του ακραίου ήχου. Τείνετε να ιδιοποιείστε τη θρησκευτική εικονοποιία με δικούς σας όρους, ανατρέχοντας στις ρίζες κάθε θρησκευτικού αισθήματος, αντί να δίνετε έμφαση στην απουσία ή στη σιωπή του Θεού. Ποια είναι η θέση της χριστιανικής εικονοποιίας στο καλλιτεχνικό σας όραμα; Θα έπρεπε να ψάχνουμε για κάποιον θεό στον ουρανό ή βαθιά μέσα μας; Θα έπρεπε να ψάχνουμε για κάποιον θεό γενικα;

CHVE: Θα ήταν καλό να ψάχνουμε κάτι στο οποίο να πιστεύουμε, είτε είναι κάποιο αγαπημένο πρόσωπο που έχει φύγει και μπορεί να σε καθοδηγήσει ακόμα, είτε είναι κάτι αφηρημένο. Πιστεύω ότι όλοι χρειάζονται κάτι στο οποίο να απευθύνονται, κάτι στο οποίο να στηρίζονται όταν χρειάζεται. Δεν χρειάζεται να το περιγράφει κανείς αυτό. Είναι μια αίσθηση. Η γνώση ότι κάτι βρίσκεται εκεί, αυτό σου φέρει γαλήνη. Η χριστιανική εικονοποιία είναι απλά αυτό που ήταν συνδεδεμένο με την κουλτούρα μας, είναι αυτό εντός του οποίου μεγαλώσαμε και αυτό που βλέπαμε γύρω μας. Οι ναοί, τα παρεκκλήσια, οι σταυροί, είναι ένα μέρος της αισθητικής μας ανατροφής. Αλλά τώρα ήταν η ώρα να τα κάνουμε δικά μας και πάλι. Να τους δώσουμε το βάρος που θέλουμε να έχουν. Θέλουμε να τα κάνουμε όλα αυτά να σημαίνουν κάτι, όσο αφηρημένο κι αν είναι. Τίποτα δεν είναι καθορισμένο. Όλα είναι ελεύθερα. Είναι δικά μας.

ΧΤ: Ο πόνος ως έννοια και ως πρακτική είναι ένας κομβικός παράγοντας στο έργο σας, αλλά όχι με τον τρόπο που το έθεσαν οι Tool (“we are eternal, all this pain is an illusion” –αν και οι δύο προσεγγίσεις δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες). Η δική σας έννοια του πόνου φαίνεται πως μοιάζει περισσότερο με το μόττο του Jacob Bannon “Wear Your Wounds”, απηχώντας ό,τι κρύβεται βαθιά μέσα μας. Πιστεύεις ότι το να επεξεργάζεται κανείς τον πόνο και το τραύμα αποδεχόμενός το μπορεί να είναι απελευθερωτικό και καθαρτικό;

CHVE: Είμαι βέβαιος ότι είναι.

ΧΤ: Θα έπρεπε να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βιώσει τον πόνο, χωρίς να προσπαθούμε να τον καταπιέσουμε –όπως μας μαθαίνουν συχνά να κάνουμε;

CHVE: Αυτό είναι σίγουρα το πράγμα με το οποίο δουλεύουμε. Με το ότι η συνειδητότητα, το να επεξεργάζεται κανείς αυτόν τον πόνο, το να ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτόν αντί να τον κρύβουμε και να τον καταπιέζουμε, αυτό θα μας πάει παραπέρα. Είμαι βέβαιος.

ΧΤ: Στο εξαιρετικό του δοκίμιο για τους Amenra, ο Mike Keirsbilck υποστηρίζει πως ο κεντρικός σας στόχος είναι να υποστηρίξετε τη «φροντίδα του εαυτού»∙σε μια συνέντευξη [σ.σ: τόσο το δοκίμιο, όσο και η συνέντευξη βρίσκονται σε αυτό το βιβλίο], είπες «εξασκούμε μια πολύ ρητή έννοια αδελφότητας», και σε μια άλλη συνέντευξη πως το «together alone» είναι η χαρακτηριστική νοοτροπία για τους λάτρεις των Amenra (εφόσον δεν σας αρέσει ιδιαίτερα ο όρος «οπαδοί»). Θα έλεγες ότι το να συνδεόμαστε με άλλους ανθρώπους ενώ ταυτόχρονα αποδεχόμαστε το σκοτάδι και τον πόνο μέσα μας είναι ο δρόμος προς το φως; Προσφέρει το να μοιράζεσαι κάποια λύτρωση –ή, ενδεχομένως, ακόμα και σωτηρία;

CHVE: Ναι, το πιστεύω∙ είναι η σύνδεση με άλλους ανθρώπους της ίδιας λογικής, και η γνώση ότι ο καθένας έχει να κουβαλήσει τον δικό του σταυρό. Αυτό κάνει όλο αυτό το βάρος να αίρεται. Τα κάνει όλα πιο ανεκτά. Είναι πολύ όμορφο έτσι όπως το θέτεις. Η λύτρωση και η σωτηρία είναι ακραίες λέξεις. Πιστεύω ότι έτσι γίνονται όλα πιο ανεκτά, και ότι γίνεται εφικτό να συνεχίσεις. Δεν ξέρω αν η σωτηρία είναι καν πιθανή∙ο συνεχής αγώνας για την ύπαρξη και η βούληση να φτάσεις σε αυτή τη στιγμή της «φώτισης» τα κάνει όλα αυτά να αξίζουν τον κόπο.

ΝΘ: Παραθέτοντας τα λόγια ενός ποιητή: «Η διεργασία που απαιτείται για να φτάσει κανείς στο σχήμα του Αγγέλου είναι, πιστεύω, πολύ πιο επώδυνη από την άλλη, που εκμαιεύει όλων των ειδών τους Δαίμονες». Παλεύετε να γίνετε άγγελοι ή αγαπάτε αυτούς τους δαίμονες;

CHVE: Τίποτε από τα δύο. Αν πρέπει όντως να απαντήσω σε αυτό, νομίζω πως έχουμε ίσως διαλέξει την πλευρά των αγγέλων για να πολεμήσουμε κάθε δαίμονα που στέκεται στον δρόμο μας.

 

 

 

 

 

ENGLISH VERSION

 

There are things one feels so crucial to one’s self, that renders it almost impossible to talk about. That’s exactly what Amenra’s work has been for us; we’d tried to put this down on paper right here. Amenra is one of the most important contemporary extreme bands. Their artistic vision touches on many fields and art forms: from a seemingly harsh music sound to visual art, dance performance, poetry and many other, through the Church of Ra collective. On the occasion of Smoke the Fuzz Fest Descent Edition, we tried to pose to Amenra singer –and, generally, prolific artist with a unique vision– Colin H. van Eeckhout questions that perhaps unlock certain aspects of the band’s work on a musical, aesthetic and philosophic level. Finally, we’d like to thank deeply the two persons involved: Elina Kemanidi, for her brilliant initiative to organize another significant cultural event, and  for the chance she gave us to get in touch with Amenra; Colin H. van Eeckhout, who took the time to answer our questions with such a distilled and down-to-earth, yet poetic spirituality –what’s characteristic, after all, of that legendary band’s aesthetic project.

Christos Triantafyllou: To begin with, please allow me to get personal: I firmly believe that music –especially your music– is, above all, an experience. I have been appreciating your art for quite some time, but it was only after witnessing your solemn performance at Roadburn 2016 that something ‘’clicked’’ inside me, touching me so deeply that one week later I tattooed your Tripod on my arm. I believe that you have heard this story before. Why do you think people get into such a deep connection with your art?

 

Colin H. van Eeckhout: I believe that there is something universal in our music, something that connects us all. And that is exactly what we work with. I think we might embody a feeling or a bundle of emotions that live deep inside of us, but no one can truly connect with it, or has a way to work with them. Make them present you know, it stays hidden inside you. That click you speak of probably means you connected with them. And found a way with them.

Nikos Theodoropoulos: Your musical style has evolved from hardcore punk to a music genre that’s closer to post-metal; Neurosis, the prophets of the genre, have offered Amenra a new home in this quest for “heart and soul” through Neurot Recordings, and we’ve even witnessed some collaborations between you two, especially this year, in Absent in Body. What was the driving force behind this evolution? Which elements have you preserved during this transition and which not? Do you plan on forging an even more common path in the future?

CHVE: There are plans indeed to write and record more of Absent in Body. This was the first step in a long process. We ‘ve toured with Neurosis in the past, and I toured with Scott [Kelly] solo. And that’s where I was asked to join the project. It initially got conceived through the demand of Hypertension records to do a split 12” with Scott and Mathieu’s [Vandekerckhove] SYNDROME. So each was going to do a side, with their solo work. But then the idea came to do something together, which is a hell of a lot of more work (in already busy agendas). The distance didn’t help either, but overtime it worked to meet up a couple of time and create what is here today. I don’t understand what you mean by ‘preserve elements’. We wanted it to be ferocious. An attack. I am very proud of this project. I am hungry for more.

NT: Along with other bands, mainly from Belgium, you ‘ve formed the Church of Ra collective, enhancing your music with a broader sense of artistry, that even involves collaborations with choreographers; one may notice aesthetically similar initiatives along Fall of Efrafa’s Alex CF’s course, for example. What are the cultural prerequisites of this phenomenon? I mean: what is the common ground between the H8000 scene and Church of Ra? Would you qualify this artistic extroversion as solely European? Do you plan on collaborating with any of the UK scene’s bands?

CHVE: The common ground between H8000 and COR is that ground itself. We come from that same area. Other than that, it’s the DIY ethics and hardcore mentality that got us where we are today. Work hard and do everything to the best of your abilities. I don’t give it any thought if it’s European or not, I’m pretty sure you have a zillion collectives like this spread over the world, with a zillion different music or art styles. I am not planning to collaborate with any UK scenes band, no.

CT: The main difference between you and most bands is that Amenra is not just a band; your whole approach seems like a complete artistic vision, in which the Church of Ra has a crucial role. What are the main ingredients of this vision? What are you trying to communicate to the audience as artists?

CHVE: Something abstract that is not to pin down in an interview. I am sorry, I unfortunately don’t have the time to dig into this. It is ungraspable and almost impossible to describe. it involves the connection, that click you referred to. Either you get it or not. Either you’re one of us or you’re not. Doesn’t make anyone better than the other.

 

CT:  Your music has a unique trait: it is so beautiful and so extreme at the same time; it is extreme not only because of the noise and the distortion, but mainly because it can bring someone to their knees –both literally and figuratively. Is musical and artistic extremity an obstacle that someone has to overcome in order to appreciate the essence or is it a vehicle to evoke extreme emotions in a cathartic way –in other words, is it a core element of your art?

CHVE: truthfulness.

and humbleness.

it is indeed the clay we work with.

NT: Last October, a public talk between CHVE, Jozef van Wissem and Thomas Baeté took place in Ancienne Belgique, concerning the affinities between early music and contemporary experimental forms; among them one may notice an inclination towards improvisation. Since you ‘ve mentioned a sort of improvisation on certain themes (e.g. darkness, luminosity, sacrifice) as a method for your music making, would you claim that you share a common state of mind with the aforementioned artists?

CHVE: I don’t know, I don’t think so. They’re both extremely beautiful people, and talented musicians. Way more talented than I will ever be. Thomas yet has a more theoretical approach I’d say. and in a way Van Wissem is very much schooled as well, but tends to work more on emotion. They actually studied their instruments to the bone. And I haven’t. I work on instinct on emotion, I don’t have the aforementioned musicmanship or technicality. It was an incredibly interesting meeting though.

NT: What has motivated you into launching acoustic albums (Afterlife, Alive) next to the Masses? Do they play a supplementary role? How is this dualism connected to your artistic vision in general?

CHVE: It is indeed another emotional palette we work with. The acoustic songs make us complete. I mean it’s incredibly hard for us to write new songs and the more albums you write the harder it gets. So it was nice to have this other oasis to drink from. We really love it and really look forward to write for an official acoustic album. Here we talk to our children, people we leave behind. It’s a sort of testament. It is what will make us eternal to our loved ones in guidance and comfort.

 

CT: In your art, one can see a certain ritualistic quality and a heavy use of religious symbols which are employed in a unique manner, compared to other extreme artists. You tend to appropriate religious imagery for your own sake, tracing back to the roots of all religious sentiment, rather than emphasizing the absence or silence of God. What place does Christian imagery hold inside your artistic vision? Should we look for a God up in the sky or deep inside us? Should we look for a God at all?

CHVE: We should look for something to believe in, be it a deceased loved one that can guide you still, be it something abstract. I believe everybody needs something to address, something to hold on to when necessary. There is no need to describe that. it is a sentiment. The knowledge of something being there, that brings you rest. The christian imagery is simply what was linked to our culture, it’s what we grew up in and saw around us. The churches, chapels, crosses it’s a part of our esthetic upbringing. But now it was time to make them ours again. Give them the weight we want them to have. We want to make it all mean something, as abstract as it can be. Nothing is determined. everything is free. it is ours.

CT: Pain as a concept and as a practice is a key factor in your art, but not in the sense that Tool put it (“we are eternal, all this pain is an illusion” –although the two approaches are not mutually exclusive). Your concept of pain seems to be more on par with Jacob Bannon’s “Wear Your Wounds” motto, resonating with what’s deep inside us. Do you think that working through pain and trauma by embracing it might be liberating and cathartic?

CHVE: I am sure it is.

CT: Should we allow ourselves to feel pain and not try to suppress it –as we are often instructed to?

CHVE: That’s what we work with indeed. That consciousness, and working with that pain, confronting ourselves with it instead of hiding it and suppressing it will take us forward. I am certain.

Christos Triantafyllou: In his excellent essay about you, Mike Keirsbilck argues that your pivotal goal is to advocate the “care of the self”; in an interview [note: both the essay and the interview are included in this book], CHVE said “we profess a very explicit idea of brotherhood”, and in another one that “together alone” is the definitive state of mind for Amenra enthusiasts (since you don’t appreciate the term “fans”). Would you say that connecting with others while embracing our own inner darkness and pain is the way to the light? Does sharing offer some

redemption –or, perhaps, even salvation?

CHVE: I believe so yes, it’s the connection with other likeminded people, and the knowledge of everyone having its own cross to carry. makes the weight of it all shift. It makes it all more bearable. It’s quite beautiful how you put it. Redemption and salvation are extreme words. I believe it makes it bearable, possible to continue. I don’t know if salvation is even a possibility, it’s the constant striving to be and will to reach that moment of ‘enlightenment’ that makes it worth it.

NT: Quoting a poet’s words: “The inner step required by the approach of the Angel’s form is, in my opinion, infinitely more painful than the other, which gives birth to Demons of all kinds”. Do you struggle to become angels or love these demons?

CHVE: Neither. If i really have to answer that, I think we might have chosen the side of the angels to fight off all demons that cross our path.

  • Social Links: