Στην 2η και 3η Κολεκτίβα μας, επιχειρήσαμε να συνοψίσουμε το πώς συγκροτείται εννοιολογικά, θεωρητικά, πρακτικά, και κινηματικά η σύγχρονη αντίληψη περί αναρχισμού και των διαφόρων αλληλοσυνδεόμενων και πολυποίκιλων τάσεών του, με κυριότερη εκείνη του αναρχοσυνδικαλισμού. Ορίσαμε τις βασικές κατηγορίες σκέψης και θεώρησης του αναρχικού οικοδομήματος, προσπαθήσουμε να διαλύσουμε ανυποληψίες και παρανοήσεις σχετικά με αυτό, και το συνδέσαμε με κεντρικά ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα.
Ωστόσο, αυτή ακριβώς η ιστορική σύνδεση, καθώς και η εξελικτική πορεία ενός τρόπου σκέψης και δράσης ανά τους αιώνες και ανά τα κοινωνικά και πολιτειακά συστήματα, χρήζει μεγάλης διερεύνησης και μεγαλύτερης προσοχής.
Το αναφερόμενο στις προηγούμενες Κολεκτίβες σύγχρονο θεωρητικό και κινηματικό paradigm shift που προωθείται από τις/ους φιλόσοφους, ιστορικούς, κοινωνιολόγους, ακτιβίστριες/ές, και γενικά ανθρώπους που σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλον τρόπο με τον αναρχισμό, δεν είναι μια προσπάθεια ιστορικού ρεβιζιονισμού. Απλά είναι το αποκορύφωμα μιας γενικότερης επιστημονικής και ιστοριογραφικής προσπάθειας προκειμένου ο αναρχισμός να αποκτήσει και άποψη ορισμού μια πιο συγκεκριμένη ταυτότητα, προσπάθεια που ξεκίνησε μοιραία εν τη γενέσει του, στην πρώτη Διεθνή. Πάρα πολλά κινήματα, αγώνες, και φιλοσοφικά ρεύματα επηρέασαν τον αναρχισμό, ωστόσο ο τελευταίος ήταν και είναι, στον βασικό πυρήνα του, ελευθεριακός σοσιαλισμός.
Κεντρικό σημείο στο paradigm shift είναι, πλέον, η απόρριψη της αρκετά παρακινδυνευμένης ιστορικοθεωρητικής σύμβασης του Herr Paul Eltzbacher (1868-1928), ενός γερμανοεβραίου νομικού και συμπαθούντος προς το τέλος της ζωής του του μπολσεβικισμού, ο οποίος παρ’ όλα αυτά έμεινε στην Ιστορία συγγράφοντας το «Οι μεγάλοι αναρχικοί: ιδέες και διδαχές των επτά μέγιστων διανοητών».
O Eltzbacher, σαν άλλος Αριστοτέλης, ήταν πολύ σημαντικός και ταυτόχρονα πολύ βλαβερός: η μελέτη του ήρθε να καλύψει ένα δυσαναπλήρωτο για την εποχή του κενό, επηρεάζοντας έτσι την πορεία πάρα πολλών μελετητών και ακτιβιστών· από την άλλη, θόλωσε τόσο πολύ τα νερά ως προς το τι πρεσβεύει η ευρεία θεώρηση του αναρχισμού, που αρνητικά αποτελέσματα αυτού του γεγονότος ήταν αισθητά για δεκαετίες. Οι αναρχικοί «επτά μέγιστοι διανοητές», ή επτά σοφοί (seven sages) όπως επικράτησε να ονομάζονται, ήταν κατά τον Eltzbacher οι William Godwin (1756-1836), Max Stirner (1806-1856), Pierre-Joseph Proudhon (1809-1865), Michael Bakunin (1814-1876), Leo Tolstoi (1828-1910), Pyotr Kropotkin (1842-1921), και Benjamin Tucker (1854-1939). Εξαιρώντας όμως τους Bakunin και Kropotkin, οι φιλοσοφίες και κινηματικές επιδιώξεις των υπολοίπων είχαν, ουσιαστικά, μόνο δύο κοινά στοιχεία μεταξύ τους: τον αντικρατισμό και την πίστη στην ατομική ελευθερία, σημεία όμως που δεν αρκούν στην θεώρηση του αναρχισμού, όπως αναφέραμε και στις προηγούμενες Κολεκτίβες. Ο χρησιμισμός των Godwin και Tucker, η κοινωνική αμοιβαιότητα του Proudhon, o ατομικισμός και ηθικός εγωισμός του Stirner, και ο νεφελώδης χριστιανικός μυστικισμός του Tolstoy, μπορεί να επηρέασαν ή να επηρεάστηκαν από τον αναρχισμό, ή ακόμα και να συμπλέχτηκαν μαζί του, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν ήταν κομμάτια του. Αυτή η αρκετά κάθετη άποψη του paradigm shift μπορεί να φαίνεται σεχταριστική, αλλά η αλήθεια είναι ότι προσπάθεια συμπερίληψης τέτοιου είδους ιστορικών και φιλοσοφικών ρευμάτων ως έχουν σε ένα κίνημα με συγκεκριμένες σοσιαλιστικές βάσεις στο 1860, ευρεία ταξική αγωνιστικότητα και απαραίτητη, στην βάση του, διαθεματικότητα στην σύγχρονη έκφανσή του, μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει – χώρια που πολλές αγκυλώσεις κάποιων από τους «επτά σοφούς» θεωρούνται απαράδεκτες και τελείως ασύμφωνες με την διαθεματικότητα του αναρχισμού, τόσο στον πυρήνα τους, όσο και στον τρόπο που διαχύθηκαν μέσα στα αντίστοιχα συστήματα σκέψης – όπως, για παράδειγμα, ο εκρηκτικός μισογυνισμός, σεξισμός και ρατσισμός του Proudhon (όπως επίσης και η αντίθεσή του με την έννοια της ταξικής πάλης!), και ο εγωιστικός μηδενισμός του Stirner.
Η διαθεματικότητα, η ταξικότητα και η σύγχρονη σχετικότητα του αναρχισμού επέβαλλε την σοβαρή περίσκεψη σε σχέση με τα προαναφερόμενα. Η αναγνώριση ελευθεριακών ή ακόμα και σοσιαλιστικών τάσεων καθ’όλη την καταγεγραμμένη ιστορία είναι συγκεκριμένο αντικείμενο μελέτης, ωστόσο ο αναρχισμός δεν είναι ένα «στοιχείο της ψυχής της κοινωνίας (social psyche)», όσο ρομαντικό και να μας ακούγεται αυτό. Είναι ένα κίνημα που, μέσα από την εξέλιξη παλαιότερων, γεννήθηκε καθαυτό μέσα στον σοσιαλισμό και το κίνημα της εργατικής τάξης του 19ου και εν συνεχεία 20ού αιώνα – κάτι που είναι πάρα πολύ σημαντικό για την σύγχρονη σχετικότητά του και την εξελισσόμενή του διαθεματικότητα των τελευταίων 160 χρόνων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο αναρχισμός (και ειδικά ο αναρχοσυνδικαλισμός), χωρίς την Βιομηχανική Επανάσταση και τον Μοντερνισμό, δεν θα ήταν αυτό που ήταν, παρά τις συνδέσεις του με προηγούμενα συστήματα και την παράλληλη εξέλιξη σχολών σκέψης που κοιτάζουν με άλλο μάτι και προς τα πίσω, όπως ο πριμιτιβισμός.
Εν τούτοις, μπορούμε να δούμε την πορεία του ποταμιού της πρώιμης σκέψης και των αντίστοιχων προπαρασκευαστικών οικονομικών και κοινωνικών κινημάτων και συστημάτων (πολύ πριν τον Godwin) όπως αυτά εξελίχτηκαν ανά τις χιλιετίες και στοιχεία των οποίων τελικά κατέληξαν στον Bakunin της Πρώτης Διεθνούς. Θα αρχίσουμε από τον Ταοϊσμό καθαυτόν και τα στοιχεία του που διαχύθηκαν στον Βουδισμό.
«Ο Δρόμος και η Δύναμή του», το λεγόμενο Τάο Τε Τσινγκ, θεωρείται ότι γράφτηκε από τον Λάο Τσε κάπου μέσα στην περίοδο 6ου – 3ου αιώνα π.Χ. Το κείμενο αποτελείται από 81 κεφάλαια σε ποιητική μορφή και είναι κεντρικό ως προς την κουλτουρική διαμόρφωση της αρχαίας Κίνας, αποτελώντας ταυτόχρονα ένα σύνολο ψηγμάτων πρώιμης αναρχικής σκέψης.
Το γιν και το γιανγκ, οι δύο αντίθετες αλλά συμπληρωματικές κοσμικές δυνάμεις και εκφάνσεις, όπως και το τσι, η αμοιβαία γενεσιουργός σύμπλεξη του γιν και του γιανγκ από όπου προέρχονται όλα τα όντα και φαινόμενα, είναι έννοιες πολύ αρχαιότερες του Λάο Τσε. Ωστόσο, είναι οργανικά κομμάτια του Τάο Τε Τσινγκ, και αποτελούν το περιεχόμενο του καινοφανούς τάο, μιας δύσκολα ορισμένης έννοιας, για την οποία ο ίδιος ο Λάο Τσε έγραψε ότι είναι ένα «άδειο δοχείο που περιμένει να γεμίσει με το τσι», ένα «ποτάμι που ορμητικά θέλει να γυρίσει στην πατρίδα του την θάλασσα», και ένα «άκοπο τούβλο» – με λίγα λόγια, είναι κάτι που διαμορφώνεται σε δεύτερο χρόνο από το τσι, αλλά ταυτόχρονα κάτι που χωρίς αυτό εξαρχής το τσι δεν θα είχε σκοπό ύπαρξης. Στην πράξη, οι Ταοϊστές αντιλαμβάνονται, μέσω αυτών των εννοιών, το σύμπαν σε μια συνεχή ρευστή κατάσταση. Η πραγματικότητα είναι γι’αυτούς συνεχώς μεταβαλλόμενη, που επιτελείται μέσα από την δική τους ιδέα περί της διαλεκτικής του γιν και του γιανγκ. Προωθούν την ενότητα και αρμονία της φύσης με τους ανθρώπους και τούμπαλιν, αφού είναι διαφορετικές εκφράσεις του ίδιου πράγματος. Επιπλέον, η φύση του τάο είναι αυτάρκης, χωρίς την ανάγκη έλλογου δημιουργού.
Το Τάο ακολουθήθηκε σαν φιλοσοφία και από τους Ταοϊστές και από τους Κομφουκιανιστές. Οι δύο αυτές σχολές σκέψεις διακρίνονταν εξίσου από πίστη και σεβασμό στην ανθρώπινη φύση, καθώς το ιουδαϊκό και χριστιανικό ιδεολόγημα του προπατορικού αμαρτήματος τους ήταν εντελώς ξένο. Ωστόσο, οι Κομφουκιανιστές σε μια δεύτερη ανάγνωση του Τάο, εισήγαγαν στον τρόπο σκέψης τους το να κατακτήσουν και να εκμεταλλευτούν ενεργητικά την φύση (σε μια προσπάθεια σύσφιξης αυτού που αντιλαμβάνονταν ως ενότητα), ενώ οι Ταοϊστές ανέπτυξαν το νόημα του γου-γουέι, ή αλλιώς, το «να αφήνεις κάτι στην ησυχία του». Αυτή η πιο παθητική (πρώιμα στωική, θα έλεγε κανείς) αντίληψη των ταοϊστών, εξελίχτηκε γρήγορα και πέρασε και στον τρόπο που αντιλαμβάνονταν την κοινωνική οργάνωση και συνοχή. Καταληκτικός σε αυτό το ρεύμα, ο Χουάνγκ Τσε, μεταγενέστερος του Λάο Τσε Ταοϊστής δάσκαλος που έζησε στην περίοδο 4ου – 3ου αιώνα π.Χ., δήλωσε:
«Έχει υπάρξει κάτι που είναι το αφήνεις την ανθρωπότητα στην ησυχία της· δεν έχει υπάρξει κάτι που είναι το να κυβερνάς την ανθρωπότητα.
Το μη αφήνειν σε ησυχία πηγάζει από τον φόβο ότι η φυσική προδιάθεση των ανθρώπων θα διαστραφεί και η αρετή τους θα παραγκωνιστεί. Αν όμως η φυσική τους προδιάθεση δεν διαστραφεί και η αρετή τους δεν παραγκωνιστεί, τότε τι χώρος έχει μείνει για την διακυβέρνηση ανθρώπων από άνθρωπο;»
Προφανώς δεν εμβαθύνουμε καθόλου στον ταοϊσμό, ούτε σχολιάζουμε τις αντιλήψεις και έννοιές του περί ηθικής, «φυσικής προδιάθεσης», «αρετής» κ.λπ. Αλλά στην εξέλιξή του από τον Χουάνγκ Τσε, βλέπουμε τους σπόρους της απόρριψης της οργανωμένης διακυβέρνησης, η οποία είναι άχρηστη εφόσον οι άνθρωποι φτάσουν σε μια κατάσταση αρετής, πνευματικής φώτισης και ισορροπίας με την φύση – αλλά και μέχρι να φτάσουν εκεί.
Πολλά σημεία του Ταοϊσμού μεταλαμπαδεύτηκαν στην Βουδισμό (και συγκεκριμένα στην πιο πνευματιστική μορφή του, τον Βουδισμό Μαχαγιάνα), αφότου αυτός εξαπλώθηκε στην Κίνα από την Ινδία (1ος αιώνας μ.Χ., περίπου) και μετέπειτα στην Ιαπωνία (6ος αιώνας μ.Χ.) – οδηγώντας στην μορφή του Βουδισμού που αρχικά ονομαζόταν Τσαν και μετέπειτα, με την εξάπλωσή του στην Ιαπωνία, Ζεν.
Το ενδιαφέρον της αντι-ιεραρχικής και αντι-αυταρχικής σκέψης του Τάο όπως πέρασε στο Ζεν είναι ότι, ακολουθώντας τις βουδιστικές διδασκαλίες που προχωρούσαν πέρα από τις παραδοσιακές ασπρόμαυρες έννοιες του καλού και του κακού, εκφράστηκε από δασκάλους του Ζεν με αρκετά διαφορετικούς τρόπους. Έτσι, έχουμε την μεταφορική μεν, ισχυρή δε δήλωση του Γι Χσουάν:
«Σκότωσε ό,τι σου προκύψει. Σκότωσε και τον Βούδα ακόμα άμα τον συναντήσεις. Σκότωσε έναν πατριάρχη ή έναν άγιο άμα τους συναντήσεις. Σκότωσε τους γονείς και τους συγγενείς σου άμα τους συναντήσεις. Μόνο τότε θα μπορέσεις να ελευθερωθείς, ελεύθερος από υλικά και μη δεσμά…»
Προφανώς, ο Γι-Χσουάν δεν μιλάει για κυριολεκτικούς φόνους, αλλά «σκότωμα» της αρχής και ιεράρχησης που αντιπροσωπεύουν συμβολικά οι θεσμοί μέσω των αντίστοιχων ανθρώπων. Απεναντίας, ο Ιάπωνας δάσκαλος του Ζεν Μούμον Εκάι αναφέρει:
«Μην πολεμάς με τα τόξα και το βέλη άλλων. Μην καβαλάς τα άλογα άλλων. Μην συζητάς τα λάθη άλλων. Μην ανακατεύεσαι στις δουλειές άλλων.»
Σε μια πιο απαλή γλώσσα από εκείνη του Γι Χσουάν, εν τούτοις και ο Εκάι διατυπώνει σε μορφή αφορισμών αρχές του γου-γουέι – που αφορούσαν τον κάθε άνθρωπο, αλλά τυπικά και την ηγεσία της εποχής (και κάθε εποχής), όπως και την μορφή του Βουδισμού Θεραβάντα, που διακρίνεται από μια μεγαλύτερη σχολαστικότητα, αυστηρότερη ιεραρχία και εντονότερη προσκόλληση στο γράμμα σε σχέση με τον Μαχαγιάνα και μετέπειτα Τσαν και Ζεν Βουδισμό.
Είναι προφανές ότι οι κοινωνικά ελευθεριακές σκέψεις που αναπτύχθηκαν στα προαναφερόμενα δεν έχουν να κάνουν με την ταξικότητα, κοινωνική πάλη και διαθεματικότητα των 19ου, 20ου και 21ου αιώνα. Ωστόσο, η πνευματιστική παράδοση από την οποία προήλθαν δίνει ενδιαφέροντα δείγματα για το πώς αναπτύχθηκαν συγκεκριμένα φιλοσοφήματα και τι ζυμώσεις αυτά προκάλεσαν σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιπλέον, φαίνονται τα σημεία τομής με το σήμερα, όχι μόνο για τους ανθρώπους που εξασκούν και σχετίζονται με τις συγκεκριμένες πνευματικές διδασκαλίες, αλλά και όσους πραγματώνονται κινηματικά και σαν τρόπο ζωής με τον αναρχισμό.
Στην επόμενη Κολεκτίβα, θα συνεχίσουμε την πορεία του ποταμιού μας μέσα στην ιστορία, χωρίς άλλες (απαραίτητες, ωστόσο) εισαγωγές. Μέχρι τότε, να είστε όλες και όλοι καλά.
Social Links: