Το Westworld είναι ένα θεματικό πάρκο για εύπορους πελάτες που έρχονται ως «επισκέπτες» (guests) να περάσουν τις διακοπές τους στην «Άγρια Δύση». Το σκηνικό πείθει μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Οι μόνιμοι κάτοικοι του πάρκου, οι «οικοδεσπότες» (hosts), είναι ανθρωποειδείς μηχανές που δύσκολα ξεχωρίζουν από τους ανθρώπους. Οι «επισκέπτες» καλούνται να ζήσουν την περιπέτεια ακολουθώντας μία από τις προκαθορισμένες αφηγήσεις (narratives) έτσι όπως ξετυλίγονται μέσα από τις διαδράσεις με τους «οικοδεσπότες». Η λειτουργία των κατοίκων του πάρκου και των αφηγήσεων στηρίζεται στην αρχή του κύκλου (loop): ζουν την ίδια μέρα κάθε μέρα, χωρίς να θυμούνται την προηγούμενη και χωρίς να γνωρίζουν τι υπάρχει πέρα από το πάρκο.
Η εξωτερική εμφάνιση των ανθρωπόμορφων μηχανών δεν χαίρει εκτενούς αναφοράς. Διαπιστώνουμε απλά ότι τα σώματά τους είναι πανομοιότυπα με τα ανθρώπινα και ότι η επιδιόρθωσή τους δεν είναι περίπλοκη. Εξάλλου ο δεύτερος κύκλος επεισοδίων, κατά μεγάλο μέρος αφιερωμένος στον πόλεμο, διαχωρίζει τη θνησιμότητα του σώματος, το οποίο θα μπορούσε τελικά να ανακατασκευαστεί από τη συνείδηση, η οποία μπορεί με τη σειρά της να εμφυτευτεί σε άλλο σώμα ή ακόμα και να αποδράσει σε έναν ψηφιακό κόσμο. Επανερχόμαστε λοιπόν στο γνωστό «ψυχή τε και σώματι», επιχειρώντας μια προσέγγιση της ανθρώπινης ζωής. Αλλά όχι οποιασδήποτε ανθρώπινης ζωής: της αστικής δυτικής ανθρώπινης ζωής. Έτσι, το Westworld δεν αποτελεί μια νιοστή διάθεση για αμπελοφιλοσοφία στις οθόνες, αλλά αναπαράγει τη δυτική αστικότητα της αναζήτησης περί της φύσης του ανθρώπου.
Το Westworld, καθώς και η τεχνητή νοημοσύνη, συμπίπτουν με την προσδοκία του τέλους μιας εποχής και μιας υπόσχεσης για επανάσταση. Η σειρά επαναφέρει εύστοχα –και πιθανώς άθελά της– στους καναπέδες και στα λάπτοπ το ερμηνευτικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο η ανθρώπινη «φύση», η ζωή, βλέπει τον εαυτό της σήμερα. Η τεχνητή νοημοσύνη προσφέρει την πιο πιστή αναπαράσταση του «εαυτού», γιατί έχει σχεδιαστεί κατ’ εικόνα του. Τρέφει τη φιλοδοξία για αναπαραγωγή του ανθρώπινου τρόπου σκέψης, αίσθησης, δράσης. Ή ακόμα πιο συγκεκριμένα: τη φιλοδοξία για αναπαραγωγή αυτού που πιστεύουμε ότι είμαστε, της εικόνας του εαυτού.
Στο Westworld, το θέμα αυτό τίθεται γύρω από έναν διπλό άξονα. Από τα γεγονότα μέσα στην ίδια τη σειρά: το πώς και από ποιους σχεδιάστηκε η τεχνολογία του πάρκου αναψυχής. Από την άλλη, μέσα από το ίδιο το σενάριο της σειράς –από το πώς αναπαρίσταται από τους δημιουργούς της σειράς η σχέση μεταξύ ανθρώπων και τεχνολογίας.
Πόνος και ταυτότητα
Οι δύο ιδρυτές του Westworld, ο Δρ. Ρόμπερτ Φορντ και ο Άρνολντ Βέμπερ, διαφωνούν γύρω από την ανθρώπινη φύση, ενώ παράλληλα δημιουργούν κατ’ εικόνα τους έναν κόσμο τεχνητής νοημοσύνης. Κάποιες φορές ως «θεοί», κάποιες άλλες ως «δημιουργοί», οι δύο άνδρες κατασκευάζουν ένα πάρκο αναψυχής και απόδρασης: έναν χώρο όπου οι άνδρες επισκέπτες βιάζουν και σκοτώνουν. Έναν χώρο όπου η βία όχι απλά επιτρέπεται, αλλά είναι και επιθυμητή. Με καταλύτη τη βία, το πάρκο αποκαλύπτει τις «αληθινές» ταυτότητες τόσο των «επισκεπτών» όσο και των «οικοδεσποτών». «Ποιος είμαι;», είναι η ερώτηση στην οποία τείνει να απαντήσει το πάρκο. Δημιουργώντας τις απαραίτητες συνθήκες προκειμένου να έρθει ο καθένας αντιμέτωπος με τον εαυτό του, οι «αφηγήσεις» έχουν ως στόχο να αποκαλύψουν τη μία και μοναδική αληθινή ταυτότητα. Είτε του ανθρώπου είτε της τεχνητής νοημοσύνης.
Η ταυτότητα στην καπιταλιστική κοινωνία εντοπίζεται στην αφήγηση του πόνου, σύμφωνα με την Eva Illouz.[1] Ο Φρόυντ κατάφερε να ταυτίσει τη βιογραφία με τον θεραπευτικό λόγο του πόνου και έτσι να καταστήσει την «αυτοπραγμάτωση» ως μια πορεία προς τον υγιή εαυτό, προς τον ολοκληρωμένο άνθρωπο. Η Eva Illouz χρησιμοποιεί τους ίδιους όρους με τους δημιουργούς της σειράς και ειδικότερα τον όρο «αφήγηση» ή «αφήγημα». Επισημαίνει λοιπόν ότι «στη θεραπευτική αυτοβιογραφία, η ταυτότητα εντοπίζεται και εκφράζεται μέσα από την εμπειρία του πόνου και την κατανόηση συναισθημάτων που αποκτούνται με την αφήγηση της ιστορίας». Και προσθέτει ότι «στο επίκεντρο αυτής της αφήγησης υπάρχει η πεποίθηση ότι το άτομο εξασκεί την ανάμνηση του πόνου για να απελευθερωθεί από αυτή».
Ο πόνος, και μάλιστα η ανάμνησή του, είναι το μέσο για την κατάκτηση της συνείδησης της ζωής. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο «οικοδεσπότες» που έχουν βιώσει υπέρμετρα τον πόνο στις «αφηγήσεις» τους και βρίσκουν την αυθεντικότητά τους μέσα από αυτόν, είναι γυναίκες. Η Μαέβα («καλωσόρισμα» στην ταϊτιανή γλώσσα) είναι μια «οικοδεσπότης» που «ξυπνάει» και η Ντολόρες («πόνος» στην ισπανική γλώσσα) μια «οικοδεσπότης» που «θυμάται». Ο «Άντρας με τα Μαύρα», ο θαμώνας του πάρκου, δεν σταματάει να προκαλεί πόνο στους «οικοδεσπότες» –και ειδικά στην Ντολόρες. Όσο προχωρά η σειρά, ανακαλύπτουμε ότι η βία που ασκεί έχει συγκεκριμένο στόχο. Ελπίζει ότι οι «οικοδεσπότες» θα αντιδράσουν στον επαναλαμβανόμενο πόνο και θα επιδιώξουν να απελευθερωθούν από αυτόν. Η Ντολόρες, την οποία σέρνει από τα μαλλιά και ξεκοιλιάζει σε κάθε ευκαιρία, φέρει για εκείνον την ευθύνη της ανδρικής ερωτικής του απογοήτευσης. Οι βάναυσες αυτές σκηνές, που υπονοούν τον βιασμό, νομιμοποιούν τη βία ως απαραίτητη προϋπόθεση για την απελευθέρωση.
Επανάσταση και ελευθερία
Ο κώδωνας κινδύνου ηχεί σχεδόν έναν αιώνα τώρα. Οι τεχνητές νοημοσύνες αναμένεται να στραφούν, αναπόφευκτα, ενάντια στους δημιουργούς τους και να διεκδικήσουν την ελευθερία τους μέσω της κυριαρχίας τους. Δεν πρόκειται όμως ούτε για μια μοιραία κατάληξη ούτε για έναν κίνδυνο που χρειάζεται διαχείριση.
Πρόκειται για τη φαντασίωση εκείνης της κρίσιμης μέρας που θα αποκαλύψει ότι ο άνθρωπος έφτασε επιτέλους το ανώτερο επίπεδο του νοητικού του δυναμικού: να αναπαραγάγει τον όμοιό του. Όταν η τεχνητή νοημοσύνη καταφέρει να διεκδικήσει την ίδια θέση με τον δημιουργό της, θα σημαίνει ότι o δημιουργός κατανόησε και αναπαρήγαγε επιτυχώς την «ανθρώπινη φύση».
Και βέβαια ο δημιουργός της δεν είναι ο οποιοσδήποτε άνθρωπος. Είναι ο ευφυής άνδρας. Στο Westworld, οι τεχνητές νοημοσύνες έχουν εξ αρχής αντικαταστήσει τους εργαζόμενους, όπως βλέπουμε στην πλατφόρμα υποδοχής των επισκεπτών. Αλλά αυτή η ισότητα εργαζόμενου-μηχανής δεν αρκεί σε καμία περίπτωση για να οδηγήσει στην επανάσταση, όπως νοείται στο Westworld, γιατί δεν εμπεριέχει ούτε συνείδηση ούτε αφύπνιση. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις πληρούνται μόνο όταν οι τεχνητές νοημοσύνες διεκδικήσουν ισότητα με τους ευφυείς άνδρες, με εκείνους που ξεχωρίζουν από τη μάζα, με εκείνους που είναι ελεύθεροι.
Η ελευθερία ορίζεται ως προνόμιο και ταυτίζεται με την ελεύθερη βούληση. «Επισκέπτες» και «οικοδεσπότες» βρίσκονται, ο καθένας από τη θέση του, αντιμέτωποι με τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων. Η δυνατότητα ατομικής επιλογής καθορίζει την ελευθερία του ατόμου και την δυνατότητα χειραφέτησης του.
Η επανάσταση λοιπόν δεν είναι κοινωνική, δεν έρχεται από τα κάτω με σκοπό να ανατρέψει τις κυριαρχίες. Εννοείται ως εξίσωση με τους ισχυρούς, ως κατάκτηση ισχύος και όχι ως αμφισβήτησή της. Τα ανθρωποειδή που τα καταφέρνουν είναι αυτά που ξεχωρίζουν από τη μάζα, που κατακτούν την ελευθερία γιατί έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με αυτό το πρότυπο.
Λευκή δυτική τεχνητή νοημοσύνη
Η λευκή Δύση είναι ένα σύνολο πολιτικών ισχύος, με αποικιοκρατική ιστορία και πολλές διεξαγωγές πολέμων στο ενεργητικό της. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι προϊόν αυτών των πολιτικών. Γέννημα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και θρέμμα του Ψυχρού, σχεδιάστηκε και διαμορφώθηκε για να εγγυάται την υπεροχή των δυτικών δυνάμεων. Καθιερώνεται ως επιστήμη μεταπολεμικά, όταν η «εξυπνάδα», η «λογική» και η «αντικειμενικότητα» συναντιούνται με την τεχνολογία. Την ίδια περίοδο κατά την οποία συναντιέται επίσης η θεωρία παιγνίων με τις ψυχροπολεμικές στρατηγικές. Από εκεί και πέρα, όπως και οι πολιτικές, η τεχνητή νοημοσύνη προσαρμόζεται στις εκάστοτε συγκυρίες και ανανεώνεται σύμφωνα με τις αντιλήψεις που διαμορφώνονται, χωρίς όμως να χάνει τον στόχο της: υπεροχή και ισχύ. Σήμερα, τα χαρακτηριστικά της είναι –μεταξύ άλλων και χωρίς να έχουν χαθεί τα προηγούμενα– η ταυτότητα (profile), η εμπειρική μάθηση (machine learning) και η λήψη αποφάσεων (decision-making). Σε μια ιστορική στιγμή κατά την οποία οι πολιτικές της Δύσης, εξωτερικές και εσωτερικές, διεξάγουν πολέμους και καταστέλλουν στο όνομα της απελευθέρωσης.
Όταν όλα αυτά γίνονται τηλεοπτική αφήγηση, προκύπτει το Westworld.
[1] Eva Illouz, Ψυχρή Τρυφερότητα, Η άνοδος του συναισθηματικού καπιταλισμού, Αθήνα, Oposito, 2017.
Social Links: