Στο ΣΚΡΑ-punk μας αρέσει πολύ να μιλάμε για εξαιρετικά δημοφιλή πράγματα με τους δικούς μας όρους. Όπως έχουμε κάνει και στο παρελθόν, έτσι και τώρα θα υπεραναλύσουμε χωρίς κανέναν λόγο…

Υπεραναλύσαμε χωρίς λόγο το ”Mama?” του Sin boy

Στο ΣΚΡΑ-punk μας αρέσει πολύ να μιλάμε για εξαιρετικά δημοφιλή πράγματα με τους δικούς μας όρους. Όπως έχουμε κάνει και στο παρελθόν, έτσι και τώρα θα υπεραναλύσουμε χωρίς κανέναν λόγο ένα τραγούδι που έχει φτάσει τα 3 εκατομμύρια βιουζ σε λίγες μέρες και παραμένει #1 στις τάσεις του ελληνικού Youtube. Έχουμε άλλωστε ένα χρέος προς όλους και όλες σας να συνεχίσουμε τη σημειολόγηση της ελληνικής τραπ –πράγμα που, για κάποιο λόγο, φαίνεται να ενδιαφέρει κι εσάς κι εμάς.

Αρχικά, αν ζείτε σε κάποια σπηλιά και δεν το έχετε ακούσει, κάντε αυτή τη χάρη στον εαυτό σας:

 

Χρήστος Τριανταφύλλου – Μήπως είναι μαμά;

Το καυτό ερώτημα που βασανίζει τις τελευταίες μέρες το πανελλήνιο είναι αν είναι μαμά. Ο Sin Boy μας διαβεβαιώνει πως δεν είναι μαμά. Μήπως τελικά όμως είναι μαμά;

Δεν χρειάζεται να είσαι ειδήμονας της αυτοκίνησης για να συμπεράνεις πως η βασική αναφορά του κομματιού δεν είναι η μητέρα, αλλά αν ένα αμάξι είναι «μαμά», δηλαδή αν είναι όπως βγήκε από το εργοστάσιο, χωρίς βελτιώσεις και αλλαγές. Και προφανώς, για να πιάνει 200 στη στροφή (μια πρακτική που το ΣΚΡΑ-punk οφείλει να σας προειδοποιήσει να μην δοκιμάσετε στο σπίτι) δεν είναι μαμά. Ας σκάψουμε όμως λίγο βαθύτερα.

Το σημασιολογικό πεδίο του κομματιού είναι διπλό, για έναν πολύ απλό λόγο: ως τίτλος χρησιμοποιείται μια από τις πιο πανανθρώπινες και απλές λέξεις, που έχουν ταυτόχρονα τεράστια φόρτιση. Δεν γίνεται, δηλαδή, να ονομάσεις ένα τραγούδι «μαμά» χωρίς να πάει το μυαλού όλων, ακόμα και των πιο πορωμένων με τα πειράγματα οχημάτων, στην αρχετυπική μητρική φιγούρα. Αυτό προφανώς το γνωρίζει ο στιχουργός, και παίζει πολύ έξυπνα με τη σημασιολογική ασάφεια, επισημαίνοντας και τι του είπε η μαμά για τα (υποβαθμιζόμενα όπως πάντα στην τραπ) θήλεα, ως κλασικός Έλλην άνδρας.

Εκτός από την καθαρή περιέργεια όσων ρωτάνε αν είναι μαμά πάνω στη στροφή, η ερώτηση πρέπει να διαβαστεί και ως μια επίκληση στο αρχέγονο πρότυπο της μαμάς εν ώρα μιας επικίνδυνης αλλά απολαυστικής πράξης –και όλοι γνωρίζουμε τι θα έλεγε ο Φρόυντ γι’ αυτό. Έτσι, το Αμαρτωλό Αγόρι (ο Sin Boy ντε) ανακράζει απευθυνόμενος προς τη μαμά, αποτίοντας φόρο τιμής σε αυτή, καλώντας την να δει πως αυτός τα κατάφερε κι έγινε σπουδαίος, και δείχνοντάς μας πως κι αυτός δεν έχει αποκόψει ακόμη τον ομφάλιο λώρο του. Εν ολίγοις, ο Sin Boy καταφέρνει σε λίγους στίχους να συμπυκνώσει όλα τα mommy issues των Ελλήνων ανδρών. Είναι σαφές λοιπόν πως, ναι, είναι μαμά.

 

Νίκος Σταματίνης –Μήπως είναι μπαμπάς;

Στην αρχή του κλιπ και λίγο πριν ο Sin boy μπει στον πρωταγωνιστικό ρόλο, βλέπουμε το μεγάλο πλάνο. Στο αριστερά (όπως βλέπουμε την οθόνη) ο illeoo πάνω στην ακριβή πολλών κυβικών μηχανή του. Στα δεξιά ό Ypo καθισμένος στον καναπέ με την κλασική στάση του πατέρα της οικογένειας. Στο αμέσως επόμενο πλάνο δίνει κάτι σαν σκυτάλη στον Sin boy, όπως μόνο αφού πάρει τη σκυτάλη, γίνεται ομιλούν υποκείμενο ικανό να μιλήσει για την επίδραση της μητέρας.

Μετά την παρένθετη εμφάνιση του Madclip, ο ήχος του beat κατεβαίνει. Έρχεται η στιγμή να μιλήσει ο Πατριάρχης. Ο Υpo ξεκινάει με την αφήγηση ενός success story, σηκώνεται από τον καναπέ και προχωράει προς τα έξω. Ο πρωταγωνιστής του clip είναι αναμφισβήτητα ο Sin boy που λειτουργεί ως ο συμβολικός γιος. Το κομμάτι του Ypo είναι χωρισμένο σε δύο μέρη: ο Ypo στον καναπέ και ο Ypo έξω. Ο Sin boy και ο Ypo βρίσκονται εκεί που βρίσκεται ψυχαναλυτικά ο πατέρας, μακριά από την μητριαρχική εστία. Έξω.

Ο πατριάρχης της σκηνής, όταν φτάνει προς το τέλος της εμφάνισής του, αφού έχει αναφερθεί 2 φορές στο αναπαραγωγικό του σύστημα (“ψάχνουνε παντού μέχρι τα αρχίδια μου, πάντα παίρνουνε τα αρχίδια μου”) σιγά σιγά βγαίνει από το προσκήνιο. Περπατάει προς τα πίσω και αφήνει τον Sin boy να περάσει μπροστά. Είναι η σειρά του. Πάντα όμως κάτω από τη διακριτική επιτήρηση του πατρός. Στη σκιά κάθε δραστηριότητας του γιου. Ψυχαναλυτικά, ο Φαντασιακός Πατέρας γίνεται Συμβολικός Πατέρας που επιβάλλει τον νόμο του αναδρομικά φορώντας το φιλτράρισμα των γυαλιών ηλίου μέσα στο σκοτάδι. Όχι, δεν είναι μαμά. Μήπως όμως είναι μπαμπάς;

 

 

Δημοσθένης Γαβαλάς – Κατακτώντας το Αμερικανικό Όνειρο, μαμά

Δίχως αμφιβολία, το «Αμερικανικό Όνειρο» και το ατέρμονο κυνήγι του, έχουν σφραγίσει αμετάκλητα τις ζωές ολόκληρων κοινωνιών για δύο τουλάχιστον αιώνες. Ο Δυτικός καπιταλισμός, είναι άμεσα συνδεδεμένος με το ταξίδι της πραγμάτωσης της κοινωνικής ανέλιξης. Ένα ταξίδι που σε καμία περίπτωση δεν γίνεται ισότιμα, δεν έχει τις ίδιες αφετηρίες και κυρίως δεν έχει την ίδια κατάληξη. Παράλληλα, είναι δεδομένο, ότι η μουσική αναπαράγει όψεις της κυρίαρχης ιδεολογίας αλλά και του κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο γράφεται. Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, η ενασχόληση με την Τραπ μπορεί να ιδωθεί ως ένα όχημα κατάκτησης της επιτυχίας για μια μερίδα ανθρώπων που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αποκλεισμένοι από αυτή. Μια απόπειρα εκδημοκρατισμού του πεδίου της επιτυχίας, ό,τι και αν μπορεί να σημαίνει αυτή.

To «Μαμά» λοιπόν, είναι ίσως η μεγαλύτερη ωδή στο «success story» του Αμερικανικού Ονείρου. Χτισμένο πάνω στα αντιθετικά ζεύγη του «πριν και του μετά», του «πάτου και της μεσαίας τάξης», αποτελεί έναν ύμνο στο «επιχειρείν» και στην κρίση «που γεννάει ευκαιρίες και ρίσκα» αλλά εντέλει επιβραβεύει (μόνο) τους τολμηρούς και τους εργατικούς που έχουν κάνει «γραφείο το αυτοκίνητό τους». Τι δημιουργεί όμως αυτή η επιτυχία; Μα φυσικά υποτίμηση και περιφρόνηση για τον «άλλο», αυτόν που δεν τα κατάφερε, δεν εργάστηκε αρκετά σκληρά και δεν καινοτόμησε. Άλλωστε, «δεν πληρώνουμε τους φόρους, όλα είναι μαύρα και άμα θέλω έχω τον τρόπο να τη βγάζω τσάμπα», και κάτσε εσύ και πίνε νερό από τη βρύση.

 

Γιώργος Αρχόντας – Να με βρουν οι μπάτσοι ψάχνουν ξανά / Θα ‘μαι στον Παναμά

Αν χρησιμοποιήσετε τα όσα ακολουθούν ως νομική συμβουλή, κακό του κεφαλιού σας. Και μετά την απολύτως στεγανή αυτή προειδοποίηση, να η απάντηση στο ερώτημα που μας απασχολεί όλους από την προηγούμενη εβδομάδα: Πόσο ασφαλής θα είναι ο Sin Boy αν διαφύγει στον Παναμά;

Η σύντομη ερώτηση είναι «αρκετά». Σε ό,τι αφορά την έκδοση εγκληματιών, ο Παναμάς τσεκάρει πρώτα αν υπάρχει σχετική επικυρωμένη συμφωνία διμερούς δικαστικής αρωγής με την αιτούσα χώρα. Αν όχι, τότε εξετάζει αν το εν λόγω αδίκημα υφίσταται και στον Παναμά καθώς και την αυστηρότητα της ποινής.

Ακόμη σημαντικότερο είναι όμως πως ο Παναμάς είναι μια από τις ευκολότερες χώρες να αποκτήσει κανείς υπηκοότητα. Χονδρικά, αν αποδείξεις ότι μπορείς να συνεισφέρεις θετικά στην οικονομία της χώρας βγάζεις άδεια μόνιμου κατοίκου. Μετά από πέντε χρόνια μπορείς εύκολα να πάρεις την υπηκοότητα και να εκδώσεις διαβατήριο. Και μαντέψτε: οι πολίτες του Παναμά δεν εκδίδονται σε άλλες χώρε.

Πέντε χρόνια χαμηλό προφίλ λοιπόν είναι το μόνο που χρειάζεται ο Sin Boy!

Μπόνους φακτ: Κατά την έγκυρη Wikipedia, στην Ελλάδα ο πρώτος νόμος που καθόριζε την διαδικασία έκδοσης εγκληματία ήταν ο ΒϠϞΘ του 1904 επί βασιλείας Γεωργίου Α΄. Κι αυτή ήταν η πρώτη, και εύχομαι όχι η τελευταία, φορά που είδατε τα γράμματα Ϡ και Ϟ στο σκρα-punk – φέραμε το wave (wave), όλοι οι άλλοι είναι too late (too late).

 

 

Εύα Πλιάκου – Ο ΛΕΞ και οι άλλοι

Επειδή τυχαίνει το mama να βγαίνει με μία μέρα απόσταση από το «Τίποτα στον κόσμο» του ΛΕΞ, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε τον (ακούσιο) διάλογο μεταξύ των δύο καλλιτεχνών. Ο Mad Clip στο Mama τονίζει πως:

Επειδή βγάζουμε φράγκια, είμαστε ωραίοι
Μες στο σπίτι δε βγάζω τα chains
Για να θυμάμαι πως κάποτε δεν ήμασταν okay
Απ’ τον πάτο περάσαμε τη μεσαία τάξη

Περιφέρει τον πλούτο του ως υπενθύμιση των δυσκολιών του παρελθόντος, περήφανος για την αλλαγή στο κοινωνικό του στάτους. Τρώει στα εστιατόρια σαν τον Gordon Ramsay (δηλαδή τον Βρετανό Έκτορα Μποτρίνι), και μας αφήνει να υποθέτουμε ότι κι αυτός -όπως ο γνωστός μάγειρας- θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο με το να βρίζει τους εργαζόμενους των καταστημάτων εστίασης. Ο Mad Clip έχει «ξεχάσει με ποιους είναι». Στον αντίποδα, ο ΛΕΞ αν και ανέβηκε κοινωνική τάξη (λόγω των προηγούμενων επιτυχιών του) νιώθει ενοχές και αντιμετωπίζει τα νεοαποκτηθέντα του αγαθά ως κάτι που ενδεχομένως θα τον κάνει να αποκοπεί από τους ανθρώπους που τον ακούνε τόσα χρόνια και με τους οποίους υπέφερε μαζί μόλις πριν λίγο καιρό. Το άγχος του είναι τόσο έντονο που λέει πως θα «πεθάνει αν δεν τον νιώθουν οι δικοί του», ενώ τονίζει πως τραγουδάει «γι’  αυτούς με τα Northface κι όσους δεν έχουν να τα πάρουνε». Ενώ ο Sin Boy, o Ypo και οι αντίστοιχοι καλλιτέχνες στέκονται πάνω από την κοινωνία, και χλευάζουν όσου δεν μπορούν να πιουν νερό Fiji (2,60 τα 500ml για όσους αναρωτιούνται), ο ΛΕΞ προσπαθεί να μείνει πιστός σε όσα τον έκαναν να γράφει τη μουσική που γράφει. Δε θέλει φτιαγμένα αμάξια και δέκα γκόμενες, του φτάνει ένα καινούριο ps4 κι ένα «κορίτσι πιστό». Αυτή η διακειμενικότητα δεν μας κάνει να προβληματιστούμε και ιδιαίτερα. Όσο κολλητικό και αστείο κι αν είναι το Mama (και είναι πάρα πολύ) θα είμαστε πάντα με τους ΛΕΞ αυτού του κόσμου.

Θέμης Πανταζάκος – ΜΜμμαμαμμμμααά

Γιατί να μουρμουράει κανείς σχεδόν ακατάληπτα σε ένα τραπ κομμάτι;

  • Γιατί είναι ο ίδιος βρέφος, και γιατί η μαμά δεν προσδιορίζεται από τίποτα άλλο όσο από τη σχέση της με τα μικρά παιδιά της. Ο τράπερ κολυμπάει σε έναν χυλό απόλαυσης και ασταμάτητων διαδικασιών τροφής από τα πλούτη του. Δεν έχει καν διαχωριστεί από το περιβάλλον του ως πλήρης μονάδα – δεν έχει δυστοκίες, θλίψη, ανάγκες. Δεν θα μου έκανε εντύπωση αν σε μελλοντικό τραγούδι ο τράπερ υμνήσει το ότι τα κάνει και πάνω του.
  • Γιατί δεν έχει να αποδείξει τίποτα, και γιατί όσο περισσότερο δεν έχει να αποδείξει τίποτα τόσο λιγότερο προσπαθεί – γιατί δεν είναι tryhard όπως λέει η νεολαία. Πρέπει να σκύψεις πάνω από τον Sinboi και τον γερόλυκο Ύπο για να τους παρακολουθήσεις, αυτοί περίπου τυχαία βρέθηκαν εκεί, ανάμεσα σε διάφορες άλλες δραστηριότητες. Αντίθετα, ο illeoo, το όνομα του οποίου χρειάστηκε να ξανανοίξω το βίντεο για να βρω, είναι νέοπας, και ως νέοπας η άρθρωσή του οφείλει να είναι πεντακάθαρη, ξάστερη, του Σάκη Ρουβά με τις τζίβες.
  • Γιατί τελικά δεν είναι μαμά. Ολόκληρο το κομμάτι διατρέχεται από μια εμφατική εγνωσμένη έλλειψη του κεντρικού σημαίνοντος: όχι, δεν είναι μαμά. Τίποτα μετά τη μαμά δεν θα μπορέσει να είναι μαμά – καμία πουτάνα, κανένα αμάξι, καμία ντρόγκα. Το μάμπλινγκ είναι εδώ ένας συγκαλυμμένος θρήνος, όπως και ολόκληρη η μελαγχολία που διατρέχει το κομμάτι. Γενικότερα, η φιγούρα του τράπερ έχει πάντα κάτι μελαγχολικό, ντεκαντάνς ένα παραπάτημα, μια ζαλούρα, μια αυτοκρατορία που περιμένει να γκρεμιστεί. Ο τράπερ δεν πλέκει ελεγείες του νοήματος και των δημιουργημάτων της πλάσης, είναι καθ’ όλα ο kingpin της εποχής μας: ο βασιλιάς του σκουπιδότοπου.

  • Social Links: