Χρήστος Τριανταφύλλου – Πώς έμαθα να μην ανησυχώ και ν’ αγαπώ τον δράκο Σε γενικές γραμμές, δεν δυσκολεύομαι καθόλου να νοιαστώ για μυθοπλαστικούς ήρωες· όλη μου τη ζωή, άλλωστε, διαβάζω…

Μήπως είδαμε το καλύτερο επεισόδιο του Game of Thrones μέχρι τώρα;

Χρήστος Τριανταφύλλου – Πώς έμαθα να μην ανησυχώ και ν’ αγαπώ τον δράκο

Σε γενικές γραμμές, δεν δυσκολεύομαι καθόλου να νοιαστώ για μυθοπλαστικούς ήρωες· όλη μου τη ζωή, άλλωστε, διαβάζω κόμικς, παίζω βιντεοπαιχνίδια, και γενικά απολαμβάνω απίστευτα να χάνομαι σε καλοδουλεμένα –ή και όχι τόσο καλοδουλεμένα– φανταστικά σύμπαντα. Στο εν λόγω επεισόδιο, όμως, το κλικ που έγινε ήταν κάπως διαφορετικό.

Όπως ξαναείπαμε, οι γκρίνιες για τα σεναριακά κενά και τη βιασύνη της 8ης σεζόν της σειράς είναι απολύτως δικαιολογημένες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, δεν είχαν για μένα καμία απολύτως σημασία. Πρόκειται, νομίζω, για ένα από τα καλύτερα, αν όχι για το καλύτερο, επεισόδιο ολόκληρης αυτής της επικής σειράς για λόγους εντελώς διαφορετικούς από ό,τι συνήθως.

Η εμπειρία της παρακολούθησης του επεισοδίου ήταν μοναδική για τα δεδομένα του GoT. Αντί να περιμένεις συνεχώς την ανατροπή, την απρόβλεπτη δολοφονία, την επικείμενη προδοσία που θα προχωρήσει λίγο παραπάνω το δράμα δωματίου, έβλεπες τον όλεθρο του πολέμου και τον σπαραγμό μιας πόλης που τυλίγεται στις φλόγες. Αντί να βλέπεις ανώνυμους κομπάρσους να σωριάζονται σαν πιόνια ντόμινο χωρίς να σε αφορούν, έβλεπες τους κατοίκους μιας πόλης υπό εισβολή να υποφέρουν και να πεθαίνουν φριχτά, να πεθαίνουν αληθινά, αμετάκλητα και ανθρώπινα –το ότι ο φορέας της καταστροφής ήταν ένας δράκος δεν ακυρώνει αυτή την εντύπωση, αλλά αντιθέτως μας δείχνει πόσο καλό μπορεί να γίνει το fantasy στοχεύει στο να σε κάνει να ενδιαφερθείς γι’ αυτό που βλέπεις.

Το φαντασιακό των ανθρώπων του 20ού και του 21ου αιώνα έχει στοιχειωθεί αμετάκλητα από τις εικόνες των κατεστραμμένων από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πόλεων. Η σύνδεση του εν λόγω επεισοδίου με αυτές τις εικόνες θα απαιτούσε ένα αυτόνομο άρθρο, οπότε εδώ ας περιοριστούμε στο να σκεφτούμε πώς οι δημιουργοί της σειράς χρησιμοποίησαν αυτές τις πανανθρώπινες παραστάσεις για να μας μεταδώσουν τα τόσο έντονα συναισθήματα της καταστροφής του King’s Landing: ερείπια, φλόγες, πλήθη ανθρώπων που οι ζωές τους συναντήθηκαν με τον όλεθρο και τερματίστηκαν βίαια από αυτόν εν μέσω μιας βιβλικών διαστάσεων αλλά απόλυτα ανθρωπογενούς καταστροφής.

Για πρώτη φορά ένα επεισόδιο του GoT ήταν πραγματικά γροθιά στο στομάχι και κόμπος στον λαιμό, και αυτό γιατί συνδύασε αριστοτεχνικά την ανάγκη μας να αφηγούμαστε φανταστικές ιστορίες και τον τρόμο μας μπροστά στο τι είμαστε ικανοί να κάνουμε ο ένας στον άλλον, εδώ, στην πολύ πραγματική μας κόλαση.

 

We are falling over the ends of the earth
So gather your sons and daughters before you
And tell them that these are the final days of all
Preach to the paupers
And sing to the slaves

 

Νίκος Σταματίνης – Φωτιά στο ντιβάνι

Αρχίζοντας με το αξιολογικό κομμάτι: το επεισόδιο θα ήταν σπουδαίο, αν δεν είχε να διαχειριστεί τις γιγαντιαίες τρύπες όλων των προηγούμενων. Και ενώ η κεντρική αφήγηση αφορούσε την ιστορία μιας πανίσχυρης βασίλισσας –την οποία την είδαμε για τελευταία φορά τη στιγμή του twist– η οποία έκαιγε μια ολόκληρη πόλη, παράλληλα υπήρχαν δύο στιγμές επανένωσης: της Σέρσεϊ με τον Τζέιμι, του Βουνού με τον Hound.

Αν υπάρχει κάτι μοιραίο που μπορεί ένας άνθρωπος να βιώσει εν τοις πράγμασι, αυτό είναι η εξαρτημένη σχέση του με έναν άλλο. Ακόμα και αν αυτή είναι καταστροφική. Η συγκολλητική ουσία, η συναισθηματική επένδυση μπορεί να είναι ο έρωτας, η αγάπη ή το μίσος. Με αυτή την έννοια, μπορεί ο Hound, αν υπήρχαν ψυχαναλυτές στο σύμπαν του Game of Thrones, να είχε ξεπεράσει το πεπρωμένο του. Να είχε παντρευτεί μια νοικοκυρά κοπέλα. Να πέθαινε σε βαθιά γεράματα διαβάζοντας την αγαπημένη του αθλητική εφημερίδα. Ο Τζέιμι θα είχε αναπτύξει μια περισσότερο υγιή σχέση με την Brienne. Στο σύμπαν του GoT όμως προφανώς και δεν υπάρχουν ψυχαναλυτές. Και κάπως έτσι φτάσαμε στο Cleganebowl και στον θάνατο του Tζέιμι.

Οι περισσότεροι περίμεναν με ανυπομονησία να δουν τη Σέρσεϊ να κατασπαράσσεται από τον δράκο της Καλίσι και το Βουνό να αποκεφαλίζεται από τον Sandor. Τίποτα από αυτά δεν έγινε. Ευτυχώς. Δεν θα ταίριαζε σε ένα επεισόδιο που ήταν φτιαγμένο για να υπερβεί τα δίπολα του καλού και του κακού και να δείξει σε POV τι σημαίνει η φρίκη του πολέμου.

Κατά τον ίδιο τρόπο, στον μικρόκοσμο των καταστροφικών και εξαρτημένων σχέσεων μεταξύ των αδερφών Lannister και των αδερφών Clegane, επί αρκετές σεζόν στηνόταν ένα δίπολο καλού-κακού. Και το δίπολο αυτό επίσης ξεπεράστηκε. Το γέλιο του Hound, όταν ο μισητός αδερφός του απλά δεν πέθαινε, ήταν ένα μικρό αριστούργημα. Η ζωή του χτίστηκε στην ελπίδα για ένα τίποτα, για κάτι αδύνατο.

Υπάρχουν κάποιες εξαρτήσεις που ξέρεις ότι θα σε οδηγήσουν στην καταστροφή. Πολύ συχνά παραδίδεσαι σε αυτές. Η αυγή ενός νέου κόσμου πάνω στις στάχτες του παλιού είναι μια κατάλληλη στιγμή για την παράδοσή σου αυτή. Και οι τέσσερις παραδόθηκαν αγκαλιασμένοι στις φλόγες της κύριας αφήγησης.

 

 

Νίκος ΘεοδωρόπουλοςHer Kingdom for a Horse: Η μυρωδιά της ναπάλμ και τα πράσσειν άλογα

Πριν από δύο βδομάδες είδαμε μια –σκοτεινή και χιονισμένη– μάχη θνητών (ανθρώπων, δράκων, ανταρόλυκων κτλ.) εναντίον ενός εχθρού που «doesn’t tire, doesn’t stop, doesn’t feel» κι έχει κι από πάνω και τη δυνατότητα να κάνει συνεχώς replenish τις δυνάμεις του, πλην όμως έχει και δύο βασικά μείον: α) απόλυτα μονολιθική στόχευση (να σε σφάξει ντε)· β) νιονιό γιοκ (άρα είναι κάπως σαν να παίζεις σε 6 αστέρια δυσκολία, πλην vs AI –όχι human).

Έτσι, με ένα μικρό τρικ με τα χέρια και λίγο ύπουλο περπάτημα στα μουλωχτά από ένα πλάσμα, η πορεία του οποίου αντιμετωπιζόταν επί ολόκληρες σεζόν ως η κατεξοχήν βαρετή στη σειρά, πήγε για σπίρτα ο Night King και μαζί του ολόκληρο το κεντρικό αφηγηματικό όχημα του GoT που συνάσπισε Σταρκ τε και Ταργκάρυεν, η επικείμενη δηλαδή έλευση των παγωμένων νεκρών και ο αφανισμός κάθε μορφής ζωής.

Κι αρχίσατε μετά όλα τα κοράκια να φωνάζετε «σχόλασε ο γάμος, τι να κάτσω να δω τώρα, σήκω Γιάννη πάμε Κιάτο». Και τότε η Ντενέρυς έπαθε Νέρωνα και τα ’κανε λαμπόγυαλο στο King’s Landing και ξάφνου ο πραγματικός supervillain έπαψε να ’ναι ο Night King.

Άγαρμπη μετάβαση; μπορεί και όχι, προχωράμε σαν την Άρυα στο King’s Landing σ’ έναν στόχο που μας μοιάζει η ταπεινή προσωπική μας μοίρα, να ξεπαστρέψουμε τη Σέρσυ, μέχρι να σκάσει μες στο φως της μέρας από κει που δεν το περιμέναμε η –ζωοποιός– φωτιά και να μας έρθει ο ουρανός σφοντύλι. Η ίδια φωτιά που έσβηνε –σαν την ελπίδα– στο βάθος του ορίζοντα του Winterfell στο αρχικό ντου των Ντοθράκι, τώρα να σπέρνει ό,τι τότε όλοι προσπαθούσαν να αποτρέψουν: τον θάνατο των Άλλων. Έλληνες να τουφεκάνε Έλληνες. Κι εμείς, το πλήθος, η Άρυα, όχι πια ήρωες του Winterfell, αλλά χαμηλοί πουθενάδες που κοιτάμε να μην γίνουμε ούτε στάμπα στις πατούσες του πλήθους που μας ποδοπατά, ούτε και μελλοντικά εκθέματα στην Πομπηία· απεγνωσμένοι, ανίσχυροι, ανίκανοι να γλιτώσουμε και μια τρίχα από τη ζωή που σβήνει δίπλα μας, καθώς ο νοήμων εχθρός όχι απλώς σκοτώνει, αλλά και εκδικείται, βιάζει, ηδονίζεται με τη σφαγή.

Η κάμερα ζουμάρει σε μια μινιατούρα αλόγου, παιχνίδι στα χέρια ενός παιδιού. Το αντικείμενο απελευθερώθηκε από τη χρήση του· το καιόμενο σώμα από τον λόγο. Μετά την καταιγίδα των ανθρώπων, τα δύο δίνουν το ένα στο άλλο ζωή. Όχι πια παιχνίδι για το στέμμα, αλλά για τη ζωή. Out of the ash. I rise with my red hair. And I eat men like air

 

Εύα Πλιάκου – Hells bells: οι καμπάνες του «θανάτου» της Καλίσι

Το χθεσινό επεισόδιο ήταν ένα αδιανόητο έπος, κάτι που παρόμοιό του δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί στην παγκόσμια τηλεόραση. Δυστυχώς όμως οι βάσεις του ήταν σαθρές. Όλο το επεισόδιο στηρίζεται στη μεταμόρφωση της βασίλισσας που διακήρυττε την απελευθέρωση όλων των λαών σε μια παρανοϊκή τύραννο που καίει αμάχους για να πάρει εκδίκηση (από ποιον;). Και όλη αυτή η μετάλλαξή της σε mad queen, ενώ είναι κάτι που έχει προοικονομηθεί στις υπόλοιπες σεζόν, δεν παίρνει σε τηλεοπτικό χρόνο πάνω από πέντε λεπτά.

Ο χαρακτήρας της Καλίσι καταστράφηκε μέσα σε δύο επεισόδια. Η μητέρα των δράκων παρουσιάζεται σαν ένα αδύναμο κοριτσάκι που εξαιτίας ενός κουτσομπολιού (ο Τζον το είπε στη Σάνσα, η Σάνσα στον Τύριον, ο Τύριον σε ολόκληρα τα εφτά βασίλεια) και εξαιτίας του ότι το αγόρι της διστάζει να τη φιλήσει (κυρίως επειδή είναι θεία του), αποφασίζει ότι πια δεν την αγαπάει κανείς και, ανάμεσα στην αγάπη και τον φόβο, θα επιλέξει να εμπνεύσει τον φόβο. Σίγουρα έχει χάσει έναν δράκο και την υπηρέτριά της, με την οποία όμως η σχέση της ποτέ δεν αναπτύχθηκε τόσο ώστε να δικαιολογεί αυτή τη μετάλλαξη. Επομένως το να καταστρέφεις τον κόσμο επειδή δεν είσαι δημοφιλής κι επειδή δεν σε θέλει το αγόρι σου πατάει πάνω στο στερεότυπο ότι οι γυναίκες είναι υπερευαίσθητες και μικροπρεπείς, ανίκανες για θέσεις ισχύος και για σημαντικές αποφάσεις. Ένα στερεότυπο από το οποίο δεν γλίτωσε κανένας γυναικείος χαρακτήρας σε αυτή τη σεζόν και μόνο η Άρυα ίσως βγει αλώβητη από αυτό στο τέλος της σειράς.

Όταν χτυπάνε οι καμπάνες και η πόλη παραδίδεται, πίστεψα ότι η Καλίσι θα πάει να σκοτώσει τη Σέρσεϊ, κάτι που θα δικαιολογούνταν από όλη την προϊστορία τους. Η Ντενέρις, όμως, όπως διάβασα κάπου, δεν είναι ένας καλός χαρακτήρας που μεταλλάχθηκε σε κακό, και προβαίνει σε όλες αυτές τις ενέργειες επειδή ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Είναι ο Τζόκερ, που ληστεύει την τράπεζα και μετά βάζει φωτιά σε όλα τα λεφτά του μόνο και μόνο για να τα δει να καίγονται.

 

  • Social Links: