Ο Λένος Χρηστίδης είναι μια ιδιόμορφη περίπτωση έλληνα συγγραφέα: Τιμημένος με το Βραβείο Καρόλου Κουν για το θεατρικό “Δύο Θεοί” αλλά πιο γνωστός για τις 12 εκδόσεις μυθιστορημάτων και συλλογών ιστοριών σε 19 χρόνια, έχει ως χαρακτηριστικό την διασκεδαστική θεματολογική εμμονή στην ελληνική κοινωνία των 90s και των 00s. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι από τους πιο φημισμένους συγγραφείς στην Ελλάδα, καίτοι συνέλαβε, σε πραγματικό χρόνο, στο zeitgeist της εποχής του, δείγμα οξυδέρκειας και λογοτεχνικού οράματος, δεν έχει τη προσοχή που του αξίζει, κατά τη γνώμη του γράφοντος. Παρ’ ότι λοιπόν το Λοστρέ είναι ένα από τα πιο βιτριολικά μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί ποτέ και τα Χαστουκόψαρα είναι ο Φύλακας στη Σίκαλη για ενήλικες στην καθ’ ημάς ομιλουμένη, το ΨΥΧ αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση μυθιστορήματος.
Η υπόθεση είναι απλή, στερεοτυπική. Ένας serial killer απαγάγει και δολοφονεί τηλεπερσόνες, τις οποίες νωρίτερα τρομοκρατεί με ακατανόητα σημειώματα. Ένα από τα υποψήφια θύματά του, η νεαρή τηλεπαρουσιάστρια Μαρίνα Στράτου προσφεύγει για βοήθεια στον κεντρικό χαρακτήρα του μυθιστορήματος, τον ντετέκτιβ Απόστολο Ταυ. Παράλληλα, ο Απόστολος ερευνά μια ακόμα υπόθεση δολοφονίας, που από πίσω κρύβει πολλά περισσότερα από όσα φαίνονται. Μια σύζυγος της καλής κοινωνίας σε λίμπο, ένας απελπισμένος Πολωνός μετανάστης, και επίδοξος αυτόχειρας σε ζωντανή μετάδοση. Όλα αυτά, με φόντο τα παρασκήνια της ελληνικής σόου μπιζ, του τηλεοπτικού μεγα-σόου κενολογίας, “Κολοσέουμ”.
Ο συγγραφέας αποφεύγει την free-for-all φόρμα στην οποία συνηθίζει να γράφει, εντελώς επιτηδευμένα, προσπαθώντας να μιμηθεί το αστυνομικό μυθιστόρημα των ιδιωτικών ντετέκτιβ, των μοιραίων γυναικών, της νουάρ ατμόσφαιρας, των διπρόσωπων χαρακτήρων, των προσωπικοτήτων εξουσίας και των γκρίζων ηθικά πρακτικών. Χρησιμοποιεί κλισέ και συμβάσεις που συναντώνται στο αστυνομικό μυθιστόρημα, ανατρέποντας κάποια από αυτά στη πορεία: οι δυο φαμ φατάλ δεν έχουν τίποτα το μυστηριώδες των λογοτεχνικών προκατόχων τους, η μια παρουσιάζεται σαν άλλη μια ξανθιά εντυπωσιακή στάρλετ στην αυγή της καριέρας της, η άλλη το ίδιο, αλλά με πολλά χρόνια και καταχρήσεις να έχουν την έχουν φθείρει.
Στο μέτρο που τα αστυνομικά μυθιστορήματα έχουν την απλή στόχευση να αναπτύξουν μια ιστορία μυστηρίου, της οποίας ο πρωταγωνιστής καταπιάνεται να ανακαλύψει την αλήθεια και ενδεχομένως να αποδώσει δικαιοσύνη, ο Χρηστίδης επιλέγει έτι μια φορά να μην ακολουθήσει τη πεπατημένη. Επιλέγει να εμβαθύνει στο ψυχισμό του Απόστολου, αφήνοντας στην άκρη την συντριπτικά συχνότερη επιλογή του τριτοπρόσωπου αφηγητή, προκρίνοντας την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του πρωταγωνιστή – σε αντιπαραβολή με τον εσωτερικό μονόλογο του δολοφόνου, μέσω επιστολών που θα χρησιμεύσουν στο τέλος του μυθιστορήματος για την αποκάλυψη της ταυτότητάς του. Το εν λόγω μυθιστόρημα, επομένως, μοιάζει περισσότερο με μια άσκηση ύφους, τις φορές που συγγραφέας επιλέγει να ασκηθεί πραγματικά στο είδος.
Και αν η καταβύθιση της ανθρώπινης ύπαρξης στα ανθυγιεινά αστικά κέντρα του βιομηχανοποιημένου 19ου αιώνα οδήγησε στην αύξηση της εγκληματικότητας και κατα αιτιώδη ακολουθία, στη γέννηση του αστυνομικού μυθιστορήματος, αρχής γενομένης των Φόνων της οδού Μοργκ του Έντγκαρ Άλλαν Πόε, το ΨΥΧ υποστασιοποιείται από ένα άλλο κοινωνικό φαινόμενο, το αγαπημένο του Χρηστίδη: τη ντεκαντάνς του μεταρρυθμιστικού μεταΠΑΣΟΚ, στην αλλαγή της χιλιετίας, την αισθητικά φυλλορροούσα ευημερία των τηλεοπτικών προγραμμάτων περιεχομένου τσιχλόφουσκας μετά από δυο ώρες αδιάκοπου μασήματος. Το περιβάλλον αυτό μπορεί να ομοιάζει στην κατάσταση γενικής ασάφειας που κυριαρχούσε κατά τη περίοδο του Μεσοπολέμου και της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εποχής, όταν και το αστυνομικό μυθιστόρημα απέκτησε τις γνωστές του φόρμες και μοτίβα, ωστόσο εδώ η κριτική και το βλέμμα του συγγραφέα δεν πετυχαίνουν το στόχο τους, όπως άλλοι προκάτοχοι τού. Και αυτό γιατί το αστυνομικό μυθιστόρημα χρησιμοποιεί ως όχημα την διαλεύκανση ενός εγκλήματος για να εκθέσει τις εξουσιαστικές σχέσεις διαφθοράς, και όχι το αντίστροφο. Ο Χρηστίδης, στο ΨΥΧ, δίνει την εντύπωση πως αντί η ελευθερία της γραφής να τον οδηγήσει στη κοινωνική κριτική, η τελευταία έχει μπει στη θέση του συνοδηγού και υποδεικνύει τη διαδρομή.
Μολαταύτα, πετυχαίνει να γίνει ένα διασκεδαστικό ανάγνωσμα, ιδίως στα σημεία όπου παρωδεί το είδος, στα σημεία όπου εκθέτει τις αποδομητικές σκέψεις του πρωταγωνιστή του, όταν για παράδειγμα προσπαθεί να ανταποκριθεί στο αρχέτυπο του σκληροτράχηλου, πότη ιδιωτικού ερευνητή ενώ φλερτάρει ή περιπλανιέται στο αστικό τοπίο. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, της αφήγησης, το μυθιστόρημα πρέπει να ειδωθεί περισσότερο ως αστυνομικό προκάλυμμα για τις συνήθεις εμμονές του Χρηστίδη. Ο Αποστόλης Ταυ, ειρωνικά, είναι ο λιγότερο “νουάρ” χαρακτήρας του, επειδή ακριβώς προσπαθεί να είναι.
Μπορείτε να προμηθευτείτε το “ΨΥΧ” δωρεάν, σε ηλεκτρονική μορφή, από την ιστοσελίδα των Εκδόσεων Καστανιώτη, κατόπιν δημιουργίας λογαριασμού στο σάιτ.
Social Links: