Στα τέλη του φετινού καλοκαιριού κυκλοφόρησε στο YouTube το παρακάτω βίντεο της Alexandria Ocasio-Cortez να δείχνει στην κάμερα της Vogue πώς δημιουργεί το χαρακτηριστικό της λουκ με το κόκκινο κραγιόν. Η γλυκιά Alexandria είναι η νεαρότερη γυναίκα στη βουλή των Αντιπροσώπων του αμερικανικού Κογκρέσου, γνωστή για τις προοδευτικές θέσεις της, παιδί μεταναστών της εργατικής τάξης, ακτιβίστρια και υποστηρίκτρια καταπιεζόμενων ομάδων. Στο μυαλό των Ρεπουμπλικανών, των alt-right και των εντόπιων δεξιών παρατράγουδων, είναι ίσως ό,τι κοντινότερο διαθέτουν σήμερα οι ΗΠΑ σε μπαχαλοσατανίστρια μάγισσα —οπότε συμπεραίνουμε ότι πρόκειται για μια αφόρητα κουλ τύπισσα συνολικά.
Τι άλλα συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε απ’ αυτό το βίντεο; Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι ο αλγόριθμος του YouTube με ξέρει καλύτερα κι απ’ τη μάνα μου. Το δεύτερο είναι ότι η AOC ξέρει να βάφεται, μια ικανότητα που εγώ ξεκάθαρα δεν διαθέτω. Το τρίτο συμπέρασμα όμως είναι ότι εδώ έχουμε μια θαυμάσια στιγμή, όπου το μακιγιάζ, αυτή η πανάρχαια τέχνη, φροντίδα και μεταβολή [της εικόνας] του εαυτού, απενοχοποιημένη, τσαχπίνικη και φρέσκια, κοιτιέται στον καθρέφτη και αναλύεται καθώς επιτελείται. Σ’ αυτό το σύντομο βιντεάκι, πρόσωπο και προσωπείο πριν ακουμπήσουν, αιωρούνται σε έναν ενδιάμεσο χώρο χρωμάτων, πολιτισμικών αναφορών, οικογενειακών καταβολών κι ερμηνειών, έτοιμα να ανακαταλάβουν το ανθρώπινο μέσα κι έξω από τους προαιώνιους, έμφυλους περιορισμούς. Κι όλα αυτά με έναν τρόπο πάρα πολύ σύγχρονο: με τη συνειδητότητα του απροσποίητου homemade βίντεο, με έναν λόγο φεμινιστικό και συμπεριληπτικό (προσέξτε τις αντωνυμίες που χρησιμοποιεί) κι ωστόσο χωρίς να εκχωρείται ούτε χιλιοστό από το αίτημα του virality —τα προϊόντα ακολουθούν το μετριοπαθές hype των εργαζόμενων μιλένιαλ γυναικών (προσέξτε ότι η μόνη σαφής αναφορά σε brand γίνεται για τη Fenty Beauty της Rihanna) και τα reaction videos στo beauty routine της Alexandria έχουν ήδη ξεκινήσει (αυτά, οκ, ίσως να μην τα προσέξετε).
Εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο παραπάνω σ’ αυτό το beauty routine όπως σχολιάζεται από την AOC. Η ίδια, στην αρχή του βίντεο, εξηγεί ότι ο λόγος που μοιράζεται τα βήματα της περιποίησής της, είναι επειδή στη θηλυκότητα βρίσκεται δύναμη. Λίγο παρακάτω επανορίζει τις στυλιστικές αποφάσεις ή όσες ενέργειες συνδέονται με την εικόνα του εαυτού, ως αποφάσεις που λαμβάνουμε κάθε πρωί, εγγράφοντάς τες στη ρίζα της κοινωνικότητας, μέσα απ’ τη φυσική παρουσία και τη συμμετοχή στην κυκλοφορία ανθρώπων, αγαθών και υπηρεσιών. Δε νομίζω ότι στις 7 το πρωί αυτό το πράγμα γίνεται ακριβώς αντιληπτό, αλλά εδώ στην πραγματικότητα έχουμε μια βαθιά πολιτική αντίληψη.
Σε απόσταση από το πρώτο κύμα του φεμινισμού, που θεωρούσε το μακιγιάζ και τις εδραιωμένες πρακτικές της φροντίδας του εαυτού έξεις που αναγκαστικά αγκυλώνονται στην τέρψη του ανδρικού βλέμματος (όχι, πάντως, η Emma Goldman που έβλεπε στη θηλυκότητα υψηλό ριζοσπαστικό φορτίο), αρκετές σύγχρονες προσεγγίσεις του τρίτου φεμινιστικού κύματος τοποθετούν την επιμέλεια της εξωτερικής εμφάνισης εντός του πεδίου διεκδίκησης και ανάκτησης από την τυραννία της ανδρικής ματιάς. Γνωστότερη ίσως τάση γύρω απ’ αυτό το αίτημα είναι αυτή του lipstick feminism, όπου οι θηλυκότητες ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν το μακιγιάζ και την περιποίηση και να αναδεικνύουν τη σεξουαλικότητά τους σε μια προσπάθεια να αποδομήσουν την κουλτούρα της αντικειμενοποίησης που ευδοκιμεί μέσα στην πατριαρχική συνθήκη.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, η επιτέλεση του φύλου και της σεξουαλικής έκφρασης στο lipstick feminism, ιδωμένη μέσα από έναν καχύποπτο φακό, που δεν θα ισχυριστώ καθόλου ότι δεν διαθέτω, μοιάζει να τεμαχίζεται σε ένα άθροισμα ξεκομμένων χειρονομιών, που συγκλίνουν όμως σε δύο αξιοπρόσεκτα κοινά σημεία: το πρώτο συνίσταται στην έννοια της ατομικής επιλογής και στην αφελή ιδέα ότι αυτή προκύπτει αβίαστα και ανεπηρέαστα, σχεδόν κυκλικά, ξεκινώντας από το άτομο και καταλήγοντας σε αυτό. Έτσι, η βελτιστοποίηση των επιλογών κι η επίτευξη μιας καλύτερης εκδοχής της εαυτής, πιο σίγουρης, πιο σέξυ, πιο δυναμικής, θα οδηγήσουν στην κοινωνική κι επαγγελματική επικύρωση, στην επιτυχία. Το δεύτερο έχει ήδη φανεί στο βίντεο της AOC και συνυφαίνεται απόλυτα με το μέσο που το δημιούργησε (Vogue) και την πλατφόρμα που το προβάλλει (YouTube)· πρόκειται για τη σύνδεση αυτής της νέας γκλαμ ατομικότητας με την κατανάλωση.
Στο γράφημα αυτό βλέπουμε το πλήθος των προβολών που σημείωσαν τα βίντεο με beauty περιεχόμενο στο YouTube από το 2006 μέχρι το 2018 —σημείωση, σε δισεκατομμύρια. Η εκθετική άνοδος του μεγέθους κοντράρεται στα ίσα με το απύθμενο γκρέμι που έχει η χώρα μας για καμπύλη κρουσμάτων από τον Αύγουστο του 2020 μέχρι και σήμερα, μέσα Σεπτεμβρίου, που γράφονται αυτές οι γραμμές. Η βιομηχανία του beauty, κοινώς, μόλις απέκτησε αρνητές έναν αδιανόητα προνομιακό διαφημιστικό χώρο για να σπρώξει τα προϊόντα της.
Η Alexandria βέβαια ξέρει πολλή μπάλα και επανέρχεται συχνά στο βίντεο στη σύνδεση ανάμεσα στη θηλυκότητα και την καταναλωτική κουλτούρα της ελεύθερης αγοράς, κάνοντας μάλιστα ένα χαριτωμένο, ειρωνικό pun προς τη Vogue και το πρότυπο που βρίσκεται κάθε φορά στη μόδα. Δεν μένει όμως εκεί, επεκτείνει το έμφυλο βάρος της θηλυκοτήτων ως καταναλωτικής ομάδας θυμίζοντας ότι όποιο άτομο χρησιμοποιεί ταμπόν και σερβιέτες, πληρώνει φόρο (pink tax) ως απόρροια του φύλου του —στην Ελλάδα ο φόρος αυτός αγγίζει το 24%, αντιστοιχώντας σε προϊόν πολυτελείας, κι όχι σε είδος πρώτης ανάγκης, όπως θα έπρεπε να είναι κάτι που χρησιμοποιεί για, κάτι ψιλά μωρέ, σχεδόν τη μισή του ζωή, περίπου το 50% του πληθυσμού. Ας μην κάνω κι εδώ χρήση της καχυποψίας μου για να υποθέσω ότι, εάν οι άντρες είχαν περίοδο, κι η τελευταία ταβέρνα στον Άδη θα είχε σε αφθονία τα κατάλληλα προϊόντα υγιεινής για να τους διευκολύνει. Οι γυναίκες υφίστανται οικονομική επιβάρυνση και σε μια σειρά από άλλα αγαθά και υπηρεσίες που για τους άντρες κοστίζουν σημαντικά λιγότερο, ειδικά αν λάβουμε υπόψιν και το μισθολογικό χάσμα που ακόμα τους χωρίζει. Και κάτι επιπλέον: όπως σωστά επισημαίνει η Alexandria, οι γυναίκες που αποφασίζουν να φορέσουν makeup στον εργασιακό τους χώρο κερδίζουν περισσότερα χρήματα από εκείνες που δεν το κάνουν. Εκείνα τα άτομα δηλαδή που επιλέγουν να την κοιμηθούν αυτή την ώρα το πρωί ή να μην την κάνουν απολύτως τίποτα, τιμωρούνται περισσότερο ή λιγότερο σιωπηλά, αλλά σίγουρα πολύ ορατά, αφού τους λείπουν κάτι δολάρια στο τέλος του μήνα. Ο φόρος δεν αφορά μόνο προϊόντα και υπηρεσίες, αφορά ένα ακόμη μέγεθος, ίσως το πιο πολύτιμο: τον χρόνο.
Αρχίζει λοιπόν να γίνεται ολοένα και πιο απτή η προβληματική διάσταση της συγκρότησης μιας ατομικής διαφοράς και της μεμονωμένης οικειοποίησης του φροντισμένου γυναικείου προσώπου και σώματος, ειδικά μέσα σε μια συνθήκη κυριαρχίας της αγοραστικής, ποσοτικοποιήσιμης διευθέτησης. Γιατί τελικά η προσωπική επιλογή σπάνια είναι αμιγώς προσωπική κι ακόμα σπανιότερα παραμένει επιλογή. Κι εδώ όμως η Alexandria είναι σωστή: μάς στρέφει στον τρόπο που τα queer και μη-δυαδικού ή ρευστού φύλου άτομα χρησιμοποιούν το μακιγιάζ, ως όχημα αμφισβήτησης της ετεροκανονικής ομορφιάς, και συνεπώς αδιάφορα πια για το ανδρικό βλέμμα, ή απλώς για την αγνή χαρά του να φοράς πλουμιστά χρώματα, γκλίτερ και βλεφαρίδες που θα έπρεπε να χαρίζουν πτητικές ικανότητες. Κι ακόμη πιο πέρα, θα μπορούσαμε ίσως να διανοηθούμε την ατομική επιλογή ως τέτοια, όταν όλες οι πρακτικές φροντίδας, επιμέλειας και έκφρασης της ατομικότητας και της σεξουαλικότητας θα τελούν υπό καθεστώς ελεύθερης κι ανεμπόδιστης επιτέλεσης όπου, είτε κάτι επιλέγεται είτε όχι, δε θα επηρεάζει ψυχοκοινωνικά και οικονομικά τα άτομα.
Μέχρι τότε, ο λόγος της AOC επικάθεται σαν λεπτοκομμένη, ιριδίζουσα πούδρα πάνω στην τεχνητή ρωγμή που έχει δημιουργήσει η πατριαρχία ανάμεσα στον φεμινισμό και τη θηλυκότητα και μας κάνει όλες, όλους και όλα να λάμπουμε. Εντάξει, εσάς, εγώ είπαμε βάφομαι πραγματικά χάλια.
Cover art © Rachel Joanis
Social Links: