Δέκα χρόνια μετά την έκρηξή του, το κίνημα των «πλατειών» ή «αγανακτισμένων», συνιστά ένα παράδοξο. Από τη μια μεριά, μοιάζει τελείως ξεχασμένο∙ κάτι που συνέβη σε μια μακρινή εποχή, πολύ διαφορετική από τη δικιά μας. Ιδιαίτερα όσες και όσοι συμμετείχαν στο κίνημα ούτε συζητάνε ούτε γράφουν για αυτό. Ομοίως τα σημερινά κινήματα και χώροι αντίστασης δεν κάνουν αναφορές στις πλατείες.
Από την άλλη, ο αντίπαλος των πλατειών, το καθεστώς που παλινορθώθηκε μετά από μια μακρά περίοδο κλυδωνισμών, μοιάζει να μην μπορεί να αποφύγει τη θύμησή τους. Για την ακρίβεια, φαίνεται να ζει διαρκώς με τον φόβο της επανάληψης των πλατειών. Πριν λίγους μήνες, με αφορμή τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ διακήρυτταν ότι το 2021 δεν θα γίνει 2011…
Το παράδοξο των πλατειών έγκειται λοιπόν στο ότι αυτό που μοιάζει να έχει ξεχαστεί για τους πολλούς, φαίνεται να μην αφήνει τους λίγους να ησυχάσουν.
Η εξήγηση
Το παράδοξο έχει βέβαια την (πολιτική) εξήγησή του. Για τους «από κάτω» οι «πλατείες» έχουν ξεχαστεί γιατί έχουν άρρηκτα συνδεθεί με μια ιστορική ήττα. Η αλληλουχία των γεγονότων είναι προφανής. Μέσα στην ατμόσφαιρα της γενικευμένης οργής που προκάλεσε το Μνημόνιο, οι πλατείες αποτέλεσαν τη θρυαλλίδα για την ανατίναξη του πολιτικού συστήματος έτσι όπως το είχαμε γνωρίσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε όχι μόνο για να καλύψει το πολιτικό κενό που είχε δημιουργηθεί, αλλά και για να εκφράσει ένα αίτημα ρήξης και ριζικής ανανέωσης. Τώρα πια ξέρουμε ότι η ελπίδα δεν συναντήθηκε τελικά με την ιστορία. Οι πλατείες δεν είναι λοιπόν μονάχα μια εξέγερση. Είναι μια εξέγερση που διαψεύστηκε θεαματικά. Και τις διαψεύσεις μας δεν θέλουμε να τις θυμόμαστε.
Η απειλή
Η εξέγερση μπορεί να διαψεύστηκε, αλλά υπήρξε. Υπήρξε όχι ως μόνο διάχυτη αίσθηση αμφισβήτησης, αλλά ως «υλικό» γεγονός που καθόρισε τον πολιτικό συσχετισμό και διαμόρφωσε συνειδήσεις σε μαζική κλίμακα. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι επρόκειτο για μια εξέγερση που εντέλει οδήγησε σε κατάρρευση την πολιτική ελίτ και απείλησε (για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’40) το στρατηγικό προσανατολισμό του ελληνικού αστισμού. Η εξέγερση ηττήθηκε, αλλά σε αυτήν την περίπτωση ισχύει ακριβώς το «λίγο έλειψε». Κι επειδή ακριβώς «λίγο έλειψε», η πολιτική και οικονομική ελίτ κάνει ό,τι μπορεί για να μην ξανασυμβεί. Αυτό το «ό,τι μπορεί» αφορά τόσο τη δημιουργία μιας απόλυτα ασφυκτικής συνθήκης για το άμεσο μέλλον, όσο και την εμπέδωση στην κοινωνία της ερμηνείας της ελίτ για το πρόσφατο παρελθόν.
Δέκα χρόνια μετά
Δέκα χρόνια μετά τις πλατείες, είμαστε σε μια τελείως διαφορετική πολιτική συγκυρία. Οι πλατείες δεν μπορούν να επαναληφθούν ως προς τη μορφή τους. Μου φαίνεται όμως ότι «οι από πάνω» αντιλαμβάνονται καλύτερα τη σημασία τους από ό,τι «οι από κάτω». Γιατί ακόμα και σε αυτή τη στιγμή της δεξιάς ηγεμονίας και της καθεστωτικής παλινόρθωσης, το σύστημα δεν έχει επανέλθει στην κανονικότητα. Για την ακρίβεια, η νέα κανονικότητα αποτελεί μια κατάστασης διαρκούς κρίσης η οποία κάθε φορά αλλάζει μορφή, αλλά συνεχώς διατηρεί το πλαίσιο της έκτακτης ανάγκης. Στην κατάσταση της διαρκούς κρίσης, η η συναίνεση μοιάζει διαρκώς αμφίβολο και το ενδεχόμενο της εξέγερσης είναι συνεχώς παρόν. Έστω και σε μια φασματική μορφή.
Social Links: