«Επιβραβεύουμε την προσπάθεια, όχι την τύχη». #proxorame
Με αυτό το σύντομο πανηγυρικό σύνθημα, η Υπουργός Παιδείας καθησύχασε τον γεμάτο αγωνία και πόνο ελληνικό λαό, σχετικά με την αλλαγή της διαδικασίας επιλογής σημαιοφόρων στις μαθητικές παρελάσεις. Ρίγη συγκίνησης, στον έβδομο ουρανό όλοι, αδέρφια. Από την κλήρωση του ΣΥΡΙΖΑ, στην επιστροφή στις ρίζες, στην πάγια αντίληψη ότι ο ιδιοκτήτης των συμβόλων, αυτός που δικαιούται την τιμή να τα περιφέρει ανάμεσα στο πλήθος, πρέπει να είναι ένας εκ των αρίστων. Εκτός κι αν παίζει καλό μπασκετάκι βέβαια και κερδίσει μια θέση ανάμεσα στην αριστοκρατία, διά της πλαγίας οδού. Θέση για την οποία προφανώς θα πρέπει να είναι ευγνώμων για τη μεγαλοθυμία των αρίστων, που δέχτηκαν να του την παραχωρήσουν.
Ένας εκ των αρίστων, λοιπόν. Η σχετική εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας με τίτλο «Επιλογή σημαιοφόρων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση» είναι ένα κομψοτέχνημα αοριστολογίας (όπως σχεδόν όλα τα νομικίστικα κείμενα, εκτός ίσως από εκείνες τις φωτογραφικές διατάξεις, που κρύβουν μέσα τους ένα ερωτικό, θα έλεγε κανείς, κάλεσμα προς κάποιον μυστηριώδη ενδιαφερόμενο).
Αλλά ας μην ανοίγουμε άλλα θέματα, ας #proxorhsoume, όπως μας παρωθεί και η Υπουργός, στην ουσία του ζητήματος. Με τα λόγια της εγκυκλίου λοιπόν, «με σκοπό την καλλιέργεια της ευγενούς άμιλλας, την επιβράβευση της προσπάθειας των μαθητών για βελτίωση, την ευρύτερη ηθική και πνευματική ανάπτυξη της εκπαιδευτικής κοινότητας, καθώς και τη δόμηση ενός συστήματος αξιών με άξονα την πρόοδο των μαθητών», αποφασίζουμε να ορίσουμε ως σημαιοφόρους αυτούς που «κατά το προηγούμενο σχολικό έτος έχουν συγκεντρώσει το μεγαλύτερο γενικό μέσο όρο βαθμολογίας, υπολογιζομένου και του κλασματικού του μέρους [σημ: οποία λεπτομέρεια]. Το κλασματικό μέρος αναφέρεται στον ετήσιο γενικό μέσο όρο. Σε περίπτωση ισοβαθμίας και στο κλασματικό μέρος, διενεργείται κλήρωση». Ποίηση.
Το πρώτο απόσπασμα της εγκυκλίου ωστόσο, αν διαβαστεί ως παιδαγωγική κατάφαση, αποτελεί μια προκείμενη που δεν θα οδηγούσε ποτέ στην τελευταία, συμπερασματική πρόταση. Σε ποιο ακριβώς σύμπαν η βαθμοθηρία και η καλλιέργεια ανταγωνιστικού εδάφους οδήγησαν στην ανάπτυξη της –κενής νοήματος– έννοιας της ευγενούς άμιλλας; Πώς επιβραβεύεται η προσπάθεια εκείνων που ξεκινούν από τα πίσω θρανία, από τις φτωχότερες συνοικίες, από τα υπόγεια και τα ημιυπόγεια της κοινωνικής διαστρωμάτωσης; Προφανώς και δεν μεριμνά η εγκύκλιος γι’ αυτούς, ούτε άλλωστε γίνονται ιδιαίτερα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση στο πλαίσιο της συνολικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Θεωρείται τουλάχιστον αφελής, από τους εκπροσώπους της αριστοκρατίας, όποιος επισημαίνει τις κοινωνικοοικονομικές προϋποθέσεις που συντελούν στη γνωστική ανάπτυξη και τη σχολική επιτυχία. Με απλά λόγια, αν ένας μαθητής που βιώνει κοινωνικούς αποκλεισμούς κατορθώσει να αριστεύσει μέσα σε αυτό το ανταγωνιστικό περιβάλλον που με τους όρους του ανακυκλώνει τη σχολική αποτυχία, τότε έχει διανύσει μια πολλαπλάσια σε κόπο διαδρομή από όσους βρίσκονται σε συγκριτικά ευνοϊκότερη κοινωνική θέση.
Πώς συντελείται η ευρύτερη ηθική και πνευματική ανάπτυξη της εκπαιδευτικής κοινότητας με αυτούς τους όρους; Καμία διεύρυνση δεν κρύβεται πίσω από αυτή τη λογική. Η ευρυχωρία ενός σχολείου ζυγίζεται με το βάρος της χαράς που νιώθει τόσο το παιδί που έλυσε μια δύσκολη άσκηση όσο κι εκείνο που μπόρεσε να εκφράσει πετυχημένα τη σκέψη του (όχι μέσα από προκάτ εκθέσεις). Ζυγίζεται με το βάρος της χαράς του παιδιού που όταν ζωγραφίζει/τραγουδά/παίζει μουσική νιώθει ότι ανακαλύπτει κομμάτι-κομμάτι τον εαυτό του. Και το βάρος αυτής της χαράς είναι τόσο ασήκωτο, όταν όλα αυτά τα πετυχαίνουν εκείνα τα παιδιά που προέρχονται από τα πίσω θρανία, από την πίσω αυλή της κοινωνίας.
Δυστυχώς, μια από τις πολλές μισοδουλειές της προηγούμενης κυβέρνησης ήταν και η διατήρηση του καθεστώτος των υποχρεωτικών –στρατιωτικού τύπου– μαθητικών παρελάσεων. Ενός θεσμού που στερείται κάθε πιθανό νόημα παιδαγωγικής αξίας. Ενός θεσμού στην πραγματικότητα παιδαγωγικής απαξίας. Η πειθαρχία κι η αναπαράστασή της μέσω της μίμησης στρατιωτικών προτύπων αποτελούν λείψανα μιας εποχής όπου όντως το σχολείο ήταν η αναπαράσταση του μόνου ώς τότε γνωστού οργανωμένου τρόπου ζωής, του στρατιωτικού. Δυσκίνητη, όπως μας έχει συνηθίσει, η πολιτεία αρνείται πεισματικά να δει το προφανές. Το σχολείο υπάρχει για να επιτελείται το παιδαγωγικό γεγονός. Τι πιο αντιπαιδαγωγικό από την τυποποίηση, την πειθαρχία και τη μηχανική και επαναλαμβανόμενη κίνηση (μόλις περιέγραψα τόσο την παρέλαση, όσο και τη συνήθη διδακτική πρακτική, που εξασφαλίζει επιτυχία στις πανελλήνιες εξετάσεις, οποία σύμπτωση).
Παρότι μισοδουλειά βέβαια, η διεύρυνση της κληρωτής διαδικασίας (όχι μόνο στους «αρίστους», αλλά στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού) είχε ορισμένες θετικές επιπτώσεις στη σχολική πραγματικότητα, κυρίως για όσους μπορούν να αναζητήσουν νόημα και στα πιο μικρά. Μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, Ρομά, πρόσφυγες, μαθητές με αναπηρία, μπορούσαν πλέον να συμμετάσχουν επί ίσοις όροις στη διαδικασία. Μοναδικής τάξεως ευκαιρία για ένα καλό μάθημα σε κάθε μαθητή και κυρίως σε κάθε γονέα, σχετικά με τη συμπερίληψη, την ισότητα, την ευρυχωρία. Ο καθένας είχε δικαίωμα στο σύμβολο, πραγματικότητα ασυγχώρητη από τη νέα ηγεσία του Υπουργείου που μας επανέφερε στην κανονικότητα.
Κι όσον αφορά την απόδοση τιμών στην ιστορία και στο παρελθόν. Η λύση δεν είναι οι προκάτ σχολικές γιορτές και το στρατιωτικό βήμα. Το ζητούμενο δεν είναι καν η απόδοση τιμών στο παρελθόν. Το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι η ιστορική επίγνωση και η συμφιλίωση με το βάρος του χρόνου. Μνημονικοί τόποι, τόποι μαρτυρίων, προφορική ιστορία. Κάθε γωνιά μιας πόλης κρύβει κάτι από τη σκιά της δεκαετίας ’40-’50. Η θέση των μαθητών είναι εκεί, μαζί με τους δασκάλους τους, να ψαχουλεύουν κάτω από το χαλί της ιστορίας. Όχι να το ποδοπατάνε με βήμα στρατιωτικό και με την κεφαλή επί δεξιά.
Έτσι, λοιπόν, μέχρι να καταργηθούν οι βαθμοί, μέχρι να καταργηθούν οι παρελάσεις, μέχρι να καταργηθούν οι πανελλήνιες, οι πάσης φύσεως διαγωνισμοί και οι αγώνες δρόμου, δεν θα #proxorame, παρά μόνο στα hashtag.
Social Links: