Είναι ελάχιστα γνωστό ότι η επιβολή του φόρου 23% αφορά και τα ωδεία. Αποφάσισα να μην μπω στη διαδικασία να επιχειρηματολογήσω ως προς το γιατί είναι τόσο σημαντική η εξαίρεσή τους (πόσο μάλλον γιατί η ίδια η μουσική παιδεία είναι σημαντική). Απλά να τονίσω ότι πλήττει μία μεγάλη μερίδα σπουδαστών και εργαζομένων και με λύπη συνειδητοποιώ ότι απουσιάζει πλήρως από τον δημόσιο λόγο.
Τί είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τη μουσική εκπαίδευση από τα ιδιωτικά σχολεία (όλων των βαθμίδων) ή και από τα φροντιστήρια; Η απάντηση είναι απλή: η μουσική είναι ένας πυλώνας της εκπαίδευσης στον οποίο, προς λύπην μου, το κράτος δεν έχει την παραμικρή παρέμβαση. Αν στην πρωτοβάθμια ή τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση υπάρχει ένα έστω δημόσιο σχολείο το οποίο υπολειτουργεί, στη μουσική εκπαίδευση –η οποία λανθασμένα διαχωρίζεται από την εγκύκλια– τι υπάρχει; Δυστυχώς τα ωδεία. Δεν γράφω όμως αυτό το κείμενο για να κατακεραυνώσω το ωδειακό σύστημα, ούτε φυσικά για να το υπερασπιστώ. Επιθυμώ μόνο να καταγγείλω με θυμό την απαξίωση από το κράτος της μουσικής παιδείας, το οποίο προκλητικά αποφασίζει να φορολογήσει τα ωδεία (ναι, τα ανεπαρκή ωδεία) στα οποία το ίδιο έχει αποφασίσει να εναποθέσει –κατ’ αποκλειστικότητα– τη μουσική εκπαίδευση στη χώρα. Αν λοιπόν, έστω και ανιστορικά, συγκρίναμε την εγκύκλια με τη μουσική παιδεία στη χώρα θα μπορούσαμε με βεβαιότητα να πούμε ότι η τελευταία στην Ελλάδα βρίσκεται κάπου μεταξύ Πετρίδη και Ευταξία.
Είναι πλέον κοινά αποδεκτό από τους μουσικούς κύκλους, ότι η μουσική εκπαίδευση στη χώρα μας έχει μείνει πίσω. Η αγανάκτηση αποτελεί κοινό τόπο σύγκλισης των μουσικών, με τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες να παραμένουν παθητικοί αποδέκτες παραπόνων. Ιδιαίτερα προβληματικό γεγονός αποτελεί η έλλειψη μιας Ανώτατης Μουσικής Ακαδημίας, που θα μπορούσε να αναλάβει το συντονισμό διάφορων πρωτοβουλιών. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη μεγαλύτερο ζήτημα δεν αποτελεί το πότε το κράτος θα δημιουργήσει μία μουσική ακαδημία αλλά πότε θα αντιληφθεί τον καταλυτικό ρόλο που παίζει η μουσική (και οι τέχνες γενικότερα) στην αισθητική αναβάθμιση του ατόμου και άρα και «του συνόλου». Οφείλουμε επίσης να αναρωτηθούμε τι αποζητούμε από την ίδια τη μουσική. Εάν το ζητούμενο είναι η ανακάλυψη μουσικών ταλέντων προς εξαγωγή (με το «σινικό» τρόπο), τότε η ίδρυση μίας μουσικής ακαδημίας θα ήταν εξαιρετική ιδέα. Αν όμως ζητούμε μία μουσική παιδεία η οποία θα βασίζεται στην ιδέα της ισότιμης συμμετοχής στην «καλλιτεχνική» εμπειρία, όλοι έχουν δικαίωμα στην αισθητική αναβάθμιση, τότε ο τρόπος είναι ένας: η εισαγωγή της μουσικής στο δημόσιο σχολείο με όρους σοβαρότητας και στη βάση ενός τεκμηριωμένου σχεδίου. Ως προς αυτό, το παράδειγμα του «El Sistema» στη Βενεζουέλα είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα εφαρμογής μίας μουσικής εκπαίδευσης από τα κάτω με αποτελέσματα εκπληκτικά σε κοινωνικό και καλλιτεχνικό επίπεδο.
Το λάθος του ελληνικού κράτους, πέρα από το ζήτημα των ωδείων, είναι ότι, όποτε αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική παιδεία στη χώρα, το έκανε οργανώνοντας πρώτα τις ανώτερες σχολές. Κανείς θα μπορούσε να θεωρήσει ότι αυτό ήταν φυσιολογικό δεδομένου ότι, για να υπάρξει ο μαθητής, πρώτα πρέπει να υπάρξει ο καθηγητής. Όμως αυτό το σχήμα, αν ήταν αναγκαίο για την «εγκύκλιο» παιδεία του 19ου αιώνα, προφανώς η εφαρμογή του στη μουσική, στις μέρες μας, κρίνεται αδύνατη και ανεπαρκής. Το μεταπολιτευτικό κράτος, λοιπόν, ίδρυσε μουσικολογικά ή μουσικά πανεπιστημιακά τμήματα χωρίς να φροντίζει ούτε έστω για τη δωρεάν διδασκαλία του εξεταζόμενου στις πανελλήνιες άρα και προαπαιτούμενου για την εισαγωγή στις σχολές, μαθήματος της αρμονίας, το οποίο διδάσκεται μόνο στα ελάχιστα μουσικά σχολεία. Εν ολίγοις: το ελληνικό κράτος προσπάθησε να παρασκευάσει μία τούρτα τοποθετώντας πρώτα το κερασάκι.
Τέλος, ως προς την επιβολή ΦΠΑ στα ωδεία, οφείλω να επισημάνω ότι η ενασχόληση με τη μουσική γίνεται όλο και ακριβότερη. Το μεγαλύτερο λάθος που θα μπορούσε να συμβεί, την εποχή της απόλυτης υποβάθμισης των πάντων, είναι η δημιουργία μιας ερμηνευόμενης με ταξικούς όρους μουσικής και καλλιτεχνικής εκπαίδευσης, που θα είναι προσβάσιμη μόνο στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Η μουσική δεν έχει καμία ανάγκη από ιδρυματοποίηση, έχει ανάγκη όμως από το προφανές: την προστασία και τη μη απαξίωση από το ίδιο το κράτος. Το ίδιο κράτος που ταυτόχρονα προχωράει, προβάλλοντας καλλιτεχνική ευαισθησία, στην απορρόφηση του χρέους του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, το οποίο όφειλε να επωμιστεί ο εκλιπών ιδρυτής του.
Social Links: