Από την επισκόπηση του horror έργου του Howard δε θα μπορούσε να λείπει μια αναφορά στα διηγήματα τα οποία μπλέκουν τον τρόμο με το μυθολογικό Sword & Sorcery. Πρόκειται για μια μικρή αλλά καίρια υποκατηγορία, τα μέλη της οποίας ως επί το πλείστο διαδραματίζονται σε βρετανικό/κελτικό χωροχρόνο. Ένα κεντρικό θέμα που διαπερνά αυτά τα διηγήματα είναι η ύπαρξη μιας προϊστορικής φυλής στα Νησιά, δύσμορφης και μικρής σε μέγεθος, η οποία κατέφυγε υπογείως με την εγκαθίδρυση των κελτικών πληθυσμών (Britons και Gaels). Ο Howard εδώ συνθέτει ανθρωπολογικά, μυθολογικά (παραλληλίες με τον Κύκλο των Εισβολών), και φολκλορικά (τα Μικρά Ανθρωπάκια) στοιχεία μέσω του δικού του υποθετικού πρίσματος, για να κατασκευάσει ένα τοπίο όπου το Κακό βρίσκεται υπογείως. Οι πρωταγωνιστές είναι συνήθως Κέλτες, μαχητικοί και δεισιδαίμονες – ένα δίπολο το οποίο θέτει τα όρια του τρόμου: Το γεγονός ότι ο πρωταγωνιστής τηρεί ενεργητική στάση απέναντι στο Κακό αμβλύνει την κόψη της horror λεπίδας, αλλά η δεισιδαιμονία του την επαναφέρει σε κάποιο βαθμό.
Ένα χαρακτηριστικό δείγμα αυτού του υπό-είδους είναι το People of the Dark, το οποίο ξεχωρίζει λόγω της διπλοεπίπεδης δομής του. Αφενός βρισκόμαστε στο σύγχρονο κόσμο, όπου ο πρωταγωνιστής ετοιμάζεται για μια φονική αναμέτρηση με τον ερωτικό αντίζηλο του. Βρίσκεται μέσα σε μια σπηλιά -και ένα μικρό χτύπημα είναι η αιτία ενεργοποίησης μιας παράλληλης ιστορίας- η οποία διαδραματίζεται στο Κέλτικο παρελθόν. Το ερωτικό τρίγωνο παραμένει, η σπηλιά είναι η ίδια, ο πρωταγωνιστής και οι άλλοι δυο ήρωες έχουν τα παρελθοντικά αντίστοιχά τους. Μια μεταξύ τους καταδίωξη μέσα στις σπηλιές μετατρέπεται σε ανελέητο κυνηγητό από ορδές των Μικρών Ανθρώπων, καταλήγοντας σε ένα τραγικό τέλος. Επιστροφή στο παρόν, όπου ο πρωταγωνιστής έχει πλέον (και) τις αναμνήσεις του παλιότερου εαυτού του, μας περιηγεί στο σκηνικό των αρχαίων γεγονότων, το οποίο φαίνεται να είναι ακατοίκητο τώρα, και καταλήγουμε στην κορύφωση του διαχρονικού δράματος.
Ο Howard μας προσφέρει μια γενναία ποσότητα background πληροφορίας μέσω του εσωτερικού μονολόγου της αρχαίας ενσάρκωσης του πρωταγωνιστή, στην οποία ανάγει όλους τους θρύλους περί ξωτικών, νάνων και μαγισσών στη συλλογική ανάμνηση των Μικρών Πλασμάτων από την ανθρωπότητα. Η περιγραφή των υπογείων περασμάτων είναι μεστή, ελαφρώς κλειστοφοβική, και δεν αναλώνεται σε φλυαρίες, παρόλο που καταφεύγει σε γεωγραφικές και γεωλογικές αναφορές. Ο τρόμος των Little People έγκειται στην εκφυλισμένη, ερπετοειδή δυσμορφία τους, καθώς κρούει το καμπανάκι της αναγνώρισης της ανθρώπινης προέλευσής τους. Τρόμος ελλοχεύει και στη μικρή κλίμακα των τεχνητών κατασκευών της υπόγειας φυλής: τα σκαλοπάτια είναι μικροσκοπικά. Ο Howard χρησιμοποιεί άψογα τη μεταβολή της κλίμακας πέρα από το σύνηθες ανθρώπινο – κάτι που είναι πολύ λειτουργικό στον τρόμο όταν γίνει σωστά. Οι περιγραφές των πλασμάτων είναι χορταστικές, αλλά ακόμη περισσότερο η υπόνοια αυτών (“I could have sworn that hideous yellow eyes glared terribly at me from the darkness, and that a crawling something had scuttered away down the tunnel.”). Δέος μας πιάνει μπροστά στο βωμό, όπου εμφανίζεται και ο Μαύρος Λίθος, η Black Stone της Howard-ικής μυθολογίας (βλ. πρώτο μέρος αφιερώματος).
Το sword & sorcery στοιχείο περιορίζεται στην παρελθοντική αφήγηση, και περιέχει αρκετές περιγραφές μαχών, αλλά και επικής συντροφικότητας. “We worship different gods, reaver, but all gods love brave men. Mayhap we shall meet again, beyond the Dark.” λέει ο Vertorix στον πρωταγωνιστή (ονόματι Conan – ας πούμε ότι ήταν τυχαία η επιλογή του ονόματος (sic)) λίγο πριν τη μάχη. Το ότι οι ήρωες μπορούν να κάνουν το fight-back είναι, όπως είχα πει, το χαρακτηριστικό του Howard που τον διαφοροποιεί από τον Lovecraft, προσφέροντας μια βαλβίδα αποσυμπίεσης για την αγωνία του αναγνώστη, μέσα από την οποία όμως δραπετεύει και κάποια ποσότητα τρόμου.
Η ηρωοποίηση του μακρινού, φαντασιακού παρελθόντος είναι κυρίαρχη στο γενικό έργο του Howard και δε θα μπορούσε να λείπει από εδώ. Οι σκέψεις του παροντικού πρωταγωνιστή για τον αρχαίο εαυτό του καταλήγουν σε ένα σημείο: “Aye, in that age all men were iron.” Ακόμη και το τοπίο έχει χάσει κάποια από τη μαγεία και το μυστήριό του με το πέρασμα του χρόνου: Οι υπόγειες στοές, στις οποίες συρθήκαμε για να ξεφύγουμε από τα έρποντα πλάσματα, είναι πλέον άδειες, ο βωμός και η πυραμίδα από κρανία δεν υπάρχουν πια. Det Som Engang Var. Πέρα από το ρομαντικό της υπόθεσης, η τεχνική της περιήγησης σε μια εποχή ενός τοπίου το οποίο έχει νοηματοδοθεί προηγουμένως σε κάποια άλλη εποχή, είναι ενδιαφέρουσα, και κάτι το οποίο αρκετοί από εμάς έχουμε κάνει με τη φαντασία μας, σε άλλες ιστορίες· πώς θα ήταν σήμερα το κελάρι της Μαύρης Γάτας του Πόε;
Για το τέλος κάτι που θυμήθηκα ξαναδιαβάζοντας το διήγημα: Η εξήγηση της πλοκής People of the Dark μπορεί να θεωρηθεί διφορούμενη από τον σκεπτικιστή αναγνώστη, μιας και οι αναμνήσεις μπορούν να θεωρηθούν παραληρήματα λόγω του χτυπήματος – όποιος επιλέξει αυτήν την οδό ας αφήσει τον Howard και τον τρόμο γενικότερα στην ησυχία τους.
Social Links: