Κακά τα ψέματα. Αν το Stranger Things είχε βγει το 1984, ο περισσότερος χρόνος που θα δικαιούνταν θα ήταν ένα δίωρο στις μεσημεριανές ταινίες που βγάζει το STAR πριν μπουν τα Φιλαράκια. Μια παρέα από φυτουκλάκια που παίζουν Dungeons & Dragons, cool παιδιά που φοράνε τζιν ζακέτες και είναι κωλόπαιδα, ένας τίμιος αλλά μέθυσος μπάτσος, μια μικρή πόλη της Indiana, γυαλιά με τεράστιους φακούς, synthpop. Πόσο ακόμα να καταναλώσεις από αυτό;
Το 80s ήταν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα το αποπαίδι των διαφόρων δεκαετιών που άφησαν το στίγμα τους, των δεκαετιών τέλος πάντων που ακολουθούν τις αρχές αυτού που λέμε «νεανική ταυτότητα». Λίγο πολύ τα θυμόμασταν 2-3 βδομάδες τον χρόνο και μετά τα εγκαταλείπαμε στο σκονισμένο πατάρι πλάι σε ένα ψεύτικο μουστάκι και μια φάτσα κλόουν που μυρίζει πολύ έντονα φτηνό πλαστικό. Τα ’80s για την Ελλάδα ήταν ΕΝΤΕΛΑΜΠΟΝΓΚΟ, καρναβάλι Πάτρας και κλασικό πάρτι των 40+. Μετά, όταν το ΠΑΣΟΚ σταμάτησε να αποτελεί παρόν μας, τα ’80s έγιναν και ΠΑΣΟΚ, ξεφάντωμα, σκυλάδικα πριν τις μεγάλες σκηνές. Ταυτόχρονα, και όχι μόνο για την Ελλάδα, τα ’80s υπήρξαν απλά μόνιμη αναφορά για το πώς έμοιαζε μια εποχή που ήταν όλοι κακοντυμένοι, άκουγαν αμφιβόλου ποιότητας μουσική και έβαζαν στα πάντα neon. Σε γενικές γραμμές το αισθητικό αποτύπωμα των 80s ήταν μια δισκόμπαλα, μια afro περούκα και σερπαντίνες ή στην άλλη ένα «ΤΣΟΒΟΛΑ ΔΩΣ’ ΤΑ ΟΛΑ» και μερικές βιντεοταινίες του Στάθη Ψάλτη.
Τα τελευταία χρόνια, αυτό το στίγμα των ’80s έχει αρχίσει να αλλάζει, κυρίως μάλιστα για όλους εμάς που δεν τα ζήσαμε ή που δεν έχουμε βιωματική σχέση μαζί τους. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι η αναβίωση των ’80s γίνεται με τελείως διαφορετικό τρόπο από όλο αυτό που ζήσαμε με την αναβίωση των ’90s. Στην περίπτωση των ’90s, αναζητούνταν όλες εκείνες οι κοινές αναφορές της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, τα πιο προφανή πράγματα. Κέντρο είναι η αναζήτηση του γνεψίματος του άλλου, ένα σημάδι ότι καταλαβαίνει αυτό που θυμήθηκες. Στην περίπτωση των ’80s τα πάμε στην άκρη όλα αυτά και αναζητούμε αυτό που κρύβεται πίσω από το προφανές. Αναζητούμε τα περιθωριακά στοιχεία, τα υγρά υπόγεια, τα παρατημένα μπαρ σε βιομηχανικές περιοχές, το ξεχασμένο φωτάκι μπροστά από μια άθλια γειτονιά με γεμάτους σκουπιδοτενεκέδες που μοιάζουν σαν να προσπαθούν να ξεράσουν ένα ψαροκόκαλο.
Επιστρέφοντας στο Stranger Things (βασικό κομμάτι όλης αυτής της αναβίωσης), δεν μπορώ να μην θυμηθώ την ευχαριστήρια ομιλία του David Harbour που έδωσε με λίγα λόγια όλη την εικόνα για το τι ήταν πράγματι το Stranger Things:
As we act in the continuing narrative of Stranger Things, we 1983 Midwesterners will repel bullies;
we will shelter freaks and outcasts, those who have no home; we will get past the lies, we will
hunt monsters. And when we are at a loss amidst the hypocrisy and the casual violence of certain
individuals and institutions, we will, as per Chief Jim Hopper, punch some people in the face when
they seek to destroy the weak, the disenfranchised and the marginalized!
Μέσα σε λίγες γραμμές, εκείνο που φαινόταν μια απλή αναπαράσταση, ένα παραμυθάκι για να περνάει η ώρα, νοηματοδοτήθηκε. Η ομάδα των outcasts, των φρικιών, των φυτών βρήκε τη δύναμη μέσα από την ένωσή της να αντιμετωπίσει τα τέρατά της. Η όλη πλοκή διαδραματίζεται σε δύο κόσμους: τον πραγματικό και τον αντίστροφο. Στον πρώτο, τα παιδιά πρέπει να αντιμετωπίσουν τους νταήδες, τα cool παιδιά, τους νορμάλ. Στον δεύτερο έχουν να αντιμετωπίσουν ένα πραγματικό τέρας από την αντίστροφη διάσταση. Με άλλα λόγια, έχουν να πολεμήσουν δύο ελίτ: εκείνη της σχολικής κοινότητας που αποτελείται από τους bullies και εκείνη της πραγματικής, της αμερικανικής κυβέρνησης. Και ύστερα ήρθε ο Trump, εκείνος που μοιραζόταν πια και τις δύο ιδιότητες.
Ο ίδιος ο τίτλος της σειράς κούμπωσε τέλεια. Στη μέση μιας χρονιάς που ήταν γεμάτη «παράξενα πράγματα» έσκασε ένας νοσταλγικός εφιάλτης να μας πετάξει έξω από την πραγματικότητά μας, αλλά να μας κρατήσει στον τρόπο που την επεξεργαζόμαστε. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που μοτίβα που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στα 80s μίλησαν για το παρόν. Χαρακτηριστικά μου έρχεται στο μυαλό το It follows (2013) του Ντέιβιντ Μίτσελ όπου το κλασικό 80s horror μοτίβο της απόμερης γειτονιάς εικονοποιήθηκε μέσα στο πληγωμένο και ερημωμένο από την καπιταλιστική κρίση Ντιτρόιτ.
H αναζήτηση της dark πλευράς των 80s έχει και αυτή εν μέρει την εξήγησή της. Πρόκειται για μια ιστορική αναδρομή, ένα στήσιμο ενός σκηνικού που αφορά την τελευταία δεκαετία πριν τις ουτοπίες της πτώσης του Τείχους και της λήξης του Ψυχρού Πολέμου. Στρέφουμε τα μάτια στην τελευταία δεκαετία συλλογικής αβεβαιότητας, σε μια γενιά που εικονοποίησε το μέλλον της τελείως απαισιόδοξα, στην τελευταία γενιά που κινήθηκε και έδρασε έχοντας πάντα στο μυαλό της ότι ο θάνατος από έμφραγμα λόγω κακής διατροφής δεν είναι η default κατάληξή της, ότι μπορεί κάπου κάποτε ένα συνδυασμός πραγμάτων να αφανίσει τον πλανήτη όπως τον ξέρουμε, ότι τέλος πάντων ο ήχος ενός πυραύλου V-2 δεν είναι και τόσο απίθανος ως ακουστική εμπειρία. H σκοτεινή πλευρά της δεκαετίας του ’90 δεν μας ταιριάζει πια ακριβώς γιατί εκείνη ήταν στραμμένη προς τον εαυτό. Τώρα πια τα παράξενα πράγματα γίνονται συλλογικό βίωμα, μια συλλογική υπόθεση εργασίας.
Δεν είναι βέβαια το Stranger Things που δημιούργησε όλη αυτή τη στροφή. Ήδη από το 2007, ο Kanye West έκανε hit βασιζόμενος στην ήδη υπάρχουσα εξ Ιαπωνίας λατρεία προς τη synthpop, ενώνοντας τη αισθητική και τους ήχους των Daft Punk με το επίσης δημιουργημένο στα ’80s anime Akira. Άρχισαν να κυκλοφορούν νέες synthpop δουλειές (καθόλου απαραίτητα από ’80s μπάντες), η απόφαση για remake των Ghostbusters, το Americans, το Drive. Πολλά πράγματα στέκονταν ως ζωντανές αποδείξεις της αναβίωσης των ’80s. Το Stranger Things και η εμπορική του επιτυχία ήρθε όμως να πλαισιώσει όλη αυτή την κινητικότητα ως συγκεκριμένη τάση στη μέση ενός πραγματικά παρά πολύ περίεργου καλοκαιριού, όπως ήταν αυτό του 2016.
Βλέποντας το τρέιλερ, ομολογώ ότι πλέον δηλώνω πλήρη άγνοια για το πού θα πάνε τα πράγματα στη δεύτερη σεζόν. Ομολογώ πάντως ότι η ευχαριστήρια ομιλία του Harbour μου πρόσφερε και μια νέα πλευρά για το τι ήταν τελικά το Stranger Things. Αυτό που αξιοποιούσα ως μια ανάγνωση του παρόντος με φόρμα του παρελθόντος απέκτησε και μια αισιόδοξη προβολή προς το μέλλον. Δεν ήταν ένα απλό happy end αυτό που είδαμε. Ήταν μια νίκη των outcasts απέναντι στα φαντάσματα που τους τυραννούν. Ήταν μια ήττα της απτής πραγματικότητας του ενηλίκου που ήρθε απότομα μετά το παιδικό επιτραπέζιο παιχνίδι. Λέγοντάς το με μια πρόταση: ήταν μια ήττα της ενηλικίωσης.
Eμείς, που βλέπουμε τον κόσμο περίπου όπως τα μικρά παιδιά βλέπουν τον κόσμο των ενηλίκων, περδεμένοι ανάμεσα σε δυνάμεις και συσχετισμούς που μας υπερβαίνουν τόσο πολύ ακόμα και για να τους κατανοήσουμε, νιώσαμε μια λύτρωση. Ο μικρόκοσμός μας, ο αποτελούμενος από ενδιαφέροντα, μουσικές και φανταστικούς χαρακτήρες κέρδισε έστω και δύσκολα το άγνωστο τέρας που κρύβεται ανάμεσα σε εταιρείες, κυβερνήσεις, μεταφυσικές δυνάμεις. Ούτως ή άλλως, για να κερδίσουμε τη μάχη του έξω κόσμου πρέπει κάπως να προσπαθήσουμε να τον ζωγραφίσουμε. Έστω και σαν μια μουντζούρα.
Social Links: