Στις 11 Νοεμβρίου του 1887, τέσσερεις ακτιβιστές και μέλη σωματείων, δημοσιογράφοι, εργάτες και σχολικοί δάσκαλοι, κρεμάστηκαν στο Chicago του Illinois. Πάνω στο ικρίωμα και αμέσως πριν την εκτέλεση της ποινής, ένας εξ αυτών, ο August Spies, δήλωσε φωναχτά: «Θα έρθει κάποτε ο καιρός που η σιωπή μας θα είναι πιο εκκωφαντική από τις φωνές που σήμερα καταπνίγετε κρεμώντας μας!». Στο πλαίσιο αυτού του γεγονότος, που έμεινε στην ιστορία ως το συμβάν της πλατείας Haymarket, περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι συμμετείχαν στην μετέπειτα νεκρώσιμη ακολουθία και είκοσι χιλιάδες μαζεύτηκαν γύρω από το νεκροταφείο. Τα όσα διαδραματίστηκαν έθεσαν σε κίνηση μηχανισμούς που κατέληξαν, μεταξύ άλλων, στην καθιέρωση της Πρωτομαγιάς ως τη διεθνή μέρα ενθύμησης των μαρτύρων του Σικάγο και του αγώνα τους για την οκτάωρη εργασία. Επίσης –και κυριότατα χάρη στις ενέργειες της Lucy Parsons, μιας εκ των ιδρυτών της Διεθνούς Εργατικής Ένωσης (International Working People’s Association ή IWPA, αλλιώς γνωστής ως Μαύρης Διεθνούς) το 1880, ακτιβίστριας στο συνδικαλιστικό κίνημα του Σικάγο στα 1880s-1920s, συνιδρύτριας της Παγκόσμιας Ένωσης Βιομηχανικών Εργατών (Industrial Workers of the World, IWW) το 1905 και χήρας ενός εκ των μαρτύρων του Haymarket, του Albert Parsons, με τον οποίο είχαν κοινή φλογερή πολιτική και κοινωνική δράση και ήταν ένα παροιμιωδώς αγαπημένο διαφυλετικό ζευγάρι– ο αναρχοσυνδικαλισμός στις ΗΠΑ εντάθηκε όσο ποτέ πριν.
Στις 19 Ιουνίου του 1918, περίπου έναν μήνα πριν γεννηθεί ο Nelson Mandela, ένα πλήθος πολλών χιλιάδων ανθρώπων μαζεύτηκε στην Πλατεία Εμπορίου του Johannesburg, στην Νότια Αφρική, στην σκιά των ορυχείων που περικύκλωναν την πόλη. Οργανωμένο από γηγενείς Αφρικανούς αλλά και λευκούς ριζοσπάστες, το πλήθος έφτασε στο όριο του ξεσπάσματος μιας γενικής απεργίας για την αύξηση του ημερήσιου μισθού κατά ένα σελίνι. Παρόλο που τελικά η απεργία ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή, πολλές χιλιάδες –κατά κύριο λόγο μαύροι– εργάτες ανθρακωρυχείων συγκρούστηκαν με τους –κατά κύριο λόγο λευκούς– οπλοφορούντες αστυνομικούς. Τα γεγονότα αυτά του 1918 έστρωσαν το έδαφος για τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις του 1922, στις οποίες ωστόσο συμμετείχαν κυρίως λευκοί ανθρακωρύχοι (τόσο λόγω της ακόμα πιο ενταμένης καταστολής των μαύρων μετά το 1918, όσο και γιατί υπήρχε ελλιπής οργάνωση των επιμέρους σωματείων και προσκόλληση σε μια ταξικώς θολή εικόνα του «white wage-earner»). Οι κινητοποιήσεις τελικά ήταν αποτυχημένες, με πάνω από 200 νεκρούς, διάλυση των περισσότερων σωματείων, υπαναχώρηση των εναπομεινασών οργανώσεων και τρόπον τινά θεσμοθέτηση της φυλετικής διαίρεσης λευκών και μαύρων εργατών. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον το πώς τα γεγονότα του 1918, παρά εκείνα του 1922, έγιναν το καλό αντιπαράδειγμα ταυτόχρονης διαφυλετικής και ταξικής συναδέλφωσης, σε σχετικές ζυμώσεις από το 1970 και μετά που μεταξύ άλλων οδήγησαν στο τέλος του Apartheid το 1991. Αλλά ακόμα και το 1922, ήταν κυρίως το Κομμουνιστικό Νοτιοαφρικανικό Κόμμα και οι αναρχοσυνδικαλιστές που ήταν ενάντια στον ρατσιστικό διαχωρισμό της ταξικής πάλης και προειδοποίησαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν και ένας από τους λόγους της πιθανής αποτυχίας των κινητοποιήσεων, όπως και έγινε.
To 1923, η Ιαπωνία βυθιζόταν στο χάος μετά τον καταστροφικό σεισμό στο Kantō. Η αυτοκρατορική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία, μέσα στον θρήνο και την αναζήτηση υπαιτίων και αποδιοπομπαίων τράγων, να εξάψει το εθνικιστικό αίσθημα κατά των Κορεατών που ζούσαν σε ιαπωνικό έδαφος (διαβλέποντας μια ευκαιρία να χτυπηθεί και το κορεάτικο κίνημα ανεξαρτητοποίησης), υποδαυλίζοντας τον φόβο «Κορεατών βανδάλων που θα εκμεταλλεύονταν το μετασεισμικό χάος». Γρήγορα όμως η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχό της –όχλος δολοφόνησε περίπου δέκα χιλιάδες Κορεάτες στο Tokyo και τη Yokohama, προσθέτοντας στον αριθμό των περίπου 142.000 νεκρών και αγνοουμένων λόγω του σεισμού. Κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος και, μέσα στην ταραχή, βρέθηκε η ευκαιρία για πολιτικές διώξεις εναντίον εκείνων «που θα εκμεταλλεύονταν το χάος για να ρίξουν τον αυτοκράτορά μας και να βοηθήσουν τους Κορεάτες». Η αστυνομία και ο αυτοκρατορικός στρατός απήγαγαν και δολοφόνησαν τον σοσιαλιστή Hirasawa Keishichi στα συμβάντα του Kameido, όπως επίσης έκαναν αργότερα στο Tokyo με την αναρχοφεμινίστρια ακτιβίστρια Noe Itō, τον αναρχοσυνδικαλιστή Sakae Ōsugi και έναν εξάχρονο συγγενή του τελευταίου. Οι τρεις τους ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου και τα πτώματά τους βρέθηκαν μετά από μερικές μέρες πεταμένα σε ένα πηγάδι, στο γεγονός που έγινε γνωστό ως η τραγωδία του Amakasu. Κατά τραγικό και ειρωνικό τρόπο, όντως αυτοί οι ριζοσπάστες πολιτικά και κοινωνικά άνθρωποι, μαζί με τους συμμάχους τους, εργάζονταν για την αποκαθήλωση του Taishō, αυτοκράτορα-πιονιού της στρατιωτικής ηγεσίας (αλλά και του αυτοκρατορικού θεσμού γενικότερα), βοηθώντας παράλληλα τους Κορεάτες στην δεινή κοινωνικά θέση που βρίσκονταν μετά την προσάρτηση της Κορέας στην Ιαπωνία.
Στις 18 Ιουλίου 1936, Ισπανοί στρατηγοί δημιούργησαν πραξικοπηματικά στρατιωτική κυβέρνηση. Στρατιώτες του νεοσύστατου καθεστώτος μπήκαν στην Βαρκελώνη, όπου βρήκαν τρομερή αντίσταση από εργάτες και εργάτριες που έφεραν όπλα, αναρχοσυνδικαλιστές και αναρχοσυνδικαλίστριες και γενικά μεγάλο πλήθος κόσμου. Οι στρατιώτες απωθήθηκαν και η Βαρκελώνη αποτέλεσε το λίκνο του μεγαλύτερου μέχρι στιγμής αναρχικού πειράματος στην Ιστορία (που ιδεολογικά προετοιμαζόταν για δεκαετίες), με συμμετοχή εκατομμυρίων ανθρώπων. Εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμης γης και χιλιάδες βιομηχανίες περιήλθαν αυτόνομα στα χέρια των εργατριών και εργατών. Κόντρα στην προπαγάνδα της εποχής και παρά τις αναπόφευκτες εσωτερικές εντάσεις, η περίπου εικοσάχρονη προπαρασκευαστική του 1936 περίοδος, αλλά κυρίως αυτή που ακολούθησε, ήταν στην Ισπανία εκρηκτική στο επίπεδο της επιστήμης και τεχνολογίας (Χημεία, Βιολογία, Ιατρική), αλλά και στα κοινωνικά θέματα (μεταξύ άλλων, θεσμοθέτηση του συμφώνου συμβίωσης σε αντίθεση με τον αυστηρό καθολικό γάμο, αποποινικοποίηση των αμβλώσεων, προστασία των ομοφυλόφιλων ανθρώπων και έξαρση του φεμινιστικού κινήματος). Δυστυχώς, το όλο οικοδόμημα κατέρρευσε με το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου το 1939, από τον οποίο βγήκε νικητής (και με τις πλάτες του Mussolini) ο στρατιωτικός δικτάτορας Francisco Franco, ξεκινώντας την 36χρονη, γεμάτη με εγκλήματα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περίπου 400.000 νεκρούς δικτατορία του.
Τον Οκτώβριο του 1968 και εν μέσω μιας γενικά ταραγμένης χρονιάς στο Μεξικό, 250.000 άνθρωποι, κυρίως σιδηροδρομικοί εργάτες, γιατροί, δάσκαλοι και φοιτητές, συγκεντρώθηκαν στην κεντρική πλατεία της Πόλης του Μεξικό, σε αντικυβερνητική διαμαρτυρία. Απευθυνόμενος στο πλήθος, ένας φλογερός ομιλητής επιτέθηκε στο κυβερνητικό έργο του Gustavo Díaz Ordaz και ανακαλώντας την μνήμη του θρυλικού Μεξικανού αναρχικού επαναστάτη Ricardo Flores Magón που πέθανε το 1922 σε μια φυλακή του Kansas, ρώτησε: «Ήταν ο Flores Magón ξεπουλημένος;» Ένα τέταρτο του εκατομμυρίου άνθρωποι, ταλαιπωρημένοι από τον αυταρχισμό, τις διώξεις και την παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων τους από τον Ordaz (με μοναδικό ουσιαστικά θετικό γεγονός στην θητεία του την συνυπογραφή της Συνθήκης του Tlatelolco, για την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων στην Λατινική Αμερική και την Καραϊβική) ανταπάντησαν «ΟΧΙ!». Αργότερα, ελικόπτερα και στρατιώτες επιτέθηκαν στο πλήθος, αφήνοντας εκατοντάδες νεκρούς.
Στις 30 Νοεμβρίου του 1999, εκατοντάδες χιλιάδες ακτιβιστές, αντιπρόσωποι ριζοσπαστικών φορέων και γενικά διαδηλωτές κατά της παγκοσμιοποίησης (και όχι μόνο, αφού συμμετείχαν μυριάδες αντικαπιταλιστικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές οργανώσεις) διέρρηξαν τη φαινομενική ηρεμία της αρχής του συνεδρίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Seattle των ΗΠΑ. Η ανθρωποθάλασσα οδήγησε στην ακύρωση των τελετών έναρξης και εκατομμύρια (τηλε)θεατές παγκοσμίως έγιναν μάρτυρες της συνεχούς και βίαιης κλιμάκωσης των επεισοδίων, που προήλθε από την παρέμβαση της αστυνομίας και δεν ξεκίνησε από τους διαδηλωτές, όπως ήταν η παραδοχή των ίδιων των ειδησεογραφικών πρακτορείων που λανθασμένα κυκλοφόρησαν την είδηση των «βίαιων διαδηλωτών» εξαρχής –η οποία, πάντως, ακόμα συνεχίζει να αναπαράγεται. Μέχρι το τέλος του «Ν30», είχε διακηρυχτεί πολιτειακή κατάσταση εκτάκτου ανάγκης· το επόμενο πρωί, το Seattle έμοιαζε αλλού με στρατόπεδο και αλλού με βομβαρδισμένο τοπίο.
Εσκεμμένα, ανάλογα γεγονότα μετά από το 2000 και μετά δεν θα αναφερθούν. Δεν είναι ότι δεν συνέβησαν –τουναντίον, η Ιστορία πυκνώνει όλο και περισσότερο. Αλλά μια και πιθανότατα ήταν μέσα στο lifetime των αναγνωστών και αναγνωστριών (αν δεν ήταν, απολογούμαι), πιστεύω ότι ο καθένας και η καθεμιά μπορεί να ψαχτεί ευκολότερα μέσα σε αυτό το υπέροχο πράγμα που λέγεται Internet, βάσει και του εκάστοτε κοινωνικού υποβάθρου, και να ενημερωθεί. Ωστόσο, τι εννοούμε όταν λέμε «ανάλογα» γεγονότα; Τι συνδέει τις ιστορικές φιγούρες που αναφέρθηκαν έως τώρα, τους αγώνες όλων αυτών των ανθρώπων και τα συμβάντα που έλαβαν χώρα σε όλες αυτές τις χώρες και ηπείρους; Αυτό που τα συνδέει είναι κάτι που προέκυψε από τις ζυμώσεις που ακολούθησαν το Τέταρτο Γενικό Συνέδριο της Πρώτης Διεθνούς στην Βασιλεία της Ελβετίας, στις 6-12 Σεπτεμβρίου του 1869. Ανάμεσα στους εβδομήντα πέντε αντιπροσώπους από την Αυστρία, το Βέλγιο, την (τότε) Μ. Βρετανία, την Γερμανία, την Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και τις ΗΠΑ, ήταν και αυτός ο τύπος. Το αποτέλεσμα των ζυμώσεων αυτών, αυτό το συνδετικό «κάτι» που σχηματοποιήθηκε εντελώς μετά την διάλυση της Πρώτης Διεθνούς το 1872, ήταν αυτό για το οποίο θα ήθελα να κάνω εδώ μια αποκάλυψη, αλλά αναπόφευκτα έριξα άπειρα spoilers μέχρι τώρα: το γενικευμένο αναρχικό κίνημα και αυτό που από τους σύγχρονες μελετητές ορίζεται ως η ευρεία αναρχική παράδοση.
Σε μια σειρά (συχνών, ελπίζω) κειμένων στη φιλόξενη πλατφόρμα του Σκρα-punk, θα ξεδιπλωθούν σκέψεις και θέσεις για τον αναρχισμό: την ιστορία, την φιλοσοφία, την εξέλιξη, τις παραφυάδες, τις προσωπικότητες, τις τάσεις, ακόμα και τα παρατράγουδά του.
Είναι προφανές ότι στην πλειάδα των πολιτικοκοινωνικών τάσεων μέσα στο ευρύ αναρχικό κίνημα, έχει ο καθένας, όπως κι εγώ, συμπάθειες και αντιπάθειες. Αυτό, με έναν παράδοξο τρόπο, δυσκολεύει και διευκολύνει ταυτόχρονα την μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν τα διάφορα κινήματα (μεταξύ αυτών και το αναρχικό) που έχουν στο επίκεντρο διάφορες εκφάνσεις του ανθρώπου και του περιβάλλοντος: τη διαθεματικότητα. Ωστόσο, μπορεί να ειπωθεί το εξής: αυτό που βασικά χτυπάει ο αναρχισμός είναι ο εξανδραποδισμός που προκύπτει από τις σχέσεις εξουσίας, όπως επίσης και τις ίδιες τις σχέσεις αυτές, που μπορούν να υπάρχουν (και υπάρχουν) ακόμα και σε θεωρητικά αταξικές, κομμουνιστικές, σοσιαλιστικές ή κεϊνσιανιστικές κοινωνίες και που υπάρχουν σίγουρα σε κάθε μία καπιταλιστική, απολυταρχική ή φονταμενταλιστική κοινωνία. Είναι λανθασμένη και παρωχημένη πλέον η αντίληψη ότι ο αναρχισμός εξαντλείται σε αυτό από το οποίο, ιστορικά, έχει πάρει το όνομά του: στο να είναι κατά της «αρχής», όπου η αρχή εδώ έχει μόνο το νόημα της κρατικής εξουσίας. Η γενίκευση των σχέσεων εξανδραποδισμού –όχι μόνο στο επίπεδο το ταξικό, των οικονομικών σχέσεων και της κυριότητας των μέσων παραγωγής, αλλά και σε επίπεδο φυλής, γενετήσιου και κοινωνικού φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, κοινωνικής τοποθέτησης, παιδείας, εκπαίδευσης, διαφορετικότητας και γενικά όλων των εκφάνσεων μιας ανθρώπινης ζωής– που βρήκε πρόσφορο έδαφος στον αναρχισμό, επέτρεψε τη συμπερίληψη και υπερσύνδεση κινημάτων που δεν ασχολούνται με το ίδιο πράγμα (και που δεν εξελίσσονται απαραίτητα μέσα σε αποκλειστικά αναρχικά όρια, αλλά παράλληλα ή ακόμα και πέρα από αυτά, όπως ο φεμινισμός και η κοινωνική οικολογία), αλλά που διαθεματικά έχουν στον πυρήνα τους την προσπάθεια εξάλειψης του εξανδραποδισμού στα συγκεκριμένα και ειδικότερα ανά περίπτωση πλαίσια.
Ένα τέτοιο project είναι δύσκολο και, οπωσδήποτε, θα έχει λάθη και παραλείψεις. Ωστόσο, ό,τι γραφτεί εδώ θα διέπεται από πλήρη ειλικρίνεια και θα είναι προϊόν τόσο μιας όσο το δυνατόν ευρύτερης μελέτης, όσο και των προσωπικών εμπειριών του γράφοντος. Συμβάσεις και απλουστεύσεις θα υπάρχουν αναγκαστικά (όπως π.χ. σε μεταφράσεις όρων στα ελληνικά), αλλά θα γίνουν και αυτές με τις καλύτερες των προθέσεων. Οποιαδήποτε σχόλια για λάθη, παραλείψεις και βελτίωση των γραφομένων θα είναι όχι απλά ευπρόσδεκτα, αλλά και επιτακτικά, εφόσον θέλουμε πραγματικά να τρέξει το πράγμα. Εύχομαι πραγματικά να γίνει capitalizing (οξύμωρη χρήση της λέξης) αυτής της προσπάθειας και, ακόμα περισσότερο, θα χαρώ αν κάποια ή κάποιος μου βάλει τα γυαλιά (φοράω ήδη, αλλά είμαι πρόθυμος να τα βγάλω για να μου τα ξαναφορέσετε) και μάθω κι εγώ κάτι.
Αυτά για την ώρα. Καλώς ήλθατε στην Ηλεκτρονική Κολεκτίβα.
Social Links: