Στην εποχή όπου η αναβίωση και η αναστήλωση των franchise ταινιών έχει την τιμητική της, σίγουρα το Star Wars Universe δεν θα έμενε ανεπηρέαστο. Φυσικά, το franchise της Lucas Film…

Ούτε Solo, ούτε Star Wars Story.

Στην εποχή όπου η αναβίωση και η αναστήλωση των franchise ταινιών έχει την τιμητική της, σίγουρα το Star Wars Universe δεν θα έμενε ανεπηρέαστο. Φυσικά, το franchise της Lucas Film υπήρξε μια αναπόφευκτη πολιτισμική επιρροή, εδώ και αρκετό καιρό, αλλά την τελευταία δεκαετία, το Star Wars εμφανίστηκε ως θέμα παντού, είτε πρόκειται για βιντεοπαιχνίδια, είτε για βιβλία, είτε για πολλές τηλεοπτικές σειρές. Μια ταινία Star Wars ήταν κάποτε γεγονός, τώρα είναι απλώς μια αναμενόμενη ταινία μέσα στον χρόνο και το κοινό λογικό είναι να αρχίσει να νιώθει κόπωση.

Το Solo: A Star Wars Story βγήκε σε λιγότερο από έξι μήνες μετά το The Last Jedi και είναι η τέταρτη ταινία Star Wars σε λίγα χρόνια, μετά από μία δεκαετή αναμονή πριν το The Force Awakens. Η καινοτομία και η καλή θέληση, που βοήθησαν σ’ ένα βαθμό το Force Awakens και το spinoff Rogue One, εδώ φαίνεται πως δεν είχαν το ανάλογο αποτέλεσμα.

Προφανώς, δεν υπάρχει όρεξη για μια νέα ταινία τόσο σύντομα, ιδιαίτερα, δεδομένης της δημογραφικής σύνθεσης των οπαδών του franchise. Σε αντίθεση, βέβαια,  με το ακροατήριο του Marvel Cinematic Universe, που επιδοκιμάζει στον ίδιο βαθμό τρεις ή τέσσερις σχεδόν πανομοιότυπες ταινίες κάθε χρόνο. Γι’ αυτούς, το Solo δεν είναι ένα γεγονός και με αυτή την έννοια η θέση της ταινίας είναι αμήχανη. Το Solo, είναι ένα αρκετά δειλό βήμα του saga για να προσηλώσει ακόμα και το νεότερο κοινό του, το οποίο ακολούθησε online την χαοτική προώθηση του και η προβολή θα μπορούσε να θεωρηθεί υπερβολή από τους μεγαλύτερους και παλαιότερους οπαδούς.

Το Solo, είναι ένα prequel και εστιάζει σε πράγματα που ήδη γνωρίζαμε. Ο Han Solo μεγάλωσε στην Corellia, αλλά έγινε λαθρέμπορος και κακοποιός. Απέκτησε το όνομα του από τον συνειρμό πως είναι μόνος του στην ζωή. Συναντήθηκε με τον Chewbacca όταν ο δεύτερος ήταν σκλάβος. Κέρδισε το Millennium Falcon στα χαρτιά από τον -κατά κάποιο τρόπο- φίλο του, Lando Calrissian. Του αρέσουν τα χρήματα, τα σκάφη και ο εαυτός του, αλλά κάνει και το σωστό καμιά φορά εκεί που πρέπει.

Ο σκοπός της ταινίας, υποτίθεται πως, ήταν να δώσει κάποια σημαντικά στοιχεία για το background ενός από τους σημαντικότερους ήρωες του γαλαξία. Αντ’ αυτού, περνάει τελείως επιφανειακά και πρόχειρα δύο ώρες, πάνω απ’ όλα αυτά, χωρίς να αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε ή βλέπουμε τον χαρακτήρα. Μαθαίνει από τα λάθη που περιμένουμε να κάνει και γίνεται το πρόσωπο που έχουμε συναντήσει, ήδη, σε άλλες ταινίες. Δεν υπάρχει κανένα μυστήριο για το, πώς τα γεγονότα αυτά συνδέονται μεταξύ τους, κανένας αιφνιδιασμός, καμία αγωνία και καμία συγκίνηση.

Ίσως όλα αυτά να οφείλονται και στις αναταραχές που είχαν δημιουργηθεί ήδη πριν κυκλοφορήσει η ταινία. Ήταν γνωστό ότι οι δύο αρχικοί δημιουργοί, Phil Lord και Chris Miller, είχαν εγκαταλείψει τις καρέκλες τους και ο Ron Howard ανέλαβε μετά από έξι μήνες γυρισμάτων. Επίσης, η Lucas Film είχε προσλάβει ειδικό coach για να βελτιώσει την ερμηνεία του Alden Ehrenreich, λίγο πριν τελειώσουν τα γυρίσματα της ταινίας.

Παρόλα αυτά, η ερμηνεία του παραμένει από τα μεγαλύτερα φάουλ της ταινίας. Ο, κατά τ’ άλλα, καταξιωμένος ζεν πρεμιέ, εδώ μοιάζει με έναν ώριμο στην ηλικία Han Solo που παλιμπαιδίζει. Όσο ευχή και κατάρα ήταν το να πρέπει να υποδυθεί έναν τόσο εμβληματικό ρόλο, άλλο τόσο ήταν η ευκαιρία να δώσει σε αυτόν τον ρόλο μια άλλη υπόσταση. Σίγουρα, δεν θα μπορούσε να χτίσει τον χαρακτήρα σε όλο το εύρος του, όπως π.χ. ο Mark Hamill, που ήταν το ίδιο πρόσωπο, αλλά θα μπορούσε να αυτοσχεδιάσει, όπως πχ ο μικρός Luke, και όχι να μιμείται.

Εδώ, τίθεται και το ερώτημα για τις ερμηνείες τον συμπρωταγωνιστών. Η Emilia Clarke, ως Qi’ra είναι πολύ κοντά στο να πάρει το βραβείο της πιο μπερδεμένης  πρωταγωνίστριας της παγκόσμιας σκηνής (μετά την Kirsten Dunst). Από την μία, όλη της η παρουσία χαρακτηρίζεται στην καλύτερη γκρίζα και ουδέτερη με πολύ προβλέψιμες κινήσεις, και, από την άλλη, προσφέρει ίσως την πιο ευχάριστη και ανεπιτήδευτη callback σκηνή στο πέρας δύο ωρών, όταν χρησιμοποιεί την πολεμική τέχνη Teras Kasi. Τώρα, αν υπάρχει η πεποίθηση πως ο Donald Glover, υποδυόμενος τον Lando Calrissian, ήταν η τελευταία σανίδα σωτηρίας της ιστορίας, μπορεί να γίνει βεβαιότητα. Ο πιο ταλαντούχος μάλλον καλλιτέχνης της εποχής, επισφραγίζει αυτόν τον χαρακτηρισμό ακόμα και μέσα στα πέντε συνολικά λεπτά που εμφανίζεται στην ταινία, δίνοντας την κατάλληλη -και δική του- νότα χιούμορ και υπεροψίας που χρειαζόταν ο τότε Lando.

Πέρα απ’ αυτά, θα ήταν σχεδόν εκτός σύμπαντος μια -παραλίγο- ταινία Star Wars, να μην έχει και άλλα αξιοσημείωτα στοιχεία. Αδιαμφισβήτητα, η πιο σημαντική ιστορία που αφηγείται το Solo, είναι για την ζωή των Wookiees. Για την αιχμαλωσία τους και για το πόσο πολύ ονειρεύονταν την ελευθερία και θεωρούσαν το κάθε πλάσμα της «φυλής» τους οικογένεια. Επίσης αδιαμφισβήτητα, το πιο ενδιαφέρον κομμάτι στην πλοκή, είναι ότι ο Darth Maul είναι ζωντανός και ελέγχει ένα μαζικό εγκληματικό συνδικάτο. Πράγμα το οποίο και πάλι έχει λάθος στρατηγική μάρκετινγκ, μιας και δεν υπάρχει κανένα άλλο hint για αυτή του την εμφάνιση στην συνέχεια της ιστορίας και ακόμα και η αναφορά του ονόματος του αποτελεί spoiler. Για την ισορροπία του πράγματος, θα ήταν αδικία να μην σημειωθεί η μόνη ίσως καλή σκηνή για την ιστορία του Han Solo στην ταινία. Ο λόγος φυσικά για το Kessel Run, στο οποίο δεν έκανε και κάτι ακατόρθωτο, αλλά σίγουρα εφάρμοσε τις δεξιότητες του με τέτοιο τρόπο ώστε οι ακροατές να πειστούν γιατί αργότερα θα τον προσλάβει ο Obi-Wan.

Το Solo, μπορεί να εμπεριέχει στον τίτλο του το “A Star Wars Story”, αυτό όμως δεν φτάνει ούτε για να σταθεί μόνο του, ούτε για να αποτελέσει αντάξιο side story του Rogue One, ούτε καν για να θεωρηθεί κάτι παραπάνω από ακόμα μία περιπέτεια του Han Solo. Αυτή την διαφορά φαίνεται πως βρήκαν και οι φανς του Star Wars Universe και γι’ αυτό οι προβολές της ταινίας ήταν πολύ λιγότερες από τις προβλεπόμενες. Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι το κοινό δεν ενδιαφέρεται πια για ερωτήσεις στις οποίες ήδη γνωρίζει την απάντηση.

Μια νέα ταινία Star Wars κατέχει από καιρό μια συγκεκριμένη μαγεία, λες και ο γαλαξίας, που είναι πολύ, πολύ, μακριά, είναι το τελευταίο μέρος που διατηρεί την λάμψη του καθαρού, φιλτραρισμένου κινηματογράφου. Με το Solo, αυτή η λάμψη αρχίζει να γίνεται πιο αόρατη και από στόχο στα μάτια Stormtrooper.