Ο τερματοφύλακας πάντα μπορεί να ρίξει το φταίξιμο στους αμυντικούς του. Οι αμυντικοί δεν έχουν κανέναν άλλο να κατηγορήσουν για τις γκέλες τους. Είναι μόνοι τους απέναντι στον αντίπαλο. Και η αξία τους εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το πόσο καλά θα τον ανακόψουν –ούτε από το πόσο καλή ήταν η σέντρα, ούτε από το τι έκανε ο πιο μπροστά. Μπαλίτσα 101.
Γι’ αυτό ακριβώς και το βλέμμα του αμυντικού είναι διαφορετικό απ’ αυτό των άλλων θέσεων. Ο αμυντικός δεν κοιτά το τέρμα όπως ο κυνηγός, ούτε κοιτά τους χώρους όπως ο μέσος. Κοιτάζει τον αντίπαλο, τον Άλλο, τον μελετά και αντανακλάται σ’ αυτόν. Όπως εύστοχα επεσήμανε ο μεγάλος Κεσούκε Μιγιάκι, για να γίνεις καλός αμυντικός πρέπει πρώτα να γίνεις ο Άλλος.
Είναι συνεπώς το βλέμμα του αμυντικού ένα προνομιακό πεδίο διαπραγμάτευσης της έννοιας της ταυτότητας, ιδίως όπως αυτή διαμορφώνεται δυναμικά μέσα από το διαρκή μηχανισμό της αναγνώρισης.
Ιδού λοιπόν τα τρία βλέμματα, οι τρεις διαφορετικοί δρόμοι προς τηνΑναγνώριση, όπως αυτοί πρόσφατα ξεδιπλώθηκαν στην άμυνα της Μεγαλύτερης Ομάδας της Ελλάδας. Τι πιο νόστιμο και υγιεινό;
1. Το βλέμμα Καρεμπέ: Εγώ και ο Κόσμος
Τον προπάππου του Καρεμπέ τον πήρανε οι Γάλλοι από την ΝέαΚαληδονία μαζί με άλλους 99 νησιώτες για τον εκθέσουν στο Παρίσι ως «Κανίβαλο». Στη συνέχεια οι Γάλλοι, σ’ ένα από τα μεγαλύτερα ντηλ του 19ου αιώνα, έδωσαν τους Νεοκαληδόνιους στους Γερμανούς με αντάλλαγμα άλλα ενδιαφέροντα εκθέματα: κάτι κροκόδειλους (true story).
Ο δισέγγονος Καρεμπέ, από την άλλη, εξετέθη στο κοινό αλλιώς: παίζοντας μπάλα στα γήπεδα του κόσμου. Δεν χρειάζεται να έχει κανείς διδακτορικό στην ψυχολογία για να καταλάβει το γιατί, ας πούμε, ο Καρεμπέ αρνήθηκε να τραγουδήσει τη Μασσαλιώτιδα πριν από τους αγώνες της Εθνικής Γαλλίας ή το από πού πηγάζει ο αυθεντικός του κοσμοπολιτισμός ή –στο πιο βαθύ– το πώς επέλεξε, και γιατί ταίριαζε όσο ταίριαξε με την Σκλεναρίκοβα.
Η αναφορά του είναι ολόκληρος ο πλανήτης. Το βλέμμα του, όπως το βλέμμα του πρόσφυγα Ωνάση, υπογραμμίζει την απαίτηση της αναγνώρισης. Εδώ είμαι κερατάδες, γονατίστε μπροστά μου.
2. Το βλέμμα Μελμπεργκ: Εγώ μόνος μου
Το να ζητήσεις να φύγεις από τον Ολυμπιακό όταν ο Ολυμπιακός θέλει να σε κρατήσει, είναι μια ακατανόητη απόφαση. Ίσως όμως όχι και τόσο ακατανόητη αν μιλάμε για τον Όλαφ Μέλμπεργκ.
Σαν τον κεντρικό ήρωα στην Ευλογία της Γης του Χάμσουν, σαν Βαράγγος μισθοφόρος στην Πόλη, σαν τον στερεοτυπικό Βόρειο όπως τον ορεγόταν ο Νίτσε, ο Μέλμπεργκ δεν δίνει αναφορά σε κανέναν. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να κάνει καλά αυτό που πρέπει να κάνει.
Το βλέμμα του Μέλμπεργκ δεν απαιτεί την αναγνώριση. Τη θεωρεί δεδομένη και γι’ αυτό του είναι αδιάφορη. Είναι το βλέμμα του ανθρώπου που πριν έρθει στον Πειραιά πέρασε ένα χρόνο διαλογιζόμενος σε μια καλύβα λίγο πιο κάτω από την Αρκτική, επιβιώνοντας με βατόμουρα και θηράματα (not so true story).
Γι’ αυτό και έφυγε από τον Ολυμπιακό. Γιατί την αγάπη του απανταχού Γαύρου, αυτό το σπανιότατο Γκράαλ που λίγοι έχουν στη ζωή τους την ευκαιρία να αντικρύσουν, την έχει πια μέσα του. Θα την θυμάται με αδιόρατη συγκίνηση τα κρύα βράδια μπροστά στην πυροστιά.
3. Το βλέμμα Αβραάμ: Εγώ και οι δικοί μου
Ο Αβραάμ Παπαδόπουλος γεννήθηκε στο μεγαλύτερο ελληνικό χωριό: την Μελβούρνη. Έτσι, το βλέμμα του είναι το κλασικό βλέμμα της τιμημένης επαρχίας, πλάγιο και πονηρό. Είναι το βλέμμα του ατσίδα, του ανθρώπου που ξέρει μεν καλά τη θέση του στην κοινότητα, και ταυτόχρονα διαρκώς διαπραγματεύεται την αναβάθμισή του. Βλέμμα δαιμονικό με την αρχική σημασία του όρου – αυτή του ενδιάμεσου, ρευστού και απροσδιόριστου χώρου ανάμεσα σε δύο δεδομένες καταστάσεις.
Ο Παπαδόπουλος θα κρατήσει την άμυνα μόνος του, όταν η ομάδα παίζει με 9. Θα κόψει τον αντίπαλο by any means necessary. Και μετά από κάθε φάση, θα γυρίσει να κοιτάξει την εξέδρα και τον πάγκο.
Το βλέμμα του Παπαδόπουλου αναφέρεται στους δικούς του. Είναι το βλέμμα του κοινοτιστή, το βλέμμα που διαρκώς ρωτά «ρε ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», αγωνιώντας κατά βάθος να επιβεβαιώσει ότι ο Άλλος όντως τον ξέρει.
Επίμετρο
Σε ποια άλλη ελληνική ομάδα πλην του Ολυμπιακού Σ.Φ. Πειραιώς θα μπορούσαν να συνυπάρξουν αυτά τα τρία βλέμματα, αυτές οι τρεις εντελώς διαφορετικές στάσεις απέναντι στην αναγνώριση; Σας αφήνω να δώσετε την προφανή απάντηση μόνοι σας απέναντι στο κείμενο.
Social Links: