Αντί προλόγου, να επισημάνω ότι στην ανασκόπηση που θα ακολουθήσει δεν θα ανατρέξω στο google ή σε τεύχη του περιοδικού «Τρίποντο», για να εξακριβώσω χρονολογίες και σωστές συνθέσεις. Θα είναι μία αφήγηση με τα γεγονότα και τα πρόσωπα όπως τα θυμάμαι, όπως θα την έκανε ένας παππούς με το αλτσχάιμερ να καραδοκεί στο καφενείο.
Μεγάλωσα στην οδό Αμισσού στην άνω Νέα Σμύρνη. Ο Σταύρος που έμενε από πάνω στον δεύτερο όροφο είχε καταφέρει να με κάνει γάβρο. Τότε ο Κόκκαλης είχε φέρει τον Ζάρκο Πάσπαλι και τον Ιωαννίδη και πήγαινε να σπάσει το δίπολο Άρη-Πάοκ. Κατα τ’άλλα, δίπλα στο σπίτι, στον πρώτο παράλληλο στην οδό Αρτάκης ήταν το «Κολυμβητήριο» όπως το λέγανε στη γειτονιά, αλλά βασικά εκεί βρίσκονταν το κλειστό του Πανιωνίου στο μπάσκετ και τα ανοιχτά γηπεδάκια όπου όλοι ταλαιπωρούσαμε την πορτοκαλί μπαλίτσα. Το αυτό, είχε συμπέσει με την καταπληκτική πορεία του ΣΤ3 και την άδικη ήττα μας από το ΣΤ2 στον τελικό του πρωταθλήματος μπάσκετ του Χρυσοστομου Σμύρνης.
(Σημείωση 1: Όποιος έχει κάποιο από αυτά τα ματς επειδή είχε μερακλή πατέρα με βιντεοκάμερα εκεί γύρω, πληρώνω όσο όσο. Θα είναι πολύ πιο γελοίο απ’οτι το έχω ξαναδεί στον ύπνο μου άπειρες φορές από τότε, αλλά και πάλι το θέλω)
Ο Ολυμπιακός παρά την dream team αυτοκτονεί στο Τελ-Αβίβ, οι αφίσες του Τάρλατς και του Σιγάλα σκίζονται με δάκρυα και οργή, έχει μεσολαβήσει και το σκηνικό με το Μπόμπαν στους ημιτελικούς με τον Παναθηναϊκό και η ομαδάρα με Τέρνερ, Στόουκς, Γιαννάκη, Φάνη, δεν ήθελε και πολύ, αλλάζω ομάδα. Η Τρίτη μου και οριστική θα ήταν -και θα είναι- ο Πανιώνιος.
(Σημείωση 2: Πολύ πριν τον Ηλία Ψινάκη, τον Αχιλλέα Μπέο και τον Μάριο Μπρέσκα, κάπου στο 1989 δήλωνα Ολυμπιακός Βόλου, έχοντας μάλλον στα γονίδια μου την ανάγκη για ποζεροεναλλακτική έκφραση)
Τέλος πρώτης γυμνασίου, ο Πανιώνιος του Ίβκοβιτς με την ιστορική ομάδα του Ντίνκινς, του Ζάρκο, του Φάνη, του Καράγκουτη, του Δρελιώζη, του ακατανόμαστου με το σγουρό μαλλί που μετά τον πήρε ο Ομπράντοβιτς, του τίμιου ξυλοκόπου Ηλία Τσόπη, του Ντούσαν Γέλιτς και φυσικά του νυν υπουργού προστασίας του ξύλου, κάνει το break στον μικρό τελικό (τότε που ο θεσμός του είχε νόημα) και κερδίζει τον Πάοκ πηγαίνοντας για πρώτη φορά Ευρωλίγκα. Παρ’ολο που είχα μόλις αντιληφθεί οτι το βρωμογαλλάκι που φιλοξενούσα τότε στις ανταλλαγές μαθητών μου είχε κλέψει την κασέτα NBA Jam του Gameboy, πανηγύρισα πρώτη φορά σαν τρελός. (Γιατί όπως έχω ξαναπεί, στο κύπελλο του ’91 –πάλι με τον Πάοκ- με Χριστοδούλου x2, Γάσπαρη, Τζον Χάτσον, Τζον Μπρούγος είχα να πιω το γάλα μου)
[Α ναι στην αρχή στο βιντεάκι είναι ο νυν δήμαρχος Βόλου που πασχίζει να αγκαλιάσει τον Φάνη, λίγο πιο μετά ο Κικίλιας και περνάει για λίγο ο Γιώργος Λαμπράκος, δωδέκατος παίχτης της τότε ομάδας, που τον είδα φέτος στη «Γευσιγνωσία» στην Τεχνόπολη στο Γκάζι να δουλεύει σε μία βιοτεχνία αλλαντικών.
Έπειτα, ακολουθεί η εφηβεία. Δε θα ξεχάσω ποτέ τα επεισόδια ανά τακτά χρονικά διαστήματα: Σε εκείνο το τουρνουά του Βαρίκα, που στο φιλικό με το Περιστέρι έγινε κλωτσοπατινάδα Γκούροβιτς-Γέλιτς. Το άλλο με τον Πάοκ όπου η μανούρα άρχισε μεταξύ Καράγκουτη και Γιαννούλη και μετά γενικεύθηκε.
(Σημείωση 3: O Γιάννης Γιαννούλης έρχεται ακόμα στο κλειστό για να παρακολουθήσει ματσάκια, συχνά με τη σύζυγο του Μιρέλα Μανιάνι. Η οποία χώρισε τον κατηγορία φτερού Γιώργο Τζελίλη για τον Μπατίστα και μετά για τον Γιαννούλη. Λογικά, ο επόμενος γκόμενος της θα είναι ο Hulk, όχι ο Βραζιλιάνος επιθετικός, ο άλλος).
Ή μήπως εκείνο με την Άεκ που μηδενιστήκαμε, παραλίγο να υποβιβαστούμε, το γήπεδο εκκενώθηκε κι εγώ επειδή ήμουνα κοντό στο γυμνάσιο, χώθηκα πίσω από κάτι καρέκλες για να δω το τέλος του αγώνα. Και πλέον ως ώριμος ενήλικας μπορώ να δω καθαρά ότι πάντα φταίει ο Βορεάδης.
Δείτε το 2.46, δεν βάζω τα βιντεάκια για μένα, εγώ τα ξέρω.
Το γεμάτο κλειστό καμίνι – γήπεδο μπάσκετ έχει την καλύτερη ατμόσφαιρα της ζωής μου. Σε αυτό νιώθω σαν στο σπίτι μου. Σε αυτό ένιωσα την πώρωση του να ξεκινάς σύνθημα –άντε και στις καταλήψεις επί Γιαννάκου-. Εκεί πήγα πρώτο ραντεβού με την Ντέπυ το 2004 σε αγώνα με τον Απόλλωνα και στην κρίσιμη φάση που ο Διαμαντόπουλος κάνει κλέψιμο και κάρφωμα συν μία, έρχεται στο κάγκελο κάτω από τη μπασκέτα, κάνουμε με το Γιώργη high five, γυρνάω και της το σκάω. Γιατί το πρώτο φιλί θέλει χαρά και αυτοπεποίθηση, αν πας μίζερα και χεσμένος θα πάει όλη η σχέση στράφι.
Γιώργος Διαμαντόπουλος, έχω να πω πολλά γι αυτόν. Ειδικά εκεινη η χρονια που ηταν στην περιφερεια μαζι με Παπαλουκά, Ζντοβτς ήταν αξέχαστη. Ένας παιχταράς που τρέλαινε ολο το κλειστό με τις φαντεζί ενέργειες του. Δε θα ξεχάσω ποτέ επίσης τη χρονιά που έφυγε για να πάει στον Ολυμπιακό, νομίζω επί Σούμποτιτς. Τότε ο Κόκκαλης προσπάθησε να σπάσει την αυτοκρατορία του μπασκετικού Πάο εν τη γενέσει της και πήρε και Λιαδέλη και Διαμαντόπουλο. Το Δεκέμβρη πήγα στον αγώνα Πανιωνίου – Ολυμπιακού. Στο πρώτο δεκάλεπτο το σκορ ηταν υπέρ μας 30-12 και όλο το κλειστό φώναζε εν χορώ ”ΦΥΓΕ ΑΠ ΤΟ ΜΠΟΥΡΔΕΛΟ ΔΙΑΜΑΝΤΟ-ΠΟΥΛΕ”. Έτσι κι έγινε, το Γενάρη ηταν πίσω σε μας. Σημαία και ποζεράς και κάγκουρας, κάνοντας τατού Πάνθηρα στη γάμπα. Και ο παίχτης που μιμούμαι κι εγώ ίσως και ασυνείδητα πλέον στο παίξιμο μου: Άμυνα με τα μάτια και όχι με τα πόδια, μπούκα και είτε μπομπίτα είτε ένα δύο και επαφή για να πάρω έστω το φάουλ ή και να γκρεμίσω τον αντίπαλο ψηλό με τα 85 πλέον κιλά σωματικού μου βάρους. Αλλά αρκετά μίλησα, ας μιλήσει το οπτικοακουστικό υλικό. Εδώ, ο Διαμαντόπουλος στα τελειώματα του ως παίχτης, στο πρωτάθλημα Κύπρου κάνει μαγικά κατά των Φασιστών του Αποέλ.
‘04-05 μεταβατική χρονιά με Διαμαντόπουλο, Περπέρογλου και Νίκο Οικονόμου που βγαίνει πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος μετά από κακές χρονιές στον Ολυμπιακό και τη Μπάρτσα. Αφήνει μαλλούρα, χωρίζει με τη Δρούζα και τα φτιάχνει με Όλγα Λαφαζάνη, η οποία έκανε καριέρα τότε στη μεσημεριανή εκπομπή του Magic Πειραιά μαζί με την Ισαβέλλα Κούτση. Τις προάλλες τις είδα Γλυφάδα στην καφετέρια δίπλα στο Παιδοδοντιατρείο μου, μαζί με τους συζύγους τους Νίκο Οικονόμου και Βαγγέλη Σκλάβο που είναι πλέον μπατζανάκια. Τις αγνόησα -και καλά- και ως μπασκετικός Πανιώνιος έδωσα καρτούλες στους πατεράδες να φέρουν τα παιδιά στον ειδικό, ο Σκλάβος σοκαρίστηκε, σου λέει με θυμάται κάποιος εκτός απ’την Ισαβέλλα και τη μάνα μου?
(Σημείωση 4: Η Όλγα δεν έχει συγγένεια με τον συμπαθή πολιτικό του Σύριζα)
Η επόμενη χρονιά είναι η πρώτη στο Ελληνικό. Τεράστιο γήπεδο μα και κρύο. Όχι μόνο μεταφορικά, δεν περίσσευαν λεφτά για θέρμανση. Ο Διαμαντόπουλος έχει φύγει, ο Σάββας Ηλιάδης έχει έρθει. Καταπληκτικό δυάρι, δεν τον απασχόλησε βέβαια ποτέ ιδιαίτερα να κάνει καριέρα, προτιμούσε να πηγαίνει στο Χαριλάου, να βλέπει τον Κόκε και τον Χαβίτο και να κάνει άσεμνες χειρονομίες στους οπαδούς του Πάοκ.
Παρότι φανατικός Αρειανός πάντως, την καλύτερη του εμφάνιση με την κυανέρυθρη φανέλα την έκανε σε εκείνο το παιχνίδι του ULEB Cup στο Αλεξάνδρειο με τις παρατάσεις το 2006, όπου ήταν συγκινητικός.
Η ρεβάνς ήρθε ένα χρόνο μετά στο Ελληνικό, όπου έμαθα ότι ο Δημήτρης Χατζηγεωργίου έχει δίκιο στο ότι ο αγώνας λήγει στο 40’ και ότι ο Συρίγος έπεφτε πάντα έξω: Μικρός τελικός play-off, δύο λεπτά πριν το τέλος, χάνουμε 8 πόντους και φεύγω μπαϊλντισμένος προς την έξοδο. Εκεί με προλαβαίνουν 4 εύστοχα τρίποντα του Αρσλάν και του Περπέρογλου, παράταση, νίκη.
Και μετά έρχεται η επιτομή της μπασκετικής τιμιότητας, ο Γιάννης ο Καλαμπόκης. Που παίρνει μεταγραφή από το Παλαιό Φάληρο μετά τα 25, ενώ δεν έχει πια μαλλιά. Που πάει στον Ολυμπιακό και στην Άεκ και στον Πάοκ και δεν κάνει κάτι και έρχεται σε μας και γίνεται ήρωας. Που καλείται στην Εθνική Ελλάδας πρώτη φορά στη ζωή του στα 29 (ποτέ στις μικρές παίδων και εφήβων) και δεν τον βάζει ούτε λεπτό στο τουρνουά, ενώ η φάση είναι ξεκάθαρα Σύριζα και ο παγκίτης πρέπει να βγει μπροστά γιατί τους είδαμε τους άλλους τόσα χρόνια, θέλουμε το πραγματικά καινούριο μπας και γυρίσει το ματς.
Μαζί με Ιβάν Ζορόσκι μας πηγαίνουν δεύτερη φορά Ευρωλίγκα με αντίπαλο αυτή τη φορά το Μαρούσι στον μικρό τελικό. Ο Ζορόσκι την επόμενη χρονιά κάνει καταγγελία για δεδουλευμένα και ακόμα και φέτος ο Πανιώνιος είναι τιμωρημένος από τη FIBA, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να πάρει ξένο πλην ελληνικού πρωταθλήματος (φέτος είχε Μακ Κόλουμ από Απόλλωνα, Ντούβνιακ-Κάρτερ από Ρέθυμνο, Λάνγκφορντ από Κολοσσό, Μισέλ από ΚΑΟΔ).
2009. Η ξενιτιά και η παρακμή ξεκινά. Για όλους. Ευτυχώς υπάρχουν και κάποια μικρά φωτεινά διαλείμματα.
Ο Γιάννης ο Καλαμπόκης πάντως ακόμα βρίσκει δουλίτσα στην ελληνική επαρχία της Α1 και αποτελεί το σύμβολο του φιλότιμου, του πάθους και του δυνατού δεύτερου πατήματος στο μπάσιμο.
Μέσα στη μιζέρια του μνημονίου και του διπόλου Ολυμπιακού-Πάο, μέσα στην διακαή και αέναη αναζήτηση του Νίκου Γκάλη στην οδό Αρτάκης, εμφανίζεται το 2012 ο Νίκος ο Παππάς. Νέος, ωραίος και κομμουνισταράς.
8.00
Μαζί με τον Βλάντο Γιάνκοβιτς μας ξαναδίνουν την ελπίδα που για λίγο κόπασε τον Ιούνιο του ίδιου έτους, αλλά συνεχίζεται γιατί έτσι πρέπει να γίνει, έτσι θα γίνει. Ειδικά ο Παππάς είναι ο πρώτος που μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια και την λατρεία του συνονόματου όταν μεγαλουργούσε στα σπάργανα του ελληνικού μπάσκετ: Ένας χαρισματικός σκόρερ, ηγετική φυσιογνωμία που θα αποφάσιζε να πάρει όλες τις τελευταίες επιθέσεις, να μπουκάρει, να βάλει καλάθι ή/και φάουλ, να μείνει στον αέρα όσο χρειαστεί και στο τέλος να ρίξει και χαστούκια επειδή δεν του ‘δωσαν τη μπάλα πιο νωρίς και έπρεπε να καρδιοχτυπήσουμε, ενώ φώναζε «δώσμου τη μπάλα δώσμου τη μπάλα».
Δυστυχώς, οι δύο μεγάλες ελπίδες πέρυσι το καλοκαίρι αποφάσισαν να πάνε σε μία ομάδα που θα τους έδινε τίτλους και λεφτά. Αλλά καθόλου χρόνο συμμετοχής και τελικά στασιμότητα, όπως συνέβαινε και θα συμβαίνει με αυτούς που προτιμούν την εύκολη λύση.
Φέτος δεν παρακολούθησα τον Πανιώνιο ιδιαίτερα, μου έδινε μία αίσθηση μικρής ομάδας μετά από πολλά χρόνια. Πριν κανα μήνα, ξύπνησα νωρίς το μεσημεράκι, πήγα ένα γυμναστήριο, έφαγα το πλούσιο σε πρωτεϊνες γεύμα μου, πήγα στην δουλειά το απόγευμα, είχα ραντεβουδάκια, έβγαλα καλό μεροκάματο, έβαλα κλίβανο στα γρήγορα και στην επιστροφή πέτυχα στο ραδιόφωνο ημιτελικό πρωταθλήματος Πανιώνιο-Ολυμπιακό. Καθώς έφτανα στη Νέα Σμύρνη, πλησίαζε το τέλος του αγώνα. Τελευταία δευτερόλεπτα, παρκάρω έξω απ’το γήπεδο. Παράταση, μπαίνω μέσα.
Και τότε αναγνώστη μου, μετά από πολλά πολλά χρόνια θυμήθηκα ότι κάπως έτσι φανταζόμουν τη ζωή μου στα 15 μου, αυτό ήθελα να κάνω.
Φυσικά τα όνειρα δεν κρατάνε πολύ, ο Σπανούλης τα σκότωσε με buzzer beater στο τέλος της παράτασης από τα 8.5 μέτρα, αλλά και πάλι ίσως οι κατάρες μου τον συντρόφεψαν και έχτισε με τούβλα στη συνέχεια ΣΕΦ και ΟΑΚΑ.
Και ναι, τα όνειρα δεν κρατάνε για πολύ, αλλά οι αναμνήσεις μένουν για πάντα.
Social Links: