Ο μισθοφόρος Wade Wilson (Ryan Reynolds) αποφασίζει να δεχτεί μια θεραπεία που θα τον μετατρέψει σε υπερήρωα και θα θεραπεύσει τον καρκίνο με τον οποίο έχει διαγνωστεί. Η θεραπεία θα τον παραμορφώσει και ο ίδιος θα υιοθετήσει την persona του Deadpool, ώστε να αναγκάσει τους υπεύθυνους να τον επαναφέρουν σωματικά με σκοπό να μπορέσει να συνεχίσει την ζωή του με την αγαπημένη του Vanessa (Morena Baccarin).
To ντεμπούτο του σκηνοθέτη Tim Miller -δημιουργού των τίτλων αρχής του φιντσερικού Το Κορίτσι με το Τατουάζ– συνοδεύτηκε από το καλύτερο άνοιγμα R-rated ταινίας στην ιστορία του αμερικάνικου box-office με εισπράξεις των 152.2 εκατομμυρίων δολαρίων ενώ συνολικά έφτασε τα 260 εκατομμύρια παγκοσμίως φιγουράροντας στην πρώτη θέση των εισιτηρίων στις 60 από τις 61 χώρες που άνοιξε ταυτόχρονα.
Ήδη από τους τίτλους αρχής καταλαβαίνουμε ότι θα δούμε μια ταινία εκτός της πεπατημένης και επαναλαμβανόμενης συνταγής των υπερηρωικών ταινιών που έχουμε παρακολουθήσει από το κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel. Οι δημιουργοί της ταινίας βγάζουν την γλώσσα και υιοθετούν την αθυροστομία και την επιδειξιομανία του κεντρικού ήρωα προετοιμάζοντας τον θεατή για το τι θα ακολουθήσει.
Ο Deadpool είναι ένας meta comic ήρωας. Δηλαδή έχει επίγνωση ότι είναι ένας χαρακτήρας σε comic αλλά παράλληλα λειτουργεί ικανοποιητικά ως τέτοιος, εκπληρώνοντας τον σκοπό του. Στην ταινία αυτό αναπαριστάται είτε σπάζοντας τον «τέταρτο τοίχο» μιλώντας για το ίδιο το genre, για τον ήρωα ή την φύση του ηρωισμού και του αντί-ηρωισμού είτε γενικότερα για την βιομηχανία του θεάματος. Κινούμενη σ’ αυτή την μεταμοντέρνα συνθήκη, η ταινία βρίθει από αναφορές στην ποπ κουλτούρα δημιουργώντας ένα nerd παροξυσμό αναφορών και trivia.
Εξαιρώντας την ιστορία προέλευσης του Deadpool, η οποία θυμίζει αφηγηματικά κάθε origin story που έχουμε παρακολουθήσει σε ταινία με υπερ-ήρωες ως τώρα, η πλοκή κινείται γύρω από την επιθυμία εκδίκησης έναντι αυτών που τον ανάγκασαν να δημιουργήσει το alter ego του. Στην πορεία αυτή, αφήνει πτώματα απολαμβάνοντας κάθε στιγμή και ντύνοντας κάθε σκηνή με θανατηφόρες ατάκες. Στα πλαίσια της μεταμοντέρνας κατεύθυνσης της αφήγησης, κάθε στροφή της ανακοινώνεται με στόμφο από τον ίδιο τον Reynolds παίζοντας ένα παιχνίδι με τα είδη ακόμα και μέσα στην αφηγηματική δομή. Ένας προβληματισμός που αναπτύσσεται από τους τίτλους αρχής με το «Οι σεναριογράφοι είναι οι πραγματικοί ήρωες» είναι μια έντονη ανησυχία για το τι μπορεί να κάνει η υπερβολική εκμετάλλευση της μεταμοντέρνας αφήγησης και το παραγέμισμα της με ποπ αναφορές.
Η ταινία δεν έχει τον αποδομητικό χαρακτήρα του Kick Ass ή του Super αλλά πλησιάζει πιο πολύ στον αέρα ανανέωσης που έφεραν Οι Φύλακες του Γαλαξία στο είδος, με επίθεση στην ίδια την φόρμα αυτών των ταινιών. Ίσως το κοινό να έχει κουραστεί από το family treatment των ταινιών της Marvel και να επιθυμεί μια ανάσα μέσω νέων χαρακτήρων που δεν υπακούν στην φόρμα και στα σημεία αναφοράς ενός φαινομένου που βρίσκεται σε ανάπτυξη.
Ο Reynolds φαίνεται ότι έχει επενδύσει και έχει δουλέψει πάνω στον χαρακτήρα του Deadpool, τον οποίο πάλευε να φέρει στην μεγάλη οθόνη εδώ και χρόνια, δίνοντας του προσωπικά του στοιχεία τα οποία εφάπτονται με τις προσδοκίες του fan base του ήρωα. Αθυρόστομος, αλαζόνας, με άποψη για τα πάντα, ο Reynolds σε πείθει ότι ο ρόλος είναι κομμένος και ραμμένος για τον ίδιο προσθέτοντας στην εξίσωση το αμφίσημο της σεξουαλικότητας του Deadpool.
Εκ κατακλείδι, το Deadpool είναι μια ταινία ακατάλληλη για ανηλίκους με σκηνές βίας και σεξ αλλά με χιούμορ κοντά στο αναγνωστικό κοινό των comic. Έχει σαρκαστική και σατιρική διάθεση για το είδος που υπηρετεί ανατρέποντας και την ίδια του την εικόνα. Ίσως ξενίσει η υπερβολική αυτόαναφορικότητα και οι αναφορές στην μαζική κουλτούρα σε σημεία που δεν χρειάζονται αλλά θα προσφέρει άφθονο γέλιο ακόμα και σε αυτούς που δεν έχουν ιδέα από τις περιπέτειες του στο χαρτί.
Social Links: