Φωτογραφίες: Άγγελος Καλλιανός
Πριν από όσα βίωσα στο An το Σάββατο, πίστευα ότι αυτό το κείμενο θα ήταν μια τυπική ανταπόκριση, επακόλουθο του ότι το περιοδικό μας ήταν χορηγός επικοινωνίας της συναυλίας. Πόσο μάλλον εφόσον πριν από μερικούς μήνες είχα γράψει για την προηγούμενη συναυλία των Sun of Nothing. Έχω πει, γράψει, δηλώσει πολλές φορές ότι τους θεωρώ το καλύτερο ελληνικό συγκρότημα, πριν μάλιστα την κρυφή συμφωνία-μαμούθ που κλείσαμε για να προωθήσουμε την συναυλία του Σαββάτου. Ευτυχώς για όλους μας όμως, όσα έγιναν στο An έκαναν τα βουνά από ρούβλια που πήραμε παντελώς αχρείαστα.
Τη συναυλία άνοιξαν οι MOB, οι οποίοι παίζουν ένα υποείδος που δεν ήξερα καν ότι υπάρχει, καθώς οι γνώσεις μου για το noise είναι στην καλύτερη περίπτωση φτωχές. Το harsh noise wall είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομά του: ένας συνεχής, σκληρός τοίχος από θόρυβο. Πέρα από τις ελάχιστες γνώσεις μου για το είδος όμως, άλλος ένας λόγος για τον οποίο δεν μπορώ να εκφράσω εμπεριστατωμένη άποψη για όσα άκουσα είναι ότι ο ήχος δεν ήταν καλός. Όσες φορές το αφτί μου έπιανε νέες στρώσεις ήχου πάνω σε όσα ήδη ακούγονταν, ήταν συμπτωματικά και με μεγάλη δυσκολία. Σε κάθε περίπτωση, το πηχτό ηχητικό αποτέλεσμα μόνο ως καλή εισαγωγή σε όσα επακολούθησαν μπορεί να θεωρηθεί.
Οι Chronoboros, που βγήκαν στη συνέχεια, μου έκαναν πολύ καλή εντύπωση. Με σαφώς βελτιωμένο ήχο, επιβεβαίωσαν την εντύπωση που είχα σχηματίσει με μερικές ακροάσεις στο bandcamp τους: βαρύ, τίμιο post-hardcore με ωραία math στοιχεία και sludge βέλη στη φαρέτρα τους. Κρατάω, επίσης, την πολύ καλή τεχνική κατάρτιση των μελών, καθώς και το εκρηκτικό πάθος τους, με αποκορύφωμα τον ντράμερ.
Τους Sun of Nothing τους έχω δει ζωντανά 3 φορές. Η πρώτη φορά ήταν, χωρίς υπερβολή, μια από τις καλύτερες συναυλιακές εμπειρίες που έχω ζήσει ποτέ: τον Ιούλιο του 2015 στο New Long Fest στη Νέα Μάκρη, όπου είτε από εξαιρετική οργάνωση είτε από μέγιστη τύχη, οι SON έπαιξαν ακριβώς για το διάστημα κατά το οποίο ο ήλιος έπεφτε και ο ουρανός ήταν κατακόκκινος. Δεδομένων των συνθηκών, που έδεναν άψογα με τη μουσική τους, και του ότι τους έβλεπα για πρώτη φορά από κοντά, το αποτέλεσμα ήταν συγκλονιστικό. Για τη δεύτερη φορά τα έγραψα πρόσφατα, και προσπάθησα να κάνω και μια περιγραφή του τι είναι αυτό που κάνουν, τόσο μουσικά, όσο και πάνω στη σκηνή.
Για το Σάββατο, λοιπόν, αυτό που βασικά μένει είναι η μυσταγωγία (γιατί setlist μπορείτε να βρείτε και αλλού). Με σύμμαχο τον εξαιρετικό ήχο, οι SON έπαιξαν για κάτι λιγότερο από δύο ώρες –εντυπωσιακό, δεδομένης της απαιτητικότητας της μουσικής τους. Στην αρχή ήμουν στο κάγκελο, απολαμβάνοντας την καλή οπτική επαφή με το συγκρότημα. Κάπου στην πορεία όμως, και αφού το συγκρότημα και το λαρύγγι του Ηλία είχαν ζεσταθεί επαρκώς, άρχισε ένα mosh pit στο οποίο δεν είχα ιδιαίτερη όρεξη να συμμετάσχω. Όλο αυτό βγήκε σε καλό, γιατί το γεγονός ότι ανέβηκα στο υπερυψωμένο πίσω μέρος του An, που είναι στο ίδιο ύψος με τη σκηνή, αποδείχτηκε το σημείο που απογείωσε την εμπειρία.
Η μυσταγωγία προκλήθηκε από ένα απίστευτο σκηνικό που έβλεπα μπροστά μου από ψηλά: μια αίθουσα πνιγμένη στον τελετουργικό καπνό, με χαμηλό μπλε φωτισμό, όπου δεκάδες μαυροφορεμένες φιγούρες κουνιούνταν ακολουθώντας βαριά παραμορφωμένες μελωδίες και δαιμονικά ουρλιαχτά. Το συγκρότημα έμοιαζε με ιερατείο που καθοδηγούσε τους πιστούς στην έκσταση, με αρχιερέα τον Ηλία να ψάλλει με ουρλιαχτά, ανυψώνοντας και λυτρώνοντας όποιον βρισκόταν εκεί. Στο αριστουργηματικό «The Prisons You Create» η απόκοσμη λιτανεία έφτασε στο αποκορύφωμά της, κάνοντάς με να σπαρταράω σαν ψάρι και ταυτόχρονα να κοιτάω με δέος το σκηνικό που είχε στηθεί.
Χωρίς ψαγμένα visuals, μόνο με ένα σύννεφο καπνού και τον αρχιερέα να δίνει ό,τι είχε μέσα του στους πιστούς, ενώ στεκόταν ακριβώς στη μέση του λιτού πανό με τον τελετουργικό κύκλο-logo του συγκροτήματος. Εν ολίγοις, η εμπειρία έμοιαζε ανησυχητικά πολύ με κάποιο από τα κείμενα του Ηλία σε αυτό το περιοδικό. Προσπαθώντας να αποφασίσω αν απόλαυσα περισσότερο την πρώτη ή την τρίτη φορά που τους είδα ζωντανά, θα πω ότι η συναυλία του Σαββάτου επικρατεί παρά το σοκ της πρώτης φοράς, γιατί αυτό που βίωσα στο An ήταν μια ολοκληρωμένη, ανόθευτη θρησκευτική εμπειρία.
Social Links: