«..Το μέλλον γίνεται παρόν, το παρόν παρελθόν, και το παρελθόν γίνεται αιώνια θλίψη αν τα αφήσεις να φύγουν, μέσα από τα χέρια σου» Tennessee Williams, «Γυάλινος Κόσμος»   Ένα από τα…

Γυάλινος Κόσμος: Αέναη επιστροφή στο εύθραυστο

«..Το μέλλον γίνεται παρόν, το παρόν παρελθόν, και το παρελθόν γίνεται αιώνια θλίψη αν τα αφήσεις να φύγουν, μέσα από τα χέρια σου»

Tennessee Williams, «Γυάλινος Κόσμος»

 

Ένα από τα σπουδαιότερα θεατρικά έργα που όλοι πρέπει κάποια στιγμή στη ζωή μας να παρακολουθήσουμε είναι ο «Γυάλινος Κόσμος» του Tennessee Williams, ενός από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα.  Έργο σταθμός του Tennessee Williams,  παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Σικάγο το 1944 και τον Μάρτιο του 1945 στη Νέα Υόρκη κερδίζει το Βραβείο New York Drama Critics Circle Award.

Ιδιαίτερα ενθουσιασμένη, λοιπόν, επισκέφτηκα το Θέατρο Εμπορικόν  για να ζήσω από κοντά την εμπειρία του Κόσμου αυτού του Williams στην παράσταση της Ελένης Σκότη.

Το έργο, μια δραματοποιημένη οικογενειακή παρελθοντική εμπειρία  του πρωταγωνιστή Τομ, αποτελεί μια αναπόληση και  επιστροφή σε ένα ραγισμένο και θρυμματισμένο από το χρόνο παρελθόν. Η μνήμη όμως είναι ακόμα νωπή και ξυπνά στον Τομ τη θύμηση του Κόσμου που κάποτε έζησε.  Έτσι, ο Τομ, αυτοπαρουσιαζόμενος στο κοινό ως ο αφηγητής του έργου του «Γυάλινος Κόσμος»,  ξεκινά την αφήγηση της οικογενειακής μνήμης γύρω στο 1930 στην Αμερική.  Στο οικογενειακό του περιβάλλον εκτυλίσσεται ένα εσωτερικό δράμα:  η εγκατάλειψη της οικογένειας από τον πατέρα έχει στιγματίσει βαθιά όλα τα μέλη της, μα ιδιαίτερα τη μητέρα Αμάντα, η οποία έχει συγκεντρώσει στο πρόσωπό της όλες τις ευθύνες της οικογένειας. Επεμβαίνει στη ζωή και των δύο της παιδιών, ιδιαίτερα της Λώρα. Εκείνη εμφανίζεται ως μια ιδιαίτερα ευαίσθητη, έως και εύθραυστη, κοπέλα η οποία δεν έχει τη δύναμη να επιβιώσει στο οδυνηρό παρόν που την πληγώνει. Ως αντίβαρο λειτουργεί ο κίβδηλος Κόσμος που έχει πλάσει, η συλλογή από γυάλινα ζωάκια και η ακρόαση των γρατζουνισμένων δίσκων στο γραμμόφωνο, καταφύγια στην προσπάθειά της να ξεφύγει από την πραγματικότητα. Η ανησυχία και ο διακαής πόθος  της μητέρας να αποκαταστήσει την κόρη της εμπλέκει τον Τομ και τον φίλο του, Τζιμ, σε μια συνάντηση που θα στιγματίσει όλη την οικογένεια, με αποτέλεσμα  την αμετάκλητη φυγή του κυνηγημένου από τις ενοχές Τομ.

 

300

 

Το έργο, ιδιαίτερα συγκινητικό και εναργές, καθηλώνει τον θεατή καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Προσωπικά, οι ερμηνείες των ηθοποιών με συνεπήραν και μου μετέφεραν εξολοκλήρου το συναισθηματικό αδιέξοδο και τον πληγωμένο  ψυχισμό των χαρακτήρων.

 Ο Δημήτρης Καταλειφός  στον ρόλο του Τομ, νοσταλγός  των θυμήσεων ενός παρελθόντος που τον έχει στοιχειώσει, αγγίζει τα  όρια της υποκριτικής υπεροχής και αρτιότητας. Η ερμηνεία του πληροί όλα τα στοιχεία ενός ρόλου πολυσύνθετου: του  μεγάλου πλέον ηλικιακά αφηγητή, αλλά και του νεαρού  Τομ.  Η νοσταλγία και ο πληγωμένος ενοχικός συναισθηματικός του κόσμος συνδυάζονται  με  την καταπιεσμένη πλευρά ενός νέου , ο οποίος προσπαθεί να απεγκλωβιστεί από τα δεσμά του Γυάλινου Κόσμου και να δραπετεύσει στη Ζωή.  Εύκολη διέξοδο αποτελεί  το αλκοόλ, με το οποίο επιδιώκει να κοιμίσει τη βαθιά απογοήτευση από την περιορισμένη του ζωή. Στην πλάτη του στοιβάζεται ο βιοπορισμός της οικογένειάς του, οι πόθοι της μητέρας για την Λώρα και η διαρκής ενοχοποιητική σύγκριση με τον απόντα πατέρα. Οι έντονοι πόθοι και φιλοδοξίες του χαρακτήρα, σε λανθάνουσα κατάσταση αρχικά, στο τέλος ξεθυμαίνουν : «Άρχισα να βράζω μέσα μου. Το ξέρω, φαίνομαι ονειροπαρμένος, αλλά μέσα μου βράζω! […] Δεν κρατιέμαι. [..] Βαρέθηκα να βλέπω φιγούρες που περνούν και φεύγουν. Θα φύγω τώρα.»

 

kataleifos-mpazaka

 

Από την άλλη, η Θέμις Μπαζάκα κερδίζει τις εντυπώσεις στην ενσάρκωση της Αμάντα. Απαράμιλλα ζωντανή η παρουσία της επί σκηνής, το κατεξοχήν δρών πρόσωπο,  τραγικό και κωμικό ταυτοχρόνως, εκπλήσσει το κοινό. Διεγείρει συναισθήματα αντίρροπα μεταξύ τους: συμπάθεια και αποστροφή. Είναι η επιθυμία της να αποκαταστήσει την κόρη της, πόθος βασισμένος στον φόβο της εγκατάλειψης και της μοναξιάς που η ίδια βίωσε, είναι   η διαρκής αναπόληση της νεότητας και των ερωτικών της «κατακτήσεων» που δημιουργούν αισθήματα συμπόνιας, αριστοτελικού «ελέους».  Αντίθετα, η υπερπροστατευτική της φύση,  η δυναστική καταπίεση που ασκεί στα παιδιά της, μέσα από την επιβολή των δικών της προσδοκιών και επιθυμιών, θρέφουν την αποστροφή και ένα διαρκές κατηγορητήριο για τις συνέπειες που επιφέρουν τα επιτακτικά της «θέλω».

Επαινετή και η ερμηνεία της Στέλλας Βογιατζάκη στον ρόλο της Λώρα. Στο εκφραστικό της βλέμμα αποτυπώθηκε όλο το εύρος των συναισθημάτων του χαρακτήρα της. Θλίψη χαραγμένη μαζί με τον δριμύ της φόβο για τη Ζωή. Αυτοεξορισμένη  στον Γυάλινο Κόσμο της, κρύβει την κατ’ αυτήν  διαβρωμένη  εικόνα  του εαυτού της, σίγουρα καθορισμένη από τη μορφή αναπηρίας  από την οποία πάσχει.  Παράλληλα,  ο Κωνσταντίνος Γώγουλος, ο  Τζιμ της παράστασης,  συμπληρώνει το σύνολο των θετικών ερμηνειών. Η  πρόσχαρη αύρα και το αδιάκοπο χαμόγελό του φώτισαν  την σκηνή σκοπίμως, όπως και το μελαγχολικό πρόσωπο της Λώρα, αποτελώντας το πρόσωπο «που όλο προσμένουμε και ποτέ δεν έρχεται – και που ωστόσο μας κρατάει στη ζωή».

 

2

 

Πέρα από τις εξαιρετικές ερμηνείες, εξίσου αξιοσημείωτη ήταν και η σκηνοθετική οπτική του έργου. Καταρχάς, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η επιλογή της σκηνοθέτιδας Ελένης Σκότη,    να παρουσιάσει τον Τομ σε μεγάλη ηλικία. Η ίδια εξηγεί το λόγο της παραπάνω σκηνοθετικής επιλογής ως εξής: «Ξέρω, ο Τομ παίζεται συνήθως από νεότερους ηθοποιούς. Για μένα, όμως, όσο μεγαλύτερος ηλικιακά είναι ο ηθοποιός που παίζει τον Τομ, τόσο μεγαλύτερο είναι και το αδιέξοδο, το βάρος της μνήμης που τον στοιχειώνει και τον τυραννά. Γιατί ο Τομ, όπως ακριβώς ο Williams, είναι ένας συγγραφέας που εγκατέλειψε την οικογένειά του για να ακολουθήσει το όνειρό του. Δεν ξαναγύρισε ποτέ κοντά στη μητέρα και την αδερφή του. Έζησε όμως όλη του τη ζωή με τις ενοχές του γι’ αυτήν τη φυγή!» Συνεπώς, έτσι εντείνεται η απόσταση παρόντος-παρελθόντος , ενώ τονίζεται η αφηγηματική διάσταση του Τομ στο έργο. Γι’ αυτό , σε αρκετά σημεία βλέπουμε τον Τομ  να βγαίνει έξω από τον δραματικό του ρόλο ως χαρακτήρας του έργου και να εμφανίζεται να παρακολουθεί τα δρώμενα  ως εξωτερικό πρόσωπο  της δράσης. Σίγουρα, η θέαση αυτή του έργου προσδίδει μια ανανεωτική διάσταση στον «Γυάλινο Κόσμο» του Tennessee Williams, που δεν έχουμε ξαναδεί μέχρι τώρα.

Ο σκηνικός διάκοσμος αποδίδει ευκρινέστατα την αίσθηση της απόστασης του παρόντος και παρελθόντος. Αντί για έπιπλα, επί σκηνής βρέθηκαν αραδιασμένα ξύλινα κουτιά, τα οποία κρύβουν μέσα τους τα έπιπλα ενός  σπιτιού πλέον άδειου και εγκαταλελειμμένου. Καλούμαστε να τα φανταστούμε εμείς , καθώς κινούμαστε  μέσα στο συνεχές παιχνίδι της αναπόλησης του αφηγητή. Επίσης, με την επιγραφή «fragile» γραμμένη στην επιφάνεια των κουτιών, συνειρμικά η σκηνοθέτης θυμίζει στον θεατή την ευθραυστότητα που χαρακτηρίζει τον Γυάλινο Κόσμο.

Εν κατακλείδι, η παράσταση εντύπωσε μέσα μου όλη τη δίνη του Γυάλινου Κόσμου. Άγγιξε τα μύχια της ψυχής μου, μετέδωσε περίτεχνα τον συναισθηματισμό των χαρακτήρων, προβλημάτισε και συγκίνησε. Το δυνατό και πηγαίο χειροκρότημά μου, ελάχιστη ένδειξη επιβράβευσης μιας αξιέπαινης θεατρικής παράστασης.

Στοιχεία της παράστασης:

Μετάφραση: Δήμος Κουβίδης
Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη
Σκηνικό: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Μικαέλα Λιακατά
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Σχεδιασμός Φωτισμών: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Βοηθός σκηνοθέτη: Λάμπρος Γραμματικός
Φωτογραφίες παράστασης: Νικόλας Κομίνης

Τους ρόλους ερμηνεύουν: Δημήτρης Καταλειφός, Θέμις Μπαζάκα, Στέλλα Βογιατζάκη, Κωνσταντίνος Γώγουλος

Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων:
Τετάρτη, Πέμπτη, Κυριακή: 20:00
Παρασκευή: 21:00
Σάββατο: 18:00 και 21:00

Διάρκεια παράστασης: 160′ (με διάλειμμα)