Γιώργος Βασιλάκος: Άμμος
Όταν ζεις στην Ελλάδα και γράφεις το καλοκαίρι για παραλίες, είναι σαν να περιγράφεις ουσιαστικά το πλαίσιο αναφοράς άλλης μίας βιολογικής σου ανάγκης. Όμως επειδή –όπως θα είχε πει κάποτε και ο Winston Churchill– ακόμα και τα πιο απλά πράγματα στη ζωή περιγράφονται με τον πιο δύσκολο τρόπο, προσωπικά προτιμώ να εστιάσω σε εκείνο τον ενιαίο κώδικα συμπεριφοράς που ακολουθείς για να μεγιστοποιήσεις τις πιθανότητες της αισθητικής σου απόλαυσης σε κάθε τύπο παραλίας που μπορεί να επισκεφτείς.
Η πορεία για τη λύτρωση περιλαμβάνει την παρέα σου και εκείνη την ξεφτισμένη τσάντα-σκυλί Eastpak που έχεις από το γυμνάσιο, γεμάτη με τα απαραίτητα εφόδια. Βασικός σου στόχος είναι το ποιοτικότερο ξόδεμα αρκετών αντιπαραγωγικών εργατοωρών. Επομένως βρίσκεσαι εκεί κατά τις 12.00 με 13.00 το μεσημέρι. Στη διαδρομή το air condition είναι χαλασμένο κι εσύ επικεντρώνεσαι στις ευχάριστες οσμές του αλειμμένου στο δέρμα αντηλιακού, που σου προκαλούν μια αμυδρή ζαλάδα και ελαφρύ χασμουρητό. Επισήμως πια συνειδητοποιείς ότι ο δεύτερος καφές είναι μονόδρομος. Όταν φτάσεις τον παραγγέλνεις αυτομάτως, εκτός αν πηγαίνεις σε μη οργανωμένη/ερημική, οπότε προφανώς και βγάζεις από την τσάντα αυτόν που έχεις φτιάξει ήδη απ’ το σπίτι.
Η θέση σου στην παραλία βρίσκεται αυστηρά και αδιαπραγμάτευτα κάτω από σκιά. Δεν βουτάς με τα μούτρα στη θάλασσα. Ξέρεις ότι δεν αντέχεις άλλο να σέρνεις ένα σώμα που από λεπτό σε λεπτό μπορεί να λιώσει στα χέρια σου, όμως ο χρυσός κανόνας λέει ότι όσο μπορείς να καθυστερήσεις μια ηδονή, τόσο την εντείνεις όταν έρχεται. Απολαμβάνεις τον καφέ σου ζυγίζοντας τη θάλασσα και το κύμα πριν μπεις. Λες σε όσους σε τραβάνε με το ζόρι ότι θα κάτσεις δήθεν να προσέχεις τα πράγματά σας –δεν χρειάζονται περισσότερες εξηγήσεις. Εντωμεταξύ, μπορείς να παίξεις και καμιά παρτίδα τάβλι, στη χειρότερη με τον εαυτό σου. Εναλλακτικά διαβάζεις τα νέα, κατά προτίμηση από εφημερίδα για να σου κρύβει και τον ήλιο.
Έχει περάσει πια περίπου μισή με μία ώρα και αποφασίζεις να κάνεις την πρώτη έφοδο. Απομακρύνεσαι για λίγο από την παρέα και κολυμπάς στα βαθιά μόνος/-η. Ρίχνεις κατακόρυφες βουτιές ακουμπώντας τον πάτο της θάλασσας και γενικότερα κουράζεσαι τόσο ώστε να χρειαστεί να «ξαπλώσεις» ανάσκελα στο νερό, αντικρίζοντας με μισάνοιχτα μάτια τον ουρανό. Φέρνεις χέρια και πόδια σε θέση έκτασης, κλείνεις τα μάτια και αφουγκράζεσαι εκείνο το βουητό που σημαίνει την αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας.
Μετά από κάνα τέταρτο επιστρέφεις στη σκιερή σου βάση και αφοσιώνεσαι σε ένα από τα βιβλία που διαβάζεις αυτήν την περίοδο. Ένα φρούτο σού εξασφαλίζει μια τζούρα δροσιάς και σε ξεγελάει από τη μεσημεριανή πείνα, χωρίς να σου στερεί την προοπτική άλλης μιας βουτιάς αργότερα. Αν δεν έχεις ξαναβρεθεί σ’ αυτήν την παραλία, κάνεις μια βόλτα κατά μήκος της αμμουδιάς για να την ανακαλύψεις. Το μακρύ περπάτημα κάτω από τον ήλιο προκαλεί αναπόφευκτα τη δεύτερη βουτιά. Αυτή τη φορά ανακαλύπτεις το βυθό με μια μάσκα που φρόντισες προηγουμένως να βουτήξεις από κάποιον/-α της παρέας.
Βγαίνεις και παίζεις ρακέτες. Δεν σου παραχώρησε κανείς το δικαίωμα να παραδώσεις άνευ όρων στους κάγκουρες ένα τόσο ενδιαφέρον καλοκαιρινό σπορ. Ο ήλιος πανίσχυρος αρχίζει να κατηφορίζει και μαζί του ακολουθούν την ίδια πορεία τα βλέφαρά σου. Δεν χρειάζεται να κοιμηθείς, ρυθμίζεις μόνο στο ελάχιστο τη λειτουργία των αισθήσεών σου, ώστε να αντιλαμβάνεσαι στοιχειωδώς τον εξωτερικό κόσμο και ανοίγεις τα μάτια μετά από ένα εικοσάλεπτο.
Απόγευμα πια, λίγο πριν την επικείμενη αναχώρηση με ψιλή κουβέντα και μια παγωμένη lager στο χέρι, οργανώνεις τα σχέδιά σου για το βράδυ. Φεύγεις ενώ σκέφτεσαι την επόμενη φορά και το πόσο καλύτερα μπορείς να κάνεις τα ίδια πράγματα με μοναδικό τρόπο.
Δημοσθένης Γαβαλάς: Βότσαλο και μίσος για φασαίους
Έχει πάει 22 Ιουνίου, επικρατεί καύσωνας. Μισώ το καλοκαίρι, είναι η χειρότερη περίοδος του χρόνου. Θα μπορούσα να γράψω όχι ένα, αλλά αμέτρητα κείμενα για τους λόγους που μισώ το καλοκαίρι, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι ακριβώς αυτό το ζητούμενο. Στο Σκρα–punk μου ζήτησαν να γράψω ένα κείμενο για θάλασσες και παραλίες: είναι προφανές ότι μισώ τη θάλασσα και τις παραλίες.
Πρακτικά μιλώντας, αγαπημένες παραλίες δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως περισσότερο και λιγότερο υποφερτές. Βασικό συστατικό της υποφερτής παραλίας είναι αρχικά η άμμος. Ποια άμμος όμως; Δώσε προσοχή εδώ αγαπητέ –ή και όχι– αναγνώστη. Αναφέρομαι αποκλειστικά στη χοντρή άμμο. Την άμμο δηλαδή, που όταν περπατάς πάνω της δεν νιώθεις σαν να πατάς σε βούρκο με αποτέλεσμα να σχηματίζεται γύρω από τα πόδια σου αυτή η σιχαμερή καφέ κρούστα λασπουριάς. Την άμμο που δεν σου επιτίθεται με το μαστίγιό της, μόλις φυσήξει λίγο, τσακίζοντάς σε στο ξύλο ή ακόμα χειρότερα αλλάζοντας τη χημική σύσταση του φραπέ που με πολύ κόπο μετέφερες από το σπίτι σου, λερώνοντας παράλληλα την εφημερίδα σου (ή το κουτσομπολίστικο περιοδικό σου) και τα ρούχα σου.
Επόμενο συστατικό για την υποφερτή παραλία; Να μην είναι οργανωμένη φυσικά. Να μην έχει δηλαδή 150 ξαπλώστρες ανά τετραγωνικό μέτρο, καθώς και beach bar, αυτή τη μίζερη πηγή ανυπόφορου και κακαίσθητου θορύβου, τόσο οπτικού μιας και στα beach bar, πέρα από όλους τους άλλους, μαζεύονται και κάτι απίθανοι τύποι με μπράτσα πιο μεγάλα από τα κεφάλια τους, όσο και ηχητικού, όπου θέλοντας και μη γίνεσαι κοινωνός σε ό,τι μουσικό απέφευγες επιμελώς όλο τον χειμώνα και σε ό,τι θα συνέχιζες να αποφεύγεις, αν δεν ήταν καλοκαίρι. Εξαιρούνται προφανώς τα beach bar που θα παίζουν τραπ, μια πραγματική οπτική και ηχητική όαση.
Παράλληλα, σύμφωνα με έρευνες γνωστού Πανεπιστημίου, σε μια μη οργανωμένη παραλία μειώνεται αισθητά ο κίνδυνος συνάντησης με τη χειρότερη φυλή λυόμενων που υπάρχει στον κόσμο. Αναφέρομαι φυσικά στους «ρακετάκηδες», αυτούς τους ακραία ενοχλητικούς τύπους των οποίων η παρουσία καταφέρνει διαρκώς να σου υπενθυμίζει όχι μόνο ότι είναι καλοκαίρι, αλλά και σε πόσο θλιβερές επιλογές μπορεί κάποιος να οδηγήσει την ακόμα πιο θλιβερή ύπαρξη του όταν είναι άμπαλος σε όλα τα υπόλοιπα φυσιολογικά αθλήματα.
Κλείνοντας, πρέπει να ξεκαθαρίσω κάτι πολύ βασικό. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει –ή μάλλον καλύτερα αυτά που δεν πρέπει να έχει– μια παραλία για να χαρακτηριστεί υποφερτή διαμορφώνουν μια παραλία ερημική, με χοντρή άμμο, φυσική σκιά, καθαρά νερά και λίγο κόσμο. Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά καθιστούν την παραλία πόλο έλξης για εκατοντάδες ή και χιλιάδες φασαίους. Αυτό το απαίσιο είδος που ενδημεί στην Ικαρία και σε άλλα νησιά και τείνει να κατασκηνώνει στις παραλίες καθιστώντας τες πιο ανυπόφορες από το καλοκαίρι στην Αθήνα. Κοινώς, όχι φασαίους, όχι ρακετάκηδες στις θάλασσες και στις ακτές μας.
Αγγελική Κοντακιώτη: Βότσαλο
Αν θες να σου μιλήσω μόνο για τα θετικά της παραλίας με βότσαλο, θα πρέπει να θεωρήσουμε αποδεκτό το ειδικό (ή μήπως έξυπνο;) παπουτσάκι παραλίας, το οποίο πάει κάπως έτσι. Επειδή δεν σε κόβω να θες να το φορέσεις –παρότι βγαίνει σε πολλά χρώματα– και για να ξεκινήσω ήπια, θα αναφέρω κάποια θετικά της παραλίας με βότσαλο.
Πρώτο και κύριο, δεν έχει τα αρνητικά της παραλίας με άμμου. Θα πω τώρα κι άλλο ένα, τα βότσαλα δείχνουν καταπληκτικά σε βάζο ή μπολ. Αρκετά κράτησε η brightside ώρα και ας μην κοροϊδευόμαστε. Πονάει στο περπάτημα, διάολε. Και δεν είναι μόνο ότι πονάει, που πονάει απύθμενα πολύ (pun intented). Σε κάνει να βγαίνεις με εξαιρετική αστάθεια από τη θάλασσα, σε στάση γάμμα κεφαλαίο, καθιστώντας την κουλ έξοδό σου από τη θάλασσα ανέφικτη. Και είμαστε άνθρωποι και σε όλους τους ανθρώπους αξίζει μια κουλ έξοδος από τη θάλασσα.
Αυτό τώρα το βότσαλο γίνεται ακόμα πιο επίπονο όταν είναι μεγάλο και βρεγμένο και μπορεί να γίνει ύπουλα αιχμηρό, ειδικά αν δεν έχεις πόδια χόμπιτ. Και αν είσαι της ρακέτας (αν όχι τι καλά, μην αλλάξεις ποτέ) θα παίξεις με τα πόδια σταθερά και σε διάσταση, αποφεύγοντας τα περιττά βήματα που μπορεί να πληρώσεις με πόνο. Τις παραλίες με βότσαλο θα τις αγαπάμε, αλλά θα είναι πάντα πιο πρωτόγονες. Δεν ξέρω κάποιο κόλπο για να στήσεις την ομπρέλα σου και το ξάπλωμα πάνω στην πετσέτα και κάτω από τον ήλιο, σίγουρα δεν θα προσφέρει την αίσθηση της άμμου. Μάθε όμως ότι το περπάτημα πάνω στα βότσαλα είναι ευεργετικό στο σημείο που χαρακτηρίζεται παθητική ρεφλεξολογία, ο βυθός με βότσαλα έχει απίστευτο χρώμα και σου επιτρέπει να έχεις διαυγή εικόνα του και σε όποια ηλικία και να είσαι, μπορείς να πετάξεις μια πετρούλα και να μετρήσεις πόσες φορές θα υπερπηδήσει. And that my friend is a classic.
Social Links: