Ποπ νιχιλισμός, θανατικά, νοσταλγία: αυτή είναι μάλλον η τριλογία του 2016. Τι ακριβώς συνέβη και το έχουμε ρίξει συλλογικά στην αναπόληση περασμένων μεγαλείων και τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει αυτό…

Η αγροτική ουτοπία του Stardew Valley

Ποπ νιχιλισμός, θανατικά, νοσταλγία: αυτή είναι μάλλον η τριλογία του 2016. Τι ακριβώς συνέβη και το έχουμε ρίξει συλλογικά στην αναπόληση περασμένων μεγαλείων και τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει αυτό για την κουλτούρα και την πολιτική, θα το διαβάσετε αναλυτικότερα στα υπόλοιπα άρθρα του αφιερώματος του Σκρα. Εδώ θα μιλήσουμε για βιντεοπαιχνίδια, δηλαδή κατά κάποιον τρόπο για τη νοσταλγία της παιδικότητας (δεν ξεφεύγεις με τίποτα).

Η νοσταλγία αποδεικνύεται χρυσή αγελάδα και για τα βιντεοπαιχνίδια: βλέπε σχετικά το NES Classic, βλέπε και το Pokémon Go. Όσο διευρύνεται προς τα πάνω το ηλικιακό φάσμα των καταναλωτών των παιχνιδιών και των μηχανών τους, τόσο δημιουργούνται παιχνίδια ειδικά γι’ αυτούς τους μεγαλύτερους –είτε μιλάμε για casual games για το κινητό, είτε για πιο σοβαρά στη στρατηγική τους παιχνίδια, είτε για τίτλους που κάτι θυμίζουν από τα παλιά.

 

Μεγαλύτερη θυμόμουν την αυλή του πατρικού…

 

Να πάρουμε για παράδειγμα το Shovel Knight, ένα από τα καλύτερα 2D platformers των τελευταίων ετών που από την αρχή μέχρι το τέλος είναι ένας νοσταλγικός φόρος τιμής στην 8-bit αισθητική του NES που λέγαμε. Εκεί, στη νοσταλγία για τίτλους όπως το Duck Tales, το Castlevania, το Mega Man, στήριξε την καμπάνια για το crowdfunding που χρηματοδότησε την παραγωγή του. Βεβαίως, το μέγεθος του παιχνιδιού, η καθαρότητα της μουσικής και των γραφικών και πολλά άλλα τέτοια θα ήταν αδύνατο να χωρέσουν σε ένα παλιό cartridge (πώς λέγεται αλήθεια αυτό στα ελληνικά; κασέτα;). Όχι πως χαλιέται κανείς από την μη απολύτως πιστή αντιγραφή του παρελθόντος –έχουμε μάλλον μια περίπτωση όπου και η πίτα είναι ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος.

 

Shovel Knight: όπως παλιά, αλλά καλύτερα.

 

Να πάρουμε και το κατεξοχήν παράδειγμα νοσταλγίας των τελευταίων χρόνων, το Stardew Valley. Το παιχνίδι, πνευματικό δημιούργημα Eric Barone ή ConcernedApe (που είναι κάτι σαν τον Prince στα πρώτα του άλμπουμ, αφού έκανε μόνος του τα πάντα –τον προγραμματισμό, τον σχεδιασμό, τα γραφικά, την σύνθεση της μουσικής) είναι «βαρέως εμπνευσμένο» από την σειρά Harvest Moon. Αυτή τη φορά η αισθητική είναι 16μπιτη, δηλαδή του SNES.

 

Stardew Valley: Ξέρει τι λέει ο Κυβερνήτης.

 

Και η λογική αυτής της κοτόσουπας για την ψυχή πάει παραπέρα. Σαν να μην έφτανε να νοσταλγήσουμε κάτι που τουλάχιστον οι 30+ προλάβαμε να ζήσουμε, δηλαδή τα 16μπιτα παιχνίδια των ’90s, ο δημιουργός μάς βάζει να νοσταλγήσουμε και πράγματα που οι περισσότεροι δεν ζήσαμε ποτέ: την τίμια αγροτιά.

Η φάση είναι η εξής: ο ήρωας / η ηρωίδα του παιχνιδιού (διαλέγεις φύλο), μαραζώνεις μέρα με τη μέρα σε μια ανούσια δουλειά γραφείου, μέχρι που ο Παππούς πεθαίνει και σου αφήνει κληρονομιά τη φάρμα του. Εσύ πας και την φτιάχνεις, τη μεγαλώνεις, καλλιεργείς σπαρτά, αναβαθμίζεις τα εργαλεία σου, ψαρεύεις, πιάνεις φιλίες με τους ντόπιους, εξορύσσεις μέταλλα και πολεμάς και κάτι τέρατα. Ακόμη και πάνω απ’ το χωριό όμως, ένα φάντασμα πλανάται: το φάντασμα του ανάλγητου καπιταλισμού. Η Joja Corporation απειλεί τον παραδοσιακό τρόπο ζωής καθώς μολύνει το περιβάλλον, αλλοτριώνει τους υπαλλήλους της με τον κλασικό συνδυασμό «λίγα λεφτά – χάλια δουλειά» και ρίχνει δόλωμα και για σένα. Αν θες, μπορείς να επιλέξεις να «αγοράσεις» την κάρτα μέλους της, οπότε περνάς τα ορόσημα του παιχνιδιού πολύ ευκολότερα, απλώς «πληρώνοντας» κάποιο ποσό, αλλά χάνοντας την ευκαιρία για περιπέτειες και σύσφιγξη των σχέσεων με τους γείτονές σου.

 

Καπιταλισμός αλά John Carpenter: Life’s better with Joja – Join us – Thrive

 

Βεβαίως, όπως ακριβώς και η ίδια η νοσταλγία ως έννοια, έτσι κι εδώ δεν είναι ακριβώς η αποκατάσταση ενός απολεσθέντος παραδείσου, αλλά η αξιοποίησή του ως καμβά για την ετεροχρονισμένη ενσωμάτωση νέων στόχων και αιτημάτων. Τι εννοεί ο ποιητής; Για παράδειγμα, στο παιχνίδι μπορείς να παντρευτείς κάποιον από τους διαθέσιμους προς τούτο χαρακτήρες. Ως εδώ τίποτα το ιδιαίτερα πρωτότυπο. Μπορείς όμως να παντρευτείς κάποιον χαρακτήρα είτε του αντίθετου είτε του ίδιου με το δικό σου φύλου –πράγμα μάλλον δύσκολο για το, ας πούμε, ιστορικό Γουισκόνσιν του 1890 ή του 1950. Δεν μιλάμε για πιστή αντιγραφή του παρελθόντος, όπως ακριβώς ούτε το Shovel Knight το χωρά η αυθεντική κασέτα του NES. Η νοσταλγία για να έχει νόημα, πρέπει μάλλον να υπερβαίνει το νοσταλγούμενο –υποτίθεται– αντικείμενό της. Εντέλει, το αντικείμενό της είναι άλλο: ο αναστοχασμός του υποκειμένου για τον εαυτό του στον χρόνο.

 

 

Βάζοντας τις μεταμοντερνιές λίγο στην άκρη, η ιδεολογία του Stardew Valley θυμίζει έντονα το κορυφαίο έργο του Κνουτ Χάμσουν, την «Ευλογία της Γης» (Markens Grøde), που φέτος συμπληρώνει εκατό χρόνια από την πρώτη του έκδοση. Κι εκεί ο ήρωας φτιάχνει από το μηδέν του υποστατικό του, κι εκεί σιγά σιγά αναβαθμίζει το βιος του, κι εκεί η φύση είναι ο μεγάλος συνομιλητής, κι εκεί ο ήρωας παλεύει με τον καπιταλισμό που αλλοτριώνει (αντί για την Joja Corp. έχουμε το βρετανικού τύπου εμπόριο).

Η διαφορά είναι ότι ο Χάμσουν αρνείται τη νεοτερικότητα. Παρουσιάζει τον ήρωά του στα άγρια νορβηγικά τοπία σαν έναν παλιό Παρ Μέλμπεργκ, να μη χρειάζεται τίποτε περισσότερο πέρα από τη δύναμη της βούλησής του –και ασφαλώς όχι τα αμφίβολα δώρα του πολιτισμού. Η πολιτική στάση εδώ αφορά ένα πραγματικό, σύγχρονο του έργου διακύβευμα. Δεν φαίνεται περίεργο έτσι που ο Χάμσουν, αναζητώντας αντίρροπες δυνάμεις στην εκφυλιστική, όπως την αντιλαμβανόταν, εμπορευματοποίηση των πάντων, κατέληξε θαυμαστής του Χίτλερ. Η νοσταλγία του μάλλον παραήταν κυριολεκτική.

 

Ο αμφιλεγόμενος Χάμσουν σε νεαρή ηλικία

 

Αντιθέτως η νοσταλγία του Stardew Valley είναι πιο προσεκτικά πλαισιωμένη. Δεν εκφράζει παρά μόνο ξώφαλτσα κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό αίτημα κι εκεί στο όριο του ευρέος αποδεκτού, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το υποσύνολο των δυνητικών παικτών: απόρριψη της αλλοτρίωσης, οικολογία, αναγνώριση της διαφορετικότητας.

Η πιο ριζοσπαστική μορφή νοσταλγίας του Stardew Valley είναι αυτή που πιθανότατα σκέφτηκε λιγότερο ο δημιουργός της. Είναι το αίσθημα της ασφαλούς επιστροφής σε μια συνθήκη και ηλικία (τη μαθητική;) όπου η εργασία είχε χειροπιαστό αποτέλεσμα. Αυτή η υποκαταστατική αντιμετώπιση της καθημερινής αλλοτρίωσης, της έλλειψης δηλαδή σύνδεσης της ρουτινιάρικης δράσης με το προϊόν της, ο συχνότατος εθισμός –εντός ή εκτός εισαγωγικών– ακόμη και μη παραδοσιακών gamers με παιχνίδια που επιβραβεύουν με έξυπνους αλγορίθμους την πρόοδο, για άλλους μπορεί να είναι σύμπτωμα εποχής, για άλλους κίνδυνος και για άλλους ευκαιρία. Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη για νοσταλγία φαίνεται πως είναι υπαρκτή και τέτοια παιχνίδια απαντούν με μαεστρία σ’ αυτήν.

 

Ακόμη μια μέρα, ακόμη μια σοδειά και το κλείνω.